Γειά σου, είμαι ένα βιβλίο.
Δεν έχει σημασία ποιο είναι το όνομά μου, ούτε ποιος είναι ο άνθρωπος που με έφερε στη ζωή, ούτε από ποιο σπίτι -οίκο εκδοτικό, ξέρεις!- είμαι, ούτε πότε γεννήθηκα.
Σημασία έχει μόνο ότι είμαι ένα βιβλίο. Ή έτσι έχω ακούσει τους ανθρώπους να με αποκαλούν.
Τη στιγμή αυτή που μιλάμε βρίσκομαι πάνω σε ένα ράφι. Πρωτότυπο θα μου πεις! Σχεδόν σε όλη μου τη ζωή πάνω σε ένα ράφι είμαι. Ανά διαστήματα μπορεί να χαϊδέψει απαλά με τα χέρια του ένας άνθρωπος το εξώφυλλό μου ή να ξεφυλλίσει τις σελίδες μου. Αλλά κατά βάση περνάω τις μέρες μου σε ένα ράφι μαζί με τη συντροφιά της σκόνης και των υπόλοιπων βιβλίων.
Με τα οποία ίσως και να έπρεπε να έχουμε κάποιου είδους ανταγωνισμό. Όμως για πάρα πολύ χρόνο από τη ζωή μας βρισκόμαστε τόσο κολλητά το ένα με το άλλο πάνω σε κάποιο ράφι, που δενόμαστε και γινόμαστε φίλοι. Και τους φίλους σου δεν τους ανταγωνίζεσαι.
Δεν είμαστε σαν τους ανθρώπους εμείς. Δεν κρίνουμε ο ένας τον άλλον ούτε για το εξώφυλλό του, ούτε για το περιεχόμενό του. Αν είναι να είναι η δική μας σειρά να αποτελούμε το επόμενο βιβλίο που θα διαβάσει ένας άνθρωπος, τότε θα είναι η δική μας σειρά. Αν πάλι δεν έχει έρθει η δική μας ώρα, τότε απλά θα περιμένουμε τη στιγμή μας!
Για να επανέλθω όμως στο θέμα μου. Τη στιγμή αυτή που μιλάμε βρίσκομαι πάνω σε ένα ράφι, μιας βιβλιοθήκης, σε ένα μικρό και σκοτεινό γραφείο, σε ένα μικρό, αλλά ζεστό φοιτητικό σπίτι.
Πριν από μερικές μέρες βρισκόμουν πάλι σε ένα ράφι, μιας βιβλιοθήκης, σε ένα μεγάλο, φωτεινό, αλλά ψυχρό βιβλιοπωλείο. Και πριν από εκεί η αφεντιά μου είχε περάσει από μεγάλες κούτες σε φορτηγά και ατελείωτες στοίβες σε αποθήκες.
Στο ράφι του βιβλιοπωλείου μπορεί να ήμουν πρώτη μούρη στο καβούρι, αλλά “κρύωνα”. Πολλά χέρια και μάτια περνούσαν από πάνω μου. Μάλιστα, πολλά από αυτά με άγγιζαν και με κοίταζαν χωρίς ελάχιστη ένδειξη συναισθήματος στο βλέμμα και το άγγιγμά τους.
Μια μέρα, ένα αγόρι στάθηκε μπροστά μου. Με κοίταξε για ελάχιστα κλάσματα του δευτερολέπτου και αμέσως μετά με πήρε στα χέρια του.
“Να ‘το” είπε στον φίλο του που στεκόταν δίπλα του. Φίλος, σύντροφος, αδερφός, ξάδερφος, δευτεροξάδερφος, δεν ξέρω τι του ήταν, απλά υπέθεσα.
“Α, τέλεια το βρήκες” του απάντησε.
Με βρήκε; Δηλαδή με έψαχνε; Ήρθε στο βιβλιοπωλείο για εμένα;
Ορίστε η δική μου στιγμή! Έφτασε χωρίς καν να προσπαθήσω! Αυτό είναι το μυστικό! Έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου για να έρθει και η δική μου στιγμή, από εκεί κι έπειτα άφησα το τιμόνι στο πεπρωμένο.
