Φρίντριχ Νίτσε: Ένας παρεξηγημένος Φιλέλληνας

Φρίντριχ Νίτσε

Ο Φρίντριχ Βίλχελμ Νίτσε γεννήθηκε στο χωριό Ραίκεν της Πρωσικής Σαξονίας, κοντά στη Λειψία, και μαζί του γεννήθηκε ένα τεράστιο τμήμα της Δυτικής φιλοσοφικής σκέψης του υπαρξισμού, του ατομικισμού και του κλασικισμού (κυρίως της Βαϊμάρης). Ο Νίτσε κατάφερε να κλονίσει συθέμελα τη σύγχρονη φιλοσοφική δραστηριότητα με τον τρόπο γραφής και σκέψης του, διαμορφώνοντας νέα δεδομένα, κάτι για το οποίο αδιαφορούσε πλήρως. Υπήρξε οξύς, ευφυής, δριμύς, βαθύτατα αντικομφορμιστής και προκλητικός, κατηγορήθηκε ως μηδενιστής και άθεος, λατρεύτηκε και μισήθηκε. Αλλά, παρά τις πρόσκαιρες αποτυχίες, είναι ένας εκ των πιο πολυδιαβασμένων και πολυμεταφρασμένων φιλοσόφων της ιστορίας. Έργα, όπως «Η Γέννηση της τραγωδίας («Die geburt der tragödie»), «Τάδε έφη Ζαρατούστρα», «Ο Αντίχριστος» και «Πέρα από το Καλό και το Κακό», αποτελούν ένα μόνο δείγμα των ικανοτήτων ενός ανθρώπου, που έγραφε, ενώ για χρόνια είχε κλονισμένο ψυχικό κόσμο. Γεγονός που θα μπορούσε να λεχθεί και ως ένα από τα «Νιτσεϊκά παράδοξα».


Η ζωή του Νίτσε

Έχοντας πατέρα δάσκαλο, και συνάμα πάστορα του λουθηρανισμού, μια μικρότερη αδελφή και έναν αδελφό, ζούσαν όλοι μαζί -και με τη μητέρα του φυσικά- μια ήσυχη ζωή. Ωστόσο, το τραγικό συμβάν της απώλειας του πατέρα του από εγκεφαλοπάθεια, όντας εκείνος μόλις πέντε ετών, και συνάμα ο αιφνίδιος θάνατος -καιρό μετά- του δίχρονου αδελφού του, καλούν το φιλόσοφο σε τάχιστη προσαρμογή των νέων δεδομένων και, φυσικά, σε διαχείριση της θλίψης και του ασίγαστου πόνου που ένιωθε. Η μητέρα του μαζί με τον ίδιο και τη μικρή αδελφή του, Ελίζαμπετ, ταξιδεύουν για την πόλη Νάουμπουργκ, όπου θα ζούσαν πλέον μαζί με τις τρεις αδελφές του πατέρα του. Η νέα γυναικοκρατούμενη συνθήκη επιβίωσης -κι όχι συμβίωσης-, καθώς έτσι την αντιλαμβανόταν ο Νίτσε, τον πνίγει και του προκαλεί έντονο μισογυνισμό και σχεδόν μίσος για τις γυναίκες. Αυτό το γεγονός,ενισχύεται ακόμα περισσότερο, αν πράγματι ίσχυαν οι φήμες περί ερωτικής σχέσης της αδελφής του με τον Χίτλερ. Άλλωστε, δεν έχει εκφραστεί και με τα πιο κολακευτικά λόγια για τις γυναίκες.

Ο πραγματικός άντρας χρειάζεται δυο πράγματα: κίνδυνο και παιχνίδι. Γι’ αυτό το λόγο χρειάζεται τη γυναίκα, σαν το πιο επικίνδυνο παιχνίδι.

