Μια από τις μεγαλύτερες μορφές του ιαπωνικού νέου κύματος (και του ιαπωνικού κινηματογράφου γενικότερα), ο Hiroshi Teshigahara, μας χάρισε το 1964 μια ταινία που -παρά την πειραματική της φύση- καταφέρνει να μας πει πολλά για την ανθρώπινη κατάσταση, με έναν απόλυτα ειλικρινή τρόπο. Εμείς λοιπόν θα παρουσιάσουμε εδώ αυτό το αριστούργημα ονόματι Woman In The Dunes (γυναίκα στους αμμόλοφους) και θα δείξουμε γιατί δικαιολογείται να θεωρηθεί υπαρξιακό – και άρα ανθρωπιστικό.
Να ενημερώσουμε πως το άρθρο περιέχει σπόιλερ.
Η ταινία βασίστηκε στο ομώνυμο βιβλίο του Kobo Abe, ο οποίος συνεργαζόταν τακτικά με τον Teshigahara ως σεναριογράφος.
Ένας δάσκαλος/ερασιτέχνης εντομολόγος μεταβαίνει σε μια απέραντη αμμώδη έκταση αναζητώντας ένα σπάνιο σκαθάρι. Η ώρα περνάει και οι ντόπιοι τον ενημερώνουν πως επειδή το τελευταίο λεωφορείο έχει φύγει μπορεί να περάσει την νύχτα στο σπίτι μιας γυναίκας εκεί κοντά. Το σπίτι έχει την ιδιαιτερότητα πως βρίσκεται μέσα σε έναν τεράστιο λάκκο και ο μόνος τρόπος να τον κατέβεις είναι με μια σχοίνινη σκάλα. Η γυναίκα, δε, είναι μια χήρα που πριν κάμποσο καιρό έχασε τον άντρα και την κόρη της σε μια αμμοθύελλα. Τώρα μένει μόνη της φτυαρίζοντας και σκουπίζοντας την άμμο που περιβάλλει και κάποιες φορές εισχωρεί στο σπίτι της. Ο πρωταγωνιστής το πρωί ανακαλύπτει πως η σκάλα που εξασφάλιζε την έξοδό του από τον λάκκο λείπει και πως οι ντόπιοι τον παγίδευσαν, ώστε να μείνει μαζί με την εν λόγω γυναίκα και να της κάνει συντροφιά. Σύντομα γίνεται φανερό πως και άλλοι ξένοι έχουν πιαστεί σε παρόμοιες παγίδες, ώστε να συντροφεύουν τους μοναχικούς κατοίκους αυτού του αφιλόξενου τόπου, που είναι γεμάτος άμμο, αμμόλοφους και λάκκους.
Θα επιστρέψουμε στην ιστορία και στο γιατί είναι υπαρξιακή λίγο αργότερα. Προς το παρόν -για να αποδώσουμε κιόλας καλύτερα την όλη αίσθηση της ταινίας- ας στραφούμε στις υφολογικές επιλογές του Teshigahara.
Από το πρώτο πλάνο του Woman In The Dunes καταλαβαίνουμε ότι πρόκειται για ιδιαίτερη ταινία: ένας κόκκος άμμου, υπερμεγεθυμένος ώστε να πιάνει όλο το κάδρο, λάμπει σαν σμαράγδι. Παρόμοια ανορθόδοξα κοντινά πλάνα συνεχίζονται σε όλη την ταινία. Βλέπουμε πχ ένα υπερβολικό κοντινό στο πηγούνι της γυναίκας ή στη πλάτη του πρωταγωνιστή, ακόμα και σε μια συζήτηση η κάμερα πλησιάζει επικίνδυνα τα πρόσωπα. Παράλληλα, βλέπουμε συνεχώς λήψη από το τοπίο: η άμμος να πέφτει, άλλοτε να κινείται απαλά από τον αέρα, άλλοτε να παρασύρεται βίαια. Και τότε καταλαβαίνουμε μια ιδιοφυή σύλληψη του Teshigahara: τα σώματα παρουσιάζονται ως τοπία και τα τοπία παρουσιάζονται ως σώματα. Η πλάτη θυμίζει μια μεγάλη πεδιάδα, η άμμος- έτσι όπως την παίρνει ο αέρας- είναι σαν να αναπνέει. Άλλες φορές αυτό γίνεται ακόμα πιο φανερό, καθώς ο σκηνοθέτης τοποθετεί την εικόνα ενός κορμιού πάνω στην εικόνα της άμμου (βλέπε παρακάτω εικόνα).
Εξαιτίας αυτής της αισθητικής επιλογής η ταινία αποκτά έναν παλλόμενο ερωτισμό, που δεν οφείλεται απλώς στο ότι οι δυο πρωταγωνιστές συνάπτουν μια ερωτική σχέση. Όχι, είναι ένας ερωτισμός που σαν την άμμο αυτού του τόπου, σε περιβάλλει, σε αγγίζει απαλά, κάποιες φορές μπορεί να μην του δίνεις σημασία αλλά είναι πάντα εκεί, με τη μορφή του ιδρώτα στο μέτωπο, με μια σταγόνα που γλιστράει απαλά από το πηγούνι, με το χέρι που σου προσφέρει τσάι. Είναι ο ερωτισμός της καλαισθησίας, της εκλέπτυνσης και της υποβολής. Άλλωστε το Ιαπωνικό νέο κύμα, με καλύτερο παράδειγμα την Αυτοκρατορία των Αισθήσεων του Ναγκίσα Οσίμα, χαρακτηρίζεται από την ερωτική θεματολογία του και το σπάσιμο των ταμπού που κατέκλυζαν τον παραδοσιακό ιαπωνικό κινηματογράφο.
