Διαβάζοντας κανείς τους Άθλιους του Ουγκώ αντιλαμβάνεται εύκολα ότι αυτό το βιβλίο δεν ανήκει στην κατηγορία των κοινών βιβλίων, αλλά ξεφεύγει με έναν πανανθρώπινο τρόπο πάνω από κάθε μικρή και ανεπαρκή λέξη που (δεν) υπάρχει για να εκφραστεί η καρδιά του ανθρώπου σε όλο το μεγαλείο της. Γιατί ο Βίκτωρ Ουγκώ με έναν απίστευτο τρόπο κατάφερε το ακατόρθωτο: να βάλει όλο του το είναι στην προσπάθεια να μιλήσει για όλα αυτά τα οποία δεν εκφράζονται. Δεν είναι παρ’ όλα αυτά τεχνική η προσέγγιση του σ’ αυτό το μεγαλειώδες έργο. Δεν προσπαθεί να εντυπωσιάσει γιατί πολύ απλά η πένα του, η ψυχή του που λογοτεχνικά ξεχύνεται με τόση μαεστρία και συνάμα ειλικρίνεια, δεν χρειάζεται τον εντυπωσιασμό. Αν ο Ουγκώ ζούσε μπορεί και να μου προσάπτατε την κατηγορία ότι του γράφω “πληρωμένη” κριτική. Μόνο που και πάλι, σαφώς ο Ουγκώ δεν έχει ανάγκη το δικό μου άρθρο ούτε το εγκώμιο μου για να λάμπουν τα έργα του στο στερέωμα εκείνων ακριβώς των έργων που ξεφεύγουν από τη σφαίρα του θνητού, του φθαρτού και του πρόσκαιρου. Όσοι έχετε διαβάσει τους Άθλιους νομίζω πως έχετε νιώσει αυτό που μόλις περιέγραψα, κι απ’ την άλλη όσοι δεν τους έχετε διαβάσει, το χρωστάτε στον εαυτό σας.
Πώς λοιπόν ένας άνθρωπος όση λογοτεχνική ικανότητα κι αν έχει μπορεί να δημιουργήσει ένα έργο πολύ μεγαλύτερο κι από τον εαυτό του; Και παραπέρα, πώς αυτή η αξία, η ποιότητα, η διαχρονικότητα αυτού του βιβλίου παραμένει αμείωτη από την αρχή μέχρι το τέλος του (και όπως ξέρετε δεν είναι καθόλου μικρό το μέγεθός του) αλλά και μέσα στο πέρασμα του χρόνου; Ο Ουγκώ ξεκίνησε να γράφει τους Αθλίους το 1842 και δεν θα τον έπαιρνε παρά 20 ολόκληρα χρόνια για να το ολοκληρώσει και να το εκδώσει, πράγμα διόλου περίεργο για ένα τέτοιου μεγέθους έργο.
Ακόμα κι αν μελετήσει κανείς τους Άθλιους μόνο από τεχνική και λογοτεχνική σκοπιά, αμέσως θα διαπιστώσει την αρτιότατη προσέγγιση του συγγραφέα σε κάθε γνωστικό αντικείμενο με το οποίο καταπιάνεται το βιβλίο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πολυσέλιδη και εκτενής περιγραφή (19 κεφάλαια) της μάχης του Βατερλώ, την οποία ο συγγραφέας, σχεδόν εισαγωγικά και επεξηγηματικά (για πολιτικούς και κοινωνικούς λόγους) παρεμβάλλει στην ροή της πλοκής χωρίς ούτε λεπτό να κουράσει και συνάμα καταγράφοντας τα γεγονότα σαν έμπειρος στρατηγός που ήταν εκεί. Παραμένοντας στην τεχνική αξία του βιβλίου, ιδιαίτερα με εντυπωσίασε το εξαιρετικό “κόλπο” του συγγραφέα να χρησιμοποιεί δειλά και αφανώς τους ήρωες του σε σημεία που δεν κανείς δεν τους προσέχει, μόνο και μόνο για να τους επαναφέρει στο προσκήνιο σε τελείως διαφορετική χρονική στιγμή του έργου όπου εκείνοι πια διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην εξέλιξη του σεναρίου, η οποία οφείλεται σ’ εκείνην την φαινομενικά αμελητέα περιγραφή που έκανε ο συγγραφέας 100 σελίδες πριν. Μέσα από την αφήγησή του, καλύπτει ένα ευρύτατο φάσμα της γαλλικής ιστορίας, προσπαθώντας ίσως να κάνει μια προσωπική ανασκόπιση στην ιστορία του έθνους του και στην δική του τοποθέτηση μέσα σ’ αυτήν, αφού κι εκείνος ήταν ενεργός στα πολιτικά δρώμενα, επιτρέποντας μάλιστα την εξέλιξη και την αλλαγή στον τρόπο που έβλεπε και θεωρούσε τα πράγματα. Υπό το όραμα μιας πολιτικής επανάστασης, υπογραμμίζοντας τα λάθη και τους δαίμονες του παρελθόντος, τονίζει την αγωνία του και βιάζει την κοινωνία για ένα προοδευτικότερο και δημοκρατικότερο μέλλον. Έτσι, ιδιαίτερα ωραία και συγκινητικά δημιουργεί και σκιαγραφεί τους ενθουσιώδεις οραματιστές και επαναστάτες νέους της παρέας του Ενζολρά, μέσα από τους οποίους συμβολίζει αρετές και ιδανικά αλλά και την αυτοθυσία για την πίστη σε ιδεώδη και στην πρόοδο της ανθρωπότητας.
