Πεζογράφος ή ποιητής;
Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος ο Γιώργος Χειμωνάς: “Οι ποιητές με θεωρούν πεζογράφο και οι πεζογράφοι, ποιητή. Ας αποφασίσουν τι τελικά είμαι“. Ωστόσο, δεν τον απασχόλησε ποτέ το αν θα ανήκει στο ένα ή το άλλο είδος. Ο τρόπος που χειριζόταν το λόγο πήγαζε από μια “μυθολογική υποψία“, όπως την αποκαλούσε ο ίδιος: “οτι ποτέ δε μιλήθηκε ολόκληρη η γλώσσα του ανθρώπου“. Τα κείμενά του, λοιπόν, αντανακλούν την προσπάθειά του να βρει ένα καίριο τρόπο να εκφράσει ό,τι θα μπορούσε να εκφράσει ποτέ ο άνθρωπος.
“Λευκοί αναγνώστες”
Το έργο του λειτουργεί ως σύνοψη αναφορικά με τους συγγραφείς της γενιάς του. Οι αναγνώστες, όμως, πρέπει να γίνουν “λευκοί” απέναντι στα κείμενά του για να το κατανοήσουν αυτό. Να προσεγγίσουν το κάθε βιβλίο διαφορετικά, με τον τρόπο που το καθένα τους οδηγεί. Εντελώς χωριστά και ανεξάρτητα. Οι “λευκοί αναγνώστες” είναι απαλλαγμένοι από προσκολλήσεις. Δεν συνδέουν συνειρμικά ή μορφολογικά ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο τα έργα μεταξύ τους. Για τον ίδιο τον συγγραφέα δεν υπάρχει καμπύλη εξέλιξης από βιβλίο σε βιβλίο. Υπάρχι ένας ορισμένος χρόνος, μέσα στον οποίο αποτυπώνονται τα γεγονότα της ζωής. Αυτά είναι που θέτουν και τα θεμέλια της οικοδόμησης του κάθε έργου.

Το ανθρώπινο σώμα ως κίνητρο της τέχνης
Για τον Γιώργο Χειμωνά το ανθρώπινο σώμα υπήρξε το ισχυρότερο κίνητρο της τέχνης του. Η πρώτη ύλη που κρατάει ένα κείμενο στη γη. Το ανθρώπινο σώμα είναι το υλικό ζωής που χρειάζεται, ώστε να μπορέσει να πλάσει μια οποιαδήποτε ιστορία. Κάθε επιτυχημένη ιστορία πρέπει να στηρίζεται σε αληθινές πρώτες ύλες. Αυτές που θα της προσδώσουν τα χαρακτηριστικά εκείνα της αλήθειας που χρειάζεται. Σαν ένα απτό, ψηλαφητό, υπαρκτό σημείο, όπου διασταυρώνονται όλα τα πράγματα του κόσμου. Πίσω όμως από την ψυχρή θεώρηση του ανθρώπινου σώματος ως πρώτη ύλη αναδύεται το υπέρμετρο ενδιαφέρον του Χειμωνά για τον ίδιο τον άνθρωπο. Σε όλες του τις όψεις και τις καταστάσεις. Το ανθρώπινο σώμα λειτουργεί απλώς ως το μέσο, με το οποίο εκφράζεται ένας ολόκληρος ψυχικός και συναισθηματικός κόσμος.
“Η τέχνη δε μπορεί να είναι παρά μορφή. […] μια ιδιάζουσα μορφοποίηση του άμορφου“
Η λογοτεχνία του Γιώργου Χειμωνά
Ο Γιώργος Χειμωνάς θεωρούσε πως ένα κείμενο δεν τελειώνει ποτέ. Για τον ίδιο λόγο που δεν τελειώνουν και τα γεγονότα της ζωής. Τη στιγμή που δημοσιεύεται το κείμενο, βίαια τελειώνει. Πρόκειται για μια πράξη βίας πάνω σ’ ένα ζωντανό σώμα. Σαν ένα είδος λογοκρισίας για κάτι τετελεσμένο. Κάτι που δεν έχεις πια την επιλογή να αναθεωρήσεις και να το αλλάξεις, όπως συμβαίνει στη ζωή. Κρίνεται, όπως κρίνεται κάποιος για το ποιόν του μετά θάνατον.
“Με τη γλώσσα προσπαθούμε να καθηλώσουμε κάτι που είναι άφαντο. Να το φανερώσουμε. Να το στερεώσουμε. Να το κρατήσουμε κάπου ακίνητο και να το έχουμε μπροστά μας.”
“Ένας δημιουργός πληρώνει πολύ ακριβά την ευαισθησία του, την ίδια την πράξη της δημιουργίας.“
Advertising

Αποκωδικοποιώντας τον άνθρωπο του Χειμωνά
Τα κύρια πρόσωπα στο έργο του παραπέμπουν πάντα σε κάτι άλλο. Θα λέγαμε πως περικλύουν μέσα τους κάτι μεγαλύτερο. Μια συναισθηματική κατάσταση ή μια ιδέα πολύ πιο σημαντική από τα ίδια τα πρόσωπα. Για να υφίσταται, όμως, ο άνθρωπος του Χειμωνά ως πραγματικός, παρουσιάζεται με συνηθισμένες συμπεριφορές και τρυφερούς συναισθηματισμούς. Για τον ίδιο λόγο τα πρόσωπα που περιέγραφε ήταν όλα υπαρκτά, αληθινά. Κάπου τα είχε δει, κάπου τα είχε συναντήσει.
“Πιστεύω ότι ο άνθρωπος πάντοτε υποτίμησε δύο πράγματα και εξακολουθεί να τα υποτιμά. Το ένα είναι ο εαυτός του ο ίδιος και το άλλο είναι ο λόγος. […] Αμφιβάλλω αν ο άνθρωπος έχει αντιληφθεί, έχει καταλάβει το τι μπορεί να είναι, όπως και το τι μπορεί να πει.”
“Ο άνθρωπος έχει τη δύναμη να δώσει στον εαυτό του όποια μορφή θέλει. Έχει το δικαίωμα να τον αποτινάξει και ν’ αποκαλυφθεί γυμνός αυτός που είναι. Και έχει το δικαίωμα να αποτραβιέται, να χάνεται στο εσωτερικό μιας λαμπερής κατασκευασμένης στολής […]“.