Το παρόν άρθρο
Μία πρόσφατη, διαχρονική, μεγάλης κλίμακας έρευνα
Ερευνητικός σκοπός
Αξιολόγηση των συναισθηματικών και συμπεριφορικών προβλημάτων
Αξιολόγηση των γλωσσικών δεξιοτήτων
Στην ηλικία των 3 ετών, οι ερευνητές αξιολόγησαν τις γλωσσικές δεξιότητες των παιδιών με τις ακόλουθες δοκιμασίες: σημασιολογική ευχέρεια, επανάληψη λέξεων και ψευδολέξεων, επανάληψη προτάσεων, κατονομασμός εικόνων και κατανόηση οδηγιών. Στην ηλικία των 5,5 ετών, οι ερευνητές αξιολόγησαν τις γλωσσικές δεξιότητες των παιδιών με τις ακόλουθες δοκιμασίες: επανάληψη ψευδολέξεων, επανάληψη προτάσεων, πληροφορίες, λεξιλόγιο και εννοιολογική γνώση.
Ερευνητικές υποθέσεις
Για να εξετάσουν τη σχέση μεταξύ των γλωσσικών δεξιοτήτων των παιδιών στα 3 έτη της ζωής και των συμπτωμάτων απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας στα 5,5 έτη της ζωής, ο Peyre και οι συνεργάτες του (2016) εξέτασαν τα ακόλουθα:
- Οι ερευνητές θεώρησαν ότι η σχέση μεταξύ των γλωσσικών δεξιοτήτων των παιδιών στα 3 έτη και των συμπτωμάτων απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας στην ηλικία των 5,5 ετών θα είναι ισχυρότερη από τη σχέση μεταξύ των συμπτωμάτων απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας στην ηλικία των 5,5 ετών και των γλωσσικών δεξιοτήτων των παιδιών στα 3 έτη.
- Στη βάση της προαναφερόμενης σχέσης, οι ερευνητές υπέθεσαν ότι εάν η επίδραση των πρώιμων γλωσσικών δυσκολιών στην εκδήλωση των συμπτωμάτων απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας διαμεσολαβείται από την αναποτελεσματική χρήση του αυτο-αναφορικού λόγου (self-directed speech), οι εκφραστικές γλωσσικές δεξιότητες θα πρέπει να συσχετίζονται ισχυρότερα με τα συμπτώματα απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας μεταγενέστερα στη ζωή του παιδιού.
- Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης εάν η σχέση μεταξύ των γλωσσικών δεξιοτήτων και των συμπτωμάτων απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας διαμεσολαβείται από τις διαπροσωπικές δυσκολίες των παιδιών, όπως αξιολογήθηκαν με το ερωτηματολόγιο Δυνατοτήτων και Αδυναμιών.
- Τέλος, οι ερευνητές εξέτασαν εάν υπάρχουν κοινοί προγεννητικοί και μεταγεννητικοί περιβαλλοντικοί παράγοντες που μπορεί να εξηγήσουν τόσο τις γλωσσικές δεξιότητες όσο και τα συμπτώματα απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας.
Αποτελέσματα
- Οι πρώιμες γλωσσικές δεξιότητες στα 3 έτη προέβλεψαν τις γλωσσικές δεξιότητες στα 5,5 έτη καθώς και τα συμπτώματα απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας στα 5,5 έτη.
- Η πιο ισχυρή συσχέτιση μεταξύ των γλωσσικών δεξιοτήτων στα 3 έτη και των συμπτωμάτων απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας αφορούσε τη δοκιμασία της κατανόησης των οδηγιών στα 3 έτη η οποία προέβλεψε τα συμπτώματα απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας στα 5 έτη.
- Το προαναφερόμενο εύρημα δείχνει ότι οι πρώιμες συντακτικές δεξιότητες στα 3 έτη είναι ο γλωσσικός τομέας που σχετίζεται ισχυρότερα με τα συμπτώματα απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας στα 5,5 έτη.
- Βρέθηκε μία μικρή αρνητική επίδραση των γλωσσικών δεξιοτήτων στα 3 έτη στα συμπτώματα απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας στα 5,5 έτη.
