Ακούστε το τώρα γιατί δεν θα ακούσετε πολλές φορές από στόμα βιβλιόφιλου να λέει ότι η προσαρμογή ενός βιβλίου στη μικρή ή τη μεγάλη οθόνη ήταν αντάξια – και πόσο μάλλον καλύτερη – του βιβλίου. Ως λάτρης των ταινιών/σειρών φαντασίας, και δη του “Game of Thrones”, είπα, προτού δω το “House of the Dragon”, να εντρυφήσω λίγο περισσότερο σε αυτό το νέο lore και να διαβάσω το βιβλίο στο οποίο βασίζεται η σειρά, το “Fire and Blood” του George R.R. Martin. Για όσους δε γνωρίζουν, η σειρά “House of the Dragon” είναι το prequel του “Game of Thrones”, διαδραματίζεται δηλαδή 200 περίπου χρόνια πριν ξεκινήσει το παιχνίδι του στέμματος μεταξύ των Οίκων του Γουέστερος και αφορά αποκλειστικά στη δυναστεία του Οίκου Ταργκέριεν.
Τώρα, όσο για το πώς εγώ κατέληξα να αγαπήσω τόσο τη σειρά που νιώθω συναισθηματικό κενό γνωρίζοντας ότι πρέπει να περιμένω τουλάχιστον μέχρι το 2026 για να δω τη συνέχεια – παρόλο που ξέρω το τέλος – και να τη βρίσκω καλύτερη του βιβλίου, είτε διαβάζετε παρακάτω εκτιθέμενοι σε spoilers είτε πάτε τώρα να δείτε τη σειρά κι επανέρχεστε εδώ σε 5 εργάσιμες (2 αν είστε από αυτούς που όταν βλέπουν σειρά έχουν κι ένα κολλύριο για τα μάτια στο κομοδίνο).
1. Κατευθείαν στο “ψητό”
Η αφήγηση των όσων διαδραματίζονται στο “House of the Dragon” στο βιβλίο δεν ξεκινά πριν τη σελίδα 339 – ναι, ναι πολύ καλά διαβάσατε. Μέχρι την 338η σελίδα ο George Martin μάς μιλά για την προέλευση των Ταργκέριεν, την εγκατάσταση τους στο Γουέστερος και πώς κατέληξαν να αναρριχηθούν στην εξουσία ως υπερδύναμη. Long story short, η σκούφια των Ταργκέριεν κρατά από την Παλιά Βαλύρια, έναν ανεπτυγμένο πολιτισμό που, δυστυχώς, καταστράφηκε από μια σειρά φυσικών καταστροφών. Έτσι, οι Ταργκέριεν αναγκάστηκαν να αποδημήσουν στο νησί Ντραγκονστόουν του Γουέστερος κι από κει να βάλουν μπρος το σχέδιο τους για την κατάκτηση των Επτά Βασιλείων. Όλα αυτά η σειρά τα κάνει skip και αρχίζει κατευθείαν από το σημείο που η υπόθεση αποκτά ζουμί.
Βρισκόμαστε στο έτος 101 μετά τη κατάκτηση των Επτά Βασιλείων και ο γηραιός πλέον βασιλιάς Τζεχέρις καλείται να επιλέξει διάδοχο για τον Σιδερένιο Θρόνο. Με όλους τους άμεσους διαδόχους του νεκρούς ή σε αδυναμία να αναλάβουν την εξουσία, πρέπει να επιλέξει μεταξύ της εγγονής του, Ρεϊνίς, και του εγγονού του, Βισέρις. Βάσει σειράς διαδοχής ο θρόνος ανήκει δικαιωματικά στη Ρεϊνίς, όμως το γεγονός ότι είναι γυναίκα ξινίζει πολλούς στην Αυλή του βασιλιά. Γι’ αυτό και συγκαλείται συμβούλιο, στο οποίο οι μεγάλοι Οίκοι του Γουέστερος θα ψηφίσουν ποιον θέλουν στον θρόνο. Η πλάστιγγα γέρνει υπέρ του Βισέρις “κλέβοντας” έτσι τα πρωτεία της ξαδέρφης του. Επειδή, όμως ο διάβολος έχει πολλά ποδάρια, ο Βισέρις για χρόνια δεν θα μπορεί να κάνει γιό και θα πρέπει αναγκαστικά, και παρά τη δυσαρέσκεια των υπολοίπων, να ανακηρύξει νόμιμη διάδοχο του τη μοναχοκόρη του, Ρενίρα. Τα πράγματα θα ξεκινήσουν να περιπλέκονται όταν ο Βισέρις, μετά τον θάνατο της γυναίκας του, παντρευτεί για δεύτερη φορά και κάνει όχι έναν, αλλά τρεις γιούς! Οι συνωμοσίες, η ίντριγκα και τα παιχνίδια εξουσίας μεταξύ των ηρώων δημιουργούν την αίσθηση ότι παρακολουθείς το drama της οικογένειας από μια κλειδαρότρυπα. Αυτό είναι κάτι που στο βιβλίο δεν συμβαίνει, διότι ο George Martin ακολουθεί μια διαφορετική, αλλά ταυτόχρονα ενδιαφέρουσα προσέγγιση.
