Η Τζέην Έυρ της Σάρλοτ Μπροντέ είναι αναμφισβήτητα ένα φαινόμενο στην παγκόσμια λογοτεχνία. Όπως έχει λεχθεί, αποτελεί ένα είδος αυτοβιογραφίας της Μπροντέ. Οι κριτικές που έλαβε κατά την πρώτη έκδοσή της ήταν ποικίλες. Πολλοί την απέρριψαν αλλά αυτοί που την αγκάλιασαν και την αγάπησαν ήταν περισσότεροι.
Στην αρχή δίσταζα να αγοράσω την Τζέην Έυρ. Στο μυαλό μου περιτριγύριζε η λεπτομέρεια πως οι συγγραφείς της εποχής (Ντοστογιέφσκι, Ουγκώ κτλ.) είχαν την συνήθεια να αναλύουν πολύ, ακόμη και καταστάσεις που δεν θα ήταν απαραίτητο να τις αναλύσουν. Έτσι φοβόμουν μήπως διαβάζοντας το βιβλίο βρεθώ μπροστά σε μακροσκελείς περιγραφές και υπεραναλύσεις. Ευτυχώς, όταν αυτό βρέθηκε στα χέρια μου, μου απέδειξε το αντίθετο.
Η ιστορία αφορά την Τζέην, μια ορφανή κοπέλα που έχει ανάγκη να αγαπηθεί και που παλεύει να ζήσει μέσα στην εχθρική, απέναντι στο φύλο της, κοινωνία. Την ακολουθούμε από τα παιδικά της χρόνια μέχρι που ενηλικιώνεται και τραβάει την δική της πορεία.
Στην πορεία αυτή θα πιάσει δουλειά ως δασκάλα σε μια μεγάλη απομονωμένη έπαυλη, το Θόρνφιλντ, του οποίου ιδιοκτήτης είναι ο ιδιότροπος κύριος Ρότσεστερ. Αρχικά η Τζέην θα αντιπαθήσει τον εργοδότη της αλλά στην πορεία θα αλλάξει γνώμη. Η ιστορία προχωράει ακολουθώντας τις σκέψεις της Τζέην και την τροπή που παίρνουν τα πράγματα στη ζωή της.
Ο τρόπος γραφής της Μπροντέ είναι καλλιτεχνικός, και αρκετά σκοτεινός. Ξεχωριστή θέση κατέχει η περιγραφή των τοπίων με την οποία προσπάθησε-και τα κατάφερε- να αποδώσει την εικόνα τους με ένταση, απλώνοντάς τα μπροστά μας με ζωντάνια και γλαφυρότητα. Αυτό εν μέρει οφείλεται στην λογοτεχνική της φύση αλλά και στην αγάπη που είχε για την φύση. Έτσι επιτυγχάνει να σε μεταφέρει στην ύπαιθρο της Βικτωριανής Αγγλίας-σε μια εντελώς άλλη εποχή.
Οι χαρακτήρες στην Τζέην Έυρ ακολουθούν τον «κανόνα του σκοτεινού». Η πρωταγωνίστρια είναι ένας δυναμικός, ευαίσθητος και καλλιεργημένος άνθρωπος με δόσεις μελαγχολίας. Οι άλλοι χαρακτήρες διαθέτουν μεν εκπαίδευση και κύρος, το οποίο συνδυάζεται συχνά με την υπεροψία και την μελαγχολία, δεν παύουν όμως να κρύβουν μέσα τους μια, θα μπορούσε να το πει κανείς, κακία. Είναι αλήθεια, η Μπροντέ δημιουργεί ρεαλιστικούς χαρακτήρες με πάθη, κακίες και όλες τις μικρότητες που χαρακτηρίζουν πολλές φορές τους ανθρώπους. Το αποτέλεσμα είναι μια παραστατική αλλά και σκοτεινή περιγραφή της κοινωνίας των ανθρώπων, μια ατμόσφαιρα βαριά, που σου δημιουργεί ακριβώς τα συναισθήματα που θα ήθελε η συγγραφέας, χωρίς όμως να σε καταβάλει.
Όλη αυτή η ατμόσφαιρα ενισχύεται από τους περίεργους θορύβους, τα βήματα από το πουθενά, τα γέλια που σου σηκώνουν την τρίχα, γεγονότα στα οποία η πρωταγωνίστρια συχνά γίνεται μάρτυρας. Τι κρύβει άραγε το Θόρνφιλντ, για το οποίο ο κύριος Ρότσεστερ γίνεται φανερό πως αποφεύγει να μιλήσει; Εξαιρετική η Μπροντέ και σε αυτόν τον τομέα, δίνοντας με μεγάλη επιτυχία στο βιβλίο της χαρακτηριστικά γοτθικού μυθιστορήματος.