Τα φοιτητικά του χρόνια 

Ο Νίτσε, αφού ολοκλήρωσε τις σχολικές του υποχρεώσεις, με ιδιαίτερη έφεση στη μουσική και στη γλώσσα, φοίτησε -κατόπιν αίτησής  του- στην Ανθρωπιστική Σχολή της Πφόρτα, όπου έλαβε γνώσεις για ποίηση και μουσική σύνθεση. Εν συνεχεία, το 1864, σε ηλικία 20 ετών, εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο της Βόννης και διδάσκεται κλασική φιλολογία και θεολογία, λόγω πατρικών επιρροών. Όμως, μία τόσο ασυμβίβαστη και αντικομφορμιστική φύση δεν υποτάσσεται σε νόρμες και, έτσι, εγκαταλείπει τη θεολογία, κατόπιν ισχυρών κλυδωνισμών στην πίστη του, και αδιαφορώντας για τη σφοδρή αντίδραση της μητέρας του, αφοσιώνεται στη μεγάλη του αγάπη, την κλασική φιλολογία. Αρχικά, θα εκκινήσει τις σπουδές του στη Βόννη και θα τις ολοκληρώσει στη Λειψία. Τρία χρόνια αργότερα,(1867), θα γνωριστεί με το Γερμανό φιλόλογο και φιλέλληνα Έρβιν Ρόντε, ο οποίος επηρέασε τη σκέψη του, και την ίδια χρονιά θα ξεκινήσει τη στρατιωτική του θητεία. Αλλά, ο Νίτσε, τη μεγαλύτερη περηφάνια την εκδήλωσε, όταν γνώρισε τον πασίγνωστο μουσικοσυνθέτη, Ριχάρδο Βάγκνερ. Το κοινό πάθος τους -πρωτίστως για τη φιλοσοφία, και δη του Σοπενάουερ, και για τη μουσική δευτερευόντως- ήταν οι κύριες αιτίες που ισχυροποίησαν, αργότερα, τη φιλία αυτή.


Η σπουδαία καριέρα

Ολοκληρώνοντας με επιτυχία τις σπουδές του, η επιστημονική οξύνοια του Νίτσε θα του εξασφαλίσει την έδρα του καθηγητή φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας, στην εξωπραγματική ηλικία των 24 ετών(!) και πριν καν προλάβει να παραδώσει τη διδακτορική του διατριβή. Πριν όμως, αναλάβει χρέη καθηγητή, εγκαταλείπει την πρωσική υπηκοότητα, που τον δεσμεύει, και πλέον καταντά ανέστιος (βάσει πατρίδας), κάτι που, όμως, τον χαροποίησε. Εκτός όμως, των ακαδημαϊκών του ικανοτήτων, ιδιαίτερη ανάπτυξη γνώρισε -ο μέχρι πρότινος υποτιμημένος- κοινωνικός του κύκλος, αφού γνωρίζει και τη σύζυγο του Βάγκνερ, με τον οποίο ήταν πλέον εξαιρετικοί φίλοι, την Κόζιμα. Ο Νίτσε την ερωτεύτηκε και φρόντιζε να της το δείχνει με συχνές επισκέψεις στην κατοικία τους στη Λουκέρνη. Επιπλέον, μία εκ των ισχυροτέρων φιλιών, που διήρκεσε μέχρι το τέλος της ζωής του, ήταν και η φιλία του με τον καθηγητή θεολογίας, Φραντς Όβερμπεκ. Ωστόσο, η περίοδος αυτή για τον Νίτσε, σημαδεύτηκε και από το πιο τραγικό συμβάν που θα μπορούσε τότε να τον οδηγήσει στην ολοκληρωτική παράνοια, κάτι που έγινε, βέβαια, αργότερα. Ο Νίτσε συμμετείχε στη θέαση αποτρόπαιων θεαμάτων, κατά τη στρατιωτική του θητεία, ως στρατιωτικός νοσοκόμος, στο γαλλοπρωσικό πόλεμο. Αντίκρυσε σώματα σε σήψη, ακρωτηριασμένα και διαμελισμένα, θεάματα που επιβάρυναν την ήδη κλονισμένη και σχοινοβατούσα -μεταξύ ζωής και θανάτου- υγείας του. Αποτέλεσμα αυτού, ήταν να αρρωστήσει με δυσεντερία, διφθερίτιδα και -όπως φημολογείτο- σύφιλη, που ήταν και πιθανή αιτία της κατοπινής τρέλας. Αν και παραιτήθηκε από την πανεπιστημιακή έδρα, δεν πτοήθηκε, και παρά τα προβλήματα υγείας, δημοσίευσε τα πρώτα του βιβλία.