- Οι δυσκολίες με τους συνομηλίκους και η προκοινωνική συμπεριφορά (όπως αξιολογήθηκαν με το ερωτηματολόγιο Δυνατοτήτων και Αδυναμιών) των παιδιών δε διαμεσολάβησαν τη σχέση μεταξύ των πρώιμων γλωσσικών δεξιοτήτων και των συμπτωμάτων της ΔΕΠΥ, μετέπειτα στη ζωή του παιδιού.
Συμπεράσματα
- Οι φτωχές γλωσσικές δεξιότητες στην ηλικία των 3 ετών μπορεί να προβλέπουν τα συμπτώματα απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας όταν ένα παιδί ξεκινήσει το Δημοτικό σχολείο.
- Τα ευρήματα προτείνουν ότι οι συντακτικές γλωσσικές δυσκολίες προηγούνται χρονικά και μπορεί να οδηγήσουν στην ανάπτυξη των συμπτωμάτων απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας κατά την προσχολική περίοδο.
- Ωστόσο, απαιτούνται περαιτέρω έρευνες που θα εξετάσουν εάν η σχέση μεταξύ των πρώιμων γλωσσικών δυσκολιών και των συμπτωμάτων απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας είναι πράγματι αιτιολογική.
- Εάν η σχέση μεταξύ των γλωσσικών δυσκολιών και των συμπτωμάτων απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας είναι πράγματι αιτιολογική, η αναγνώριση και η έγκαιρη θεραπεία των γλωσσικών δυσκολιών κατά την προσχολική περίοδο μπορεί βοηθήσουν στη μείωση των συμπτωμάτων όταν το παιδί ξεκινήσει το Δημοτικό σχολείο.
Συμπερασματικά, οι γλωσσικές δυσκολίες στον συντακτικό τομέα της γλώσσας προηγούνται της ανάπτυξης των συμπτωμάτων απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας κατά την προσχολική περίοδο. Ο Peyre και οι συνεργάτες του (2016) συμπέραναν ότι οι πρώιμες γλωσσικές δυσκολίες των παιδιών μπορεί να είναι ένα πρώιμος δείκτης της ΔΕΠΥ ή ότι οι συντακτικές γλωσσικές δυσκολίες μπορεί αιτιολογικά να οδηγούν στην ανάπτυξη των συμπτωμάτων απροσεξίας και υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας. Πράγματι, τα παιδιά με ΔΕΠΥ μπορεί να αντιμετωπίσουν απροσδόκητες δυσκολίες με την κατανόηση πιο σύνθετων πληροφοριών σε σχέση με τα παιδιά χωρίς ΔΕΠΥ.
Βιβλιογραφία
Bruce, B., Thernlund, G., & Nettelbladt, U. (2006). ADHD and language impairment: A study of the parent questionnaire FTF (Five to Fifteen). Eurοpean Child Adolescent Psychiatry, 15, 52-60.
Cohen, N. J., Vallance, D. D., Barwick, M., Im, N., Menna, R., Horodezky, N. B., κ.ά. (2004). The interface between ADHD and language impairment: An examination of language, achievement, and cognitive processing. Journal of Child Psychology & Psychiatry, 41, 353-362.
Faraone, S. V., Sergeant, J., Gillberg, C., & Biederman, J. (2003). The worldwide prevalence of ADHD: Is it an American condition? World Psychiatry, 2, 104-113.
Gremillion, M. L., & Martel, M. M. (2014). Merely misunderstood? Receptive, expressive, and pragmatic language in young children with disruptive behavior disorders. Journal of Clinical Child & Adolescent Psychology, 43, 765-776.
Peyre, H., Galera, C., van der Waerden, J., Hoertel, N., Bernard, J. Y., Melchior, M., κ.ά. (2016). Relationship between early language skills and the development of inattention/hyperactivity symptoms during the preschool period: Results of the EDEN mother-child cohort. BMC Psychiatry, 16(1), 380. https://doi.org/10.1186/s12888-016-1091-3