Η Βιλέτ είναι το έργο της Σάρλοτ Μπροντέ το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως το ωριμότερο της συγγραφέως. Το Βιλέτ είναι, ουσιαστικά, η ιστορία ορισμένων ανθρώπων της πόλης Βιλέτ(Βρυξέλλες) μέσα από τα μάτια της πρωταγωνίστριάς μας, της Λούση Σνόουι, μιας κοπέλας από την Αγγλία που διδάσκει αγγλικά σε ένα σχολείο για νεαρές κοπέλες.
Η ιστορία, αρχικά, ξεκινάει σε διαφορετικό τόπο από εκείνον που διαδραματίζονται τα βασικά γεγονότα του βιβλίου. Παρατηρούμε ότι υπάρχει ταύτιση της εισαγωγής της Βιλέτ με αυτήν της Τζέην Έυρ (το οποίο είχε γράψει ήδη η συγγραφέας). Η Λούσυ, γυναίκα της Βικτωριανής Αγγλίας, ξεκινάει μόνη της(όπως και η Τζέην Έυρ)-μέσα σε μια κοινωνία η οποία δεν αποδέχεται οι γυναίκες να ταξιδεύουν μόνες γιατί-κατά ‘πως λένε- είναι επικίνδυνο για αυτήν και την υγεία της- να φτάσει σε ένα άγνωστο μέρος. Και στις δύο περιπτώσεις, αυτό το γεγονός, αν κανείς το κοιτάξει απλώς επιφανειακά θα πει πως δεν σημαίνει τίποτα αν όμως ξεπεράσει αυτό το στάδιο και διεισδύσει στην σκέψη της συγγραφέως μέσα από το κείμενο της, θα καταλάβει πως πρόκειται για μια πρωτοποριακή αντίληψη: η ενέργεια που βάζει η Μπροντέ τις ηρωίδες της να πράξουν φανερώνει έμμεσα τις προοδευτικές ιδέες της συγγραφέως, πως δηλαδή μια γυναίκα δεν διαθέτει λιγότερη ψυχική δύναμη από έναν άντρα ούτε μπορεί να είναι λιγότερο ανεξάρτητη από αυτόν. Μια γυναίκα είναι ικανή να ολοκληρώσει αυτό που θέλει να κάνει χωρίς να την εμποδίσουν οι απαράδεκτες απόψεις για το φύλο της και τις δυνατότητές του.
Η Λούσυ μας, λοιπόν, ζει την ζωή της στην Βιλέτ και συναναστρέφεται πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους. Είναι μια ανεξάρτητη και έξυπνη γυναίκα όμως είναι ήσυχος άνθρωπος που παρατηρεί απλώς τα γεγονότα και τους ανθρώπους γύρω της. Κάτι εντελώς διαφορετικό, δηλαδή, από την Τζέην Έυρ, στο ομώνυμο βιβλίο, όπου η πρωταγωνίστρια παρουσιάζεται ετοιμόλογη, δυναμική, έξυπνη και ανεξάρτητη-κατά κάποιον τρόπο. Μπορεί μεν, η Λούση, στην ευστοχία και την καυστικότητα των σχολίων της να μοιάζει στην πρωταγωνίστρια της Τζέην Έυρ όμως μέχρι εκεί. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, μερικές φορές-θα το πω- με εκνεύρισε η στωική της στάση απέναντι σε γεγονότα τα οποία, πραγματικά, είναι εξοργιστικά.
H Βιλέτ είναι ένα έργο καθαρά ανθρωποκεντρικό.
Advertising
Τώρα που το καλοσκέφτομαι, η Βιλέτ είναι ένα έργο καθαρά ανθρωποκεντρικό. Δηλαδή, η Μπροντέ δεν έδωσε βάση σε γεγονότα αλλά σε χαρακτήρες. Γεγονότα, φυσικά, υπάρχουν, όμως το μεγαλύτερο βάρος δίνεται στην περιγραφή της ψυχολογίας της ίδιας της πρωταγωνίστριας και τους τρόπους που αντιδράσει και σκέφτεται αλλά και στην ψυχολογία και την συμπεριφορά των υπόλοιπων χαρακτήρων. Η προσοχή που έχει δώσει στην δημιουργία των χαρακτήρων της γίνεται ολοφάνερη: σκιαγραφεί τον καθένα με μεγάλη προσοχή και παραθέτει σχολαστικά τα χαρακτηριστικά του-τις αδυναμίες, τις προτιμήσεις, τις δυνατότητες. Η Σάρλοτ με τις περιγραφές της ανοίγει μια πόρτα στην ψυχοσύνθεση των ανθρώπων και αποκαλύπτει τις εξαιρετικές και διορατικές της ικανότητες μιας και για να περιγράψει τόσο καλά διαφορετικούς χαρακτήρες βιβλίου χρειάζεται η ίδια, στην ζωή της, να έχει εξετάσει και να έχει αφοσιωθεί με ζήλο στην παρατήρηση των ανθρώπινων χαρακτήρων. Και αν κρίνουμε από το εξαιρετικό αυτό αποτέλεσμα, το έχει καταφέρει σε μεγάλο βαθμό μια και εδώ μιλάμε για βαθιά διείσδυση στην ανθρώπινη ψυχολογία και συμπεριφορά. Αυτό λοιπόν, δικαίως, κάνει πολλούς να θεωρούν, όπως είπαμε, την Βιλέτ το πιο ώριμο έργο της Σάρλοτ Μπροντέ.