Πλήρωσε στο ταμείο και κάναμε μαζί μια βόλτα σε δρόμους που ίσως ποτέ να μην είχα την τύχη να δω στη ζωή μου, αν δεν με είχε αποκτήσει ο συγκεκριμένος άνθρωπος, τη συγκεκριμένη στιγμή.
Όταν φτάσαμε στο σπίτι του είδα τριγύρω μου κι άλλους φίλους μου. Άπειρα βιβλία σε βιβλιοθήκες, πάνω στο γραφείο του, στο πάτωμα, παντού. Κανένα όμως δεν φαινόταν παρατημένο, ξεχασμένο ή υποτιμημένο. Όλο του το δωμάτιο εξέπεμπε μια ζεστασιά.
Την επόμενη μέρα με πήρε πάλι μαζί του. Και είδα πάλι δρόμους και μέρη που πια ήμουν σίγουρο πως αν δεν με είχε αποκτήσει το συγκεκριμένο αγόρι δεν θα είχα δει ποτέ στη ζωή μου. Ένιωθα ήδη πολύ τυχερό!
Φτάσαμε πάλι σε ένα σπίτι. Μας υποδέχτηκε μια κοπέλα. Αγκαλιάστηκαν, φιλήθηκαν και έκαναν -ολίγον τι- σαν παλαβά χωρίς λόγο και αιτία.
“Αυτοί οι δύο είναι οπωσδήποτε φίλοι” σκέφτηκα.
Δεν πέρασε πολλή ώρα για να στραφεί η προσοχή σε εμένα.
“Αυτό είναι για εσένα. Χρόνια πολλά!” είπε όλο ενθουσιασμό το αγόρι δίνοντάς με στην κοπέλα.
Εγώ; Εγώ ήμουν το δώρο; Κι όμως εγώ ήμουν!
Η κοπέλα με κράτησε σφιχτά στα χέρια της, με κοίταξε με χαμόγελο και αμέσως ένιωσα την αγάπη της για εμένα να αναβλύζει από μέσα της.
Πώς γίνεται οι άνθρωποι να μη διστάζουν να εκφράσουν την αγάπη τους για τα βιβλία, αλλά μεταξύ τους όλη την ώρα να “τρώγονται”; Ειλικρινά δεν μπορώ να το καταλάβω. Αλλά τι ξέρω κι εγώ; Ένα απλό βιβλίο είμαι.
Οι δύο φίλοι για άλλη μια φορά αγκαλιάστηκαν, φιλήθηκαν και έκαναν -ολίγον τι- σαν παλαβά χωρίς λόγο και αιτία.
Κι η δική μου η καρδούλα σκίρτησε από τον ενθουσιασμό και τη συγκίνηση που ταυτόχρονα ένιωσα σκεπτόμενο πως αυτοί οι άνθρωποι ήρθαν λίγο πιο κοντά, μοιράστηκαν μεταξύ τους μια στιγμή που ενδεχομένως να θυμούνται ακόμα και χρόνια μετά, χάρη σε εμένα!
Τελικά μπορεί να είμαι ένα απλό βιβλίο, αλλά είμαι θαυματουργό το άτιμο!
Από εκείνη την ημέρα, η κοπέλα περνάει πολύ χρόνο μαζί μου και για μερικές ώρες με αφήνει στο ράφι για να ξαποστάσω.
Κάνουμε τις βόλτες μας, ξεκουραζόμαστε μαζί, παίρνουμε διαλείμματα από την καθημερινότητα παρέα και αποτελούμε συνοδοιπόρο ο ένας για τον άλλον σε αυτή τη φάση των ζωών μας.
Γιατί το βιβλίο είναι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου και ο άνθρωπος ο καλύτερος φίλος του βιβλίου!
Κι εγώ είχα την τύχη στη ζωή μου να με κάνει δώρο αυτό το αγόρι σε αυτό το κορίτσι…