Θυμάμαι, από το γυμνάσιο ακόμη, όλες οι σημαντικές στιγμές της ζωής μου να σφραγίζονται με τραγούδια του Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Έρωτες, χωρισμοί, φιλικές συγκεντρώσεις, σχολικές εκδρομές. Ο Βασίλης πάντα εκεί. Να μας συνεπαίρνει με τους στίχους και τη μουσική του. Κι εμείς έτοιμοι να φέρουμε τον κόσμο ανάποδα για να τον κάνουμε καλύτερο.
Τα χρόνια πέρασαν, μεγάλωσα, μα συνεχίζω να αναζητώ τη συντροφιά του σε κάθε δύσκολη στιγμή μου. Κι όταν έρθει η στιγμή να παρακολουθήσω συναυλία του, ως διά μαγείας, ξαναγίνομαι εκείνο το 18χρονο κορίτσι που έτρεχε τρελαμένο να τον δει. Φοράω το ξεβαμένο μου τζιν και αγκαλιά με το πάθος εκείνης της ηλικίας χορεύω ασταμάτητα στους ρυθμούς της μουσικής του. Βασίλη, συνέχισε να τραγουδάς για όλους εμάς που παραμένουμε νέοι και ζωντανοί χάρη σ’ εσένα. ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!
Τα πρώτα χρόνια
Γεννήθηκε στις 21 Ιουνίου του 1950 στο χωριό Βάστα Αρκαδίας. Όπως αναφέρει και ο ίδιος στο αυτοβιογραφικό τραγούδι του:
«Γεννήθηκα σ’ ένα χωριό Τετάρτη μεσημέρι
γιατρός δεν με ξεπέταξε μα μιας μαμής το χέρι
οι συγγενείς μαζεύτηκαν από νωρίς στο σπίτι
πως είναι έτσι το παιδί και τι μεγάλη μύτη»
Για το χωριό του αναφέρει συχνά την φράση: «Βάστα, καημένο, βάστα» ως προέλευση του ονόματός του. Το κατέστρεφαν οι Τούρκοι και συνέχεια το ξανάχτιζαν οι ντόπιοι με την ευχή να αντέξει.
Ο Βασίλης ήταν παιδί με καλλιτεχνικές ανησυχίες και φρόντιζε αυτές να γίνονται αντιληπτές κι απ’ τους συνανθρώπους του. Όπως αναφέρει ο ίδιος:
«Εγώ ήμουν μεγάλη ψωνάρα από πιτσιρίκι. Μεγάλωσα σε ένα χωριό, η τάξη μου στο δημοτικό τότε είχε 8 άτομα, μαθητές στην Α’ δημοτικού, που σημαίνει μια πολύ μικρή κοινωνία. Να φανταστείς ότι τα παιδιά φεύγανε από το χωριό μας που δεν είχε γυμνάσιο και πηγαίνανε στη Μεγαλούπολη. Τα παιδιά αυτά μάζευαν χόρτα για να τρώνε. Απίστευτη φτώχεια που σημαίνει ότι γεννάει και μια καταπίεση. Γεννάει όμως και φιλοδοξίες. Γιατί το κάθε παιδί ήθελε να ξεφύγει απ’ αυτήν την μιζέρια. Βέβαια αυτό είχε και τα καλά του. Συνέχεια ανέβαινα και τραγουδούσα στα δένδρα και στα κεραμίδια του σπιτιού. Γι’ αυτό λέω ότι ήμουν ψωνάρα. Γιατί δεν τραγουδούσα στο δρόμο ή στο σπίτι. Ήθελα από ψηλά. Ένιωθα ότι από κάτω είναι κι άλλοι και με θαυμάζουν, χωρίς να υπάρχει βέβαια κανείς. Αργότερα το κάλυψα κι αυτό. Όταν ερχόταν ο ταχυδρόμος στο καφενείο του χωριού μαζευόταν ο κόσμος. Εμείς δεν είχαμε ξενιτεμένο για να περιμένουμε γράμμα του, αλλά πήγαινα στο καφενείο, ανέβαινα στο τραπέζι κι έλεγα ποιήματα. Επειδή έβρισκα κοινό».
Οι δυσκολίες της εποχής αναγκάζουν την οικογένεια του να μετακομίσει στην Αθήνα κάπου στα 1957, όταν ο Βασίλης είναι 7 χρόνων.
Με τη μητέρα του, την κυρία Σταυρούλα, που του τραγουδούσε συνέχεια, τον πατέρα του Σπύρο, που προσπαθούσε να τα βγάζει πέρα έχοντας πάντα έντονη την αίσθηση του δικαίου μέσα του -με «θητεία» και στη Μακρόνησο- και τ’ αδέλφια του Αθανασία, Δήμητρα και Ανδρέα, έρχονται στην Αθήνα. Πήγανε στην Αγία Παρασκευή, γιατί εκεί έμενε ένας αδερφός της μητέρας του, ο θείος Φώτης που δούλευε στις οικοδομές και μαζί του θα δούλευε και ο πατέρας του. Μένανε στο πλυσταριό μιας βίλας. Η γκαζιέρα ήταν η μοναδική πηγή ενέργειας και ο ίδιος ενθουσιάστηκε με το ηλεκτρικό ρεύμα και τα πολλά αυτοκίνητα.
