Το παρόν άρθρο, με τίτλο Δυσγραφία στα παιδιά: Πώς να την Αναγνωρίσετε και να την Αντιμετωπίσετε, θα ορίσει τη διαταραχή της δυσγραφίας στα παιδιά, παρουσιάζοντας κάποια από τα πρωτογενή και δευτερογενή της συμπτώματα καθώς επίσης τα διαγνωστικά κριτήρια της διαταραχής. Εν συνεχεία, το άρθρο θα παρουσιάσει τα αίτια της δυσγραφίας, τις ψυχοκοινωνικές της επιπτώσεις και μία σειρά αποτελεσματικών παρεμβάσεων. Τέλος, θα γίνει αναφορά στον ρόλο της διεπιστημονικής ομάδας η οποία πλαισιώνει σε θεραπευτικό πλαίσιο το παιδί με δυσγραφία.
Πολλοί γονείς και εκπαιδευτικοί παρατηρούν τα προβλήματα στη γραφή ενός παιδιού, χωρίς να αναγνωρίζουν άμεσα ότι αυτά οφείλονται σε μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή. Η πρώιμη διάγνωση είναι καθοριστική, καθώς μπορεί να επηρεάσει την αυτοεκτίμηση του παιδιού, τη σχολική του επίδοση και τη συνολική του ανάπτυξη.
Τί είναι η Δυσγραφία;
Η Δυσγραφία στα παιδιά είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που επηρεάζει την ικανότητα του παιδιού να γράφει με ακρίβεια, ταχύτητα και ευκρίνεια (Berninger & Wolf, 2009). Σύμφωνα με το DSM-5 (American Psychiatric Association, 2013), η δυσγραφία εντάσσεται στις ειδικές μαθησιακές διαταραχές με ελλείμματα στην έκφραση μέσω του γραπτού λόγου.
Ειδικότερα, ένα παιδί με δυσγραφία μπορεί να παρουσιάζει πρωτογενώς:
- Κακοσχηματισμένα γράμματα
- Ανομοιογενή διάστιχα και/ή
- Δυσκολία με τη δομή των προτάσεων.
Δευτερογενώς, τα συμπτώματα της διαταραχής της δυσγραφίας μπορεί να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:
- Πόνο στο χέρι κατά τη γραφή και/ή
- Καθυστερημένη ολοκλήρωση των γραπτών εργασιών.
Ποια είναι τα διαγνωστικά κριτήρια της δυσγραφίας;
Για να δοθεί η επίσημη διάγνωση της δυσγραφίας στο παιδί, θα πρέπει να πληρούνται τα ακόλουθα:
1. Οι γραφοκινητικές δυσκολίες είναι σοβαρές και επίμονες (στον χρόνο) σε σχέση με την ηλικία του παιδιού.
2. Οι επιδόσεις στη γραφή είναι σημαντικά κατώτερες από τις αναμενόμενες για τη χρονολογική ηλικία, τη νοημοσύνη και το επίπεδο εκπαίδευσης του παιδιού.
3. Οι δυσκολίες επηρεάζουν τη σχολική απόδοση ή την καθημερινή λειτουργικότητα (Mayes & Calhoun, 2007).
4. Η διαταραχή της δυσγραφίας δεν εξηγείται καλύτερα από άλλες αναπτυξιακές ή αισθητηριακές διαταραχές.
Η διάγνωση της δυσγραφίας στα παιδιά πραγματοποιείται από παιδοψυχολόγο ή αναπτυξιολόγο, με τη χρήση τεστ, όπως είναι, στην αγγλική γλώσσα, το Beery-Buktenica Developmental Test of Visual-Motor Integration ή το Bender-Gestalt Test.