Good-night, my-” He stopped, bit his lip, and abruptly left me.”
Κάτι άλλο που αξίζει προσοχής είναι ο έρωτας στο βιβλίο της Τζέην Έυρ. Η Σάρλοτ δεν διστάζει να περιγράψει τον έρωτα με τον τρόπο που του αξίζει: με πάθος και ένταση. Κάτι πρωτότυπο για γυναίκα της Βικτωριανής Αγγλίας μιας και μιλάμε για μια εποχή-αλλά και για μια χώρα- που χαρακτηρίζεται από λεπτότητα και τυπικότητα. Γενικά η Μπροντέ δεν ακολουθεί αυτόν τον κανόνα και δεν διστάζει να πει τα πράγματα με το όνομά τους.
Το παρακάτω αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Το 1873, δέκα χρόνια πριν την δημοσίευση του πρώτου μυθιστορήματός της και ενώ εργαζόταν ως δασκάλα στο Roe Head, η Σάρλοτ Μπροντέ έγραψε στον Ρόμπερτ Σάουδυ τον ρομαντικό ποιητή, στέλνοντας δείγματα του έργου της και ζητώντας τη γνώμη του. Ο Σάουδυ της απάντησε, μεταξύ άλλων: «Η λογοτεχνία δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται ν’ αποτελεί έργο ζωής μίας γυναίκας. Όσο σοβαρότερα ασχολείται μία γυναίκα με τα καθήκοντα που της αρμόζουν, τόσο λιγότερος χρόνος της μένει για τη λογοτεχνία, ακόμα και ως πάρεργο και αναψυχή.» Στην ευχαριστήρια επιστολή της, η Μπροντέ γράφει στον Σάουδυ: «Ακουλουθώντας τη συμβουλή του πατέρα μου… πάντα προσπαθώ να τηρώ όλα τα καθήκοντα που οφείλει να εκπληρώνει μια γυναίκα… Αλλά δεν τα καταφέρνω πάντα, αφού, κάπου κάπου, όταν διδάσκω ή ράβω, θα προτιμούσα να διαβάζω ή να γράφω. Παρ’ όλ’ αυτά, προσπαθώ ν’ απαρνούμαι τον εαυτό μου και η επιδοκιμασία του πατέρα μου με ανταμείβει πλουσιοπάροχα γι’ αυτή τη στέρηση.»
Βασισμένη λοιπόν σ’ αυτό το γεγονός, η Μπροντέ γράφει σε κάποιο σημείο της Τζέην Έυρ:
Δεν έχει νόημα να λέει κανείς ότι οι άνθρωποι πρέπει να ικανοποιούνται με την ηρεμία. Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη από δράση και, αν δεν την βρίσκουν, τη δημιουργούν από μόνοι τους. Εκατομμύρια άνθρωποι είναι καταδικασμένοι σε μια μοίρα πιο στάσιμη από τη δική μου και εκατομμύρια εξεγείρονται σιωπηρά εναντίον του κλήρου τους. Κανείς δεν ξέρει πόσες εξεγέρσεις εκτός από τις πολιτικές ζυμώνονται καθημερινά στις μάζες ζωής στις οποίες ζουν οι άνθρωποι. Θεωρείται γενικά ότι οι γυναίκες είναι πολύ ατάραχες. Αλλά οι γυναίκες νιώθουν όσο νιώθουν κι οι άνδρες· έχουν ανάγκη να εξασκούν τις ικανότητές τους και έχουν ανάγκη από ένα πεδίο δράσης για τις προσπάθειές τους, όσο τα έχουν ανάγκη και οι αδελφοί τους. Υποφέρουν από τους υπερβολικά αυστηρούς περιορισμούς και από την υπερβολικά μεγάλη στασιμότητα, όπως θα υπέφεραν και οι άνδρες. Και είναι στενόμυαλο από την πλευρά των πιο προνομιούχων συνανθρώπων τους να λένε πως οι γυναίκες πρέπει να αρκούνται να φτιάχνουν γλυκίσματα και να πλέκουν κάλτσες, να παίζουν πιάνο και να κεντούν πορτοφόλια. Είναι απερίσκεπτο να τις καταδικάζουν και να τις περιγελούν όταν αυτές προσπαθούν να κάνουν ή να μάθουν κάτι παραπάνω απ’ ό, τι έχει καθιερώσει ως απαραίτητο για το φύλο τους η συνήθεια.
