Στην Αμερική του 1925 ένας πένης επαίτης που πασχίζει να βγάλει τα προς το ζην θα γνωρίσει έναν παρόμοιας οικονομικής κατάστασης άνδρα ο οποίος του προτείνει μια κοπιώδη δουλειά λίγων μηνών που υποτίθεται θα τους αποφέρει καλά χρήματα. Δυστυχώς για αυτούς, τελικά όλος αυτός ο χρόνος και η ενέργεια που θα ξοδέψουν κάτω από τον ανελέητο καύσωνα του καλοκαιρινού ήλιου θα μείνει απλήρωτη και το αφεντικό τους θα γίνει καπνός. Σε μια τυχαία συζήτηση με έναν μπαρουτοκαπνισμένο (κυριολεκτικά και μεταφορικά) χρυσοθήρα για σίγουρη ύπαρξη χρυσού στα βουνά του Μεξικού και με την τύχη να έχει ήδη αρχίσει να γυρνάει κερδίζοντας ένα λαχείο το ποσό του οποίου θα τους εξασφαλίσει την αγορά του βασικού εξοπλισμού που χρειάζεται, o Fred και ο Curtin με την προσθήκη και του τρίτου της παρέας θα εξορμήσουν προς τους περιζήτητους τόπους για να συλλέξουν όσο περισσότερο χρυσό μπορέσουν. Σύμφωνα με τον Howard (Walter Huston), τον γηραιότερο και πιο έμπειρο από τους τρεις, το σχέδιό του είναι ποντάρισμα σε σίγουρο άλογο, μια αληθινή φλέβα χρυσού που τους περιμένει να την εξορύξουν προκειμένου να γλιτώσουν από τον οριακό, καθημερινό κάματο και να εξασφαλιστούν για το υπόλοιπο της ζωής τους όπως ονειρεύονταν πάντα, σε μια άνετη ζωή που θα τους επιτρέψει να κάνουν αυτά που η ανέχεια και το άδειο στομάχι δεν τους αφήνουν.
Η άφιξη της νεοσύστατης τριάδας στο σωστό μέρος θα αποδειχθεί βατή, δεν ισχύει όμως το ίδιο και για την παραμονή τους η οποία δεν θα περάσει απαρατήρητη από τα τεντωμένα αυτιά που παραμονεύουν και συγκεκριμένα από έναν ντόπιο που έχει μυριστεί ότι η ύπαρξη τους σε αυτά τα αφιλόξενα και επικίνδυνα μέρη είναι ύποπτη και μάλλον προσοδοφόρα. Με τα πολλά, θα επιχειρήσει να πάρει κομμάτι από την πίτα δίνοντας τους την επιλογή είτε να τον σκοτώσουν είτε να τον κάνουν συνέταιρο. Και όσο η φιλμική διάρκεια προχωράει ομαλά, τα ένστικτα της τριάδας οξύνονται, η καχυποψία διαχέεται σαν μαύρος καπνός σε όλα τα μέλη και δη στον προδιατεθειμένο Fred (Humphrey Bogart), η απληστία οδεύει προς κακοτράχαλες οδούς σαν τα τραχιά περάσματα στην βουνίσια, ερημώδη γη που μόνο χρυσάφι θα μπορούσε να φυτρώσει εκεί, ενώ καμιά ανακουφιστική σκιά δεν διαφαίνεται για να δροσιστούν τα κάθιδρα μέτωπά τους. Στη διαδρομή τους θα βρουν επίδοξους ληστές που θα παρακωλύσουν το έργο τους και θα τους μπλέξουν σε ηθικούς ιστούς πεισμώνοντάς τους περισσότερο με κίνδυνο τη ζωή τους.
Το «Treasure of the Sierra Madre» (1948) είναι μια βραδύκαυστη μεταπήδηση στην παραζάλη του πλούτου, στον πυρετό της χρυσαφένιας άμμου, οι ήρωες λυγίζουν στην άκρατη απληστία του γρήγορου χρήματος και στο κενόδοξο κυνήγι μιας όασης ευδαιμονίας που καταλήγει ένας ατελέσφορος αγώνας απόκτησής της. O John Huston 7 χρόνια μετά το σπουδαίο ντεμπούτο του με το εμβληματικό και κεφαλαιώδες για το είδος νουάρ, «Maltese Falcon» (για πολλούς το σημαντικότερο φιλμ νουάρ όλων των εποχών), επιστρέφει ανανεωμένος για ένα road γουέστερν όπου όπως στο φιλμ του 1941 και εδώ διακυβεύεται ένα τρόπαιο άκρως θελκτικό για τους διεκδικητές του που θα αναγκαστούν να περάσουν δια πυρός και σιδήρου όσο ανακαλύπτουν τις πραγματικές ανάγκες τους.