Όσο αναφορά κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ηρώων της, η Μπροντέ ακολουθεί για αυτούς και εδώ-όπως στην περίπτωση της Τζέην Έυρ– τον κανόνα του σκοτεινού και ρεαλιστικού: Στο βιβλίο οι χαρακτήρες είναι ρεαλιστικά πλασμένοι και για άλλη μια φορά η Μπροντέ φρόντισε να τους διανείμει τα ελαττώματα που έχουν συνήθως οι άνθρωποι: φιλαυτία, ματαιοδοξία, κακία, άμετρη περιέργεια. Παρ’ όλ’ αυτά όμως, το συγκεκριμένο έργο δεν είναι τόσο σκοτεινό όσο είναι η Τζέην Έυρ. Η Μπροντέ, εκτός από αυτούς τους «κακούς» χαρακτήρες, έχει φτιάξει και χαρακτήρες πρόσχαρους, καλούς στην ψυχή και γενναιόδωρους. Και γενικότερα αυτή η καλοσύνη που κάνει την εμφάνισή της σε αυτό το έργο είναι φανερή και στην ατμόσφαιρα που πλανιέται πάνω από την ιστορία, η οποία δεν είναι βαριά, αλλά, αντίθετα, ανάλαφρη.
Φαίνεται, όμως, πως η Σάρλοτ αγαπά πολύ να πλάθει όχι μόνο σκοτεινούς και δύστροπους χαρακτήρες αλλά γενικώς χαρακτήρες προβληματικούς. Και στην Τζέην Έυρ και στην Βιλέτ πολλοί από τους χαρακτήρες χαρακτηρίζονται από ευερέθιστα νεύρα, παραλογισμούς ή αδιακρισία. Τέτοιοι χαρακτήρες, που δημιουργούν ανάλογη ατμόσφαιρα, είναι χαρακτηριστικοί στο ρεύμα του ρομαντισμού, στο οποίο-για πολλούς- ανήκει η Μπροντέ, όμως ταυτόχρονα μοιάζει πως η Σάρλοτ έχει κουραστεί από τους συνηθισμένους χαρακτήρες στη ζωή αλλά και στα βιβλία και πως επιθυμεί να βάζει στις δικές της ιστορίες χαρακτήρες με ιδιαιτερότητες, ενδιαφέροντες χαρακτήρες, που έχουν κάτι το οποίο μπορεί να ερεθίσει έντονα τα δικά σου συναισθήματα και τη λογική σου· με λίγα λόγια, να σου μείνουν αξέχαστοι. Και αγαπά, όπως φαίνεται, να πλάθει έρωτες με αυτούς τους δύστροπους χαρακτήρες διότι, νομίζω, ένας έρωτας με έναν άνθρωπο με κάποια έντονη ιδιαιτερότητα έχει πολλά να προσφέρει σε ένα βιβλίο και στους αναγνώστες του από πλευράς ενδιαφέροντος.
Ένα άλλο γεγονός που μπορεί να κάνει το έργο να χαρακτηριστεί ώριμο είναι τα λογοτεχνικά στοιχεία, τα οποία, υπήρχαν μεν στην Τζέην Έυρ, αλλά εδώ είναι ακόμη πιο φανερά. Τι υπέροχες παρομοιώσεις της φύσης με την ανθρώπινη φύση, με την σκέψη, τα συναισθήματα! Η αγάπη της Μπροντέ για το φυσικό περιβάλλον εδώ γίνεται φανερή όσο ποτέ άλλοτε καθώς οι εικόνες που δημιουργεί με τις περιγραφές της είναι πολύ ζωντανές και πανέμορφες. Ο θυμός, παραδείγματος χάριν, παρομοιάζεται με μια τρελή χιονοθύελλα, η χαρά με ένα όμορφο δροσερό ρυάκι, ο έρωτας με πανέμορφα φυσικά τοπία. Πραγματικά, η Μπροντέ και σε αυτό το σημείο θριάμβευσε.
Κάτι που με ευχαρίστησε στο βιβλίο, πέρα από την ίδια την ιστορία και τον τρόπο γραφής, ήταν η παρουσία του μεταφυσικού. Και στην Τζέην Έυρ συναντάμε χαρακτηριστικά γοτθικού μυθιστορήματος, εδώ, όμως, το μεταφυσικό κάνει πιο αισθητή την παρουσία του και γίνεται μάλιστα αντιληπτό-αντιληπτό όσο δεν παίρνει- από την ηρωίδα μας, προκαλώντας μας το δέος και κάνοντας τις τρίχες στο σβέρκο μας να ανασηκωθούν. Άραγε, η ηρωίδα μας αντιλαμβάνεται σωστά αυτά που βλέπει;
Κάτι άλλο, που αφορά τον τρόπο γραφής, πέρα από την λογοτεχνική του φύση και την γλαφυρότητα, είναι η ειρωνεία, η οποία κάνει έντονη την παρουσία της σε αυτό το μυθιστόρημα. Είναι κάτι που το εκτίμησα δεόντως, διότι από πάντα ήμουν φαν της ειρωνείας και στην συγκεκριμένη περίπτωση η ειρωνεία αλλά και η καυστικότητα της ηρωίδας μας με έκαναν να γελάσω πολλές φορές και προσέδωσαν στο μυθιστόρημα έναν χαρακτήρα ξεχωριστό και εξαιρετικά ευχάριστο.
Θα παρατηρήσατε ότι κάνω πολλές αναφορές στο μυθιστόρημα Τζέην Έυρ. Αυτό συμβαίνει διότι διαβάζοντας την Βιλέτ είδα τις διαφορές και τις ομοιότητες ανάμεσα στα δύο βιβλία και ένιωσα την ανάγκη να τις σημειώσω. Για περισσότερες πληροφορίες πάνω στην Τζέην Έυρ, μπορείτε να κατευθυνθείτε στο άρθρο μου πατώντας εδώ.