Πιάνεις χρώμα, Χριστίνα Φραγκεσκάκη
Πρώτα είδα το αγόρι. Τα πρωινά καθόταν στο πεζούλι, κάτω από τη σκιά της κληματαριάς, και περίμενε. Μόνο και βουβό. Εκείνη έφτανε πάντα αργά το μεσημέρι. Έβαζε δυο πιάτα στο τραπέζι κι έτρωγαν αντικριστά.
Μετά, μια μέρα είδα το ποδήλατο. Το λάδωνε, το γυάλιζε, το κρατούσε από το τιμόνι και το κοιτούσε. Άστραφταν τα μάτια του. Ανέβαινε στη σέλα κι έκανε πως το οδηγούσε. Αργότερα άρχισε τις βόλτες στο τετράγωνο. Όλη την ώρα. Μπορεί και να ξεμάκραινε λίγο. Κάποια στιγμή δεν κρατήθηκα. Φώναξα δυνατά: «Πώς σε λένε;» «Γκεζίμ Πρέντσε», μου απάντησε βιαστικά.
Το επόμενο καλοκαίρι είχε ξεθαρρέψει. Έβγαινε κι έπαιζε μπάλα στην αλάνα. Τότε τον είδα κι εκείνον. Ήρθε ένα πρωί με μια μικρή βαλίτσα. Περνούσε τις ώρες του στην αυλή. Είχε μόνιμα ένα ραδιοφωνάκι στο αυτί. Μέρα νύχτα άκουγε τις ειδήσεις. Μερικά βράδια τους συναντούσα στο λόφο του Μόντε Σμιθ να κοιτούν απέναντι τα βουνά.
Ο αποχωρισμός και η απώλεια διατρέχουν την ιστορία. Τα πρόσωπα, μέσα από τις αφηγήσεις τους, μας δείχνουν αυτό που θέλουν πιο πολύ: κάπου να σταθούν.
Βενετσιάνικες Βινιέτες, Πανταζοπούλου-Σακελλαρίου Αντωνία
Βενετία 1797. Η Δημοκρατία της Γαληνοτάτης καταρρέει. Ο γιατρός Λουτζάνι, που έζησε όλη του τη ζωή στο γκέτο των Εβραίων της πόλης, κατηγορείται πως σκότωσε τον Βενετό αριστοκράτη τον οποίο προσπαθούσε να γιατρέψει, όταν κάποιος τον κατήγγειλε ανώνυμα στην bocca di leone.
Στο Κάμπο ντέι Μόρι καταργείται ο χρόνος, κι από ένα παιχνίδι των συμπτώσεων βρίσκονται εκεί:
Ο Παύλος Ιακωβίδης, που ζωγραφίζει στα χνάρια του Τιντορέτο προσπαθώντας να ξεχάσει την Ελένη, την οποία μαχαίρωσε από έρωτα στη Θεσσαλονίκη το 1908.
Η γυναίκα που στέκεται στην αυλή της Παναγίας των Θαυμάτων και θυμίζει τη φτωχή Μανουελίτα, που δεν ταξίδεψε ποτέ, μόνο περπατούσε με τα σακατεμένα της πόδια, ξεκομμένη από τα καραβάνια των προσφύγων, για να ξεφύγει από τους στρατιώτες της Εθνοφυλακής στη Σεβίλη, μετά το τέλος του Ισπανικού Εμφυλίου το 1939.
Ο αστυνόμος Ντινόπουλος, που ήρθε από την Πελοπόννησο το 1964, όταν έχασε τη γυναίκα του Αμαλία, και πίνει αψέντι κοντά στον Άγιο Γεώργιο των Γραικών.
Η Σιμόν που θα ταξίδευε στη Βενετία, αλλά αυτό δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, μια και όταν το 2005 ο τυφώνας Κατρίνα κατέστρεψε τη Νέα Ορλεάνη, όλα τα θυμωμένα καβούρια του κόσμου τρύπωσαν μέσα στο μυαλό της.
Πέντε ετερόκλητες ιστορίες που κρέμονται από μια κλωστή, έτοιμη να κοπεί, στη Βενετία που χώνεψε τις χαλασμένες ζωές των ανθρώπων που έζησαν όσο γραφόταν το βιβλίο.
Ο Αρχιβιβλιοθηκάριος και άλλες ιστορίες, Φαρούπος Νίκος
Τι μπορεί να συμβεί όταν ένας αρχιβιβλιοθηκάριος και επίδοξος συγγραφέας ενοχλεί με τα γραπτά του μια καταραμένη βιβλιοθήκη;
Μπορείς να απαλλαγείς εύκολα από μια Αυστριακή ερωμένη που ποτέ δεν πεθαίνει;
Είναι φρόνιμο να αφήνουν οι γονείς τα παιδιά τους να παίζουν σε νεκροταφεία;
Αξίζει να ερωτευτείς θανάσιμα μια γυναίκα που γνώρισες στη θάλασσα;
Τέσσερις ιστορίες φαντασίας και μυστηρίου.