Ο Ουγκώ χρησιμοποιεί το συγγραφικό του χάρισμα για να παρεμβάλλει στην εξιστόρηση των Αθλίων, πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα που τον απασχόλησαν. Είναι εμφανέστατη η κοινωνική ευαισθησία με την οποία παρατηρούσε τα δρώμενα γύρω του, τα οποία άλλωστε μαζί με προσωπικές εμπειρίες τα κατέγραφε στο προσωπικό του ημερολόγιο και τον ενέπνευσαν για την δημιουργία των χαρακτήρων. (πχ ο Eugene Vidocq και η προσωπική συνομιλία του συγγραφέα με μια πόρνη την οποία γλίτωσε από σύλληψη)
Μάλιστα δεν διστάζει να κάνει αρκετές παύσεις στο σενάριο για να μιλήσει με έναν εκπληκτικό και -χωρίς να υπερβάλλω καθόλου- ανυπέρβλητο τρόπο για το δικαίωμα των ανθρώπων στην ευημερία, την δικαιοσύνη, την παιδεία, την ψηφοφορία, την ισότητα. Κι ενώ κάποιοι τον κατηγόρησαν για τις μεγάλες σεναριακές παύσεις, κατ’ εμέ ούτε στιγμή δεν γίνεται κυρηκτικός, αυτός ο συγγραφέας-υπερασπιστής των αδύναμων. Κατά τη γνώμη μου αυτές οι, ας πούμε, φιλοσοφικές παύσεις είναι που ολοκληρώνουν και επισφραγίζουν την ταυτότητα των Αθλίων και δίνουν μια εις βάθος κατανόηση των ιδανικών του Ουγκώ. Άλλωστε δεν γίνονται σε τυχαία φυσικά σημεία και η καθοριστική, σχεδόν επική χροιά τους μεταμορφώνει το βιβλίο από μια άρτια και συγκινητική εξιστόρηση σε ένα πανανθρώπινο και διαχρονικό έργο.
Ως ένας από τους κυριότερους εκφραστές του κινήματος του ρομαντισμού στην λογοτεχνία, ανέπτυξε μια δική του προσέγγιση στην γραφή, αυτήν του φανταστικού ρεαλισμού, συνδυάζοντας την περιγραφή ρεαλιστικών καταστάσεων με τον έντονο συμβολισμό. Γι’ αυτό σε πολλά από τα έργα του, όπως άλλωστε κατ’ εξοχήν και στους Άθλιους, κάθε φιγούρα συμβολίζει ένα μείζον κοινωνικό ζήτημα της εποχής. Και όπως ήταν αναμενόμενο, φωτίζει εις βάθος κάθε χαρακτήρα, επιτρέποντας στον αναγνώστη να αντιληφθεί τα αίτια που οδηγούν κάθε ήρωα στην διαμόρφωση του χαρακτήρα του και στις επιλογές του. Γι’ αυτό οι Άθλιοι είναι στην βάση του ένα αμιγώς ανθρωπιστικό και κοινωνικό βιβλίο, μια εκτενής κοινωνική μελέτη στην ανθρώπινη συμπεριφορά.