Ύστερα από 3 χρόνια στην Αγία Παρασκευή, ήρθε το τυχερό. Ο πατέρας του κέρδισε με κλήρωση ένα διαμέρισμα στις εργατικές κατοικίες της Νέας Φιλαδέλφειας και η «καλή ζωή» συνεχίστηκε για τον έφηβο πια Βασίλη.
Η καινούργια γειτονιά δεν έχει ουδεμία σχέση με τη Βάστα. Οι ασχολίες των παιδιών είναι διαφορετικές.
Τα παιδιά παίζουν πετροπόλεμο και δημιουργούν διάφορα συγκροτήματα, μιμούμενοι τα διάσημα rock συγκροτήματα που με τα τραγούδια τους προκαλούν υστερία στους θαυμαστές τους. Η δεκαετία του 1960, με τους Beatles, τους Animals και τους Pink Floyd, επηρεάζει το Βασίλη που -λίγο καιρό αφότου έχει πάρει την πρώτη του κιθάρα- δημιουργεί τους CROSSWORDS (Σταυρόλεξα): «Ήμασταν πολύ μυστηριακοί τύποι» λέει ο ίδιος αστειευόμενος. Η πρώτη τους συναυλία πάντως στέφεται με απόλυτη επιτυχία: « Ήρθε όλη η γειτονιά!».
Δεκαετία 1970
«… Θα θυμάμαι πάντοτε τα φιλιά σου
που κελαηδούσαν σαν πουλιά
θα θυμάμαι τα μάτια σου
φλογερά και μεγάλα
σαν δυο νύχτες έρωτα
μέσα στον άγριο πόλεμο».
(Ερωτικό γράμμα. Στίχοι: Τάσος Λειβαδίτης, Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης, 1976)
Άρχισε να τραγουδά ελληνικό τραγούδι στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Το 1972 καταγράφεται η πρώτη επαγγελματική του συμμετοχή σε δίσκο, την «Ελληνική Χώρα» (Land of Greece), όπου ερμήνευσε τα δύο γνωστά τραγούδια «Ντιρλαντά» και «Ο Σταμούλης ο Λοχίας». Την ίδια χρονιά εκδόθηκαν και οι δύο πρώτοι δικοί του δίσκοι βινυλίου 45 στροφών από την εταιρία LINDOS. «Σε Είδα Κι Αναστήθηκα / Χελιδονάκι» και «Δυο φίλοι / Φίλοι καλοί μου κι αδερφοί», και τα δύο σε μουσική του Βασίλη Αρχιτεκτονίδη.
Στην πορεία το «Φορτηγό» του Διονύση Σαββόπουλου τον έκανε να αλλάξει κιθάρα. Άφησε την ηλεκτρική και παρ’ όλο που έπαιζε ροκ στα μαγαζιά, πήγε στην «Πράσινη γωνιά» στη Φιλοθέη να τραγουδήσει Νέο Κύμα και στη συνέχεια στην Πλάκα και στην «Απανεμιά» και στις «Εσπερίδες» του Γιάννη Αργύρη. Ακολουθεί η συνεργασία με την Χωματά, το Βιολάρη και τον Χατζή, όπως επίσης και με τον Γιώργο Ζωγράφο,τη Πόπη Αστεριάδη, και, αργότερα, το Τζίμη Πανούση, το Σάκη Μπουλά κ.λπ Κάθε τόσο ο Βασίλης χτυπάει την πόρτα των δισκογραφικών εταιρειών με ελπίδα, η οποία όμως γκρεμίζεται συνεχώς από τις αρνητικές απαντήσεις τους. Οι εταιρείες έβρισκαν τη φωνή του Βασίλη πολύ ντεμοντέ, επαναστατική, ακατάλληλη για την εποχή : «Δεν πουλάει».
Όταν παρουσιάστηκε στην Τρίπολη, είπε στους υπεύθυνους ότι ξέρει να παίζει πολλά όργανα. Οι άνθρωποι της λέσχης ενθουσιάστηκαν και δήλωσαν ότι θα φρόντιζαν να τον κρατήσουν εκεί.
Μετά το στρατό τραγούδησε στην «Ξαστεριά», στην Πλάκα, μαζί με το Δημήτρη Σκαμάγκα, τον Χρήστο Τόλιο και το Σπύρο Ποδάρα, που αργότερα έγιναν οι «Νορμάλ» και παίξανε μαζί του στα «Χαιρετίσματα».
