«Τίποτα δεν κάνει μια γυναίκα πιο όμορφη, από το να πιστεύει η ίδια ότι είναι». Αυτό πίστευε πάντα η Sophia Loren και -τουλάχιστον για την ίδια- είναι και η αλήθεια. Γεννήθηκε στην Ιταλία, σαν σήμερα πριν από 83 χρόνια, με τα πρώτα χρόνια της ζωής της να σημαδεύονται από πολλές και διάφορες δυσκολίες. Παρ’ όλα αυτά, κατάφερε να τις ξεπεράσει και να αναδειχθεί σε μία από τις μεγαλύτερες σταρ του παγκόσμιου κινηματογράφου και σε ένα διαχρονικό σύμβολο της Μεσογειακής ομορφιάς και θηλυκότητας. Αυτή είναι η Sophia Loren και αυτή είναι η ζωή της.
Τα Δύσκολα Παιδικά Χρόνια
H Sophia Constanza Brigida Villani Scicolone γεννήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου του 1934 στη Ρώμη. Η μητέρα της, Romilda Villani, ήταν δασκάλα πιάνου και ηθοποιός και ο πατέρας της, Riccardo Scicolone, ασχολούνταν με τον κατασκευαστικό τομέα. Η ευγενής του καταγωγή ήταν αυτή που τον έκανε να αρνηθεί να παντρευτεί τη Romilda, παρόλο που είχαν δύο κόρες μαζί. Έτσι, η Sophia και η αδερφή της, Maria, που γεννήθηκε το 1938, μεγάλωσαν χωρίς την οικονομική υποστήριξη και την παρουσία του πατέρα τους. Αν είχε αναγνωριστεί από τον Scicolone, η Loren θα έφερε σήμερα τον τίτλο της Μαρκησίας di Licata Scicolone Murillo.
Μαζί με την αδερφή και τη μητέρα της, πέρασε τα παιδικά της χρόνια στο σπίτι της γιαγιάς της στο Pozzuoli της Νάπολης. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το λιμάνι και το εργοστάσιο πυρομαχικών στο Pozzuoli ήταν συχνός στόχος για τους βομβαρδισμούς των Συμμάχων. Στη διάρκεια μιας τέτοιας επίθεσης, καθώς η Sophia έτρεχε προς το καταφύγιο, ένα θραύσμα τη χτύπησε στο σαγόνι, με αποτέλεσμα η οικογένεια να μετακομίσει στη Νάπολη, όπου τους φιλοξένησαν μακρινοί συγγενείς, για να επιστρέψουν στο Pozzuoli μετά το τέλος του πολέμου.
Η γιαγιά της Loren, Luisa, άνοιξε στο σαλόνι του σπιτιού της μία παμπ, και σέρβιρε σπιτικό λικέρ, με τη μητέρα της να παίζει πιάνο, την αδερφή της να τραγουδά και τη Sophia να σερβίρει και να κάνει λάντζα. Η σπιτική παμπ ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στο Αμερικανικό στράτευμα που είχε βάση στην περιοχή. Σε ηλικία 14 ετών, η Loren αποφάσισε να δηλώσει συμμετοχή στο διαγωνισμό ομορφιάς Miss Italia 1950. Αν και δεν κέρδισε, ήταν ανάμεσα στις φιναλίστ.
Οι Πρώτες Κινηματογραφικές Εμφανίσεις
Η προσπάθειά της να ενταχθεί στη showbiz συνεχίστηκε με μαθήματα υποκριτικής και η πρώτη της εμφάνιση στον κινηματογράφο έγινε το 1951 στην ταινία «Quo Vadis» του Mervyn LeRoy, όπου η 15χρονη τότε Loren είχε επιλεγεί ως κομπάρσος. Την ίδια χρονιά, εμφανίστηκε με το όνομα Sofia Lazzaro στην ιταλική ταινία «Era lui…si! si!», όπου υποδυόταν μία παλλακίδα, ενώ ακολούθησαν άλλοι μικροί ρόλοι στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’50.
