Τον Αύγουστο του 2008 σημειώθηκε μία ένοπλη σύγκρουση σε μία περιοχή αρκετά κοντά στην Ελλάδα, τον Καύκασο. Οι αντιμαχόμενες πλευρές ήταν από τη μία η Γεωργία και από την άλλη δύο αυτόνομες περιοχές της που διεκδικούσαν (και διεκδικούν) την ανεξαρτησία τους, η Αμπχαζία και η Νότια Οσετία. Δεν πρέπει να παραβλεφθεί ότι η Ρωσία βοήθησε σημαντικά τις δύο διαφιλονικούμενες περιοχές, τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε διπλωματικό επίπεδο. Ο πόλεμος της Νότιας Οσετίας, όπως ονομάστηκε, τερματίστηκε με την αποχώρηση των γεωργιανών και των ρωσικών στρατευμάτων από τις περιοχές αυτές και την αναγνώριση της ανεξαρτησίας τους από τη Ρωσική Ομοσπονδία.
Οι Οσέτιοι είναι ένας λαός του Καυκάσου, απόγονοι ιρανικών ομάδων με αρχική τους κοιτίδα τον ποταμό Ντον. Ήρθαν στον Καύκασο κατά τα μεσαιωνικά χρόνια, αφότου εκδιώχθηκαν από Μογγόλους εισβολείς. Η περιοχή, στην οποία εγκαταστάθηκαν, ονομάστηκε Οσετία, και αποτελείται τόσο από τη Βόρεια Οσετία (μέρος της Ρωσίας) και τη Νότια Οσετία (de jure μέρος της Γεωργίας). Στην περιοχή της Νότιας Οσετίας, οι Γεωργιανοί αποτελούν μειοψηφία (14.000 από τους 70.000 συνολικά κατοίκους).
Πιο συγκεκριμένα, η Νότια Οσετία όπως και η Αμπχαζία είναι δύο περιοχές εντός του γεωργιανού κράτους που διεκδικούν την ανεξαρτησία τους, ήδη από την εποχή της ΕΣΣΔ. Το 1991, όταν το πρώτο κομμουνιστικό κράτος στον κόσμο διαλύθηκε, η Γεωργία ανακήρυξε την ανεξαρτησία της. Η Αμπχαζία και η Νότια Οσετία συμπεριλήφθηκαν στα διεθνώς αναγνωρισμένα σύνορα της Γεωργίας. Οι Οσέτιοι όμως όπως και οι Αμπχάζιοι αρνήθηκαν τη νέα πραγματικότητα και ανακήρυξαν μονομερώς την ανεξαρτησία τους, σχηματίζοντας κυβερνήσεις. Μετά από τρία χρόνια συγκρούσεων, η Ρωσία, η Γεωργία και οι δύο αμφισβητούμενες περιοχές υπέγραψαν ανακωχή, η οποία συνοδευόταν από την ειρηνευτική δύναμη που επέβλεπε την κατάσταση.
Η Γεωργία ακόμη και σήμερα δεν αναγνωρίζει τη Νότια Οσετία και την Αμπχαζία ως διαφορετικές εθνικές οντότητες ή αυτόνομες περιοχές, αλλά τις θεωρεί γεωργιανά εδάφη και αναφέρεται σ’ αυτές με διαφορετικά ονόματα. Από την άλλη, οι δύο αυτές περιοχές ανέπτυξαν ισχυρούς δεσμούς με τη Ρωσία, η οποία παραχώρησε ρωσικά διαβατήρια σε πολλούς κατοίκους. Το 2004 εκλέγεται πρόεδρος της Γεωργίας ο Μιχαήλ Σαακασβίλι. Η πρόθεσή του ήταν να επαναφέρει τις διαφιλονικούμενες περιοχές υπό τον γεωργιανό έλεγχο. Η σημαντική γεωπολιτική θέση των δύο αυτών περιοχών αλλά και της ίδιας της Γεωργίας δεν άργησε να φέρει τη σύγκρουση ανάμεσα σε Ρωσία και Γεωργία.
Στις 8 Αυγούστου του 2008 λίγο πριν αρχίσει η τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στο Πεκίνο, γεωργιανές δυνάμεις παραβίασαν την εκεχειρία που είχε στηθεί και επιτέθηκαν στην πρωτεύουσα της Νότιας Οσετίας, Τσχινβάλι. Η επίσημη δικαιολογία που χρησιμοποίησαν ήταν “για την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης”. Φυσικά, η Ρωσία δεν έμεινε άπραγη, καθώς ρωσικά τανκς εισήλθαν στη Νότια Οσετία σχεδόν αμέσως μετά τα γεωργιανά, για να προστατεύσουν τους κατοίκους της περιοχής, οι οποίοι φυσικά είχαν ρωσικά διαβατήρια. Ρωσικά αεροπλάνα βομβάρδισαν στρατιωτική βάση κοντά στην Τιφλίδα, πρωτεύουσα της Γεωργίας. Από το απόγευμα της πρώτης μέρας, μαινόταν η σφοδρή μάχη για τον έλεγχο της πρωτεύουσας της Νότιας Οσετίας, η οποία υπέστη μεγάλες καταστροφές. Η επίθεση της Γεωργίας προκάλεσε τον θάνατο αμάχων, τους οποίους η Ρωσία υπολογίζει στους 2.000, εκτίμηση που διαψεύδει η Τιφλίδα.