Ο Βασίλης απογοητευμένος φεύγει χωρίς λεφτά στη τσέπη για τη Γερμανία, όπου τραγουδάει Θεοδωράκη, Χατζιδάκι και Μαρκόπουλο σε μπαρ και μπουάτ όπου συχνάζουν Έλληνες ομογενείς, οι οποίοι εντυπωσιάζονται από τις φωνητικές δυνατότητές του και το συναίσθημα που κουβαλάει αυτή η φωνή. Σε μια περιοδεία του τον ανακαλύπτει ο Μίκης Θεοδωράκης και τον παίρνει μαζί του για συναυλίες σε ολόκληρη την Ευρώπη, μαζί με τη Μαρία Φαρταντούρη και τον Αντώνη Καλογιάννη. Ο Μίκης Θεοδωράκης λέει για το Βασίλη: «Ανακάλυψα το νέο Μπιθικώτση της Ελλάδας!»
Μετά το τέλος της χούντας, επέστρεψε στην Ελλάδα και άρχισε ουσιαστικά την επαγγελματική του πορεία στο τραγούδι. Τραγούδησε σε μπουάτ και ηχογράφησε ένα μικρό δίσκο 45 στροφών. Την ίδια χρονιά συμμετέχει στην ηχογράφηση του δίσκου του Μάνου Λοΐζου «Τα τραγούδια του δρόμου».
Το 1975 ηχογράφησε «Τα αγροτικά» του Θωμά Μπακαλάκου. Την ίδια εποχή γνώρισε δύο συνθέτες με τους οποίους συνεργάστηκε στενά στην πορεία του, τον Μάνο Λοΐζο και τον Θάνο Μικρούτσικο.
Με το Θάνο Μικρούτσικο γνωρίζονται σε μια διαδήλωση για την Κύπρο στην πλατεία Κοντζιά. Ο Βασίλης πλησιάζει το Θάνο -που έκανε εκείνο τον καιρό κι αυτός τα πρώτα του βήματα στη δισκογραφία- και του λέει: «Γεια σας, με λένε Βασίλη Παπακωνσταντίνου και είμαι τραγουδιστής». Από τότε άρχισε μια μεγάλη φιλία μεταξύ του Βασίλη και του Θάνου που επέφερε ανεπανάληπτες μουσικές στιγμές, δισκογραφικά και συναυλιακά. Ο Μικρούτσικος το 1979 θα του δώσει το «Willy» και το “Μαχαίρι» στο «Σταυρό του Νότου», τραγούδια που καθιέρωσαν το Βασίλη και τα οποία τραγουδάει σε κάθε συναυλία του.
Ο Βασίλης μετά τη γνωριμία του με το Θεοδωράκη ζητά από την εταιρεία να γνωριστεί με το Μάνο Λοίζο, ο οποίος ενθουσιάζεται με τη στεντόρεια φωνή του Βασίλη και του δίνει το «Στρατιώτη» και τον «Τρίτο Παγκόσμιο» στο δίσκο «Τα τραγούδια του δρόμου» το 1974, τραγούδια που σημάδεψαν (μαζί με το «Δρόμο» και το «Ακκορντεόν») μια ολόκληρη εποχή. Αργότερα ο Βασίλης θα τραγουδήσει κι άλλα τραγούδια του Μάνου («Το σήριαλ», «Κι αν είμαι ROCK» από το δίσκο «Για μια μέρα ζωής», «Χαράματα Ομόνοια» και «Πρώτη Μαΐου» στο «Φοβάμαι» του 1982).
1976 στο studio της columbia ηχογράφηση του δίσκου “Της εξορίας”.Το 1976 συνεργάστηκε για πρώτη φορά με ολοκληρωμένο δίσκο στη δισκογραφία με το Μίκη Θεοδωράκη, στο δίσκο «Της εξορίας», και το 1978 ο συνθέτης τον επέλεξε για την παγκόσμια περιοδεία του. Τραγούδησε σε Ευρώπη, Αμερική και Αυστραλία. Στην Ελλάδα, συμμετείχε ενεργά σε εκδηλώσεις του νεολαιίστικου και του εργατικού κινήματος. Τραγούδησε σε απεργίες, συγκεντρώσεις και συναυλίες αλληλεγγύης κατά του ρατσισμού και του φασισμού. Ο «Ύμνος του Φοιτητή / Διαδηλωτή», είναι ένα από τα τραγούδια που αποτυπώθηκαν σε ένα δίσκο 45 στροφών το 1976 με τίτλο «Για τα 3 Χρόνια του Πολυτεχνείου» σε μουσική του Μίκη Θεοδωράκη και στίχους του Ιωάννη Γρεβενιώτη, μέλος της συντονιστικής επιτροπής του Πολυτχνείου. Το τραγούδι αυτό γράφτηκε την Πέμπτη 15 Νοεμβρίου το 1973 και προσυπογράφτηκε από τον πρόεδρο της συντονιστικής επιτροπής. Από εκείνη την εποχή, λίγο πριν το πέρασμα στη δεκαετία του ’80, αρχίζει να εκδηλώνει τις επιρροές του από τη διεθνή ροκ μουσική σκηνή.