Μπουμ! Μια γροθιά στον Σάουδυ, στην κοινωνία της εποχής και στα στερεότυπα! Αυτή είναι η Μπροντέ που τα λέει έξω από τα δόντια, όχι μόνο σε αυτήν αλλά και σε άλλες, πολλές περιπτώσεις μέσα στο βιβλίο. Η Μπροντέ ένιωθε κάθε πτυχή αυτού του κειμένου, διότι και η ίδια ένιωθε απομονωμένη σε ένα μέρος το οποίο την έπνιγε. Παρ’ όλο που δεν έζησε σε ένα κοσμοπολίτικο περιβάλλον όπως αυτό των πόλεων-το οποίο και της ταίριαζε-, η Σάρλοτ δημιούργησε έναν ιδιαίτερο και ανοιχτόμυαλο χαρακτήρα που την ώθησε να κάνει μια απ’ τις πρώτες προσπάθειες για ίση αντιμετώπιση των γυναικών με τους άνδρες γράφοντας αυτό το κείμενο. Ένα από τα πρώτα, πιστεύω, φεμινιστικά κείμενα- και από τα πολύ καλά μάλιστα. Εδώ είναι που η Σάρλοτ εκφράζει φεμινιστικές απόψεις πριν από την δημιουργία του φεμινισμού και στέλνει από την εποχή της ένα μήνυμα απαιτώντας την πάταξη της άνισης αντιμετώπισης και των στερεοτύπων. Σήμερα, 200 σχεδόν χρόνια μετά από αυτό το κείμενο, στερεότυπα και ανισότητες δυστυχώς εξακολουθούν να υπάρχουν, προσαρμοσμένα φυσικά στις συνθήκες της εποχής. Η Μπροντέ ως γενναία και πρωτοπόρος για την εποχή της θέλησε να πετάξει όλα αυτά που εναπόθεσε πάνω της, αλλά και πάνω σε κάθε γυναίκα της εποχής, ο Σάουδυ, και ο κάθε Σάουδυ και όχι μόνο δεν δίστασε να σκεφτεί μια τέτοια ιδέα, όχι μόνο δεν δίστασε να γράψει ένα τέτοιο κείμενο αλλά και να το δημοσιεύσει σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία. Γι’ αυτό θα πρέπει να αποτελεί πρότυπο για τις γυναίκες της σύγχρονης εποχής, δικαιολογημένα και χωρίς καμία αμφισβήτηση.
Η Τζεην Έυρ είναι ένα μυθιστόρημα με ένταση, πάθος και ανατροπές. Ένα βιβλίο ηθογραφικό· ένα βιβλίο για τον έρωτα, τα πάθη των ανθρώπων και την δύναμη που κρύβει μέσα της μια γυναίκα.
Information
- Στο βιβλίο έχουν βασιστεί πολλά θεατρικά, όπερες και μίνι σειρές. Γνωστότερη στο κοινό είναι η ταινία Jane Eyre του 2011 με την Mia Wasikowska στον ρόλο της Τζέην και τον Michael Fassbender στον ρόλο του κύριου Ρότσεστερ.
- Η Σάρλοτ Μπροντέ άρχισε να γράφει το μυθιστόρημα αυτό τον Αύγουστο του 1846. Αρχές Αυγούστου 1847, ενώ η Τζέην Έυρ ήταν σχεδόν έτοιμη, έφτασε η έβδομη απορριπτική απάντηση για το άλλο της μυθιστόρημα με τίτλο, Ο Καθηγητής, από τον οίκο Σμιθ, Έλντερ & Σία. Ωστόσο αυτή η απορριπτική απάντηση διέφερε από τις προηγούμενες: ο Τζωρτζ Σμιθ, ιδιοκτήτης του οίκου, και ο Ουίλλιαμ Σμιθ Ουίλλιαμς, σύμβουλός του, είχαν διαβλέψει τις ικανότητες της φιλόδοξης συγγραφέως και, ενώ απέρριπταν τον Καθηγητή, πρόσθεταν ότι θα εξέταζαν με ιδιαίτερη προσοχή ένα άλλο μυθιστόρημα σε τρία μέρη. Χωρίς να καθυστερήσει, η Σάρλοτ καθαρόγραψε την Τζέην Έυρ και τους την έστειλε. Ο Σμιθ και ο Ουίλλιαμς ενθουσιάστηκαν από το έργο. Σε δύο μήνες, τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, το είχαν εκδώσει, με τίτλο «Τζέην Έυρ, η αυτοβιογραφία μου» σε «επιμέλεια Κάρρερ(Charlotte. Η Μπροντέ χρησιμοποιούσε ψευδώνυμο στα βιβλία της) Μπελ.*πληροφορίες αντλήθηκαν απο το βιβλίο Τζέην Έυρ των εκδόσεων Σμίλη.