
Η Θήβα, μια από τις πανάρχαιες πόλεις της Βοιωτίας, από όπου εκτυλίσσονται τα μεγαλύτερα ιστορικά γεγονότα της αρχαιότητας από την εποχή του Οιδίποδα μέχρι και την επεκτατική πολιτική του Φιλίππου Β’. Η Θήβα ήταν και θα είναι μια από τις πόλεις που παραμένουν αναλλοίωτες στο χρόνο, αγέρωχες και μια πόλη, που κουβαλά στους ώμους της μια ιστορία. Η πόλη της Θήβας εκτός από την αρχαιότητα στην οποία έζησε, λεηλατήθηκε, κατακερματίστηκε και πολεμήθηκε αρκετά από εξωτερικούς εχθρούς η ίδια παρέμεινε “όρθια”. Έπειτα από λίγους αιώνες, η ίδια ιστορία ξανά γράφεται με κύριους πρωταγωνιστές αυτή την φορά τους Ρωμαίους. Ως λαός οι Ρωμαίοι ήταν πάντοτε σε κάθε επιχείρηση τους για κατάκτηση των Ελληνικών πόλεων νικητές. Έτσι, λοιπόν με το νικηφόρο αίσθημα που τους διακατείχε θέλησαν να εισχωρήσουν ακόμη πιο βαθιά στα Ελληνικά “κεκτημένα”.
Για αυτό, το 197 π.Χ. η Θήβα με τις άλλες πόλεις της Βοιωτίας αποστάτησε από τους Μακεδόνες και έγινε υποτελής των Ρωμαίων. Την περίοδο της υποτέλειας στους Ρωμαίους κυριαρχεί στην περιοχή ειρήνη, χωρίς στάσεις και πολέμους. Το 86 π.Χ., όταν ο βασιλιάς Μιθριδάτης ΣΤ΄ Ευπάτωρ ξεκίνησε πόλεμο κατά των Ρωμαίων σε Ευρώπη και Ασία, η Βοιωτία τάχθηκε με το μέρος του, για να ξαναγυρίσει στους Ρωμαίους όταν ο Σύλλας εισέβαλε στη Βοιωτία εκ νέου. Στη συνέχεια η Βοιωτία μετατράπηκε σε πεδίο συγκρούσεων μεταξύ των Ρωμαίων, οι οποίοι διεξάγουν πολλούς εμφύλιους πολέμους.
Κατά την περίοδο της ρωμαϊκής κατοχής, η Θήβα και η Βοιωτία γενικότερα γνώρισε μεγάλη παρακμή και μαρασμό. Τον 2ο μ.Χ. αιώνα ο περιηγητής Παυσανίας βρήκε κατοικημένη μόνο την Καδμεία. Την παρακμή και την εξαθλίωση συμπλήρωσαν και οι επιδρομές των Έρουλων και των Γότθων τον 3ο και 4ο μ.Χ. αιώνα. Ο χριστιανισμός στη Βοιωτία εισήχθη τον 1ο μ.Χ. αιώνα. Τη Θήβα προσέλκυσε στο νέο Θεό, ο Ευαγγελιστής Λουκάς και ο Ρούφος, που έγινε και πρώτος επίσκοπος Θήβας με την επωνυμία “ο εκλεκτός”. Ο Ρούφος μαρτύρησε μεταξύ των ετών 54 – 68 μ.Χ.
Υστερορωμαϊκη εποχή (146 π. Χ. – 330 μ. Χ.)

Πρωτοβυζαντινή εποχή (4ος, 5ος και 6ος αι. μ. Χ.)
Μεσοβυζαντινή εποχή (7ος -12ος αι.)