Aida, 1953.Το όνομα Sophia Loren ξεκίνησε να το χρησιμοποιεί στην ταινία «La Favorita» του 1952. Δημιουργήθηκε ως παραλλαγή του ονόματος της Σουηδής ηθοποιού Marta Torén και ήταν πρόταση, είτε του Goffredo Lombardo, είτε του Carlo Ponti. Ο πρώτος μεγάλος ρόλος της ήρθε στην ταινία «Aida», το 1953, που απέσπασε ιδιαίτερα θετικές κριτικές, ενώ ακολούθησε ο πρωταγωνιστικός ρόλος στην ταινία «Two Nights with Cleopatra», την ίδια χρονιά.
Ο ρόλος που την εκτόξευσε στη διασημότητα ήταν αυτός στην ταινία «The Gold of Naples» το 1954, σε σκηνοθεσία του Vittorio De Sica. Η πορεία προς την κορυφή συνεχίστηκε με τα «Too Bad She’s Bad», «La Bella Mungaia», «Scandal in Sorrento», «Lucky to be a Woman», «Boy on a Dolphin» και «Legend of the Lost». Μάλιστα, το «La Bella Mungaia» του 1955 ήταν η πρώτη από τις πολλές συνεργασίες της με το μεγάλο star του ιταλικού κινηματογράφου και -εξίσου μεγάλο- γόη της εποχής, Marcello Mastroianni.
Κατά τη διάρκεια της, επίσης επιτυχημένης ταινίας της, «The Pride and the Passion», το 1957, η Loren και ο συμπρωταγωνιστής της, Cary Grant, είχαν μία σύντομη εξωσυζυγική σχέση, ενώ εκείνος ήταν παντρεμένος με την ηθοποιό Betsy Drake. Η Drake είχε γράψει το σενάριο για την ταινία «Houseboat», στην οποία επρόκειτο να συμπρωταγωνιστήσει με το σύζυγό της, μετά από επιθυμία του ίδιου του Grant. Η σχέση με την Loren άλλαξε τα δεδομένα και ο Grant τώρα επιθυμούσε εκείνη για συμπρωταγωνίστρια, αλλάζοντας μάλιστα το αρχικό σενάριο της Drake τόσο πολύ, που το τελικό αποτέλεσμα δεν έφερε καν το όνομά της. Η σχέση του Grant με τη Loren τελείωσε άσχημα, πριν ακόμα ολοκληρωθούν τα γυρίσματα του «Pride and the Passion», με το κλίμα να μεταφέρεται και στα γυρίσματα του «Houseboat» και να δημιουργεί προβλήματα.
Με τον Anthony Quinn, στο Heller in Pink Tights.Το 1958 η Sophia Loren υπέγραψε συμβόλαιο με την αμερικανική εταιρεία παραγωγής, Paramount, το οποίο προέβλεπε τη συνεργασία τους για πέντε ταινίες. Η σύμπραξη αυτή την έκανε ευρύτερα γνωστή στο διεθνές κοινό και η Loren κατοχύρωσε τον τίτλο της star παγκοσμίου εμβέλειας. Μεταξύ των πέντε αυτών ταινιών, συμπεριλαμβάνονταν τα «Desire Under the Elms» με συμπρωταγωνιστή τον Anthony Perkins, «Heller in Pink Tights», όπου απαρνήθηκε την καστανή κόμη της για μία ξανθιά, για πρώτη φορά, και φυσικά το «Houseboat» με τον Cary Grant.
Η Δεκαετία του 1960, ο Ponti και τα Βραβεία
Από την ταινία, Two Women.Το 1961 πρωταγωνίστησε στην ταινία του Vittorio De Sica, σε παραγωγή του Carlo Ponti, «Two Women». Η ιστορία αφορά μία μητέρα και τη 12-χρονη κόρη της, που προσπαθούν να επιζήσουν στην εμπόλεμη Ιταλία και να επιστρέψουν στον τόπο καταγωγής τους, όπου υπάρχει παύση πυρών, και καταλήγουν να βιάζονται ομαδικά, ενώ κρύβονται σε μία εκκλησία. Αν και αρχικά, η Loren είχε επιλεγεί στο ρόλο της κόρης, εναντιώθηκε στην απόφαση και πήρε το ρόλο της μητέρας, με την Eleonora Brown να υποδύεται, τελικά, την κόρη της. Η ερμηνεία της τής χάρισε πολλά βραβεία (22 συνολικά!), μεταξύ των οποίων το πρώτο βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ των Καννών, αλλά και το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, το πρώτο μεγάλο βραβείο του θεσμού που πήγε σε μία αγγλόφωνη ταινία, αλλά και σε Ιταλίδα ηθοποιό.