Παράλληλα συμμετέχει στην θεατρική παράσταση «Ατρείδες» ερμηνεύοντας τα χορικά σε μουσική του Γιάννη Ζουγανέλη, που θα κυκλοφορήσει και σε δίσκο το 1979. Την ίδια χρονιά συμμετέχει με την Χάρις Αλεξίου στον δίσκο του Θωμά Μπακαλάκου «Οι Προστάτες».
Δεκαετία 1980
«… Ήμουν λίγος, το ξέρω, απόψε
δε βοήθησες καθόλου όμως κι εσύ
πώς ν’ αρχίσω και να προχωρήσω
από μια καλησπέρα μισή …»
(Είμαι εντάξει. Στίχοι: Θοδωρής Παυλάκος, Μουσική: Βασίλης Παπακωνσταντίνου, 1988)
Το 1980 τον βρίσκει να συμμετέχει στην παράσταση «Αχ Μαρία», με τον Γιάννη Ζουγανέλη, τον Σάκη Μπουλά και πολλούς ακόμα καλλιτέχνες.
Ερμηνεύει τραγούδια με ήχο σαφώς πιο ηλεκτρικό και στίχο πιο αιχμηρό και πιο παρεμβατικό. Αυτό γίνεται σταδιακά, ξεκινώντας με δύο δίσκους που κυκλοφόρησαν το 1978 και 1982 αντίστοιχα. Ο πρώτος είχε ως τίτλο το όνομα του και περιλάμβανε τραγούδια του Αντώνη Βαρδή, και διασκευές τραγουδιών του Διονύση Σαββόπουλου και του Μίκη Θεοδωράκη. Ο δεύτερος, το «Φοβάμαι», με τραγούδια του Μάνου Λοΐζου, του Λάκη Παπαδόπουλου, του Γιάννη Ζουγανέλη και του Γιάννη Γλέζου, γνωρίζει μεγάλη αποδοχή και θεμελιώνει την μετέπειτα πορεία του μέχρι σήμερα. Στο μεταξύ το 1981 κυκλοφόρησε το δίσκο «Αρμενία» πάλι σε μουσική του Μίκη Θεοδωράκη και Ελληνική απόδοση του Λευτέρη Παπαδόπουλου.
Γνωρίστηκε με τον Νικόλα Άσιμο, και συμμετείχε στον πρώτο του δίσκο «Ο Ξαναπές» (1982),ερμηνεύοντας δύο τραγούδια. Ο Άσιμος ήταν ο δεύτερος άνθρωπος, μετά τον Λοΐζο, που τον επηρέασε αρκετά με την ιδιότυπη προσωπικότητά του.
Το 1984 με την «Διαίρεση» ο καινούργιος ήχος του αποκρυσταλλώνεται. Το 1987 το επαληθεύει με τα «Χαιρετίσματα», με τραγούδια δικά του, του Νικόλα Άσιμου, της Αφροδίτης Μάνου και του Χρήστου Τόλιου.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου αρχίζει να εδραιώνεται ως ένας κατ’ εξοχήν «συναυλιακός» καλλιτέχνης. Τον Απρίλιο του 1985, 16.000 θεατές συγκεντρώνονται στην πρώτη του μεγάλη προσωπική συναυλία, στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Το επαναλαμβάνει τον Ιούνιο του 1987 στο γήπεδο του Παναθηναϊκού, στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Η συναυλία στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας κυκλοφόρησε το 1985 με τίτλο «Η συναυλία από το Νέο Φάληρο». Από τότε, οι συναυλίες του αποτελούν γεγονότα και σημεία αναφοράς της μαζικότητας, είτε αυτές πραγματοποιούνται στην Ελλάδα, είτε στο Εξωτερικό.
Το Σεπτέμβριο του ’85 συμμετέχει στη μεγάλη συναυλία-αφιέρωμα στον Μάνο Λοΐζο, που πραγματοποιήθηκε στο Ολυμπιακό Στάδιο Αθήνας, μαζί με τον Γ. Νταλάρα, την Χ. Αλεξίου, την Δ. Γαλάνη και τον Γ. Καλατζή. Η συναυλία αυτή ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε τον ίδιο χρόνο σε ένα διπλό βινύλιο.
Το τέλος της δεκαετίας του ’80 τον βρήκε να ερμηνεύει τους «σκληρούς» στίχους του Κώστα Τριπολίτη, σε μουσική του Θάνου Μικρούτσικου στο δίσκο «Όλα Από Χέρι Καμμένα» το 1988. Το 1989, κυκλοφορεί το «Χορεύω», ένας δίσκος ο οποίος περιέχει μερικά από τα πλέον δημοφιλή τραγούδια του, όπως τα «Ελλάς», «Βικτώρια», «Για μένα τραγουδώ» (διασκευή του «Crusader», του Chris De Burgh) κ.ά.