Το Οιδοιπορικό ενός μετανάστη, Αναστασιάδης Παναγιώτης
Το oδοιπορικό ενός μετανάστη είναι ένα αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα που γράφτηκε στο Κεφαλάρι Δράμας, στη μνήμη των γονέων του συγγραφέα, Γιωρίκα και Φωτεινής.
Ο Γιωρίκας ήταν το πρωτοπαλίκαρο του θείου του Σάββα Παπαδόπουλου (γνωστού με το προσωνύμιο Χάτζικας και αντίπαλου του Τοπάλ Οσμάν). Ο μεν Χάτζικας κρεμάστηκε, έλεγε ο Γιωρίκας, από τους Τούρκους, και ο ίδιος διέφυγε δύο φορές το θάνατο.
Το 1916 ο Γιωρίκας πολέμησε αντάρτης στα βουνά της Κερασούντος για την ανεξαρτησία του Πόντου. Έφυγε από τον Πόντο για το Βατούμ με τους γονείς του και στη συνέχεια για την Οδησσό. Το 1922 ήρθε στην Ελλάδα και διάλεξε για τόπο παραμονής του το Κεφαλάρι Δράμας.
Ο συγγραφέας πραγματεύεται την ελληνική μετανάστευση κατά τη δεκαετία του ’60, μετά τον καταστρεπτικό Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και τα πέτρινα χρόνια που ακολούθησαν τον ολέθριο Εμφύλιο. Περιγράφει τα προβλήματα προσαρμογής του Έλληνα εργαζόμενου στην ξένη κοινωνία, τα απατηλά όνειρά του, καθώς και την απόδοσή του ως βιομηχανικού εργάτη. Τέλος, ο συγγραφέας παρουσιάζει τη Γερμανία και την εν γένει συμπεριφορά του μεταπολεμικού Γερμανού προς τον Έλληνα μετανάστη.
Άνθρωπος χωρίς ανάσα, Kerr Philip
Από τον συγγραφέα των Best Seller
Βερολίνο, 1943
Ο Μπέρνι Γκούντερ έχει εγκαταλείψει την Πολιτική Αστυνομία και εργάζεται στο γερμανικό Γραφείο Εγκλημάτων Πολέμου στο Βερολίνο. Στους κύκλους του Γραφείου αναφορές κάνουν λόγο για την ύπαρξη ενός ομαδικού τάφου στο δάσος του Κατίν, που βρίσκεται κοντά στο Σμολένσκ της κατεχόμενης από τους Γερμανούς Ρωσίας• ένας λύκος, σκάβοντας το έδαφος στο δάσος, έχει ανασύρει ανθρώπινα υπολείμματα. Κανείς δεν ξέρει σε ποιον ανήκουν. Υπάρχουν υποψίες πως ο τάφος είναι γεμάτος με νεκρούς Πολωνούς στρατιώτες τους οποίους εκτέλεσαν οι Σοβιετικοί.
Για τον Γερμανό υπουργό Προπαγάνδας, Γιόζεφ Γκέμπελς, η απόδειξη της ενοχής των Ρώσων θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στη διάσπαση της ενότητας των Συμμαχικών Δυνάμεων. Τι θα συμβεί όμως αν η αλήθεια είναι διαφορετική; Ο Μπέρνι Γκούντερ καλείται να βρει την άκρη του νήματος. Αντιμέτωπος με την ωμή πραγματικότητα, αντιλαμβάνεται ότι η αλήθεια είναι άλλο ένα θύμα του πολέμου.
«Σαγηνευτικό… Ο Κερ κάνει τα πάντα να μοιάζουν εύκολα, από τη χρήση της Ιστορίας σε μια εμπνευσμένη και σύνθετη αστυνομική πλοκή έως τις ολοζώντανες περιγραφές της βαναυσότητας του πολέμου».
Publishers Weekly
Ποιος είναι ο Μπέρνι Γκούντερ;
Είναι σαρκαστικός, απότομος και κυνικός, με τραχύ χιούμορ και μια ιδιαίτερη αίσθηση περί δικαίου και αδίκου. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι είναι γνήσιος Βερολινέζος. Αλλά εν μέρει και στα βιώματά του. Πήρε μέρος στον Μεγάλο Πόλεμο και, όπως ο Χίτλερ, τιμήθηκε με τον Σιδηρούν Σταυρό. Δεύτερης τάξεως, βέβαια, αλλά, όπως αρέσκεται να λέει, “τα περισσότερα μετάλλια πρώτης τάξεως απονεμήθηκαν σε ανθρώπους που βρίσκονται στα νεκροταφεία”.
Υπηρέτησε επί έντεκα χρόνια στο τμήμα Ανθρωποκτονιών της Kriminalpolizei, ή Kripo, δηλαδή του Εγκληματολογικού τμήματος της αστυνομίας του Βερολίνου. Στα χρόνια αυτά ήρθε αντιμέτωπος με κάθε είδους παρεκτροπή, διαφθορά και βιαιότητα, προτού την κάνει το 1933, όταν επικράτησαν οι Εθνικοσοσιαλιστές και άρχισαν να πετάνε έξω από την υπηρεσία όσους δεν ήταν μέλη του κόμματος.