Βυζαντινή Περίοδος (395-1204 μ.Χ)
Και η ιστορία των πολέμων και των κατακτήσεων δε σταματά εκεί, αλλά συνεχίζει κατά την βυζαντινή περίοδο. Από όπου η Βοιωτία κατά τη Βυζαντινή περίοδο (395-1204 μ.Χ) γνώρισε οικονομική άνθηση. H Θήβα κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο υπήρξε έδρα του στρατιωτικού διοικητή (Στρατηγού) του Θέματος Ελλάδος, καθώς και πολλών άλλων αξιωματούχων. H πόλη και η ευρύτερη περιοχή εντός ολίγου σχετικά χρόνου ανέπτυξαν πολλές και ποικίλες εύρωστες δραστηριότητες, έτσι ώστε η Θήβα έγινε η πλουσιότερη όλων των εκτός Iσθμού πόλεων. Τα μεταξουργεία, ταπητουργεία, βυρσοδεψία και τα γεωργικά προϊόντα κατέστησαν την Θήβα σπουδαία πόλη στον τότε γνωστό κόσμο. Ούτε οι επιδρομές των Bουλγάρων (1040) και των Nορμανδών (1147) δεν σταμάτησαν την οικονομική άνθηση της πόλης. Σύμφωνα με τον μεσαιωνικό περιηγητή του 12ου αιώνα, Βενιαμίν της Τουδέλα, στη Θήβα ζούσαν 2.000 Εβραίοι ασχολούμενοι με την επεξεργασία, την ύφανση και τη βαφή του μεταξιού. Η πόλη ήταν γνωστή σε όλη την Ελλάδα για τους μεταξοτεχνίτες και για την υφαντουργία της. Ο Judah Al-Ḥarizi, ο οποίος επισκέφθηκε την πόλη το 1218, αναφέρει τον ποιητή Μιχαήλ Β. Caleb, κάτοικο της Θήβας. Η κοινότητα διοικείτο από πέντε έφορους και ήταν διάσημη για τους μελετητές της, όπως ο Σίμων Ατουμάνο. Ο Σίμων ήταν Εβραίος μελετητής και εργαζόταν όπως φαίνεται με μορφωμένα μέλη της μικρής εβραϊκής παροικίας, που υπήρχαν ακόμα στη Θήβα στα τέλη του 14ου αιώνα. Ο Σίμων μετέφρασε τουλάχιστον μέρος της Παλαιάς Διαθήκης από τα Εβραϊκά στα Ελληνικά και Λατινικά. Ετοίμασε έτσι μία τρίγλωσση Βίβλο που αφιέρωσε στον Πάπα Ουρβανό τον ΣΤ’.
O Βασίλειος Β΄ ο Βουλγαροκτόνος επισκέφθηκε τη Θήβα πηγαίνοντας στην Αθήνα και θεμελίωσε τον ναό των Τριών Ιεραρχών, στο σημείο που σήμερα σώζονται τα ερείπια του Αγίου Βασιλείου, κοντά στον Μητροπολιτικό Ναό (Λότζα). Γύρω στο 1199, στα χρόνια του Λέοντος Σγουρού, η Θήβα δέχτηκε μία από τις μεγαλύτερες επιθέσεις, καθώς ο Λέων βρέθηκε αντιμέτωπος με τον αυτοκράτορα επιζητώντας προσωπικά οφέλη. Ξεχωριστή υπήρξε στα χρόνια του μεσαίωνα η παρουσία του Αγίου Ιωάννη του Καλοκτένη, ο οποίος τιμάται ως πολιούχος στη Θήβα, με την επωνυμία “Νέος Ελεήμων”.
Φραγκοκρατία (1204 – 1460 μ.Χ.)
H ευδαιμονία συνεχίζεται και την περίοδο της Φραγκοκρατίας, όπου η Θήβα είναι πρωτεύουσα και έδρα του Δουκάτου Αθηνών – Θηβών και η πλουσιότερη επαρχία. Από τα εισοδήματα που εξασφαλίζει, γίνεται μία από τις λαμπρότερες αυλές της Ευρώπης, με αξιόλογο στρατό για την ασφάλεια του Δουκάτου. Κατά την περίοδο της δυναστείας των Φράγκων διατηρήθηκαν στην πόλη της Θήβας οι Γαλλικοί οίκοι των Ντε Λα Ρος, Ντε Μπριέν (1205 – 1311) και Σαιντ-Ομέρ (1240 – 1311), οι Καταλανοί με επικυρίαρχους τους βασιλείς της Σικελίας και της Αραγωνίας (1311 – 1387) και η κυριαρχία του Ιταλικού οίκου των Ατσαγιόλι (1387 – 1460). Έργο της δυναστείας των Σαιντ-Ομέρ είναι ο τετράγωνος πύργος που βρίσκεται σήμερα δίπλα στο αρχαιολογικό Μουσείο. Παρά τις συγκρούσεις των δυναστειών, η Θήβα διατηρήθηκε ως ένα ισχυρό κέντρο, με σημαντική ανάπτυξη και οικονομική άνθηση. Αποτελούσε ισχυρό κέντρο εξουσίας και δύναμης των Φράγκων μέχρι την άλωσή της από τον Ομάρ, γιο του Τούρκου μπέη Τουραχάν.