Διαβάστε επίσης  Παρμενίδης ο Ελεάτης: O αντίποδας της ηρακλείτειας φιλοσοφίας

Τα κατοπινά χρόνια ως το θάνατο

Ο Νίτσε, τον Μάιο του 1899, στο νοσοκομείο της Ιένα, λίγο πριν το θάνατό του.

Τα κατοπινά χρόνια, θα βρουν τον Νίτσε στην πιο τραγική (από άποψη υγείας), μα παράλληλα, και πιο δημιουργική (από συγγραφική άποψη) φάση του. Ακόμα, ένα.. «Νιτσεϊκό παράδοξο», καθώς βέβαια, τα παράδοξα αποτελούσαν σταθερή συνθήκη στη ζωή του Νίτσε. Κατά την περίοδο αυτή (1870 κ.ε.), έγραψε τα πιο πολλά έργα του, όπως: «Το μέλλον της παιδείας μας», (1872), «Η γέννηση της τραγωδίας», (1872), «Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο», (1878), «Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα», (1883-5), «Πέρα από το καλό και το κακό», (1886), «Το λυκόφως των ειδώλων», (1888), «Ο Αντίχριστος», (1888) και πολλά άλλα. Εις μάτην προσπαθούσε τότε να τα εκδώσει. Όλες οι προσπάθεις απέβησαν άκαρπες. Μάλιστα, λέγεται, ότι μοίραζε σε αντίτυπα πολλά έργα του σε φίλους. Όμως, «ο νεκρός δεδικαίωται!». Εγινε ένας από τους πιο πολυμεταφρασμένους και διαβασμένους φιλοσόφους της ιστορίας. Παρόλο που ο νευρικός κλονισμός είχε πλέον επιταχυνθεί μέσα του και πολλά βράδια τον κρατούσε ξύπνιο, δεν τα παράτησε. Δε μπορούσε να διαβάσει και να ζεσταθεί. Μια θερμάστρα, που παρήγγειλε στη μητέρα του, καθυστέρησε 4(!) μήνες. Επισκέφθηκε 42 χώρες, με το κλίμα να τον βοηθά στην ανάρρωση, και τα καλοκαίρια τα περνούσε μεταξύ Γερμανίας και Ελβετίας, ενώ το χειμώνα, σε Γαλλία και Ιταλία. Όμως, είχε αρκετή δύναμη και ζωή μέσα του και για να ερωτευτεί. Μία όμορφη, έξυπνη, Ρωσίδα φοιτήτρια του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης, η οποία δεν αποδέχτηκε ούτε τον έρωτά του, ούτε την πρόταση γάμου του Νίτσε. Αργότερα, ο Γερμανός φιλόσοφος γνώρισε το Γερμανό συγγραφέα και μουσικοσυνθέτη, Πέτερ Γκάουστ, πρώην φοιτητή του, και μετέπειτα προσωπικό γραμματέα του. Αμέσως, γοητεύτηκε από το μουσικό ταλέντο του και ανέπτυξαν ισχυρότατη σχέση εμπιστοσύνης και φιλίας. Μάλιστα, ο Γκάουστ στον επικήδειό του, ολοκλήρωσε με τη φράση «αγιασθήτω το όνομά σου εις τους αιώνες των αιώνων», κατ’ ουσίαν «προδίδοντας» τον Νίτσε, που δεν ήθελε με τίποτα να αγιοποιηθεί. Στις 3 Ιανουαρίου έπαθε ισχυρότατο νευρικό κλονισμό και άρχισε να μετρά αντίστροφα. Ακολούθησαν συνεχόμενα εγκεφαλικά επεισόδια, δύο νοσηλείες σε Βασιλεία και Ιένα, με τη διάγνωση των ιατρών να είναι «παραλυτική ψυχική διαταραχή». Μια πνεμονία το 1900 στη Βαϊμάρη του έκοψε το νήμα της ζωής. Θάφτηκε κατά τη λουθηρανική τελετή, κατόπιν εντολής της αδελφής του, στο νεκροταφείο του Ραίκεν.

