Οι μελωδίες του πάντα μιλούν για εκείνον, πάντα θυμίζουν εκείνον. Η ψυχή του ελεύθερη, το μυαλό του ανοιχτό κι ένας πληγωμένος ρομαντισμός να πλανιέται εντός του. Αρνούνταν να μεγαλώσει. Διψούσε για αλήθεια, ιδέες, ιδανικά και αγάπη. Ήταν κάτι παραπάνω από ένα απλά ανθρώπινο ον, ήταν ο δικός μας … Μάνος Χατζιδάκις !
Τα πρώτα χρόνια
Ο Εμμανουήλ Χατζιδάκις γεννήθηκε στην Ξάνθη στις 23 Οκτωβρίου του 1925. Ήταν γιος του δικηγόρου Γεωργίου Χατζιδάκι ο οποίος κατάγονταν από το Μύρθιο Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου και της Αλίκης Αρβανιτίδου, η οποία κατάγονταν από την Ανδριανούπολη.
Η μουσική του εκπαίδευση ξεκινά σε ηλικία τεσσάρων ετών και περιλαμβάνει μαθήματα πιάνου από την αρμενικής καταγωγής πιανίστρια Altounian. Παράλληλα εξασκείται στο βιολί και στο ακορντεόν.
Το διαζύγιο , η ζωή στην Αθήνα και οι οικονομικές δυσκολίες
Ο Χατζιδάκις εγκαθίσταται στην Αθήνα με τη μητέρα του το 1932 έπειτα από το χωρισμό των γονιών του. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1938, ο πατέρας του πεθαίνει σε αεροπορικό δυστύχημα, γεγονός που σε συνδυασμό με την έναρξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου επιφέρει μεγάλες οικονομικές δυσχέρειες στην οικογένεια. Ο νεαρός Χατζιδάκις εργάζεται για βιοπορισμό ως φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι, παγοπώλης στο εργοστάσιο του Φιξ, υπάλληλος στο φωτογραφείο του Μεγαλοκονόμου και βοηθός νοσοκόμος στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο.
Παράλληλα επεκτείνει τις μουσικές του γνώσεις παρακολουθώντας ανώτερα θεωρητικά μαθήματα με τον Μενέλαο Παλλάντιο την περίοδο 1940 – 1943 , ενώ ξεκινά να φοιτά στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών χωρίς όμως ποτέ να φέρει σε πέρας τις σπουδές του αυτές. Την ίδια περίοδο συνδέεται με άλλους καλλιτέχνες και διανοούμενους, μεταξύ των οποίων ήταν οι ποιητές Νίκος Γκάτσος, Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Άγγελος Σικελιανός και ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης. Κατά την τελευταία περίοδο της Κατοχής συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ, όπου γνώρισε τον επίσης κορυφαίο μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, με τον οποίον τον συνέδεσε βαθιά φιλία.
Τα πρώτα βήματα
Η πρώτη εμφάνιση του Χατζιδάκι ως συνθέτης πραγματοποιείται το 1944, με τη συμμετοχή του στο έργο «Τελευταίος Ασπροκόρακας» του Αλέξη Σολομού, στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης, ο Χατζιδάκις θα παρακολουθήσει και μαθήματα υποκριτικής, αν και τελικά ο ίδιος ο Κουν θα τον προτρέψει να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη μουσική. Η συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης θα αποδειχθεί ιδιαίτερα παραγωγική και θα διαρκέσει περίπου δεκαπέντε χρόνια. Τέλος, το 1946, καταγράφεται η πρώτη του εργασία για τον κινηματογράφο, στην ταινία Αδούλωτοι Σκλάβοι.
Την περίοδο αυτή, ο Χατζιδάκις ανακαλύπτει το ρεμπέτικο τραγούδι και γίνεται ο πρώτος που θα το μελετήσει σε βάθος και θα κατανοήσει την αξία του. Στις 31 Ιανουαρίου 1949, σε ηλικία 23 ετών, δίνει στο Θέατρο Τέχνης τη διάσημη πλέον διάλεξη για το ρεμπέτικο τραγούδι.