Δεκαετία 1990
«… Πάλι μιλάς για ξένους τόπους
λες κι έχεις κι άλλη μια ζωή
πάλι χαμένη μες στους τρόπους
να γίνονται όλα απ’ την αρχή
Τα φώτα μη σε κλέβουνε των πλοίων των μεγάλων
αυτή για μας είναι η ζωή, η άλλη είναι των άλλων»
(Η ζωή των άλλων. Στίχοι: Οδυσσέας Ιωάννου, Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος, 1999)
Ακολουθεί ο δίσκος «Χρόνια Πολλά, Βασίλης» το 1991, ενώ προηγουμένως κυκλοφόρησε η ζωντανή ηχογράφηση των εμφανίσεων που πραγματοποίησε μαζί με τον Γιώργο Νταλάρα στο Αττικόν το Φεβρουάριο του ’91. Μαζί κυκλοφορούσε και το τραγούδι «Saved» σε αγγλικό στίχο και μουσική από το Νίκο Κυπουργό, που είχε κυκλοφορήσει ένα χρόνο πριν σε ένα δισκάκι 45 στροφών με τίτλο «Saved / Aenigma Est» και είναι μουσική από την παράσταση του έργου «Σωσμένος». Το 1991 τραγούδησε για δεύτερη φορά – μετά το 1979 στο «Σταυρό του Νότου» – Νίκο Καββαδία και Θάνο Μικρούτσικο στο δίσκο «Γραμμές των Οριζόντων».
Ερμήνευσε πάλι Νικόλα Άσιμο το 1992 στο «Φαλημέντο του κόσμου – Γιουσουρούμ», κυκλοφόρησε τη «Σφεντόνα» την ίδια χρονιά και το «Δε Σηκώνει» το 1994, με συνεργάτες του τους Άλκη Αλκαίο, Χριστόφορο Κροκίδη, Βασίλη Γιαννόπουλο, Σταμάτη Μεσημέρη, Αφροδίτη Μάνου, Οδυσσέα Ιωάννου, Μίνω Μάτσα. Στον τελευταίο δίσκο υπάρχει και το τραγούδι «Ιδιαζόντως» σε μουσική του ίδιου και στίχους της Ελένης Ράντου.
Ηχογράφησε δύο δίσκους με μελοποιημένα ποιήματα δύο εκ των σημαντικότερων Ελλήνων ποιητών. Το δίσκο «Καρυωτάκης» το 1984 σε συνθέσεις του Μίκη Θεοδωράκη και το «Φυσάει» το 1993 με ποιήματα του Τάσου Λειβαδίτη και μουσική του Γιώργου Τσαγκάρη.
Τον Απρίλιο του 1997 κυκλοφορεί ο δίσκος με τίτλο «Πες μου ένα ψέμα να αποκοιμηθώ» περιλαμβάνοντας τραγούδια του Νικόλα1 Άσιμου, του πρωτοεμφανιζόμενου Απόστολου Μπουλασίκη, του Σταμάτη Μεσημέρη, του Γιάννη Ιωάννου, του Βασίλη Γιαννόπουλου, του Χριστόφορου Κροκίδη καθώς και το «Μάλιστα Κύριε» του Γιώργου Ζαμπέτα και του Αλέκου Καγιάντα. Μέχρι τότε είχε συμμετάσχει σε πάρα πολλούς δίσκους άλλων καλλιτεχνών.
Tον Ιανουάριο του 1999 κυκλοφόρησε ο δίσκος με τίτλο «Να με φωνάξεις» με τραγούδια του ίδιου, του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, του Χριστόφορου Κροκίδη και του Απόστολου Μπουλασίκη σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου, Οδυσσέα Ιωάννου, Βασίλη Γιαννόπουλου και Ιάκωβου Αυλητή, ενώ τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου κυκλοφορεί η «Θάλασσα στη σκάλα», δουλειά στην οποία για ακόμη μια φορά συνεργάζεται με τον Θάνο Μικρούτσικο σε στίχους του Οδυσσέα Ιωάννου.
Ελένη Ράντου, Βασίλης ΠαπακωνσταντίνουΗ δεκαετία του 1990 φέρνει και αλλαγές στην προσωπική του ζωή, αφού το 1994 παντρεύεται την Ελένη Ράντου με την οποία δυο χρόνια αργότερα κάνουν την γλυκύτατη Νικολέττα. Ο ίδιος έχει πει: «…Άργησα να γίνω μπαμπάς, παρόλο που το ήθελα πιο νωρίς. Όμως έτσι ήρθαν τα πράγματα και είμαι ευτυχισμένος. Λοιπόν μέσα σ’ αυτή τη διάρκεια των χρόνων που περνούσαν, σκεφτόμουν πώς θα ήμουν σαν πατέρας, γιατί ήθελα από μικρός που ήμουνα, οικογένεια. Να καταλάβεις έχω κάνει γάμο στα εικοσιτέσσερα μου χρόνια. Φαντάσου μέσα στη ροκίλα και μέσα στην αναγνώριση ήδη τη δική μου, από μικρή έστω μερίδα κοινού, ενώ θα μπορούσα να αποτελώ «μήλον της έριδος» για τις κοπέλες, εγώ πήγα και παντρεύτηκα γιατί είμαι τόσο δεμένος με την οικογένεια και αυτό ήθελα να συνεχίσω. Βέβαια ατυχήσαμε τότε με τη γυναίκα μου, τη Μαρία Λεβίδη. Δεν κάναμε παιδιά και κάποια στιγμή βαρεθήκαμε, χωρίσαμε, πέρασαν χρόνια και να ‘μαι τώρα με την Ελένη πανευτυχής και με οικογένεια επί τέλους, έχουμε και τη Νικολέτα μας!»