Τα αίτια της δυσγραφίας στα παιδιά
Η δυσγραφία δε συνδέεται με χαρακτηριστικά του παιδιού, όπως είναι, επί παραδείγματι, η τεμπελιά ή η αδιαφορία για το γραπτό κείμενο. Τα αίτια είναι πoικίλα και περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων:
- Νευρολογικά αίτια: διαταραχές στη σύνδεση και την επικοινωνία εγκεφαλικών περιοχών
- Κινητικά αίτια: ελλείμματα λεπτής κινητικότητας
- Οπτικοχωρικά αίτια: δυσκολία στον προσανατολισμό και στη χωρική οργάνωση
- Γλωσσικά αίτια: αδυναμία στην ορθογραφία και στη σύνταξη.
Οι ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις της δυσγραφίας στα παιδιά
Η δυσγραφία στα παιδιά μπορεί να προκαλέσει σημαντικές ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις. Συγκεκριμένα, τα παιδιά με τη διαταραχή της δυσγραφίας ενδέχεται:
- Να νιώθουν διαφορετικά από τους συμμαθητές τους
- Να αποφεύγουν γραπτές δραστηριότητες και/ή
- Να αγωνιούν για τις επιδόσεις τους.
Έτσι, τα παιδιά με διαταραχή της δυσγραφίας μπορεί να έχουν:
- Μειωμένη αυτοεκτίμηση
- Αυξημένο άγχος για τις σχολικές υποχρεώσεις και/ή
- Να επιλέγουν να απομονωθούν κοινωνικά.
Πώς να αντιμετωπίσετε τη δυσγραφία: Αποτελεσματικές παρεμβάσεις
«Με την κατάλληλη στήριξη, κάθε παιδί μπορεί να γράψει τη δική του ιστορία.»
(Berninger & Wolf, 2009)
Οι βασικοί άξονες περιλαμβάνουν στοχευμένες στρατηγικές που στηρίζονται σε εργοθεραπευτικά, εκπαιδευτικά, ψυχοκοινωνικά και τεχνολογικά πλαίσια. Συγκεκριμένα:
1. Η εργοθεραπευτική παρέμβαση επικεντρώνεται στην ενίσχυση των δεξιοτήτων λεπτής κινητικότητας, στη σωστή λαβή του μολυβιού, στον οπτικοκινητικό συντονισμό και στη σωστή στάση του σώματος κατά τη γραφή. Περιλαμβάνει επίσης ασκήσεις ενδυνάμωσης των δακτύλων, χρήση ειδικών εργαλείων και εργονομικά προσαρμοσμένα περιβάλλοντα γραφής.
Οι εργοθεραπευτές διδάσκουν το παιδί με διαταραχή της δυσγραφίας να ενισχύσει τη λεπτή κινητικότητα και να χρησιμοποιεί στρατηγικές, όπως είναι, επί παραδείγματι, οι ακόλουθες:
- Χρήση γραμμών οδηγών
- Διαλείμματα και/ή
- Εναλλακτικά μέσα γραφής (π.χ., υπολογιστής).
2. Η ανάγκη για εξατομικευμένη υποστήριξη έναντι των γενικών προσεγγίσεων οι οποίες απευθύνονται στο «μέσο παιδί», έχει επισημανθεί από τον Rose (2016), υπογραμμίζοντας τη σημασία της διαφοροποιημένης διδασκαλίας. Σε αυτό το πλαίσιο, η εκπαιδευτική υποστήριξη στο σχολείο η οποία αφορά τους εκπαιδευτικούς και τις προσαρμογές που εφαρμόζουν:
- Στο διδακτικό υλικό και στους εναλλακτικούς τρόπους αξιολόγησης του παιδιού με δυσγραφία (π.χ., προφορικές εξετάσεις ή αξιολόγηση βάση του περιεχομένου του γραπτού και όχι της μορφής του ή χρήση της τεχνολογίας). Οι εκπαιδευτικοί της σχολικής τάξης μπορούν να ενθαρρύνουν τη χρήση υποστηρικτικών εργαλείων για τους μαθητές με δυσγραφία, όπως είναι, επί παραδείγματι, τα επιτραπέζια αλφαβητάρια, τα εργονομικά μολύβια και τα ειδικά χαρτιά γραφής.
