Στο καφενείο. Από την Ελπίδα Πέτροβα

10 Ιανουαρίου 2019
Στο καφενείο. Από την Ελπίδα Πέτροβα
http://www.enagron.gr/media/1046/common_area6.jpgwidth=726&height=485&mode=crop&anchor=center

Ο κυρ Γιάννης μονολογούσε προχωρώντας προς το καφενείο του χωριού “Το Τρελό Γαιδούρι”.

Μα είναι δυνατόν στην ηλικία του τέτοια πράγματα; Κόντευε τα 83. Θα μου πεις αυτό δεν είναι κάτι που το ελέγχεις. Η ζωή φέρνει τα πάνω κάτω. Ναι αλλά γάμο; Ξανά; Αν είναι δυνατόν. Κι όμως το Σάββατο παντρευόταν την Κυρά Χαρίκλεια. Μέχρι και μήνα του μέλιτος σκεφτόταν στην Κέρκυρα για καμιά βδομαδούλα όχι πολύ. Έφτασε έξω από το καφενείο. Δεν είχε ψυχή. Πως ήταν δυνατόν?; Μήπως γιατί ήταν Τετάρτη σήμερα; Μπα καμία σχέση. Είχε όμως ραντεβού με τους φίλους του να τους κεράσει ένα κρασάκι έτσι για το καλό. Δε μπορεί. Η ταμπέλα έγραφε “Κλειστόν” και κουρτίνες έκρυβαν το εσωτερικό του. Άκουγε ομιλίες όμως από μέσα. Χτύπησε την πόρτα. Καμιά απάντηση, μόνο συρσίματα, βήχας, ψίθυροι, μια γυναικεία φωνή.

Στο τζάμι εμφανίστηκε ο Θέρος, ο καφετζής. Θεράπων ήταν το όνομά του και του είχε μείνει έτσι από μικρός. Άνοιξε πολύ αργά την πόρτα, κοίταξε μια δεξιά, μια αριστερά με ένα βλέμμα καχύποπτο και βούτηξε τον κυρ-Γιάννη απ’το μανίκι. Έκλεισε την πόρτα και κλείδωσε.

-“Βρε καλώς τον γαμπρό”, αναφώνησε η τσακαλοπαρέα που καθόταν σ’ένα τραπέζι στη γωνία. Είδε 5 γερόντια φαφούτικα, όπως αποκαλούσαν τους εαυτούς τους, που άρχισαν να χειροκροτούν μόλις εμφανίστηκε.

-“Βρε πάτε καλά, τι πάθατε όλοι;”, ρώτησε.

-“Έλα εδώ να κάτσεις γεροραμολί, που θες και γάμο 100 χρονών”, του είπε χαριτολογώντας ο κυρ Ηλίας. Εμείς κάνουμε αμάν και πως να πεθάνει η γριά κατσίκα κι εσύ παίρνεις και δεύτερη.

-“Άστουν Γιαννιώ μ’, καν τη δουλειά σ’ ισύ”, πρόσθεσε ο κυρ Αντρέας ο Φονιάς. “Μπουρεί να ίνι βυζαρού ή να φτιάχν ουρέες τουλούμπις”.

Διαβάστε επίσης  Οι Αρνολφίνι, ο βαν Άικ και το μυστηριώδες πορτραίτο!

Ο κυρ Γιάννης δεν ψάρωνε. Κάτι ύποπτο συνέβαινε το βράδυ αυτό, αλλά δε μπορούσε να καταλάβει. Πέρασε το χέρι του ανάμεσα από τα κάτασπρα φουντωτά μαλλιά του.

-“Λοιπούν”, πήρε το λόγο ο Φονιάς ενώ σηκώθηκε όρθιος.

Η κοιλιά του λόγω μεγέθους, χτύπησε το τραπέζι με αποτέλεσμα να ρίξει δυο τρία ποτηράκια κρασί.

-“Λοιπούν λέγω, μαζευτήκαμι ιδώ σήμερις δια να γιορτάσουμι τουν γάμουν του φίλου μας. -Ζήτουουου”, φώναξε υψώνοντας το ποτήρι.

-“Ζήτωωωω”, ακούστηκε από την ομήγυρη.

-“Δια αυτούν τουν λόγουν προυσφέρουμι μι αγάπη αυτού του δώρου. Πλιζ καμ ιν ντίαρ”, φώναξε στο τέλος και κάθησε τρίβοντας τα χέρια του.

Η πόρτα της τουαλέτας άνοιξε κι εμφανίστηκε μια ψηλή, ξανθιά καλλονή ντυμένη αστυνομικός. Το καλογυμνασμένο της κορμί διαγραφόταν απόλυτα στο κοντό φόρεμα της αστυνομικίνας, ενώ οι δωδεκάποντες δερμάτινες βινύλ μπότες της έφταναν μέχρι το γόνατο. Είχε ζουμερά κόκκινα χείλη, κρατούσε ένα γκλομπ και χειροπέδες.