Διαβάστε επίσης  Κορνήλιος Καστοριάδης: Ο διανοητής που τάχθηκε κατά του καπιταλισμού και του κομμουνισμού


«Ο Θεός είναι νεκρός» 

Το πιο σημαντικό σημείο στο συνολικό φιλοσοφικό έργο του Νίτσε ήταν η παραδοχή ότι «ο Θεός είναι νεκρός». Ο Θεός δεν νοείται ότι πεθαίνει ως μία φυσική ύπαρξη, όπως ο άνθρωπος ή ένα φυτό, αλλά πεθαίνει, λόγω της απώλειας της ανθρώπινης πίστης και της απομάκρυνσης του ανθρώπου από Αυτόν. Ο χριστιανικός Θεός, (για Αυτόν γίνεται λόγος), δεν έχει κανένα ρόλο πλέον στη ζωή μας, δεν υφίσταται, και μαζί του χάνεται, συνολικά, το προκατασκευασμένο -από τον Ίδιο- οικοδόμημα του κόσμου, του σύμπαντος και των ηθικών αξιών, που ήταν εμποτισμένα σε εμάς, λόγω Αυτού. Ο άνθρωπος απομακρύνθηκε από το Θεό και τώρα καλείται να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Καλείται να οικοδομήσει έναν νέο κόσμο, μια νέα μορφή ζωής, χωρίς τίποτε a priori κατασκευασμένο, χωρίς προϋπάρχουσες ηθικές νόρμες και στεγανά. Μια πρόκληση κοινωνικοϊστορική, πανανθρώπινη, που ίσως μόνον «ο Υπεράνθρωπος» θα την έφερνε εις πέρας. Ο Υπεράνθρωπος του Νίτσε είναι η υποκατάσταση του Θεού, όχι κάποιο εξωλογικό ον, ούτε μια θεότητα, αλλά ένας ικανός άνθρωπος, που μπορεί να αξιολογήσει τι είναι ωραίο, καλό, όσιο, δίκαιο, σωστό και να το επιζητήσει, απορρίπτοντας κάθε τι άσχημο, κακό, ανόσιο, άδικο και λάθος, χρησιμοποιώντας τα αλάνθαστα κριτήρια που θα διαθέτει. Ικανοποιώντας τη θέλησή του για δύναμη, και υποστηριζόμενος από όλη την κοινωνία, κάνει το ιστορικό άλμα. Η δράση του, όμως, δεν θα είναι αυθαίρετη, αλλά θα την υπαγορεύουν κανόνες.

Η συμμόρφωση προς τον κανόνα είναι η αρχή του πολιτισμού και εκείνο που κάνει τη ζωή να έχει νόημα και να αξίζει να τη ζει κανείς, υπενθύμιζε ο Νίτσε.