Η εξιστόρηση των γεγονότων στο βιβλίο γίνεται σαν να διαβάζεις ιστορικά ντοκουμέντα. Ο George Martin “μεταμφιεσμένος” ως αρχιμάγιστρος Gyldayn αφηγείται μέσα από τα χειρόγραφα του το χρονικό της δυναστείας των Ταργκέριεν, από την εποχή του Έγκον του Κατακτητή μέχρι τη βασιλεία του Έγκον Γ’. Το βιβλίο βασίζεται κατά κύριο λόγο στην αφήγηση και πολύ λιγότερο στον διάλογο μεταξύ των ηρώων. Αυτή η προσέγγιση κάνει τον αναγνώστη να πάρει πολύ σοβαρά το βιβλίο, γιατί του δημιουργείται η εντύπωση πως διαβάζει κανονική ιστορία κι όχι μυθοπλασία. Το παράρτημα με τη σειρά διαδοχής των βασιλιάδων και το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας στο πίσω μέρος του βιβλίου βοηθούν πολύ στο να μη χαθείς μέσα στα τόσα ονόματα, ενώ τα εικονογραφημένα ενσταντανέ ανά 20 σελίδες ζωντανεύουν περαιτέρω την αφήγηση και δίνουν στο βιβλίο πιο goth ύφος.
2. Καλοδουλεμένοι χαρακτήρες
Επειδή ακριβώς το “Fire and Blood” μοιάζει πιο πολύ με ιστορικό βιβλίο, η ηθογράφηση των ηρώων δεν είναι ιδιαίτερα έντονη. Το τολμηρό αυτό εγχείρημα εκτελείται αριστοτεχνικά από τον George Martin, ο οποίος στον ρόλο του χρονικογράφου δεν παίρνει θέση ούτε προσδίδει χαρακτηρισμούς στους ήρωες, αλλά αφήνει τον αναγνώστη να σκιαγραφήσει τους χαρακτήρες αφήνοντας να υπονοηθούν διάφορες φήμες και κουτσομπολιά της εποχής. Στο “House of the Dragon” οι χαρακτήρες κάνουν τη διαφορά. Ακόμα και σε επεισόδια που η πλοκή φαίνεται να “χάνει” σε ροή και δράση, οι χαρακτήρες είναι εκεί για να σου κρατήσουν την ενδιαφέρον και να θες να τούς γνωρίσεις καλύτερα. Με ένα εξαιρετικό καστ ηθοποιών, ο κάθε χαρακτήρας είναι μοναδικός και ξεχωριζει από πολλά διαφορετικά στοιχεία όπως τα ρούχα, το περπάτημα, τις εκφράσεις του προσώπου, τον δράκο που έχει εξημερώσει, μέχρι και τα μαλλιά – τρομερό επίτευγμα αν σκεφτεί κανείς ότι πρόκειται για ένα τσούρμο ανθρώπων με σκανδιναβικό πλατινέ. Η δυναμική Ρενίρα, ο αδίστακτος Ντέιμον, η διπλωμάτισσα Άλισεντ, ο οργισμένος Έιμοντ και πολλοί άλλοι θα πάρουν σάρκα κι οστά στο απόλυτο οικογενειακό beef που θα μείνει στην ιστορία ως “Ο Χορός των Δράκων”, χωρίζοντας τους Ταργκέριεν στα στρατόπεδα των Μαύρων και των Πράσινων.
3. Μικρο-αλλαγές που δημιουργούν αγωνία
Αν κάτι εκνευρίζει τους φανατικούς αναγνώστες είναι να γίνονται αλλαγές στις προσαρμογές βιβλίων που λάτρεψαν. Το “House of the Dragon” καταφέρνει να τροποποιήσει ελαφρώς τον ρου κάποιων γεγονότων με τόση αποτελεσματικότητα που σε κάνει να αναφωνήσεις “αυτό δεν έγινε στο βιβλίο!” με ενθουσιασμό και δίχως ίχνος απογοήτευσης. Βέβαια, να σημειωθεί ότι ο ίδιος ο George Martin συμμετέχει στην επιμέλεια του σεναρίου της σειράς, ενώ στο βιβλίο του υπάρχουν αρκετές φημολογίες για τη ζωή στο Κόκκινο Φρούριο (Red Keep) που μπορούν να αξιοποιηθούν αναλόγως για τη διαμόρφωση της πλοκής. Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο αγαπημένος George συνηθίζει να κρατά αρχείο με όλα τα κεφάλαια και τις ιστορίες που δεν έχει συμπεριλάβει στα βιβλία του, γιατί όπως λέει “τίποτα δεν πάει χαμένο”. Εφόσον, λοιπόν, ο ίδιος ο δημιουργός δίνει το πράσινο φως σε αυτές τις αλλαγές και είναι εκεί για να δει το τελικό αποτέλεσμα, τα περιθώρια να πάει κάτι λάθος λιγοστεύουν. Άλλες μικρότερες κι άλλες μεγαλύτερες, οι διαφορές που παρατηρούνται μεταξύ σειράς και βιβλίου εντείνουν την αγωνία και προσφέρουν περισσότερη δραματικότητα στην πλοκή.
Μερικές αλλαγές που αξίζει να σημειωθούν είναι οι εξής:
Ο Σερ Κρίστον Κόουλ παραβαίνει τον όρκο της Βασιλικής Φρουράς
Ο Σερ Κρίστον Κόουλ ηγείται της Βασιλικής Φρουράς, των ιπποτών με τους λευκούς μανδύες που παίρνουν όρκο αγνότητας. Δηλαδή δεν μπορούν να παντρευτούν και να συνάψουν οποιουδήποτε είδους σχέση από τη στιγμή που χριστούν ιππότες – γιατί αν είναι να δώσεις και τη ζωή σου για τη βασιλική οικογένεια, δεν πρέπει να σε κρατάει τίποτα και κανένας πίσω. Στο βιβλίο ο Σερ Κόουλ παίρνει πολύ σοβαρά τον όρκο του και δεν τον λυγίζει κανένας πειρασμός, όσο δελεαστικός κι αν είναι.
Στη σειρά, από την άλλη, δεν παρουσιάζεται ιδιαίτερα εγκρατής κι όχι μόνο ενδίδει στα θέλγητρα της Ρενίρα – και μετέπειτα της Άλισεντ – αλλά προτείνει κιόλας στη μέλλουσα διάδοχο του θρόνου να τα παρατήσει όλα και να χαθούν μαζί στο ηλιοβασίλεμα – “σιγά μην αφήσουμε τον θρόνο να πάμε για πουρνάρια, Κρίστον μου” του απάντησε εμμέσως πλην σαφώς η άλλη. Συνεπώς, όχι απλά τον πάτησε, αλλά τον τσαλαπάτησε τον όρκο. Αυτή η αλλαγή τον κάνει σίγουρα πιο γήινο στα μάτια μας, αλλά και κάπως πιο αντιπαθή, γιατί επιλέγει το στρατόπεδο των Πράσινων κυρίως από ζήλια και μικροπρέπεια κι όχι τόσο από τυφλή πίστη στο στέμμα. Επίσης, αυτή η εξέλιξη μαλακώνει λίγο την Άλισεντ, η οποία στο βιβλίο έχει περισσότερο τον ρόλο της σκληροτράχηλης βασιλομήτωρ που την ενδιαφέρει μόνο να μείνουν οι γιοί της στην εξουσία ανεξαρτήτως κόστους.