Η δεκαετία του 1950, δεν ήταν σταθμός μόνο για την καριέρα της, αλλά και για την προσωπική της ζωή. Ήδη από τις αρχές της, σε ηλικία μόλις 16 ετών, η Loren γνώρισε τον 37χρονο τότε Carlo Ponti, μεγάλο παραγωγό του κινηματογράφου. Στις 17 Σεπτεμβρίου του 1957, Loren και Ponti παντρεύτηκαν, αλλά εκείνος εξακολουθούσε να θεωρείται παντρεμένος με την πρώτη του σύζυγο, Giuliana. Το ζευγάρι ακύρωσε το γάμο του το 1962, για να αποφύγει τις κατηγορίες για διγαμία, και αφού ο Ponti εξασφάλισε το διαζύγιό του στη Γαλλία το 1965, ξαναπαντρεύτηκαν, στις 9 Απριλίου του 1966.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, η Sophia Loren ήταν μία από τις δημοφιλέστερες ηθοποιούς παγκοσμίως, εξακολουθώντας να κάνει ταινίες, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις ΗΠΑ, στις οποίες συμπρωταγωνιστούσε με μεγάλους ηθοποιούς της εποχής. Το αποκορύφωμα της καριέρας της θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήρθε το 1964, όταν έλαβε το ποσό του ενός εκατομμυρίου δολαρίων, για να εμφανιστεί στην ταινία «The Fall of the Roman Empire», ενώ την επόμενη χρονιά ήταν και πάλι υποψήφια για Όσκαρ για το ρόλο της στην ταινία «Marriage Italian-Style».
Μερικές από τις μεγαλύτερες και πιο γνωστές της επιτυχίες, για αυτή την περίοδο, ήταν οι ταινίες «El Cid» του 1961, όπου συμπρωταγωνίστησε με τον Charlton Heston, «The Millionairess» του 1960 με τον Peter Sellers, «It Started in Naples» την ίδια χρονιά με συμπρωταγωνιστή τον Clark Gable, «Yesterday, Today and Tomorrow» το 1963 με τον Marcello Mastroianni για ακόμα μία φορά, «Lady L» με τον Paul Newman, «Arabesque« με τον Gregory Peck και η τελευταία ταινία του Charlie Chaplin, «A Countess from Hong Kong», όπου βρέθηκε στο πλευρό του Marlon Brando.
Το Δεκέμβριο του 1968 γέννησε τον πρωτότοκο γιο της με τον Ponti, Carlo Jr., ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 1973, απέκτησαν ακόμα ένα αγόρι, στο οποίο έδωσαν το όνομα Edoardo. Αφότου έγινε μητέρα, η Sophia Loren δεν εργαζόταν τόσο, όσο πριν. Κατά την περίοδο αυτή, οι περισσότερες ταινίες της ήταν στα Ιταλικά. Τη δεκαετία του 1970, εμφανίστηκε στο πλευρό του Richard Burton στην ταινία του De-Sica «The Voyage», αλλά και στο remake της ταινίας «Brief Encounter», το 1974.
Δύο χρόνια αργότερα, ακολούθησε το επιτυχημένο film «Cassandra Crossing» και το 1977 ξανασυναντήθηκε με τον Marcello Mastroianni στην ταινία του Ettore Scola, «A Special Day». Η ταινία συγκέντρωσε 11 διεθνή βραβεία, ανάμεσα στα οποία δύο Όσκαρ – αυτά του Α’ Ανδρικού και της Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας και βραβείο César για την ίδια κατηγορία, ενώ χάρισε στη Loren το έβδομο βραβείο David Di Donatello της καριέρας της.