Χαρακτηριστική, όπως άλλωστε γίνεται σχεδόν πάντα με τέτοια έργα, ήταν η αντίδραση του κοινού στην έκδοση του βιβλίου. Οι Άθλιοι έγιναν αμέσως εμπορική επιτυχία ενώ υπήρξαν πολλοί που βρήκαν το έργο ανήθικο(!), ή άλλοι που το κατηγόρησαν για έντονο συναισθηματισμό και εκείνοι που το απέρριψαν εξ αιτίας της έκδηλης συμπάθειάς του προς τους επαναστάτες. Ο Gauthier έγραψε στην Le Monde λίγους μήνες μετά την έκδοση του: «Δεν μπορεί να διαβάσει κανείς παρά με ακαταμάχητη αηδία όλες τις λεπτομέρειες που ο κύριος Ουγκώ δίνει αναφορικά με τα επιτυχημένα σχέδια των επαναστατών». Ο Flaubert δήλωσε πως δεν βρήκε ούτε αλήθεια ούτε μεγαλείο, χαρακτήρισε τους ήρωες στερεοτυπικούς, την προσπάθεια του Ουγκώ νηπιακή(!) και μάλιστα χαρακτηριστικά είπε πως θα ήταν το τέλος της καριέρας του, όπως «η πτώση ενός θεού». Θα παραλείψω τη σοφή λαϊκή ρήση «όσα δεν πιάνει η αλεπού..» για να αναφέρω πως η παπική ρωμαιοκαθολική εκκλησία απαγόρευσε το βιβλίο κατατάσσοντας το στο Index Librorum Prohibitorum.
Ο Ουγκώ, γιος στρατηγού στον στρατό του Ναπολέοντα, ήταν 13 χρονών όταν συνέβη το Βατερλώ, μια από τις διασημότερες μάχες στην ανθρώπινη ιστορία. Από μικρός είχε επιδείξει έφεση στην λογοτεχνία συμμετέχοντας σε διαγωνισμούς, δοκιμάζοντας την πένα του σε όλα τα είδη της λογοτεχνίας. Ενώ τα θεατρικά έργα του ήταν οι πρώτες δουλειές του που ξεκίνησαν να του αποφέρουν κέρδος, η συγγραφική του αξία αναδείχθηκε μετά την επανάσταση του Ιουλίου του 1830 όπου γράφει την Παναγία των Παρισίων. Λαμβάνοντας μέρος στην πολιτική ζωή της Γαλλίας συμμετείχε ως εκλεγμένο μέλος στην Γαλλική εθνοσυνέλευση μετά την επανάσταση του 1848 αλλά αναγκάστηκε να διαφύγει από την Γαλλία ως εξόριστος, αντιτιθέμενος στο καθεστώς της μοναρχίας του Ναπολέοντα του 3ου. Ενώ είχε ξεκινήσει ήδη να γράφει από τα μέσα του ‘40 τους Άθλιους, σημαντικό μέρος του βιβλίου γράφεται κατά τη διάρκεια της εξορίας του όπως και η ίδια η έκδοση του το 1862 βρίσκει τον Ουγκώ στην εξορία. Το 1870, και έπειτα από 20 χρόνια εξορίας, επιστρέφει στην Γαλλία και στη συνείδηση του λαού είναι πια εθνικός ήρωας. Δεν σταμάτησε ποτέ να γράφει μέχρι τον θάνατό του το 1885, μετά τον οποίο κηδεύτηκε ως εθνικός ήρωας με υψηλότατες τιμές σε μια από τις μεγαλύτερες κηδείες της Γαλλίας.
Για ‘μένα, τον κατοπινό άνθρωπο, ο Ουγκώ δεν είναι εθνικός μα διεθνής ήρωας, καθώς άφησε έμπρακτη ή καλύτερα έγγραφη την δυνατότητα να εμπνευστούμε και να προοδεύσουμε. Τα ρομαντικά ιδεώδη του φαντάζουν σήμερα, σχεδόν δύο αιώνες μετά, καιριότερα από ποτέ. Είμαστε τυχεροί, πολύ τυχεροί που έχουν γραφτεί ήδη για ‘μας τέτοια βιβλία όπως οι Άθλιοι και πολύ αφελείς αν πιστεύουμε ότι ένα βιβλίο δεν μπορεί να αλλάξει τον άνθρωπο, τον κάθε άνθρωπο, τον οποίο άλλωστε ο Ουγκώ εξ αρχής είχε κατά νου όταν έγραψε τους Άθλιους.