H προοδευτική ηθική κατιούσα του πρωταγωνιστή σε έναν πνευματικό εκφυλισμό από τη διαύγεια του φτωχού βιοπαλαιστή στην παραφροσύνη του οπορτουνιστή πλεονέκτη στη θέα του χρυσού, είναι και η πεμπτουσία του άπιαστου αμερικανικού ονείρου. Άπιαστου, αφού στη διαδρομή του θα υπάρξουν θύματα της απαστράπτουσας ομορφιάς του και ονείρου από τη στιγμή που θα παραμείνει μια ανεδαφική υπόσχεση που επωάζεται σε άπληστες καρδιές ακόμα και αν αυτές υπήρξαν άσπιλες ή έστω σε καταστολή.
Ο Fred, ο κεντρικός ήρωας σέρνοντας την άδεια ψυχή του σε ένα μαρτύριο ισόβιας περιπλάνησης και πανταχού παρούσας απειλής έσωθεν της τριάδας, κυριευμένος από την απληστία του θα επιχειρήσει να εξοντώσει τους συνταξιδιώτες του για να πάρει όλο το ποσό για τον εαυτό του. Η θολή του σκέψη όμως καθώς και ο μοναχικός του πλέον δρόμος της επιστροφής θα εντείνουν τον απομονωτισμό του, με τον τελευταίο να αποβαίνει μοιραίος αφού οι μονάδες στη φύση ειναι εύκολες και ανυπεράσπιστες λείες για εν δυνάμει θηρευτές που καραδοκούν. Έτσι, η δικαιοσύνη θα αποδοθεί από παράγοντες που δεν ήταν αρχικά υπολογίσιμοι, ενώ οι αποδέκτες του πολύτιμου μαθήματος που έχουν την συνείδησή τους καθαρή, δηλαδή ο Curtin και ο Howard, θα βρουν την ευτυχία εκεί που παρέλειψαν να ιχνηλατήσουν, τουτέστιν, μέσα τους.
Μια Αμερική που έπεται του Μεγάλου Πολέμου και προηγείται της Μεγάλης Ύφεσης η οποία σιγοβράζει, είναι ένας κρανίου τόπος, η ανισότητα και η εκμετάλλευση πάνε χέρι χέρι προς την απόλυτη φτώχεια και εκεί είναι που αναδύονται στην επιφάνεια απέλπιδες κινήσεις της ύστατης στιγμής για την οικονομική διασφάλιση ως πανάκειας όλων των παθογενειών, που είναι εξίσου βαθιά υπαρξιακές και αξιακές. Ο τρόπος που ο Howard θα προσχωρήσει στη θαλπωρή των ιθαγενών βρίσκοντας τελικά τη δική του Ιθάκη για να περάσει τα στερνά του εξασφαλισμένος ως περιούσιος που έσωσε το παιδί μιας κοινότητας Ινδιάνων, φέρνει στο μυαλό το αριστουργηματικό «Ο Άνθρωπος που θα γινόταν Bασιλιάς», φυσικά εδώ ως μια υποϊστορία με εξίσου περίτεχνο τρόπο με την ταινία του 1975, από τον ίδιο σκηνοθέτη. H στροφή στις ρίζες και η συμφιλίωση με το κηλιδωμένο παρελθόν της αποικιοκρατικής, γενοκτόνας Αμερικής, δεν θα μπορούσε να εξιστορηθεί καλύτερα από τη μίνι αυτή ιστορία του Walter Huston που γίνεται σώμα των Ινδιάνων.
Αντίθετα με τον βαρύμαγκα ντεντέκτιβ που καπνίζει αρειμανίως και μπλέκεται σε μυστήρια αλλά και σε ιστούς ερωτικών πλανευτρών όπως μας έχει καλομάθει στα κλασικά νουάρ, ο Humphrey Bogart εδώ δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας σε έναν ρόλο που δεν είχαμε συνηθίσει από αυτόν, ως ένας απένταρος ρακένδυτος τύπος η φθίνουσα πορεία του οποίου έχει ψυχολογικό και κοινωνιολογικό ενδιαφέρον, αποδίδοντας την παράνοια και τη φαυλότητα με τρομερή πειθώ, ενώ ο γεραρός της παρέας, Howard και ο τίμιος και σχεδόν τραγικός Curtin, συμπληρώνουν μια πολύ συμπαγή κινηματογραφική αντρική τριάδα που θα μείνει ανεξίτηλη στην ιστορία του κινηματογράφου καθαρά για την ερμηνευτική χημεία και όχι για την αρραγή τους φιλία…
Δείτε το trailer της ταινίας «The Treasure of the Sierra Madre» εδώ: