Γρηγόρης Λαμπράκης: Υπέρμαχος της Ειρήνης και της Δικαιοσύνης

Σαν σήμερα στις 27 Μαίου του 1963 πεθαίνει ο Γρηγόρης Λαμπράκης. Γιατρός, αθλητής και πολιτικός υπήρξε κήρυκας της εθνικής συμφιλίωσης σε δύσκολα και σκοτεινά χρόνια και έγινε διεθνές σύμβολο για τη Δημοκρατία, τη Δικαιοσύνη, την Ελπίδα και την Ειρήνη. Ο Γρηγόρης Λαμπράκης με την προσωπικότητα και τη δράση του παραμένει και σήμερα ένα σύμβολο της Δημοκρατίας και του αγωνιζόμενου ανθρώπου κατά της πολιτικής καταπίεσης.

Βιογραφικό

Γεννήθηκε στις 3 Απριλίου του 1912 στην Κερασίτσα Αρκαδίας. Ήταν το 14ο από τα 18 παιδιά που απέκτησαν οι γονείς του. Τελειώνοντας το σχολείο το 1931 μεταβαίνει στην Αθήνα και γράφεται στην Εμπορική και Λογιστική Σχολή «Παναγιωτόπουλου». Μετά από δύο χρόνια σπουδών, αποφασίζει να δώσει εξετάσεις στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστήμιου Αθηνών και καταφέρνει να εισαχθεί από τους πρώτους. Η υψηλή βαθμολογία που πετυχαίνει, του χαρίζει υποτροφία για να συνεχίσει δωρεάν τις σπουδές του.

Την ιατρική του σταδιοδρομία με ειδικότητα στη γυναικολογία την ξεκινά το 1940 στο μαιευτήριο «Μαρίκα Ηλιάδη», θέση που διατηρεί μέχρι και το 1945. Από το 1945 και μέχρι το 1952 ήταν επιμελητής στο Δημόσιο Μαιευτήριο Αθηνών, ενώ το 1950 αναγορεύεται υφηγητής Μαιευτικής και Γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Την ίδια χρονιά αναλαμβάνει ως διευθυντής τη Μαιευτική και Γυναικολογική Κλινική του θεραπευτηρίου «Λευκός Σταυρός», θέση που διατηρεί μέχρι το 1957. Το 1955 δημοσιεύει τον πρώτο τόμο του συγγράμματός του «Κλινική Ενδοκρινολογία» και το 1957 τον δεύτερο. Διετέλεσε μέλος των Εταιρειών Μαιευτικής, Χειρουργικής και Ιατροχειρουργικής, καθώς και Πρόεδρος πολλών αθλητικών συλλόγων. Κατά τη διάρκεια της ιατρικής του καριέρας ανέπτυξε πλούσια φιλανθρωπική δράση, η οποία τον έκανε ευρύτερα γνωστό.

Με τον Τζέσε Όουενς, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου, το 1936.

Ταυτόχρονα με την Ιατρική Σχολή ασχολήθηκε με τον κλασικό αθλητισμό. Αθλητής του Πειραϊκού Συνδέσμου πετυχαίνει στην ηλικία των 19 ετών να στεφθεί πανελληνιονίκης στο τριπλούν. Υπήρξε δέκα φορές βαλκανιονίκης και για εικοσιένα χρόνια κάτοχος του πανελληνίου ρεκόρ στο άλμα εις μήκος. Αναδείχθηκε πανελληνιονίκης τέσσερις φορές στο άλμα εις μήκος, δύο στο τριπλούν και από μία φορά στα 100 και στα 200 μέτρα. Ήταν μόνιμο μέλος της εθνικής ομάδας για έξι χρόνια και έλαβε μέρος τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936 στο Βερολίνο, λαμβάνοντας την 11η θέση στο μήκος. Το 1937 κατέλαβε την 4η θέση στο παγκόσμιο φοιτητικό πρωτάθλημα.