Βέβαια, μπορεί η έλευση του Υπερανθρώπου να μην πραγματοποιηθεί, αντ’ αυτού να έρθει η αιώνια επιστροφή, μέσω του ανθρώπου, ως όντος, και αυτός να οδηγήσει στην οικοδόμηση του νέου. Όπως και να έχει, ο κόσμος θα συνεχίσει να υπάρχει, όπως και το σύμπαν και οι αξίες. Ό,τι και να συμβεί. Ο Νίτσε δε ξεκαθαρίζει τι ορίζει ως σωστό και λάθος, ούτε τι μορφή θα έχει ο Υπεράνθρωπος, και ως προς αυτά, κυριαρχεί η ασάφεια και η αοριστία. Αλλά δε μηδενίζει, ούτε αποκαθηλώνει το Θείο. Ο Νίτσε λάτρευε τον Ιησού, και κυρίως, την υπόστασή Του. Δεν αναφέρει ότι χωρίς το Θεό διαλύονται όλα, ούτε τα εκμηδενίζει. Απλά, πιστεύει στην αναγέννηση των πάντων, μετά από τον όλεθρο, και την απώλεια σταθερών. Οι μελετητές, εδώ λοιπόν, σφάλλουν, χαρακτηρίζονται αδαείς, επιφανειακοί και αφελείς. Ουσιαστικά, όπως τα καταγράφει ο Θ. Πελεγρίνης στο άρθρο του, ο Νίτσε αυτό που εννοούσε, ήταν ότι η ηθική του Χριστιανισμού είναι εναντίον της  ζωής και της δημιουργίας. Έγραψε: «Φτάνω λοιπόν στο διά ταύτα, και βγάζω την ετυμηγορία μου. Καταδικάζω το Χριστιανισμό· απαγγέλλω κατά της χριστιανικής Εκκλησίας τη φοβερώτερη κατηγορία που διατύπωσε ποτέ κατήγορος. [..] Η χριστιανική Εκκλησία δεν άφησε τίποτ’ άθικτο απ’ το ακάθαρτο άγγιγμά της· μετέτρεψε κάθε αξία σε απαξία, κάθε αλήθεια σε ψέμα, καθετί τίμιο σε εξαχρείωση της ψυχής».

Η ηθική είναι ο πιο αποτελεσματικός μηχανισμός για να σέρνεις την ανθρωπότητα από τη μύτη.


Νίτσε και ελληνισμός

Ο Νίτσε άσκησε δριμύα κριτική στους Γερμανούς της εποχής του, λέγοντας ότι «Οι Γερμανοί στέρησαν απ’ την Ευρώπη την τελευταία μεγάλη πολιτιστική σοδειά της, την Αναγέννηση». Αντίθετα, εξύμνησε τον ελληνισμό, προσβάλλοντας το σύνολο της γερμανικής φιλολογίας και του γερμανικού πιστεύω. Συγκεκριμένα, στο κεφάλαιο 15 της Γέννησης της Τραγωδίας, αναφέρει (όπως τα καταγράφει ο καθηγητής φιλοσοφίας Α.Π.Θ., Άρης Στυλιανού, σε άρθρο του στο Βήμα)  ότι: «Αποδεδειγμένα σε κάθε περίοδο της εξέλιξής του ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός προσπάθησε να απελευθερώσει  τον εαυτό του από τους Έλληνες. Η προσπάθεια αυτή είναι διαποτισμένη με βαθύτατη δυσαρέσκεια, διότι οτιδήποτε κι αν δημιουργούσαν, φαινομενικά πρωτότυπο και άξιο θαυμασμού, έχανε χρώμα και ζωή στη σύγκρισή του με το ελληνικό μοντέλο, συρρικνωνότανε, κατέληγε να μοιάζει με φθηνό αντίγραφο, με καρικατούρα. Έτσι, ξανά και ξανά, μια οργή ποτισμένη με μίσος ξεσπάει εναντίον των Ελλήνων, εναντίον αυτού του μικρού και  αλαζονικού έθνους, που είχε το νεύρο να ονομάσει βαρβαρικά, ό,τι δεν είχε δημιουργηθεί στο έδαφός του. Κανένας από τους επανεμφανιζόμενους εχθρούς τους δεν είχε την τύχη να ανακαλύψει το κώνειο, με το οποίο θα μπορούσαμε μια για πάντα να απαλλαγούμε απ’ αυτούς. Όλα τα δηλητήρια του φθόνου, της ύβρεως, του μίσους, έχουν αποδειχθεί ανεπαρκή να διαταράξουν την υπέροχη ομορφιά τους. Έτσι, οι άνθρωποι συνεχίζουν να νιώθουν ντροπή και φόβο απέναντι στους Έλληνες. Βέβαια, πού και πού, κάποιος εμφανίζεται, που αναγνωρίζει ακέραιη την αλήθεια, την αλήθεια που διδάσκει ότι οι Έλληνες είναι οι ηνίοχοι κάθε επερχόμενου πολιτισμού και σχεδόν πάντα, τόσο τα άρματα, όσο και τα άλογα των επερχόμενων πολιτισμών, είναι πολύ χαμηλής ποιότητας σε σχέση με τους ηνίοχους, οι οποίοι τελικά αθλούνται οδηγώντας το άρμα στην άβυσσο, την οποία αυτοί ξεπερνούν με αχίλλειο πήδημα».