Πέρα από αυτές τις κινηματογραφικές επιλογές, στην υποβλητική ατμόσφαιρα της ταινίας συμβάλλει και η μουσική, που επιμελήθηκε Toru Takemitsu, γεμάτη από αβαν-γκαρντ επιρροές. Όλες αυτές οι στιλιστικές πινελιές δικαιολογούν την τοποθέτηση του Woman In The Dunes στις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών (πχ το περιοδικό Σινεμά την κατατάσσει νούμερο 132 στις 200 καλύτερες ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ). Ας επιστρέψουμε όμως λίγο στην ιστορία και στην υπαρξιακή υφή της.
Αν έπρεπε να συνοψίσουμε τον υπαρξισμό σε μια φράση, τότε η φράση αυτή θα ήταν: η ύπαρξη προηγείται της ουσίας. Ο άνθρωπος, όντας απόλυτα ελεύθερος, μέσα από τις επιλογές του και τις πράξεις του θα καθορίσει το τι είναι· το είναι πηγάζει από το πράττειν και το πράττειν πηγάζει από την ελευθερία του ατόμου. Το να μάχεσαι λοιπόν εναντίον της ελευθερίας σου και να την απαρνείσαι σημαίνει ότι απαρνείσαι τον ίδιο σου τον εαυτό, επιδεικνύεις “κακή πίστη” όπως θα έλεγε και ο Σαρτρ.
Πράγματι, στην ταινία βλέπουμε τον παγιδευμένο ήρωά μας να μάχεται για την ελευθερία του: προσπαθεί συνεχώς να σκαρφαλώσει, αργότερα φιμώνει την γυναίκα και προσπαθεί να εκβιάσει τους απαγωγείς του και τελικά με ένα ψαλίδι και ένα σχοινί φτιάχνει έναν αυτοσχέδιο γάντζο και καταφέρνει να βγει από τον λάκκο. Παρόλα αυτά, πιάνεται μέσα σε κινούμενη άμμο και οι ντόπιοι (αφού τον σώσουν) τον γυρίζουν πίσω στην αιχμαλωσία. Αυτή η λαχτάρα για ελευθερία όμως θα αντικατασταθεί από κάτι πιο σκοτεινό, η κακή πίστη θα καταλάβει τον πρωταγωνιστή και θα αρχίσει να αναδύεται κάτι παράδοξο: η αγάπη για τον περιορισμό και την ασφάλεια που αυτός προσφέρει.
Σε ένα υπέροχο και σύντομο θεατρικό του Σαρτρ ονόματι “Κεκλεισμένων των Θυρών” παρακολουθούμε 3 ήρωες (έναν άντρα και δύο γυναίκες) να βρίσκονται στην κόλαση. Σύντομα μαθαίνουν ότι το βασανιστήριό τους θα είναι ψυχικής φύσεως και ότι έχουν επιλεγεί για να ταλανίσουν συναισθηματικά ο ένας τον άλλο. Μετά από προσβολές, περιφρονήσεις, αυτοαμφιβολίες και ενοχές για την ζωή που έζησαν και τους ανθρώπους που πλήγωσαν, ξαφνικά η πόρτα της κόλασης ανοίγει. Ο Γκαρσέν (ένας από τους τρεις κολαζόμενους) κοντοστέκεται και καταλαβαίνει ότι είναι ελεύθερος να φύγει. Παρόλα αυτά επιλέγει να μείνει. Επιλέγει να μείνει για να αποδείξει στις άλλες δυο ότι δεν είναι δειλός όπως τον κατηγόρησαν. Απαρνείται την ελευθερία και επιλέγει τον περιορισμό, την μαστίγωση, γιατί πιστεύει πως κάτι θα βρει εκεί που δεν θα βρει στην ελευθέρωσή του.
Οι πύλες της κόλασης ανοίγουν και για τον ήρωά μας στο Woman In The Dunes: αποδεικνύεται πως η γυναίκα έχει μείνει έγκυος (θα υποκαταστήσει λοιπόν τον άντρα και την κόρη της) και οι χωρικοί έρχονται να την μεταφέρουν στο νοσοκομείο. Κάνοντάς το αυτό ξεχνούν να μαζέψουν την ανεμόσκαλα, που οδηγεί έξω από τον λάκκο. Ο ήρωάς μας ανεβαίνει, πηγαίνει στην κοντινή παραλία και κοιτάει την θάλασσα. Κάνει μεταβολή, ξανακατεβαίνει την ανεμόσκαλα και βρίσκεται πάλι μέσα στον λάκκο. Είχε την ευκαιρία να φύγει αλλά παρόλα αυτά επέλεξε να μείνει. Ο λόγος; Είχε εφεύρει κάτι σαν δεξαμενή που μαζεύει την υγρασία και την μετατρέπει σε νερό. Βέβαια,ναι, σημαντική εφεύρεση, σημαντικότερη από την ελευθερία. Έτσι κι αλλιώς, δεν βιάζεται, μπορεί να φύγει και αύριο ή και μεθαύριο, έχει χρόνο. Αυτό που προέχει είναι να ενημερώσει τους χωρικούς για αυτήν την φανταστική δεξαμενή, ναι, η κοινότητα θα τον επιβραβεύσει, θα γίνει μέλος της, έχει την άσφαλειά του ο περιορισμός και η ελευθερία τους κινδύνους και τις ευθύνες της. Δεν πειράζει, δεν θα φύγει σήμερα από την κόλαση, ίσως κοντοσταθεί λίγο στην πόρτα. Η ελευθερία μπορεί να περιμένει, μαζί και ο φόβος για αυτήν.
Οι τίτλοι πέφτουν: αναφορά της αστυνομίας, Niki Junpei, αγνοούμενος για 7 χρόνια.