Μετά την απελευθέρωση ήταν από τους πρώτους που βοήθησαν στην ανασυγκρότηση του ΣΕΓΑΣ, ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου. Παράλληλα δημιούργησε το ΤΥΠΑ (Ταμείο Υγείας και Περίθαλψης Αθλητών), στο οποίο δραστηριοποιήθηκε μέχρι το τέλος της ζωής του.

Το 1943 ιδρύει την «Ένωση Ελλήνων Αθλητών» με την οποία διοργάνωνε αγώνες για την ενίσχυση των λαϊκών συσσιτίων.

Ο πολιτικός Γρηγόρης Λαμπράκης

Η πολιτική του δράση ξεκίνησε κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, ως ενεργό μέλος της Εθνικής Αντίστασης.

Στις εκλογές «της βίας και της νοθείας», όπως έμεινε στην ιστορία η εκλογική αναμέτρηση της 29ης Οκτωβρίου 1961, πολιτεύθηκε με το ΠΑΜΕ (Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο Ελλάδος), έναν συνασπισμό αριστερών δυνάμεων με επικεφαλής την ΕΔΑ, όπου και εξελέγη Βουλευτής Πειραιά. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος και αντιπρόεδρος της οργάνωσης υπέρ της ειρήνης και του αφοπλισμού ΕΕΔΥΕ (Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη). Την ιδρυτική της διακήρυξη στις 15 Μαίου 1955 υπέγραψαν 77 προσωπικότητες της δημόσιας ζωής (πρώην υπουργοί, βουλευτές, άνθρωποι των γραμμάτων, της τέχνης, συνδικαλιστές και πολλοί άλλοι), αλλά η τότε κυβέρνηση της ΕΡΕ τη χαρακτηρίζει ως κατευθυνόμενη από τη Σοβιετική Ένωση.

Η «Μαραθώνια» Πορεία Ειρήνης

Αρχές του 1963, με την καθοδήγηση της ΕΔΑ, συγκροτείται μια επιτροπή με σκοπό να οργανώσει την πρώτη Πορεία Ειρήνης. Η πορεία θα ξεκινούσε από τον Μαραθώνα και θα κατέληγε στην Πνύκα, γι’ αυτό και ονομάστηκε «Μαραθώνια». Στην επιτροπή συμμετείχε η ΕΕΔΥΕ, καθώς και ο «Σύνδεσμος Νέων διά τον πυρηνικόν αφοπλισμόν Μπέρτραντ Ράσελ», που αγωνιζόταν για την ειρήνη και τον αφοπλισμό, εναντίον των ξένων στρατιωτικών βάσεων στην Ελλάδα.

Η ημερομηνία της πορείας ορίστηκε για τις 21 Απριλίου, αλλά η τότε κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή την απαγόρευσε, παρά το γεγονός ότι τέτοιου είδους εκδηλώσεις πραγματοποιούνταν σε ολόκληρη την Ευρώπη. Στο πλευρό της κυβέρνησης τάχθηκαν η Αστυνομία και η Χωροφυλακή, ανακοινώνοντας πως την ημέρα της πορείας, απαγορευόταν κάθε συγκέντρωση σε ανοιχτό χώρο, σε όλη την Ελλάδα. Ταυτόχρονα, οι ιδιοκτήτες πούλμαν δέχτηκαν πιέσεις να μη διαθέσουν μέσα για τη μεταφορά των φιλειρηνιστών στους χώρους συγκέντρωσης.

Στις 21 Απριλίου η Αθήνα βρισκόταν επί ποδός πολέμου, ενώ για πρώτη φορά τα Τάγματα Ασφαλείας εμφανίσθηκαν σε διάφορες περιοχές του Μαραθώνα, έτοιμα για δράση σε περίπτωση ανάγκης. Η αστυνομία είχε στήσει το αρχηγείο της στην Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών, ενώ η Χωροφυλακή στην Αγία Παρασκευή, στα γραφεία της Διοίκησης Χωροφυλακής Αθηνών. Οι αστυνομικές δυνάμεις πραγματοποιούσαν εξονυχιστικούς ελέγχους στους πολίτες και προχωρούσαν σε συλλήψεις, ενώ δεν επέτρεπαν σε κανέναν να πλησιάσει την απαγορευμένη περιοχή.