- Στη διαμόρφωση ενός ευέλικτου προγράμματος της γραπτής εργασίας ή εξέτασης (π.χ., επιπλέον χρόνος) το οποίο να βασίζεται στις ανάγκες του μαθητή/της μαθήτριας. Η παράταση του χρόνου σε παιδιά με δυσγραφία μπορεί να μειώσει το άγχος τους και ενισχύει τη συγκέντρωσή του.
- Στην παροχή ξεκάθαρων (ρητών) και δομημένων οδηγιών μέσω της οπτικοποίησης των βημάτων της γραπτής εργασίας (π.χ., με εικόνες ή με σχήματα) για τη βέλτιστη κατανόησή τους από το παιδί με δυσγραφία.
- Στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος αποδοχής και στην αποφυγή των συγκρίσεων με άλλα παιδιά της τάξης.
3. Η ψυχολογική και συναισθηματική ενίσχυση περιλαμβάνει την ενίσχυση της αυτοεκτίμησης του παιδιού, την ενθάρρυνση της προσπάθειας –αντί για την τελειοθηρία– και την αποδοχή των δυσκολιών του από το κοινωνικό του περιβάλλον. Σε αυτό το πλαίσιο, ο σχολικός ψυχολόγος μπορεί να προσφέρει τεχνικές διαχείρισης του άγχους.
4. Η συνεργασία των εκπαιδευτικών και των ειδικών με την οικογένεια του παιδιού με δυσγραφία είναι καθοριστική ως εκ του ότι οι γονείς μπορούν να συμμετέχουν ενεργά, να εφαρμόζουν μία σταθερή ρουτίνα γραφής στο σπίτι, να προσφέρουν θετική ενίσχυση και διατηρούν επικοινωνία με τους ειδικούς και τους εκπαιδευτικούς.
Η συμμαχία του σχολείου με την οικογένεια του παιδιού δημιουργεί αίσθημα ασφάλειας στο παιδί και τους γονείς του. Έτσι, το παιδί αποκτά αυτοπεποίθηση και νιώθει ότι δεν είναι μόνο του σε αυτή τη διαδρομή.
Το σπίτι του παιδιού μπορεί να λειτουργήσει ως προέκταση της θεραπείας του. Κάποιες πρακτικές συμβουλευτικού χαρακτήρα που μπορούν να ακολουθούν οι γονείς του παιδιού με δυσγραφία για να το βοηθήσουν είναι οι ακόλουθες:
- Ορισμένες σύντομες καθημερινές ασκήσεις οι οποίες βοηθούν χωρίς να κουράζουν το παιδί
- Να μην εστιάζουν στο αποτέλεσμα, αλλά στην προσπάθεια του παιδιού. Η θετική ενίσχυση καλλιεργεί εν δυνάμει την αυτοεκτίμηση και τη διάθεση για μάθηση του παιδιού. Η θετική ενίσχυση και η σταδιακή πρόοδος είναι πιο αποτελεσματικές από την αυστηρή κριτική. Είναι σημαντικό για το παιδί, οι γονείς να αποφεύγουν τη σύγκριση με άλλα παιδιά. Παράλληλα, οι γονείς οφείλουν να δείχνουν υπομονή και να αναγνωρίζουν την πρόοδο του παιδιού τους, ακόμη κι αν είναι μικρή. Συχνά, μια απλή φράση όπως “Σε πιστεύω”, έχει τεράστια δύναμη.
- Να συνδυάζουν το γράψιμο με το παιχνίδι. Η χρήση της πλαστελίνης, η ιχνογραφία ή η ζωγραφική, βελτιώνουν τις δεξιότητες λεπτής κινητικότητας με ευχάριστο τρόπο.
- Να συνεργάζονται με τον εκπαιδευτικό του παιδιού τους. Η ανταλλαγή πληροφοριών για το πώς μαθαίνει καλύτερα το παιδί.
