Μαρία Πολυδούρη: Αμφιταλαντευόμενη ανάμεσα στον έρωτα και το θάνατο

“Βλέπω μπροστά μου δροσερά λουλούδια ν’ ανθούν για μένα κι’ όμως δεν τα θέλω και δεν τα χαίρομαι. Έλα εσύ και στρώσε με αγκάθια το δρόμο να πατήσω να χυθεί στάλα τη στάλα όλο μου το αίμα και να σβήσω μπροστά σου, μισημένη από σε τον ίδιο κι’ ίσως περιφρονημένη.”
(Απόσπασμα από το ημερολόγιο της Μαρίας Πολυδούρη)

Γεννημένη την 1η Απριλίου του 1902 η Μαρία Πολυδούρη ήταν κόρη του Ευγένιου Πολυδούρη και της φεμινίστριας Κυριακής Μαρκάτου. Το πρώτο έργο της το δημοσιεύει σε ηλικία μόλις 14 ετών. Πρόκειται για ένα πεζοτράγουδο με τίτλο “Ο πόνος της μάνας”. Είναι σαφώς επηρεασμένο από τα μανιάτικα μοιρολόγια με τα οποία είχε έρθει σε επαφή εκείνη την εποχή.

Μετά την αποφοίτηση της από το Γυμνάσιο διορίζεται στην Νομαρχία Μεσσηνίας το 1918. Ακολουθεί ο θάνατος και των δύο της γονέων, γεγονός που είχε σημαντική επίδραση πάνω της. Το 1921 παίρνει μετάθεση στην Νομαρχία Αθηνών. Εκεί γνωρίζει έναν άνθρωπο που θα αλλάξει οριστικά τη ζωή της. Πρόκειται για τον Κώστα Καρυωτακη, τον πιο σπουδαίο ποιητή της γενιάς του 1920 αλλά και τον μεγάλο, ανεκπλήρωτο έρωτα της Πολυδούρη.

polidouri

Εκείνη αναπτύσει αμέσως αισθήματα για αυτόν, ενώ ούτε ο Καρυωτάκης φαίνεται να είναι αδιάφορος για αυτή. Ωστόσο αναγκάζονται να χωρίσουν σύντομα με την πρόφαση του νοσήματος από το οποίο έπασχε ο ποιητής. Η Πολυδούρη νιώθει βαθιά απογοήτευση εξαιτίας αυτής της εξέλιξης ενώ ταυτόχρονα δεν παύει να τον αγαπά. Αυτό γίνεται φανερό από τα ποιήματα εκείνης της περιόδου αλλά και από τα γράμματα που του έστελνε παρακαλώντας τον να εξακολουθήσουν να είναι μαζί.

Διαβάστε επίσης  Ιστορίες τρόμου βασισμένες σε πραγματικά γεγονότα

Όνειρο

Άνθη μάζευα για σένα
στο βουνό που τριγυνούσα.
Χίλια αγκάθια το καθένα
κι όπως τα ‘σφιγγα πονούσα.

                               Να περάσεις καρτερούσα                          
στο βοριά τον παγωμένο
και το δώρο μου κρατούσα
                                         με λαχτάρα φυλαγμένο.                      
Στη θερμή την αγκαλιά μου
όλο κοίταζα στα μάκρη.
Η λαχτάρα στην καρδιά μου
και στα μάτια μου το δάκρι.

Μεσ’ στον πόθο μου δεν είδα
μαύρη η Νύχτα να σιμώνει
κι έκλαψα χωρίς ελπίδα
που δε στα ‘χα φέρει μόνη.

Το 1926 μετακομίζει στο Παρίσι αφού αρραβωνιάζεται με τον Αριστοτέλη Γεωργίου, έναν άνθρωπο για τον οποίο δεν τρέφει ιδιαίτερα αισθήματα. Εκεί προσβάλλεται από φυματίωση και νοσηλεύεται σε κάποια κλινική. Το 1928 επιστρέφει στην Αθήνα και μπαίνει στο νοσοκομείο “Σωτηρία”, όπου έχει μία ψυχρή συνάντηση με τον Καρυωτάκη σηματοδοτώντας τον οριστικό τους χωρισμό.

Μετά την τραγική είδηση της αυτοκτονίας του Καρυωτάκη, η υγεία της κλονίζεται ακόμα περισσότερο. Παρόλο αυτά, εκείνον τον καιρό εκδίδει το μεγαλύτερο μέρος του ποιητικού της έργου αφού δημοσιεύονται οι συλλογές της “Οι τρίλιες που σβήνουν” και “Ηχώ στο χάος”.

Μαρία Πολυδούρη

Αφήνει την τελευταία της πνοή στις 29 Απριλίου του 1930 στην νεαρή ηλικία των 28 ετών. Παρά το γεγονός ότι η ζωή της δεν είχε μεγάλη διάρκεια, η ζωντάνια, το επαναστατικό της πνεύμα αλλά και η έμφαση που έδωσε στις έννοιες του θανάτου και του έρωτα καθιστούν το στίγμα που άφησε στην νεοελληνική ποίηση ανεξίτηλο.

Διαβάστε επίσης  ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ 2018 ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ

Κοντά σου

Κοντά σου δεν ηχούν άγρια οι ανέμοι.
Κοντά σου είναι η γαλήνη και το φως.
Στου νου μας τη χρυσόβεργην ανέμη
Ο ρόδινος τυλιέται στοχασμός.
Κοντά σου η σιγαλιά σα γέλιο μοιάζει
που αντιφεγγίζουν μάτια τρυφερά
κ’ αν κάποτε μιλάμε, αναφτεριάζει,
πλάι μας κάπου η άνεργη χαρά.
Κοντά σου η θλίψη ανθίζει σα λουλούδι
κι’ ανύποπτα περνά μέσ’ στη ζωή.
Κοντά σου όλα γλυκά κι’ όλα σα χνούδι,
σα χάδι, σα δροσούλα, σαν πνοή. 

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Η αρχαία ιστορία των ζωδίων

Η ιστορία των ζωδίων: Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα Η

Ο παλαιότερος δρόμος της Ρώμης στην λίστα της Παγκόσμιας Κληρονομιάς

Η Αππία Οδός Η πολιτισμική κληρονομιά είναι κάτι που μπορεί