Δεκαετία 2000
«… Να κοιμηθούμε αγκαλιά να μπερδευτούν τα όνειρά μας
και στων φιλιών τη μουσική ρυθμό να δίνει η καρδιά μας
Να κοιμηθούμε αγκαλιά να μπερδευτούν τα όνειρά μας
για μια ολόκληρη ζωή να είναι η βραδιά δικιά μας …»
(Να κοιμηθούμε αγκαλιά. Στίχοι: Γιώργος Κλεφτογιώργος, Μουσική: Σοφία Βόσσου, 2007)
Ένα χρόνο αργότερα οι «Χαμένες Αγάπες» κάνουν την εμφάνισή τους στα ράφια των δισκοπωλείων. Ο Χριστόφορος Κροκίδης, στενός συνεργάτης του για 20 σχεδόν χρόνια υπογράφει τη μουσική και ο Βασίλης Γιαννόπουλος τους στίχους. Ακολουθεί δυο χρόνια αργότερα, το 2002, το «Προσέχω Δυστυχώς» σε στίχους και μουσική του Μάνου Ξυδούς.
Το 2003 ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου γιόρτασε τα 30 του χρόνια στη δισκογραφία με μια μοναδική συναυλία στην Πετρούπολη, όπου παρέα με 10.000 φίλους του μας θύμισε στιγμές από όλη του την μέχρι τότε πορεία του στο τραγούδι. Η συναυλία αυτή ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε σε ένα διπλό Cd και ένα DVD με τίτλο «Εσείς, οι φίλοι μου κι εγώ». Το 2000 είχε προηγηθεί ένα ακόμα διπλό Cd (Σφεντόνα Live), από της εμφανίσεις του Βασίλη Παπακωνσταντίνου και του Θάνου Μικρούτσικου στη Σφεντόνα.
Το 2004 κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Φρέσκο Χιόνι». Περιλαμβάνει 13 τραγούδια σε στίχους Μαριανίνας Κριεζή, Γιώργου Ανδρέου, Κώστα Λειβαδά, Νίκου Ζούδιαρη, Οδυσσέα Ιωάννου, Νίκου Ζιώγαλα και Μανώλη Φάμελου. Επίσης περιλαμβάνονται δυο διασκευές, η μία του Οδυσσέα Ιωάννου, με το «Σ’ αγαπάω ακόμα», καθώς και το «Πώς να σωπάσω» σε στίχους Κώστα Κινδύνη και μουσική Σταύρου Ξαρχάκου. Στο δίσκο συμμετέχει και η Χάρις Αλεξίου, στο τραγούδι «Οι Μέρες που Δικάζουν», σε μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη.
Τον Μάιο του 2005 ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου έδωσε μια συναυλία στο Ηρώδειο με τη συνοδεία πολλών αξιόλογων μουσικών, της Femin Arte υπό την διεύθυνση του Γιώργου Γεωργιάδη και με την ενορχήστρωση του Νίκου Καλαντζάκου. Η συναυλία ηχογραφήθηκε και στα τέλη του ίδιου χρόνου κυκλοφόρησε σε διπλό Cd και DVD.
Μια πρώτη συνολική ματιά στην καριέρα του Βασίλη Παπακωνσταντίνου αποτυπώθηκε το 2006 σε μία κασετίνα με 4 Cd, που συνοδευόταν από πολυσέλιδο βιβλίο με τίτλο «Εφ’ όλης της Ύλης», ενώ τα κείμενα και η επιλογή των τραγουδιών έγιναν από τον Οδυσσέα Ιωάννου.
Τον Μάρτιο του 2007 κυκλοφόρησε ο δίσκος «Μετωπική» σε στίχους του Γιώργου Κλεφτογιώργου και μουσικές των: Σοφίας Βόσσου, Τάνιας Κικίδη, Θανάση Τάσση, Λάκη Παπαδόπουλου, Ρουσσέτου Δημητρόγλου, Γιάννη Κωνσταντινίδη, Αντώνη Βαρδή, Φίλιππου Πλιάτσικα, Μάνου Πυροβολάκη, Νίκου Κυπουργού.