-“Πκιος παντρεύεται;”, ρώτησε.

-“Εδώ εδώ είναι ο πρωταγωνιστής”, χαχάνιζαν οι γέροι δείχνοντας τον γαμπρό.

Η γυναικάρα πλησίασε τον κυρ Γιάννη και κάθισε στην αγκαλιά του. Εκείνος είχε κοκαλώσει και μείνει με ορθάνοιχτο στόμα. Αισθάνθηκε να παθαίνει έμφραγμα.

-“Εγκώ Σβετλάνα, γκίνω Λάβα σου γκια μία νύκτα”, του είπε και τον φίλησε στο μέτωπο αφήνοντάς του ένα κόκκινο αποτύπωμα από κραγιόν.

Υπό το ρυθμό ενός slow κομματιού του πέρασε τις χειροπέδες, ξεκουμπώνοντας σιγά-σιγά το μπλουζάκι της στολής, το οποίο κόντευε να σκιστεί λόγω μεγάλου μπούστου έτσι κι αλλιώς.

Η γεροντοπαρέα φώναζε, έπινε, τραγουδούσε.

-Άσι μι να γίνου ιγώ του Ηφήστειού σου κι ισί ι λάβα μι.

-Αλή και τρεις Αλή, ζήτω η Ρωσσία.

Διαβάστε επίσης  Το τερατάκι κι εσύ. Από την Ελπίδα Δημοπούλου

-Γεια σου ρε Γιαννιώ με τους γάμους σου.

Τα μάτια του κυρ Γιάννη είχανε πεταχτεί από τις κόγχες τους.

Με πρόσωπο αναψοκοκκινισμένο και με γυαλιά μυωπίας θολά μονογολούσε:

-Αχ Βαγγελίστρα μου, τι τσουνάμι είναι τούτο!!!

Ξαφνικά ένας χτύπος στην πόρτα. Στην αρχή δεν έδωσε κανείς σημασία, στην πορεία όμως έγινε πιο έντονος.

-Γιάννηηηη….Γιάννηηηηηη; Που είσαι;

-“Αμάν η μέλλουσα νύφη”, φώναξε ο κυρ-Ηλίας.

Επικράτησε μια φοβερή αναστάτωση.

-“Γρήγορα γρήγορα κρύψου”, είπαν στη Σβετλάνα.

-Μα ντεν έκει τελείωσε ακόμα.

Πριν προλάβει να πει κανείς οτιδήποτε ακούγεται ένα γκντουπ, ανοίγει η πόρτα του καφενείου κι εμφανίζεται η ευτραφής Κα. Χαρίκλεια φάντης μπαστούνης.

-Καλέ γιατί κλειδώσ….

Το θέαμα που αντίκρισε της πήρε καιρό να το ξεπεράσει. Πέντε γέροι σκνίπα στο μεθύσι, με κόκκινες μύτες να την κοιτάζουν σαν χαμένα κουτάβια, άλλοι ξυπόλητοι, άλλοι μόνο με το παντελόνι, δύο από αυτούς γονατιστοί. Μια ψηλή ξανθιά με βινύλ μαύρο μπικίνι και δωδεκάποντες μπότες όρθια πάνω σ’ ένα τραπέζι κι ο κυρ Γιάννης καθισμένος στην καρέκλα με βλέμμα χάνου σε κατάσταση νιρβάνα, ατημέλητος και μ’ ένα πρόσωπο γεμάτο κοκκινάδια.

-“Βρε τον κακό σας τον φλάρο”, κατάφερε να ψελλίσει τελικά.

Το αποτέλεσμα ήταν ένας γαμπρός με μαύρο μάτι, η τζαμαρία του καφενείου σπασμένη, γερόντια να σκορπούν φοβισμένα όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και μια απίστευτη κατανόηση σε συνδυασμό με άπειρες συμβουλές για τον ίσιο δρόμο του Θεού στην ψηλή Λάβα αστυνομικό.

-“Ντιακόσια Ευρώ περικαλώ και μετά αγκαπάω Τεό πολύ”, απάντησε με χάρη.

 

Η στήλη #egrapsa φιλοξενεί κείμενα όσων νιώθουν την ανάγκη να επικοινωνήσουν τις σκέψεις, τις απόψεις και τα συναισθήματά τους μέσω του γραπτού λόγου. Οι αναγνώστες μας σχολιάζουν την επικαιρότητα, διατυπώνουν τους προβληματισμούς τους και εκφράζουν τη δημιουργικότητα τους μέσα από μικρές ιστορίες.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

καταθλιψη

Κατάθλιψη: Η « κατά » της θλίψης μάθηση

Τι είναι η κατάθλιψη Σε παλιότερες εποχές την ονόμαζαν
Florence Given

Δεν οφείλεις να είσαι όμορφη για κανέναν: ένα βιβλίο για την αντι-τελειότητα από τη Florence Given

Η Florence Given είναι μία Βρετανίδα εικονογράφος και ακτιβίστρια, που