Το 1950 θα αποτελέσει ιδρυτικό στέλεχος και καλλιτεχνικό διευθυντή του Ελληνικού Χοροδράματος της Ραλλούς Μάνου, όπου παρουσιάζει τα τέσσερα μπαλέτα του, «Μαρσύας» (1950), «Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές» (1951), «Το Καταραμένο Φίδι» (1951) και «Ερημιά» (1958). Την ίδια εποχή, η τραγωδός Μαρίκα Κοτοπούλη αναθέτει στον Χατζιδάκι τη σύνθεση της μουσικής για τις «Χοηφόρους» (1950) από την «Ορέστεια» του Αισχύλου. Το γεγονός αυτό αποτελεί την απαρχή της ενασχόλησης του Χατζιδάκι με το αρχαίο δράμα. Μερικές από τις τραγωδίες και κωμωδίες για τις οποίες θα γράψει μουσική είναι η «Μήδεια» (1956), ο «Κύκλωπας» (1959), οι «Βάκχες» (1962), οι «Εκκλησιάζουσες» (1956), η «Λυσιστράτη» (1957) και οι «Όρνιθες» (1959). Το 1950 ο Χατζιδάκις συνεργάζεται με τον Άγγελο Σικελιανό προκειμένου να συνθέσει τη μουσική για την τελευταία τραγωδία του ποιητή «Ο Θάνατος του Διγενή».
Την ίδια περίοδο γράφει σημαντικά μουσικά έργα, όπως τα πιανιστικά έργα «Ιονική σουίτα» (1952) και «Για μια μικρή λευκή αχιβάδα» (1947), καθώς και τον κύκλο τραγουδιών «Ο Κύκλος του C.N.S.» ( 1954 ).
Αναγνωρισιμότητα
Το 1960 ήταν μία χρονιά με διακρίσεις και βραβεία. Του απονεμήθηκε το πρώτο βραβείο στο Β’ Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού του Ε.Ι.Ρ. για το «Κυπαρισσάκι” και την «Τιμωρία» με την Νάνα Μούσχουρη, απέσπασε το βραβείο για τη μουσική του στο «Ποτάμι» του Νίκου Κούνδουρου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, έγραψε τα «Τα Παιδιά του Πειραιά» για το «Ποτέ την Κυριακή» του Ζυλ Ντασέν, που έκαναν το γύρο του κόσμου αποδίδοντας στον συνθέτη και το Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Τραγουδιού την επόμενη χρονιά, και επίσης συνέθεσε μουσική για τα θεατρικά έργα «Ευρυδίκη» του Ζαν Ανούιγ, «Το γλυκό πουλί της νιότης» του Τένεσι Ουίλιαμς, «Ο θάνατος του Διγενή» του Άγγελου Σικελιανού, «Η τύχη της Μαρούλας» του Δημητρίου Κορομηλά και για πολλές ταινίες. Ανάμεσά τους οι: «Μανταλένα», «Η Αλίκη στο ναυτικό», «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος», «Η κυρία δήμαρχος», «Το κλωτσοσκούφι», «Ραντεβού στην Κέρκυρα», κ.α.
Το 1961 κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Τραγουδιού για το τραγούδι «Τα παιδιά του Πειραιά». Η βράβευση αυτή του έδωσε παγκόσμια δημοσιότητα, την οποία ο Χατζιδάκις προσπάθησε να αποφύγει με κάθε τρόπο, θεωρώντας ότι του στερούσε τη δυνατότητα να διαμορφώσει ο ίδιος την σχέση του με τον ακροατή του. «Για μένα το Όσκαρ δεν αποτελεί στεφάνωμα μιας σταδιοδρομίας αλλά το αληθινό μου ξεκίνημα», ήταν η απάντηση-δήλωση του συνθέτη. «Τα παιδιά του Πειραιά” έφεραν στην Ελλάδα το δεύτερο Όσκαρ, δεκαπέντε χρόνια μετά την Κατίνα Παξινού και το δικό της Όσκαρ για την ερμηνεία της στην ταινία «Για Ποιον Χτυπά η Καμπάνα». Το τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι για το «Ποτέ την Κυριακή» του Ζυλ Ντασέν, που έκανε το γύρο του κόσμου, επικράτησε των άλλων υποψηφιοτήτων, προσφέροντας στον Έλληνα δημιουργό μία διεθνή διάκριση. Ήταν μια βράβευση την οποία ο ίδιος δεν αντιμετώπισε ποτέ ως ξεχωριστή στιγμή στην καριέρα του. «Μπορεί ένα απλό τραγούδι να μου έφερε το Όσκαρ. Οι φιλοδοξίες μου όμως και οι υποχρεώσεις μου δεν σταματούν σε αυτό…», έλεγε. Την ίδια χρονιά ο Μάνος Χατζιδάκις απέσπασε το Β’ βραβείο στο Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού για το τραγούδι του «Κουρασμένο παλικάρι». Το Α’ δόθηκε στον Μίκη Θεοδωράκη για την «Απαγωγή».