Τον επόμενο χρόνο (Ιούνιο του 2008), ο Βασίλης βγάζει τον καινούριο του δίσκο με τίτλο «Βατόμουρα», σε στίχους και μουσική του Σταμάτη Μεσημέρη.
Τον Απρίλιο του 2009 κυκλοφορεί η νέα δουλειά του με τίτλο «Ουράνια τόξα κυνηγώ», σε στίχους του Άλκη Αλκαίου, ενώ γράφει τη μουσική και ενορχηστρώνει όλα τα τραγούδια του μουσικού δίσκου. Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου (06/07), συμμετέχει στη συναυλία των Scorpions που γίνεται στο στάδιο Καραϊσκάκη, την οποία παρακολούθησαν πάνω από 35.000 θεατές. Σημαντικό σημείο της βραδιάς, η κοινή ερμηνεία του Klaus Meine με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, στο τραγούδι «Holiday».
Δεκαετία 2010
«… Με πόζες και σπαστά ελληνικά
γράφουν ιστορία οι `’πεθαμένοι”
Με ασθενοφόρα και με περιπολικά
ξυπνάνε απ` τ` όνειρό τους οι `’ευτυχισμένοι”
Κανείς, κανείς δεν παίρνει την ευθύνη
κανείς, κανείς μια φωτιά δε δίνει …»
(Χρόνια φορτώνω. Στίχοι: Οδυσσέας Ιωάννου, Μουσική: Βασίλης Παπακωνσταντίνου, 2010)
Το Μάιο του 2010 κυκλοφορεί η δισκογραφική δουλειά «Το παιχνίδι παίζεται», με στίχους Οδυσσέα Ιωάννου, που αποτέλεσε τον δεύτερο δίσκο που ο ίδιος ο τραγουδιστής συνέθεσε. Στο τραγούδι «Σαν ναυαγός», τραγουδά ντουέτο με το Δημήτρη Μητροπάνο.
Το Μάιο του 2011, συμμετέχει στις συναυλίες του ιστορικού συγκροτήματος της ξένης ροκ σκηνής Deep Purple. Η συναυλία πραγματοποιήθηκε εκτός από την Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στην Πάτρα, στο Ηράκλειο Κρήτης και στη Λευκωσία.
Στα τέλη του 2011, σε συνεργασία με τον στιχουργό Οδυσσέα Ιωάννου, καλεί μέσω της επίσημης ιστοσελίδας του νέους μουσικούς να συνθέσουν τις δικές τους μελωδίες για το νέο δίσκο, κίνηση που θεωρήθηκε “πρωτοποριακή”. Ο δίσκος κυκλοφορεί το Νοέμβριο του 2012, με τίτλο «Αφετηρία». Στο δίσκο την ενορχήστρωση έχουν τα Κίτρινα Ποδήλατα καθώς και τη μουσική σε 3 από τα τραγούδια, ενώ στο «Το Ποντίκι και ο Αετός» συμμετέχουν και με τις φωνές τους. Το “Δελτίο των 8” υπογράφει με τη μουσική του ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε «Το Τραγούδι της Πλατείας», ένα Cd Single σε στίχους Γεωργίου Σουρή (100 χρόνια πριν) και μουσική πάλι του Βασίλη Παπακωνσταντίνου.
Η επόμενη χρονιά είναι εορταστική, καθώς συμπληρώνονται «40 Χρόνια» στη δισκογραφία του. Παραμονή των γενεθλίων του, πραγματοποιήθηκε μια μεγαλειώδης συναυλία στο Θέατρο Πέτρας στην Πετρούπολη, με πάνω από 15.000 κόσμο. Αφού ταξίδεψε σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο, όπως κάθε καλοκαίρι, το Σεπτέμβριο ξαναβρέθηκε στην Αθήνα και στο Θέατρο Βράχων «Μελίνα Μερκούρη» στο Βύρωνα, για να επαναλάβει την εορταστική αυτή συναυλία. Πριν την εορταστική περιοδεία, κυκλοφόρησε ο δίσκος «Χάρτινα Δεσμά» σε μουσική του Χρήστου Νικολόπουλου και στίχους του Θοδωρή Γραμμένου.
Τον ίδιο χρόνο κυκλοφορεί «Το Παραμύθι της Βεντάλιας» (2013), που είναι το πρώτο μέρος από το μουσικό έργο «ΔΡΑΠΕΤΗΣ», σε στίχους και μουσική του Απόστολου Μπουλασίκη, ενώ τις ενορχηστρώσεις έχει κάνει ο Γιώργος Αρχοντάκης. Το δεύτερο μέρος κυκλοφόρησε δύο χρόνια αργότερα με τίτλο «Της Αρμονίας Μετανάστης» (2015). Στο μεταξύ το 2014 κυκλοφόρησε το «Χαίρε!», ένα Digital Single με τους ίδιους συντελεστές.
