Ούγκο φον Χόφμανσταλ
Γεννημένος την 1η Φεβρουαρίου 1874 στη Βιέννη, ο Ούγκο φον Χόφμανσταλ (Hugo Laurenz August Hofmann, Edler von Hofmannsthal) έμελλε να αποτελέσει ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του «Παρακμιακού κινήματος» αλλά και του βιεννέζικου μοντερνισμού. Υπήρξε δοκιμιογράφος, δραματουργός, λιμπρετίστας και διηγηματογράφος.
Με ρίζες από τη Βοημία, τη Λομβαρδία αλλά και το Ισραήλ, ο Χόφμανσταλ προερχόταν από μια ευκατάστατη αστική οικογένεια. Ο προπάππους του σπούδασε μεταξουργία κι έφτιαξε μια ολόκληρη επιχείρηση, η οποία προσέφερε οικονομική ευημερία στην οικογένεια. Το Κραχ όμως του 1873, οδήγησε στην οικονομική καταστροφή της οικογένειας. Ο Χόφμανσταλ, λοιπόν, μεγαλώνοντας έπρεπε να κερδίσει μόνος του τα προς το ζην, με το φόβο της φτώχειας σαν δαμόκλειο σπάθη πάνω από το κεφάλι του.
Ως παιδί ο Χόφμανσταλ είχε την καλύτερη μόρφωση – ιδιαίτερα μαθήματα στην αρχή, για να ακολουθήσουν σπουδές στο Ακαδημαϊκό Γυμνάσιο της Βιέννης, σχολείο της ελίτ της εποχής. Εκεί αποκτά ευρεία παιδεία – μαθαίνει Ιταλικά, Γαλλικά, Αγγλικά, Λατινικά κι Ελληνικά.
Αγαπημένη του ασχολία απετέλεσε το διάβασμα – αφορμή για τη γνωριμία του με κείμενα του Νίτσε, ο οποίος τον επηρέασε βαθιά στα ποιήματα που έγραψε. Τα πρώτα του ποιήματα δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες, όντας εκείνος ακόμη μαθητής.
Το 1892 ολοκληρώνει τις σπουδές του και μετά από πίεση του πατέρα του ξεκινά νομικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης. Εκδίδεται, επίσης, και το πρώτο του θεατρικό έργο «Ο θάνατος του Τισιάνο». Εκείνη την εποχή έχει γνωρίσει και τον Στέφαν Γκέοργκ, ο οποίος τον επηρέασε βαθιά, γεγονός που αποτυπώνεται στα ποιήματά του. Μετά από ένα χρόνο σπουδών εγκαταλείπει για να καταταγεί εθελοντικά στο στρατό. Ένα ταξίδι στη Βενετία θα τον κάνει να επιστρέψει στο πανεπιστήμιο, όχι όμως στη Νομική αλλά στη Γαλλική φιλολογία. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του θα γνωρίσει και τον ποιητή Λέοπολντ Άντριαν, με τον οποίο τον συνέδεε μακρόχρονη φιλία. Το 1898 λαμβάνει το πτυχίο του παρουσιάζοντας την πτυχιακή του με τίτλο «Για τη χρήση της γλώσσας από τους ποιητές των Πλειάδων». Το φθινόπωρο εκείνης της χρονιάς τον βρίσκει στη Βενετία, ενώ ο καινούριος χρόνος στο Παρίσι, όπου θα γνωρίσει τον Μέτερλινκ και το Ροντέν. Παράλληλα γνωρίζει και το Ρίλκε και τον Κάσνερ με τους οποίους ενώθηκε μέσω της αλληλογραφίας. Καθοριστική όμως θα υπάρξει η συνάντησή του με το Ρίχαρντ Στράους –μαζί θα μεγαλουργήσουν στην όπερα. Το 1901 λαμβάνει από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης διδακτορικό τίτλο για τη διατριβή του με θέμα την «Ανάπτυξη του ποιητή Βίκτορος Ουγκό» εξασφαλίζοντας έτσι μια θέση στην ακαδημαϊκή κοινότητα. Λίγο καιρό αργότερα όμως εγκαταλείπει τη θέση αυτή για να αφοσιωθεί εξ ολοκλήρου στο γράψιμο.
Την 1η Ιουνίου του ίδιου χρόνου παντρεύεται τη γυναίκα του, τη Γερτρούδη Σλέσινγκερ, αδερφή του φίλου του Χανς Σλέσινγκερ. Απέκτησαν τρία παιδιά τη Χριστιάνε (1902–1987), τον Φραντς (1903–1929) και τον Ράυμουντ (1906–1974).
“Ηλέκτρα” σε ανέβασμα του Θωμά Μοσχόπουλου (2007). Στη φωτογραφία (από αριστερά προς τα δεξιά): Μαρία Σκουλά, Αμαλία Μουτούση, Άννα Μάσχα
Το 1903 γράφει ένα από τα πιο γνωστά του έργα, την Ηλέκτρα, η οποία λίγα χρόνια αργότερα θα γίνει λιμπρέτο από τον Στράους. Τα επόμενα χρόνια θα γράψει κι άλλα έργα: Οιδίποδας και Σφίγγα, Η γυναίκα χωρίς σκιά, Η Αριάδνη στη Νάξο, Η αιγύπτια Ελένη είναι μερικά από αυτά. Κάποια θα γίνουν λιμπρέτα από τον Στράους και θα ανέβουν από το θεατρικό παραγωγό και σκηνοθέτη Μαξ Ράινχαρτ.
Ο Ούγκο φον Χόφμανσταλ κι ο Μαξ Ράινχαρτ.
Το 1907 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της στήλης της ποίησης για την εβδομαδιαία εφημερίδα Morgen (=πρωί, αύριο). Το 1926 κινηματογραφείται η μοναδική του ταινία το Rosenkavalier.
Στις 13 Ιουλίου του 1929 ο γιος του, Φραντς, αυτοκτονεί, γεγονός που τον κλόνισε καθώς έπαθε εγκεφαλικό. Δύο μέρες αργότερα θα καταλήξει.
«Όποιος λαχταρά να ζήσει, οφείλει να ξεπερνά τον εαυτό του,
οφείλει να μεταμορφώνεται: οφείλει να ξεχνά»