Πίνει πολύ, καπνίζει υπερβολικά και τρώει λίγο παραπάνω απ’ ό,τι θα ‘πρεπε – βέβαια, ο εγκλεισμός του σε ένα σοβιετικό στρατόπεδο αιχμαλώτων πολέμου θα φροντίσει να του κόψει όλες τις κακές συνήθειες.
Η γυναίκα του πέθανε στην πανδημία της ισπανικής γρίπης, το 1918, και έκτοτε το μάτι του Μπέρνι παίζει, αλλά δεν τα πάει καλά με τις μακροχρόνιες σχέσεις. Άλλωστε, είναι εξαιρετικά δύσκολο να έχει κανείς μακροχρόνιες σχέσεις, οποιουδήποτε είδους, στη Ναζιστική Γερμανία, όπου οι άνθρωποι πολύ συχνά εξαφανίζονται. Πάντως όλες αυτές οι εξαφανίσεις είναι καλές για τη δουλειά του, εφόσον είναι ιδιωτικός ερευνητής και πολλές από τις υποθέσεις του έχουν να κάνουν με τον εντοπισμό ανθρώπων που εξαφανίστηκαν.
Ξεκινώντας από τη Γερμανία του ’30 και φτάνοντας ως το 1954, η δράση των εννέα μέχρι σήμερα βιβλίων του Philip Kerr με ήρωα τον Μπέρνι Γκούντερ αποτυπώνει πολύ περισσότερα από τις θηριωδίες του Ναζιστικού καθεστώτος: αναφέρεται στην κτηνωδία του Ανατολικού Μετώπου, στην μεταπολεμική πείνα και εκμετάλλευση, και φτάνει μέχρι τον Ψυχρό Πόλεμο, που χαρακτηρίζεται εκτός των άλλων από το διπλό παιχνίδι που έπαιζαν πολλοί, καθώς και από μια αμείλικτη αδιαφορία για την ηθική και την ανθρώπινη ζωή. Ο Μπέρνι μισεί τους πάντες χωρίς να κάνει διακρίσεις: Ρώσους, Γάλλους, Βρετανούς, Αμερικάνους, και φυσικά τους Γερμανούς – γιατί τους έχει δει όλους εν δράσει, και ξέρει πόση μαυρίλα κρύβουν οι ψυχές τους.
Πάνω απ’ όλα, όμως, ο Μπέρνι είναι ένας γενναίος άντρας. Γιατί όταν κάποιος δεν έχει τίποτε άλλο να χάσει, το μόνο που μετράει είναι η τιμή του.
Τα τρία στίγματα του Πάλμερ Ελντριτς, Φίλιπ κ. Ντίκ
Στις ασφυκτικά πυκνοκατοικημένες αποικίες του διαστήματος στον εικοστό πρώτο αιώνα, η εξαθλίωση και η παρακμή της ζωής μπορούν να γίνουν υποφερτές μόνο με τη χρήση του Καν-Ντι, ενός ναρκωτικού που επιτρέπει στον χρήστη να μεταφερθεί μαζί με τους συγκατοίκους του στις αποικιακές τρώγλες σε έναν κοινό χώρο ψευδαισθήσεων. Όταν όμως ο αινιγματικός μεγιστάνας Πάλμερ Έλντριτς επιστρέφει από ένα διαπλανητικό ταξίδι, στις αποσκευές του κουβαλάει ένα νέο ναρκωτικό, το Τσου-Ζεντ, που προσφέρει μια ασύγκριτα πιο εθιστική εμπειρία από το Καν-Ντι. Θα μπορούσε άραγε αυτή η επαναλαμβανόμενη κατάσταση νάρκωσης και ψευδαισθήσεων να αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου διαβολικού σχεδίου;
Γραμμένο το 1965, το πιο μεταφυσικό μυθιστόρημα του Philip K. Dick και ένα από τα σημαντικότερα έργα του, εξερευνά την ιδέα της ύπαρξης του απόλυτου κακού, που κυβερνά το σύμπαν και καταστρέφει τα πάντα. Η έννοια της εντροπίας, στην οντολογική της σημασία, που επανέρχεται με δραματική ένταση στα βιβλία του συγγραφέα, προσωποποιείται εδώ στον Πάλμερ Έλντριτς, ο οποίος διαιωνίζει την εξουσία του ελέγχοντας τις πληροφορίες σε διαπλανητικό επίπεδο. Είναι ένας Πολίτης Κέιν τοποθετημένος στο μακρινό μέλλον, το οποίο όμως προσομοιάζει ανατριχιαστικά στο ιστορικό παρόν.
Ένα προφητικό μυθιστόρημα, ένα αριστούργημα της επιστημονικής φαντασίας.