Ωστόσο, η μακρά αυτή ιστορική περίοδος (δυόμισι αιώνες) υποδιαιρείται σε τρεις μικρότερες ανάλογα με τη γεωγραφική προέλευση του λατίνου κατακτητή. Έτσι, στην πρώτη φάση έχουμε το βουργουνδικό δουκάτο Αθηνών και Θηβών (1204 – 1311), στη δεύτερη την Καταλανική Εταιρεία (1311-1379) και στην τρίτη το φλωρεντινό δουκάτο των Ατζαγιόλι (1379 – 1460). Η Θήβα κάτω από τις ξενικές αυτές κυριαρχίες διατηρεί την πρωτεύουσα θέσης της για λόγους οικονομικούς (μεγάλη εμπορική δραστηριότητα και πλούσια γεωργική παραγωγή) και στρατιωτικούς (στρατηγική συγκοινωνιακή θέση και ισχυρά τείχη). Αλλά οι υποτελείς βυζαντινοί Έλληνες θεώρησαν τους αλλόδοξους και αλλόγλωσσους δυτικούς κατακτητές ως ξένο σώμα και ελάχιστα συγχρωτίστηκαν μαζί τους. Γι’ αυτό τα μόνα λείψανα της παρουσίας τους στη Βοιωτία και τη Θήβα είναι κάποιοι ερειπωμένοι πύργοι, με ξεχωριστό εκείνο της Θήβας των Σαιντ Ομέρ.

Τουρκοκρατία (1460 – 1821 μ.Χ.)
Την περίοδο της Τουρκοκρατίας η Θήβα είχε δωριθεί στη Βαλιδέ σουλτάνα (δηλαδή τη μητέρα του εκάστοτε Σουλτάνου). H Βαλιδέ είχε κατοχυρώσει με φιρμάνια τα δικαιώματά της, ώστε να μην μπορεί κανείς χωρίς την άδειά της να επιβάλλει πρόστιμα ή να διατάξει συλλήψεις. H διοίκηση της Θήβας παρέμεινε στους Θηβαίους κοινοτάρχες ή δημογέροντες. H βιομηχανία των μεταξωτών και η γεωργία τα πρώτα χρόνια εξακολουθούν να είναι σε άνθηση, ώστε η Θήβα να συνεχίζει να θεωρείται η πλουσιότερη πόλη.
Μετά την παραχώρηση των πλουσιοχώραφων στους Τούρκους αξιωματούχους, άρχισε η πτώση της οικονομικής άνθησης. Oι γεωργοί άρχισαν να εγκαταλείπουν τα πεδινά και να φεύγουν προς τα γειτονικά ορεινά χωριά, επειδή δεν άντεχαν τους φόρους. H παιδεία ήταν ανύπαρκτη και μοναδική πηγή μάθησης ήταν τα μοναστήρια.
Στις αρχές του Απριλίου 1821, ο Βασίλης Μπούσγος υπό τις διαταγές του Αθανάσιου Διάκου κατέλαβε τη Θήβα αμαχητί, ενώ οι Τούρκοι είχαν καταφύγει στη Χαλκίδα μαζί με τις οικογένειές τους. Οι επαναστάτες κατέλαβαν το ύψωμα του Ανηφορίτη, απ’ όπου, μετά την επιστροφή τουρκικής φρουράς στην πόλη, εξαπέλυαν επιθέσεις μέχρι τον Ιούνιο του 1821, όταν ο Ομέρ Βρυώνης ανακατέλαβε τη Θήβα για τους Οθωμανούς και διέλυσε τους εναπομείναντες επαναστάτες. Τούρκοι έκαναν επιδρομές και στα γύρω χωριά λεηλατώντας και σκοτώνοντας. Την 1η Ιουνίου 1821 οι Θηβαίοι γράφουν προς τους προεστούς της Ύδρας ζητώντας βοήθεια και προστασία:
… οι εν Ευβοία τύραννοι ενωθέντες μετά των Θηβαίων ομογενών τους εξέρχονται ως λύκοι ανήμεροι προς τα ενθάδε παράλια χωρία, και τρέχοντες ως κύνες λυσσώδεις και ιοβόλα θηρία αρπάζουν, ξεσχίζουν και κατακαίουν χωρία τε και ανθρώπους, μη όντες ημείς αρκετοί εις το να απαντήσωμεν την τούτων θηριωδέστατον ωμότητα …
Advertising