Για τις επόμενες δύο εβδομάδες, η Γεωργία κήρυξε γενική επιστράτευση και βρέθηκε σε κατάσταση πολέμου. Παράλληλα, ανακάλεσε τις στρατιωτικές δυνάμεις που είχε στείλει στο Ιράκ. Οι Ρώσοι κατάφεραν να απωθήσουν τους Γεωργιανούς εκτός των εδαφών της Ν. Οσετίας και επιτέθηκαν στα προάστια της Τιφλίδας. Μάλιστα, εισήλθαν και στην Αμπχαζία, ενώ ρωσικά βομβαρδιστικά επέδραμαν και κατέστρεψαν το λιμάνι του Πότι καθώς και στρατιωτικούς στόχους στην πόλη Γκόρι. Οι δύο πλευρές έκαναν λόγο για αρκετά θύματα. Οι νεκροί όμως κυρίως ήταν άμαχοι πολίτες, από τους “τυφλούς” βομβαρδισμούς των Γεωργιανών ενώ παρατηρήθηκε κύμα φυγής από τη Νότια Οσετία προς τη Βόρεια.
Ο πόλεμος κράτησε συνολικά πέντε μέρες. Στις 12 Αυγούστου 2008 συμφωνήθηκε κατάπαυση του πυρός μετά τη συνάντηση του Ρώσου προέδρου Ντμίτρι Μεντβέντεφ και του Γάλλου ομολόγου του Νικολά Σαρκοζί. Η Ρωσία αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας, ωστόσο ελάχιστες χώρες προχώρησαν στην ίδια ενέργεια. Οι διπλωματικές σχέσεις Μόσχας και Τιφλίδας πάγωσαν.
Μετά τον πόλεμο, η Νότια Οσετία (και η Αμπχαζία) εξαρτιούνται σχεδόν αποκλειστικά από τη Ρωσία. Η Γεωργία από την άλλη, μπορεί να έχει σημειώσει πρόοδο στην οικονομία της, αλλά η αρνητική έκβαση του πολέμου που η ίδια προκάλεσε, έδωσε το πάτημα στις μελλοντικές κυβερνήσεις της χώρας να φέρονται με περισσότερο αυταρχισμό και συγκεντρωτισμό. Ο πολιτικός διάλογος μεταξύ της εκάστοτε αντιπολίτευσης και της εκάστοτε κυβέρνησης είναι σχεδόν ανύπαρκτος. Το 2014, η Γεωργία υπέγραψε συμφωνία σύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση, αν και δεν έχει ακόμη καταθέσει επίσημη αίτηση ένταξης στον οργανισμό.
Οι σχέσεις Γεωργίας και Ρωσίας παραμένουν στάσιμες ακόμη και σήμερα. Οι Γεωργιανοί βλέπουν με καχυποψία τις πολιτικές και στρατιωτικές κινήσεις των γειτόνων τους και η ένταση στα σύνορα με τις αμφισβητούμενες περιοχές ανεβαίνει τακτικά, χωρίς όμως να υπάρχουν ενδείξεις για περαιτέρω επιδείνωση. Από την άλλη πλευρά, οι σχέσεις των Γεωργιανών με τους Ρώσους πολίτες είναι σχετικά καλές. Πολλοί Γεωργιανοί ταξιδεύουν στη Ρωσία για δουλειά και πολλοί Ρώσοι επισκέπτονται τη δημοκρατία του Καυκάσου. Μάλιστα οι Ρώσοι είναι οι πρώτοι σε αριθμό τουριστών στη χώρα αυτή. Όπως φαίνεται πάντως, ο πόλεμος οδήγησε σε μία στάσιμη και τεταμένη πολλές φορές κατάσταση στον Καύκασο, για την οποία δε φαίνεται μέχρι στιγμής να υπάρχει ουσιαστική επίλυση.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν γι’ αυτό το άρθρο:
Πόλεμος της Νότιας Οσετίας 2008: αντλήθηκε από el.wikipedia.org
Νότια Οσετία 2008, ένας μικρός πρόστυχος πόλεμος: αντλήθηκε από sputniknews.gr
10 χρόνια από τον πόλεμο Γεωργίας – Ρωσίας: Το χρονικό της σύγκρουσης: αντλήθηκε από gr.euronews.com