- Να αναζητήσουν έγκαιρα βοήθεια από κάποιον ειδικό. Αν η δυσκολία επιμένει, οι γονείς θα πρέπει να ζητήσουν την αξιολόγηση του παιδιού τους από έναν εργοθεραπευτή. Όσο πιο νωρίς αναγνωριστεί και διαγνωστεί η διαταραχή της δυσγραφίας στα παιδιά, τόσο καλύτερες είναι οι πιθανότητες για μία θετική έκβαση των δυσκολιών. Η εγκεφαλική πλαστικότητα (Rose & Meyer, 2016) στην παιδική ηλικία επιτρέπει την τροποποίηση των δυσλειτουργικών μοτίβων και την ενίσχυση εναλλακτικών στρατηγικών. Οι ειδικοί μπορούν, επομένως, να αξιοποιήσουν αυτό το αναπτυξιακό «παράθυρο».
5. Η τεχνολογική υποστήριξη και τα εργαλεία, όπως, επί παραδείγματι, η χρήση των υπολογιστών, των ταμπλετ, των λογισμικών υποβοηθούμενης γραφής και των ειδικών γραφοκινητικών εφαρμογών, βοηθούν στην αντιμετώπιση των δυσκολιών του παιδιού με δυσγραφία. Με αυτόν τον τρόπο, ενισχύεται η συμμετοχή του παιδιού στις δραστηριότητες γραφής και ταυτόχρονα μειώνεται η απογοήτευση που προκαλείται από τη χειρόγραφη εργασία.
Ο ρόλος της διεπιστημονικής υποστήριξης του παιδιού με δυσγραφία
Η αποτελεσματική παρέμβαση απαιτεί τη συνεργασία μεταξύ των εκπαιδευτικών της σχολικής τάξης, των ειδικών παιδαγωγών των τμημάτων ένταξης ή της παράλληλης στήριξης, των σχολικών ψυχολόγων της σχολικής μονάδας και των ιδιωτών ή δημοσίων εργοθεραπευτών.
Η διεπιστημονική ομάδα δημιουργεί ένα εξατομικευμένο πλάνο παρέμβασης και παρακολουθεί την πρόοδο του παιδιού. Η τακτική επικοινωνία μεταξύ της οικογένειας του παιδιού και των επαγγελματιών είναι καθοριστική για τις μαθησιακές επιδόσεις του παιδιού.
Συμπεράσματα
Η δυσγραφία στα παιδιά δεν αποτελεί ένα εμπόδιο για τη μάθηση το οποίο δεν μπορεί να ξεπεραστεί. Αντίθετα, με την κατάλληλη υποστήριξη του παιδιού από τον εκπαιδευτικό της σχολικής τάξης και τη διεπιστημονική ομάδα που θα το πλαισιώσει, το παιδί με τη διαταραχή της δυσγραφίας θα μπορέσει να αναπτύξει τις δεξιότητες της γραφής οι οποίες θα είναι κατάλληλες για την ηλικία του.
Επιπλέον, η έγκαιρη παρέμβαση μπορεί να αλλάξει τη μαθησιακή πορεία ενός παιδιού με δυσγραφία καθώς παρέχει τα κατάλληλα εργαλεία, ενισχύει την αυτοπεποίθηση του παιδιού και καλλιεργεί την εσωτερική του δύναμη. Η χρήση εξατομικευμένων στρατηγικών μπορεί να βελτιώσει την απόδοση του παιδιου με δυσγραφία, χωρίς να αλλοιώνει τη μαθησιακή του ταυτότητα.
Η ευαισθητοποίηση, η έγκαιρη διάγνωση και η υποστήριξη είναι τα τρία βασικά θεμέλια για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η δυσγραφία στα παιδιά.
Βιβλιογραφία
American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and statistical manual of mental disorders (5η έκδ.). Author.
Berninger, V. W., & Wolf, B. (2009). Teaching Students with Dyslexia and Dysgraphia: Lessons from Teaching and Science. Paul H. Brookes Publishing.
Mayes, S. D., & Calhoun, S. L. (2007). Learning, attention, writing, and processing speed in typical children and children with ADHD, autism, anxiety, depression, and oppositional-defiant disorder. Child Neuropsychology, 13(6), 469–493.
Rose, D. H., & Meyer, A. (2016). Universal design for learning: Theory and practice. CAST Professional Publishing.