Άλλες ταινίες της, από αυτή τη δεκαετία, ήταν το Αμερικανικό θρίλερ «Brass Target», το υποψήφιο για Όσκαρ «Sunflower» και η ταινία του Arthur Miller «Man of La Mancha» που, όμως, ήταν αποτυχημένη, τόσο εμπορικά, όσο και κατά την άποψη των κριτικών, παρόλο που συγκέντρωσε και πάλι πολυάριθμες υποψηφιότητες, μεταξύ των οποίων και δύο Χρυσές Σφαίρες.
Sophia Loren: Her Own Story
Το 1980 κυκλοφόρησε η βιογραφία της, με τίτλο «Sophia Loren: Living and Loving, Her Own Story» και εκείνη υποδύθηκε τον εαυτό της, αλλά και τη μητέρα της, στην τηλεοπτική της μεταφορά. Την επόμενη χρονιά, έγινε η πρώτη γυναίκα star που κυκλοφόρησε το δικό της άρωμα, με το όνομα Sophia, το οποίο ακολούθησε μία σειρά οπτικών. Το 1982 ήρθε αντιμέτωπη με κατηγορίες φοροδιαφυγής και εξέτισε ποινή φυλάκισης 18 ημερών, γεγονός που, όμως, δεν κατάφερε να βλάψει τη δημόσια εικόνα της. Τελικά, τριάντα χρόνια αργότερα, το 2013, το ανώτατο δικαστήριο την απάλλαξε από όλες τις κατηγορίες.
Η επαγγελματική της πορεία τη δεκαετία αυτή χαρακτηριζόταν και πάλι από χαλαρούς ρυθμούς. Το 1981 απέρριψε το ρόλο της Alexis Carrington στην τηλεοπτική σειρά «Dynasty» -ρόλος που τελικά πήγε στην Joan Collins- ενώ, αν και αρχικά είχε συμφωνήσει να συμμετέχει σε 13 επεισόδια, το 1984 απέρριψε το ρόλο της ετεροθαλούς αδελφής της Angela Channing στη σειρά «Falcon Crest», τον οποίο τελικά κέρδισε η Gina Lollobrigida. Η Loren εξακολουθούσε να προτιμά να αφοσιωθεί στην ανατροφή των παιδιών της.
Το 1991 της απονέμεται από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου το Τιμητικό Βραβείο για τη συνολική της προσφορά στον παγκόσμιο κινηματογράφο, ενώ ταυτόχρονα ανακηρύσσεται ως «ένας από τους θησαυρούς του παγκόσμιου σινεμά». Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1995, τα ίδια βήματα ακολουθεί και η Ένωση Ανταποκριτών Ξένου Τύπου του Hollywood, απονέμοντας της τη Χρυσή Σφαίρα Cecile B. DeMille. Ενδιάμεσα, το 1993, η Loren απένειμε το ίδιο τιμητικό Όσκαρ στο μεγάλο Ιταλό σκηνοθέτη Federico Fellini, λίγους μήνες πριν το θάνατό του. Μάλιστα, σε συνέντευξή της στον Larry King δήλωσε ότι είχαν συμφωνήσει με τον Fellini να τη σκηνοθετήσει σε μία ταινία, αλλά ο θάνατός του ακύρωσε τα σχέδιά τους.
Τις δεκαετίες του 1990 και 2000, η Sophia Loren ήταν ακόμα πιο επιλεκτική στις ταινίες της, ακολουθώντας και άλλα επιχειρηματικά μονοπάτια: κυκλοφόρησε βιβλία μαγειρικής, σειρές γυαλιών, κοσμημάτων και αρωμάτων. Το 1994, συμπρωταγωνίστησε με την Julia Roberts στην ταινία «Ready to Wear», για την οποία κέρδισε ακόμα μία υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα, ενώ την ίδια χρονιά απέκτησε το δικό της αστέρι στη Λεωφόρο των Αστέρων, στο Palm Springs της California.
