Πόσοι από εμάς αισθανόμαστε ευλογημένοι που βιώσαμε εκείνα τα ξέγνοιαστα, ανάλαφρα και αυθεντικά καλοκαίρια της μπαμπάτσικης δεκαετίας του ενενήντα; Μπαμπάτσικη σε όλα της, στην χαρά, στη απόλαυση, στην ανεμελιά, στην ίδια την ζωή. Λένε όταν οι άνθρωποι ανατρέχουν αρκετά συχνά στο παρελθόν χρησιμοποιώντας μέτρα σύγκρισης για να δηλώσουν την προτίμησή τους τότε υποβόσκει δυστυχώς ένα πικραμένο και ταλαιπωρημένο παρόν. Κάπως έτσι συμβαίνει και με τα καλοκαίρια μας. Άλλαξαν χρώμα, άλλαξαν υφή, άλλαξαν μυρωδιά, πια δεν ακούγονται, δεν δοξάζονται.
Η εποχή μας βαραίνει και μέσα στην ανησυχία και την πίεση που επιτάσσουν οι συνθήκες διαμορφώνει γωνίες και γίνεται αιχμηρή και δυστυχώς κατακερματίζει τις μετρημένες πια ωραίες μας στιγμές. Τα καλοκαίρια μας εκείνα τροφοδοτούν με αξία τις στιγμές, προσθέτοντας αναμνήσεις με άρωμα ηχηρής απουσίας και μυρωδιά μοναδική από εκείνη που παλεύεις ανά τα χρόνια μη τυχόν και ξεθυμάνει.
Αναφέρομαι σε εκείνα τα καλοκαιριά που οι ήχοι παρήγαγαν μελωδίες με συναίσθημα. Τα αναγνώριζες από τον ήχο των τζιτζικιών το μεσημέρι, ενώ το βράδυ συνεχιζόταν αυτού του είδους η μουσική συμφωνία με τα τριζόνια. Τα καλοκαίρια μας μάθαμε να τα υπολογίζουμε από τον αριθμό των θαλασσινών μπάνιων σε συνδυασμό με τον αριθμό των παγωτών που άμετρα και με περίσσια λαχτάρα καταναλώναμε. Την θέση τους σε ένα φορτωμένο σήμερα κλέβουν οι πολυάριθμες, επιτηδευμένες, προσεγμένες με ακρίβεια στην τελειότητα, τραβηγμένες από όσο το δυνατόν περισσότερα διαφορετικά τοπία, ψηφιακές φωτογραφίες με μαγιό επιδεικνύοντας με ένα ατίθασο γόητρο την προβοκατόρικη αυτοπεποίθηση μας.
Δεν θα μπορούσα να ξεχάσω τα γλυκά του κουταλιού, που είχαν την τιμητική τους, στιλιζάροντας τα δροσερά απογεύματά μας και μάλιστα κατόπιν συγκεκριμένου πρωτοκόλλου. Προσφέρονταν μετά από την ξελογιάστρα καλοκαιρινή ραστώνη που έκανε οτι μπορούσε για να μας παραδώσει ένα ανανεωτικό εσωτερικό ρεκτιφιέ. Πάντα συνοδευόμενα από δίσκο, με ένα ποτήρι κρύο νερό που ήξερε να ισορροπεί την γλύκα που γαργάλαγε ηδονικά τον ουρανίσκο μας. Πότε πότε εναλλασσόταν με το υποβρύχιο βανίλια, ένα κουτάλι βανίλιας βουτηγμένο σε ένα ποτήρι από γάργαρο κρυσταλλένιο νερό. Άπληστο, γευστικό υπερθέαμα, θα περιέγραφε κανείς.
Έσφυζαν από ζωή, γέλια, φωνές, τσιρίδες, πειράγματα οι πλατείες. Απολαμβάναμε την ανεμελιά και την ελευθερία μας που για ώρες γυρνοβολούσαμε στα σοκάκια και στις αυλές μέχρι το φως της ημέρας να συναντήσει το σκοτάδι. Υπήρχαν οι γειτονιές που υποδέχονταν μικρούς και μεγάλους μέχρι αργά το βράδυ με μια ασφάλεια, μια οικειότητα, μια ζεστασιά. Έβρισκαν τρόπους απλούς να ενώνονται οι άνθρωποι τότε, σε αντίθεση με το μίζερο τώρα που μανιωδώς αναζητούν τρόπους και αφορμές για να χωρίζουν, να τσακώνονται.
Τα χτυπήματα στο σώμα μας είχαν γίνει τα παράσημα μας. Όσο πιο πολλές μελανιές και χτυπήματα, τόσο περισσότερο γευόμασταν την κάθε στιγμή. Την βιώναμε στο πετσί μας. Εκείνα τα καλοκαίρια μας χάριζαν πολλές ανέμελες στιγμές σε χρόνια άβγαλτα και αθώα.
Αξιομνημόνευτος χώρος το μπαλκόνι. Αυτό και αν είχε να διηγηθεί ιστορίες που σαν καλός οικοδεσπότης μας φιλοξενούσε και μας μεθούσε με νότες γιασεμιού σε συνδυασμό με την αξεπέραστη ευωδία του αγιοκλίματος. Εκεί σερβιριζόμασταν το δροσερό μας γεύμα που αποτελούνταν από κομμάτια κρύου καρπουζιού συνδυασμένο με τυρί φέτα ενώ παράλληλα παρακολουθούσαμε τηλεόραση θαρρείς και βρισκόμασταν πρώτη θέση σε θερινό κινηματόγραφο.
Η μόνη μας επαφή με την τεχνολογία ήταν οι κασέτες που τις τοποθετούσαμε στο κασετόφωνο και ακούγαμε ηχογραφημένα μουσικά κομμάτια της αρεσκείας μας. Η επίγευση αισθητικής στα τότε μουσικά μονοπάτια παρέα με αυτό τον αδαή, παλιακό τρόπο μετάδοσης προσέδιδαν στα καλοκαίρια μας συναίσθημα. Τα πρώτα μας ρομάντζα συνόδευαν η χρήση των γουόκμαν από που ακούγαμε ραδιοφωνικούς σταθμούς της εποχής ή εναλλακτικά κασέτες φορώντας τα ακουστικά στα αυτιά μας. Άσε που είχαμε γίνει ειδήμονες στο πως να τις γυρνάμε όταν ολοκληρώνονταν τα κομμάτια που έπαιζαν, χρησιμοποιώντας ένα στύλο στα ενδιάμεσα κενά.
Όταν λοιπόν οι αναμνήσεις σου, φοράνε τόσο συγκλονιστικές εικόνες, που όμοιες τους δεν έχουν ακόμη γεννηθεί τότε μήπως αξίζει να αναρωτηθούμε τι κάνουμε λάθος και η απόλαυση μας συνυφασμένη με την αληθινή μας ικανοποίηση βρίσκει απάγκιο στα υλικά αγαθά της σημερινής μίζερης, στραγγισμένης εποχής;
Για όλα εκείνα τα καλοκαίρια μου.