Κατοπινά γνωστά βιβλία υπήρξαν κάποτε μια στοίβα χαρτιών στη συγγραφική γωνιά του κουρασμένου και τότε λιγοστά δημοφιλούς συγγραφέα τους, καθώς ο δρόμος προς την έκδοση αποδεικνύονταν κακοτράχαλος και δύσβατος. Η αναζήτηση εμπνεύσεως, η μετουσίωση αυτής σε τέχνη, η επιμελημένη διόρθωση, η εκδήλωση εκδοτικού ενδιαφέροντος από κάποιον αξιόπιστο εκδοτικό οίκο και εντέλει η προώθηση του βιβλίου κι η αναγνώριση του από το αναγνωστικό κοινό αποτελούν μονάχα ορισμένους στόχους προς εκπλήρωση για κάθε εκκολαπτόμενο συγγραφέα, καθιστώντας αδήριτη την ανάγκη καλλιέργειας της υπομονής του και της επιμονής του, αλλά και μιας συγκρατημένης αισιοδοξίας, η οποία θα τον γλυτώσει απογοητεύσεων που ίσως επιφέρει μια πιθανή απόρριψη.
Ακόμα και γνωστά βιβλία, επομένως, τα οποία φέρουν την πλήρη πλέον αποδοχή των ειδημόνων του είδους τους, ήρθαν κάποτε αντιμέτωπα με τον κίνδυνο που ελλοχεύει για κάθε νέο συγγραφικό πόνημα, αυτόν της μη ολοκλήρωσης ή έστω της μη δημοσίευσης του έργου εξαιτίας των δυσχερών συνθηκών. Εμείς από αυτά τα γνωστά βιβλία, πλέον πολυμεταφρασμένα από διαφορετικές εκδόσεις κι αγαπημένα το καθένα για διαφορετικούς λόγους, συγκεντρώσαμε μόνο μερικά, τα οποία κινδύνεψαν να μην γνωρίσουν ποτέ το εκτυφλωτικό φως της δημοσιότητας.
«Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ»
Πρόκειται για το αυτοβιογραφικό ημερολόγιο της νεαρής γερμανοεβραίας Άννας Φρανκ, το οποίο κρατούσε όσο κρυβόταν με την οικογένεια της από τους γερμανούς στο Πρίνσενχραχτ του Άμστερνταμ στην Ολλανδία, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αποτυπώνοντας, μέσα από την παιδική ματιά της, την φρίκη του φασισμού και την βαναυσότητα της ανελευθερίας. Το 1944 με τη σύλληψη και τη μεταφορά της οικογένειας στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, το ημερολόγιο του μικρού κοριτσιού παραμένει πίσω, και δεν θα εκδιδόταν ποτέ, αν δεν το ανακάλυπτε η γειτόνισσα και φίλη της οικογένειας, Miep Gies, φυλάσσοντας το μέχρι να το παραδώσει στον μοναδικό επιζών και πατέρα της οικογένειας, Otto Frank, ο οποίος και συνέβαλε το 1947 στην πρώτη του έκδοση.
«Λολίτα» του Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ.
Ένα από τα πιο ιδιαίτερα και ευρέως γνωστά βιβλία. Ένα επίμαχο μυθιστόρημα, χαρακτηριστικό λόγω του αμφιλεγόμενου περιεχομένου του, καθώς η θεματική του επικεντρώνεται στον πρωταγωνιστή κι αναξιόπιστο αφηγητή, μεσήλικα καθηγητή λογοτεχνίας με το ψευδώνυμο Χάμπερτ Χάμπερτ, ο οποίος παθαίνει ψύχωση με ένα δωδεκάχρονο κορίτσι, την Ντολόρες (Λολίτα για τον ίδιο), αναπτύσσοντας σεξουαλικές σχέσεις μαζί της. Το έργο αυτό, που πρωτοεκδόθηκε το 1955 στο Παρίσι κι έκτοτε αγαπήθηκε και μισήθηκε, συκοφαντήθηκε κι απαγορεύτηκε, δεν θα ολοκληρωνόταν ποτέ, αν η γυναίκα του συγγραφέα του, Vera, δεν είχε αρπάξει από τα χέρια του το μισοτελειωμένο χειρόγραφο όταν ο ίδιος επιθυμούσε να το κάψει στην αυλή του σπιτιού του.
«Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια» της Χάρπερ Λι.
Αυτό το μυθιστορηματικό μανιφέστο ανθρωπιάς και συμπόνιας, το οποίο διαδραματίζεται στον αμερικανικό νότο της δεκαετίας του ’30 κι αφηγείται μέσα από την ματιά των παιδιών του πρωταγωνιστή, δικηγόρου Άττικους Φιντς, την απόπειρα του να υπερασπιστεί στο δικαστήριο έναν νεαρό μαύρο, παγιδευμένο στις προκαταλήψεις των καιρών, κατόρθωσε από το 1960 που εκδόθηκε, να συνταράξει πολλές ναρκωμένες συνειδήσεις. Αίσθηση, συνεπώς, προκαλεί το γεγονός πως αυτό το αριστούργημα δεν θα δημοσιευόταν, καθώς η ίδια η συγγραφέας του, όντας απογοητευμένη από τη συγγραφή του, πέταξε το χειρόγραφο έξω από το χιονισμένο της παράθυρο. Τα ευχαριστήρια για την διάσωση του, τα οφείλουμε στον ατζέντη της!