Την επόμενη χρονιά, ούσα σε ηλικία 61 ετών, υποδύθηκε μία femme fatale , δίπλα στους Walter Matthau, Jack Lemmon και Ann-Margret, στην ταινία «Grumpier Old Men», που έγινε εμπορική επιτυχία, και το 1999 η Αμερικανική Ένωση Κινηματογράφου συμπεριέλαβε τη Sophia Loren στη λίστα με τις μεγαλύτερες σταρ της Χρυσής Εποχής του Hollywood. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, έκανε ακόμα δύο δουλειές, την ανεξάρτητη ταινία «Between Strangers» σε σκηνοθεσία του γιου της, Edoardo Ponti, με συμπρωταγωνίστρια τη Mira Sorvino και την τηλεοπτική σειρά «Lives of the Saints».
NINE, 2009.To 2009, μετά από απουσία πέντε ετών, η Sophia Loren ήταν μία εκ των πρωταγωνιστριών της ταινίας του Rob Marshall, «NINE», βασισμένη στο μιούζικαλ του Broadway που διηγείται την ιστορία του Ιταλού σκηνοθέτη Guido Contini, του οποίου η κρίση μέσης ηλικίας, γίνεται αιτία να μη μπορεί να ολοκληρώσει την τελευταία του ταινία. Έτσι, εκείνος αναγκάζεται να ισορροπήσει ανάμεσα στην επιρροή που του ασκούν οι γυναίκες στη ζωή του, μεταξύ των οποίων και η μητέρα του, που έχει πλέον πεθάνει. Για τον Rob Marshall, η επιλογή της Loren στο ρόλο της μητέρας του Guido ήταν μονόδρομος, με αποτέλεσμα η πρώτη να αποτελέσει μέρος του καστ, το οποίο απαρτιζόταν από τους Danile Day-Lewis, Judi Dench, Penelope Cruz, Marion Cotilliard, Nicole Kidman, Kate Hudson και Fergie και κέρδισε μία υποψηφιότητα -την πρώτη για τη Loren- στα βραβεία του Σωματείου Ηθοποιών, Screen Actor’s Guild Awards.
Το 2010 υποδύθηκε τη μητέρα της, στη μίνι σειρά της Ιταλικής τηλεόρασης «La Mia Casa E Piena di Specchi (My House is Full of Mirrors)», βασισμένη στο βιβλίο της αδερφής της, Maria, με θέμα τα παιδικά τους χρόνια, ενώ το 2013, φήμες την ήθελαν να ετοιμάζεται για την κινηματογραφική της επιστροφή με τη μεταφορά του θεατρικού έργου του Jean Cocteau «The Human Voice (La Voce Umana)», την οποία θα σκηνοθετούσε και πάλι ο Edoardo Ponti.
Στη διάρκεια της καριέρας της, η Sophia Loren πρωταγωνίστησε σε πολυάριθμες ταινίες, ηχογράφησε περισσότερα από 24 τραγούδια, ενώ υπήρξε σύμβολο του σεξ και fashion icon. Τα εντυπωσιακά μάτια και οι θελκτικές, μεσογειακές καμπύλες έγιναν σήμα κατατεθέν της, κάνοντάς τη συνώνυμη του ιταλικού ταμπεραμέντου και της μεσογειακής ομορφιάς -στάτους που διατηρεί μέχρι και σήμερα, παρά τα 80+ χρόνια της-, πρωταγωνιστώντας σε καμπάνιες μεγάλων ιταλικών Οίκων μόδας, όπως ο Dolce & Gabbana.
«Προτιμώ να τρώω ζυμαρικά και να πίνω κρασί, από το να φοράω 0 νούμερο. Ό,τι βλέπετε, το χρωστάω στο σπαγγέτι».
Παρακολουθείστε στο βίντεο που ακολουθεί αποσπάσματα από ταινίες της Sophia Loren, υπό τους ήχους του Mambo Italiano.
Πηγές: en.wikipedia.org | youtube.com