Το 1962 ο Χατζιδάκις χρηματοδοτεί το Διαγωνισμό Σύνθεσης Μάνος Χατζιδάκις στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο Δοξιάδη στην Αθήνα, με το πρώτο βραβείο να απονέμεται από κοινού στους Γιάννη Ξενάκη και Ανέστη Λογοθέτη. Το 1964 ιδρύει και διευθύνει την Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών (1964-66). Στο σύντομο χρονικό διάστημα της λειτουργίας της, η ορχήστρα έδωσε 20 συναυλίες με πρεμιέρες δεκαπέντε έργων Ελλήνων συνθετών. Την ίδια περίοδο αρχίζει και η συνεργασία του με τον Μωρίς Μπεζάρ. Οι Όρνιθες ανεβαίνουν από τα Μπαλέτα του 20ού Αιώνα στις Βρυξέλλες.
Η ζωή στο εξωτερικό
Το 1966 ο Μάνος Χατζιδάκις επισκέπτεται την Νέα Υόρκη των ΗΠΑ προκειμένου να ανεβάσει στο Broadway με τον Ζυλ Ντασέν και τη Μελίνα Μερκούρη τη θεατρική διασκευή του «Ποτέ την Κυριακή» με τον τίτλο Illya Darling. Κατά την παραμονή του στην Αμερική έρχεται σε επαφή με την pop και rock αμερικανική μουσική σκηνή, γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα την ηχογράφηση του κύκλου τραγουδιών “Reflections” σε συνεργασία με το συγκρότημα “New York Rock and Roll Ensemble”, ενώ ηχογραφεί και «Το Χαμόγελο της Τζοκόντας» . Παράλληλα συνεχίζει τη συνεργασία με τα μπαλέτα του 20ού Αιώνα στις Βρυξέλλες, όπου διευθύνει έργα δικά του ή άλλων συνθετών. Άλλα σημαντικά έργα της περιόδου είναι η μουσική για την ταινία “Blue” (1958) του Silvio Narizzano, η «Ρυθμολογία» (έργο για πιάνο) και η «Αμοργός» (1970), πάνω στο εμβληματικό ποίημα του ποιητή Νίκου Γκάτσου, έργο το οποίο ο συνθέτης άφησε ημιτελές.
Επιστροφή και αποθέωση
Το 1972 επιστρέφει στην Aθήνα και τον επόμενο χρόνο ιδρύει το μουσικό καφεθέατρο «Πολύτροπο» με το οποίο επιδιώκει, σύμφωνα με τον ίδιο, «μια τελετουργική παρουσίαση του τραγουδιού, μ’ όλα τα μέσα που μας παρέχει η σύγχρονη θεατρική εμπειρία». Η περίοδος αυτή, μέχρι το τέλος της ζωής του, θεωρείται η περισσότερο ώριμη στη μουσική του σταδιοδρομία και σηματοδοτείται από την ηχογράφηση του έργου «Ο Μεγάλος Ερωτικός».
Ο Μάνος Χατζιδάκις θεωρείται ο πρώτος που συνέδεσε με το έργο του, θεωρητικό και συνθετικό, τη λόγια μουσική με τη λαϊκή μουσική παράδοση. Πολλά από τα έργα του αναγνωρίζονται σήμερα ως κλασικά .
Θάνατος
Ο Μάνος Χατζιδάκις έφυγε από κοντά μας για να συναντήσει τη γειτονιά των αγγέλων στις 15 Ιουνίου του 1994. Η αίτια ήταν το οξύ πνευμονικό οίδημα .