Ο ατυχής θάνατος του Λουσέρις Βελάριον
Η πιο αγαπημένη μου αλλαγή είναι ο τρόπος με τον οποίο χάνει τη ζωή του ο δευτερότοκος γιός της Ρενίρα, ο Λουσέρις. Στο βιβλίο ο θάνατος του είναι ηθελημένος και δια χειρός του μονόφθαλμου Έιμοντ Ταργκέριεν, ως αντίποινα για το μάτι που του στέρησε ο Λουσέρις όταν ήταν παιδιά. Η πράξη αυτή δεν είναι αντάξια ούτε του χαρακτήρα ούτε του αξιωμάτος του Έιμοντ, ειδικά όταν προκύπτει μετά από ένα σχόλιο μιας κυρίας που θα αμφισβητήσει τον ανδρισμό του (“πίστευα είχες τα @ να τον σκοτώσεις” θα του πει συγκεκριμένα). Στη σειρά, όντως ο Έιμοντ τσαμπουκαλεύεται τον Λουσέρις, αλλά βάζει το σπαθί πίσω στο θηκάρι του με το που ο λόρδος Μπαράθιον πει ότι δεν θέλει να χυθεί αίμα στην Αυλή του – άλλωστε σκοπός του δεν ήταν να του αφαιρέσει τη ζωή, παρά μόνο το μάτι του για να πατσίσουν. Εφόσον, χάνει την ευκαιρία να βγάλει το μάτι του Λουσέρις, ο Έιμοντ αποφασίζει να τον τραμπουκίσει παίρνοντας τον στο κατόπι με τη τεράστια δράκαινα του, τη Βέιγκαρ.
Τα πράγματα παίρνουν τραγική τροπή, όταν η Βέιγκαρ κι ο Άραξ (ο δράκος του Λουσέρις) δεν θα υπακούσουν στις εντολές των αφεντικών τους και θα έρθουν μέτωπο με μέτωπο. Ο “έφηβος” ακόμα Άραξ δεν έχει καμία ελπίδα απέναντι στη μεγαλώσωμη Βέιγκαρ κι ο θάνατος του ίδιου αλλά και του αναβάτη του θα είναι ακαριαίος. Το σοκαρισμένο και μετανιωμένο βλέμμα του Έιμοντ στο τέλος της πρώτης σεζόν σε κάνει να ξεκινήσεις στο καπάκι τη δεύτερη και δίνει ακόμα περισσότερο βάθος σ’ έναν χαρακτήρα που όσο κι αν θέλει να δείχνει αμείλικτος, στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα πληγωμένο παιδί με πολλές ευαισθησίες (ή έτσι τουλάχιστον τον βλέπω εγώ γιατί είναι το νέο μου τηλεοπτικό crush).
Τα οράματα του Ντέιμον στο Χάρενχαλ
Στην προσπάθεια του να συγκεντρώσει στρατό για λογαρισμό της Ρενίρα, ο Ντέιμον πετάει στο σχεδόν ερημωμένο και “καταραμμένο” Χάρενχαλ – ένα κάστρο που έχει πληγεί πολλές φορές από φωτιές και πολιορκίες. Η ενέργεια σε αυτό το “στοιχειωμένο” μέρος είναι αρκετά φορτισμένη προκαλώντας στον Ντέιμον παραισθήσεις, μη μπορώντας να διακρίνει τι είναι αληθινό και τι όχι. Στο “Fire and Blood” δεν γίνεται λόγος για κανένα παραλλήρημα κατά τη διάρκεια της παραμονής του Ντέιμον στο κάστρο. Τα οράματα του Ντέιμον στο “House of the Dragon”, αν και σε μερικά σημεία επιβραδύνουν κάπως την εξέλιξη της πλοκής, αφήνουν πολλά hints για όσα θα ακολουθήσουν στην επόμενη σεζόν και συνδέουν το prequel με το “Game of Thrones” μέσα από την προφητεία του Έγκον του Κατακτητή για την επέλαση του Night King στο Γουέστερος – κάτι που θα αργήσει 200 χρονάκια από τη στιγμή που το προβλέπει ο Ντέιμον.
Εξαιρετικές είναι, επίσης, η πιο έντονη εμπλοκή του Λάρις Στρόνγκ στο συμβούλιο του βασιλιά, η σκηνοθετημένη δολοφονία του Λένορ Βελάριον – που μένει να δούμε αν θα κάνει κάποια εμφάνιση στο μέλλον – και οι μαντικές ικανότητες της πριγκήπισσας Χελένα που παίρνει έναν ρόλο αντίστοιχο με αυτόν του Μπραν στο “Game of Thrones”.
Όλα αυτά μάς κάνουν να ανυπομονούμε για το τι εκπλήξεις επιφυλάσσει η τρίτη σεζόν, αλλά και για το δεύτερο μέρος του “Fire and Blood” που καλύπτει το υπόλοιπο μισό και το άδοξο τέλος της δυναστείας των Ταργκέριεν. Ο George Martin μάς έχει δώσει τυράκι για βασιλιά που θυμίζει Ερρίκο Η’ και περιμένουμε να το διαβάσουμε πως και πως!