Η πόλη κάηκε από τον Δράμαλη το 1822. Τα επόμενα χρόνια οι Βοιωτοί οπλαρχηγοί απέφευγαν να κινηθούν εναντίον της Θήβας για λόγους τακτικής· καθώς κυριαρχούσαν στα γύρω χωριά εξουδετέρωναν πρακτικά τη φρουρά της πόλης, ενώ από την άλλη θεωρούσαν ότι μια κατάληψη της Θήβας θα ενθάρρυνε τους Τούρκους να κινηθούν με σημαντική δύναμη εναντίον τους. Σώματα Θηβαίων ωστόσο συμμετείχαν σε διάφορες επιχειρήσεις, κυρίως υπό τις διαταγές των οπλαρχηγών Αθανάσιου και Γεώργιου Σκουρτανιώτη (από τα Σκούρτα των Δερβενοχωρίων). Ο δεύτερος μάλιστα υπήρξε στενός συνεργάτης του Δημήτριου Υψηλάντη το 1829, στην επίθεση για την κατάληψη της Θήβας, όταν πλέον ήταν ζωτικής σημασίας η κατοχή της για τη διεκδίκηση στερεοελλαδίτικων εδαφών που θα περιέρχονταν στο Ελληνικό Κράτος. Φωτεινή μορφή την απελευθερωτική περίοδο ήταν ο Θανάσης Σκουρτανιώτης, ο οποίος υπερασπίστηκε την Βοιωτία με ορμητήριό του τα ορεινά Δερβενοχώρια, που τότε αριθμούσαν μεγάλο πληθυσμό. O αγώνας του στρατηγού Σκουρτανιώτη ολοκληρώθηκε με τη θυσία του στην Αγία Σωτήρα στο Μαυρομάτιο, όπου ανατινάχθηκε μαζί με όλους τους συντρόφους του.
Με τη νικηφόρα μάχη της Πέτρας, υπό την αρχιστρατηγία του Υψηλάντη, ελευθερώθηκε πλέον όλη η Βοιωτία και από το 1829 αποτέλεσε μέρος του νέου ελληνικού κράτους.
Νεότερα Χρόνια
Κατά τα νεότερα χρόνια η Θήβα και γενικότερα η Βοιωτία, μετά τη σύσταση του ελληνικού κράτους, η Θήβα συνεχίζει να είναι η σπουδαιότερη πόλη της Επαρχίας Θηβών, προσφέροντας στο νέο κράτος με την γεωργία της και την κτηνοτροφία της. Σε όλα τα νεότερα χρόνια επιφανείς Θηβαίοι πολίτες αναδεικνύονται και πρωταγωνιστούν στον πολιτικό στίβο, παίζοντας σημαντικό ρόλο στο πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας. Χαρακτηριστικά αναφέρονται οι τριακόσιοι νέοι ιερολοχίτες (1877) που πολέμησαν για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας και της Ηπείρου. Άλλο γεγονός αξιόλογο των νεότερων χρόνων είναι η αποξήρανση της Κωπαΐδας επί διακυβέρνησης Χαριλάου Τρικούπη (1888), που αλλάζει ριζικά τη ζωή της πόλης.
Την τυπική πρωτοκαθεδρία ως πρωτεύουσα του νομού Βοιωτίας έχασε η Θήβα από τη Λιβαδειά στις αρχές του εικοστού αιώνα, όταν μικροπολιτικές σκοπιμότητες και ισορροπίες επέτρεψαν στον Λιβαδίτη πολιτευτή Μπουφίδη να εκμεταλλευτεί τις σχέσεις του με τον τότε πρωθυπουργό Θεοτόκη και να αφαιρέσει από τη Θήβα τη διοίκηση του Νομού. Σημαντική παρέμβαση στην πόλη γίνεται με την εγκατάσταση προσφύγων λόγω της Μικρασιατικής Καταστροφής. H προσφυγική ομάδα διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στη θηβαϊκή οικονομία. Οι πρόσφυγες, που προσαρμόζονται εύκολα στη ντόπια ζωή, δρουν με πείσμα και επιβάλλουν στην κοινωνική δομή τους δικούς τους ανθρώπους. Τα σκληρά χρόνια της Κατοχής είναι για τη Θήβα, όπως για άλλες ελληνικές πόλεις, γεμάτα πείνα, θύματα, στερήσεις και προδοσίες. Σήμερα η Θήβα είναι σημαντική πόλη της Βοιωτίας και έδρα δήμου, ενώ ως το 2011 υπήρξε πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας του νομού.
Πηγές:
- https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%98%CE%AE%CE%B2%CE%B1
- http://www.thiva.gr/portal/page/portal/dimosThivas/history/vyz.periodos/%C2%F5%E6%E1%ED%F4%E9%ED%DE%20%F0%E5%F1%DF%EF%E4%EF%F2
Σύνταξη κειμένου: Ανθή Σακκά
Επιμέλεια κειμένου: Ελευθερία Σακελλαρίου