Στις 2 Σεπτεμβρίου του 2014 ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου βρέθηκε στο Ηρώδειο για να τραγουδήσει Μίκη Θεοδωράκη, με τη Λαϊκή Ορχήστρα «Μίκης Θεοδωράκης» και τη συμμετοχή της Σοφίας Παπάζογλου και της Μπέττυς Χαρλαύτη. Η συναυλία επαναλήφθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου στον ίδιο χώρο και την 1η Οκτωβρίου στο «Παλαί Ντε Σπορ» της Θεσσαλονίκης. Στη δεύτερη συναυλία στο Ηρώδειο συμμετείχε και η Παιδική-Νεανική Χορωδία Δήμου Λαυρεωτικής, με μαέστρο τον Ευτύχη Ζαρμπ.
Ο χειμώνας του ίδιου χρόνου βρίσκει τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, τον Χρήστο Θηβαίο και τον Οδυσσέα Ιωάννου να σκηνοθετούνται από τον Παντελή Βούλγαρη στο Θέατρο Διάνα, και στην μουσικοθεατρική παράσταση «9:05» (Εννέα και Πέντε), όπου μετά από δύο χρόνια με 210 παραστάσεις και πάνω από 70.000 θεατές που την παρακολούθησαν στην Αθήνα, στις 30 Αυγούστου του 2016 ήρθε η κορύφωσή της σε μια μαγική βραδιά στο Ηρώδειο.
Η ίδια παράσταση συνέχισε και συνεχίζει σε όλη την Ελλάδα τις εμφανίσεις της, με την διαφορά ότι στην θέση του Χρήστου Θηβαίου, πλέον εμφανίζεται η Ρίτα Αντωνοπούλου.
Το 2015 συνεργάζεται με τον Γιάννη Κούτρα μετά από χρόνια, και κυκλοφορεί ο δίσκος «Ξυπόλυτες Ψυχές – 37 Χρόνια μετά…» Ο δίσκος περιλαμβάνει 11 τραγούδια, η μουσική των οποίων ανήκει στον Αλέξανδρο Χατζηνικολιδάκη, που έχει γράψει και τους στίχους στα οχτώ τραγούδια, ενώ τους στίχους στα υπόλοιπα τρία τραγούδια υπογράφουν ο Οδυσσέας Ιωάννου, η Άννα Καρύδη και ο Χρήστος Φλουρής. Το τραγούδι «Είσαι Εδώ» που ερμηνεύουν ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και ο Γιάννης Κούτρας μαζί, είναι αφιερωμένο στον Σάκη Μπουλά.
Αρχές Ιουλίου αναμένεται ο νέος προσωπικός δίσκος του Βασίλη Παπακωνσταντίνου με τίτλο «Όλα είναι για μας», σε στίχους Οδυσσέα Ιωάννου και μουσική Θέμη Καραμουρατίδη. Ο δίσκος θα περιέχει 10 τραγούδια, μεταξύ των οποίων ένα ντουέτο του Βασίλη με την Ρίτα Αντωνοπούλου, καθώς και μια διασκευή, ενώ έχει ήδη κυκλοφορήσει ο δίσκος «Χαραυγή», μία συνεργασία του Ψαραντώνη με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου.
Ο δίσκος αποτελείται από δέκα μουσικά έργα εξαιρετικής μελωδίας και στίχου. Ακόμα και η γνωστή επιτυχία των αδελφών Φραγκιαδάκη «Πάντα θλιμμένη χαραυγή» έχει μια μουσική αποτύπωση, αξεπέραστη, μέσα από το ντουέτο των δυο μεγάλων τραγουδιστών Ψαραντώνη και Παπακωνσταντίνου.
Οι Μιχάλης & Αντώνης Φραγκιαδάκης πέρα από τις νέες συνθέσεις τους μας δείχνουν το μουσικό τους ταλέντο και στο παραδοσιακό τραγούδι της Γέργερης «Στου παπα-χατζή το μύλο» (Γεργιανός πηδηχτός) ανοίγοντας νέους μουσικούς δρόμους για τους κρητικούς δημιουργούς κάνοντας την μουσική παράδοση της Κρήτης , Ελληνική παράδοση
Στον δίσκο συμμετέχουν διάφοροι αξιόλογοι μουσικοί, χορωδίες καθώς και ξεχωριστοί στιχουργοί που έντυσαν τις μουσικές με τα λόγια τους.
Όλα αυτά τα χρόνια ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου έχει συμμετάσχει σε πάρα πολλούς δίσκους και συναυλίες άλλων καλλιτεχνών, πολλές από τις οποίες ηχογραφήθηκαν και κυκλοφόρησαν στα ράφια των δισκοπωλείων. Το 2016 η δημιουργική σύμπραξή του με τον Νίκο Ζούδιαρη και τη συμβολή του Νίκου Αντύπα στην ενορχήστρωση, μας παρουσίασε το τραγούδι «Σωσίβια Κούνια», που κυκλοφόρησε σε Digital Single.
Πηγές:
http://www.vasilisp.com
https://el.wikipedia.org