 

Ο κόσμος μπορεί να είναι όσο θέλει σκοτεινός, όμως αρκεί να παρεμβάλουμε ένα κομμάτι ελληνικής ζωής, για να φωτιστεί αμέσως άπλετα.


Επιλογικά 

Ο Νίτσε δε μπορεί να χαρακτηριστεί, ούτε φιλόλογος, μα ούτε και φιλόσοφος. Δεν εντάσσεται σε καμία σχολή και σε κανένα φιλοσοφικό ρεύμα, ίσα-ίσα που θα μπορούσε να ειπωθεί ότι δημιούργησε τη δική του σχολή. Παρεξηγήθηκε όσο κανένας, ως μηδενιστής, άθεος, άθρησκος, πολέμιος των Ελλήνων και του Ιησού Χριστού. Επρόκειτο για ανοησίες και ανυπόστατες κατηγορίες, που είχαν και έχουν ως στόχο, να πλήξουν την προσωπικότητα και το κύρος του. Διαμόρφωσε με την οξύνοια, τη δριμύτητα, την αντικομφορμιστική και την καινοτόμα σκέψη του, τη σύγχρονη φιλοσοφική δυτική σκέψη. Αγαπούσε τη ζωή και τον άνθρωπο, με τον οποίο ασχολήθηκε αρκετά στο φιλοσοφικό του σύστημα. Παρά τα αλλεπάλληλα επεισόδια νευρικού κλονισμού, διατήρησε ανόθευτη και ακέραιη τη φιλοσοφική του σκέψη, έγραψε πολλά έργα που μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες, αλλά στάθηκε άτυχος στην προσωπική του ζωή. Η διαύγεια, όμως, της σκέψης του -παρά τη χρόνια παράνοιά του- είναι παροιμιώδης και ασύλληπτη! Ήταν ένας διανοούμενος στοχαστής που έφερνε σε πάρα πολύ δύσκολη θέση τους τότε φιλοσόφους και τους συγχρόνους του, με τη χρήση επιχειρημάτων και συλλογισμών και με την οξύτατη γραφή του.

Ό,τι δεν με σκοτώνει με κάνει πιο δυνατό.

– Φρίντριχ Νίτσε. 


Παρακάτω παρατίθενται 2 βίντεο, με το πρώτο να αφορά το σύνολο του έργου και της φιλοσοφίας του Νίτσε, και με το δεύτερο να αφορά το σύνολο των αποφθεγμάτων του.

Διαβάστε επίσης  Τηλεργασία: Είναι το μέλλον που θέλουμε ή που φοβόμαστε;

 

Πηγές άρθρου  

http://www.tovima.gr/society/article/?aid=457731

http://.www.pelegrinis.gr/%CE%BD%CE%AF%CF%84%CF%83%CE%B5/.

http://www.gnomikologikon.gr/finder.php?gnom=%CE%9D%CE%AF%CF%84%CF%83%CE%B5

Είμαι ο Χάρης Αβραμίδης. Είμαι φιλόλογος, καθώς τυγχάνω απόφοιτος της σχολής Φιλοσοφίας - Παιδαγωγικής του Α.Π.Θ. με κατεύθυνση τη φιλοσοφία και το ζώδιό μου είναι Κριός. Είμαι σινεφίλ , λατρεύω τη μουσική και το μότο μου :΄΄ Βάλλε πάθος σε ό,τι κάνεις ! ΄΄ .

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

The keeper of stories

The keeper of stories, ένα βιβλίο με πολλές ιστορίες

Σας ενδιαφέρουν τα βιβλία που εμπεριέχουν διάφορες ιστορίες; εάν ναι,
catcalling

Catcalling: όχι, δεν είναι κοπλιμέντο!

Το catcalling ή αλλιώς street harassment πρόκειται για λεκτική παρενόχληση