Διαβάστε επίσης  Malala Yousafzai: Το κορίτσι που πυροβολήθηκε, επειδή αγαπούσε το σχολείο

Κάτω από αυτές τις συνθήκες ξεκίνησε για τον Μαραθώνα ο Γρηγόρης Λαμπράκης. Ύστερα από πλήθος εμποδίων, προκλήσεων και απαγορεύσεων ο Λαμπράκης θα καταφέρει να υψώσει στον τύμβο του Μαραθώνα το λάβαρο που κουβαλούσε μαζί του κι αφού μιλήσει για την ειρήνη στο μόνο ακροατήριο που του επιτράπηκε να έχει, δηλαδή τους εκατοντάδες χωροφύλακες, θα ξεκινήσει συμβολικά την πορεία προς την Πνύκα, πορεία που θα μείνει στην ιστορία του ελληνικού ειρηνιστικού κινήματος ως η Πρώτη Πορεία Eιρήνης. Kρατάει στα υψωμένα χέρια του ένα απλό πανό με τη λέξη EΛΛAΣ και με το σύμβολο του «Συνδέσμου Eιρήνης Mπέρτραντ Pάσελ», τον κύκλο με τον τσακισμένο σταυρό, παγκόσμιο σύμβολο της ειρήνης. Θα διανύσει έτσι πέντε χιλιόμετρα προς την Αθήνα. Καταφέρνει κάτω από τις απειλές χωροφυλάκων και παρακρατικών, να φτάσει στη διασταύρωση της Ραφήνας, όπου τα Τάγματα Ασφαλείας θα επιχειρήσουν να τον σύρουν στο παρακείμενο δάσος, αλλά με την επέμβαση των ανθρώπων που τον συνοδεύουν θα αποτύχουν. Ο Λαμπράκης μαζί με τους συντρόφους του συνεχίζει την πορεία και κοντά στο Χαρβάτι θα συλληφθεί και θα επιβιβασθεί βίαια σε καμιόνι. Το καμιόνι θα περιπλανηθεί για τρεισήμισι ώρες και μετά θα τον εγκαταλείψουν στη Νέα Ιωνία.

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης εν μέσω αστυνομικών δυνάμεων.

Εκείνη την ημέρα θα συλληφθούν 1.100 άτομα και αρκετά θα εισαχθούν στο νοσοκομείο με ελαφρά τραύματα. Ανάμεσα στους συλληφθέντες ήταν γνωστοί καλλιτέχνες όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο ζωγράφος Μίνως Αργυράκης, οι ηθοποιοί Μάνος Κατράκης, Αλέξος Αλεξανδράκης, Αλίκη Γεωργούλη, ο λογοτέχνης Στρατής Δούκας και πολλοί άλλοι. Τέλος, συνελήφθησαν και διώχτηκαν από τη χώρα οι ξένοι φιλειρηνιστές που είχαν έρθει στην Ελλάδα για την Πορεία Ειρήνης.

Μετά την απελευθέρωσή του από τα αστυνομικά όργανα, ο Γρ. Λαμπράκης θα στείλει τηλεγράφημα προς τον πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή, προς τον υφυπουργό Εσωτερικών, προς τον πρόεδρο της Βουλής και τους αρχηγούς των κομμάτων, προς την ΕΕΔΥΕ και το Σύνδεσμο «Μπ. Ράσελ», στο οποίο έλεγε: «Ο πόθος του δημοκρατικού λαού μας διά πορείαν ειρήνης από τον Μαραθώνα εις Αθήνας επραγματοποιήθη. Εκκινήσας από την κορυφήν του Τύμβου του Μαραθώνος, συνελήφθην εις το 28ον χιλιόμετρον και βιαίως επετάχθην εις στρατιωτικόν φορτηγόν αυτοκίνητον, κρατηθείς παρανόμως, αντισυνταγματικώς επί 3 1/2 ώρας. Εντολή του αντισυνταγματάρχου Πιστόλη και του ταγματάρχου Βραδή, φρουρούμενος υπό οκτώ χωροφυλάκων, με περιόδευσαν κατά γκανγκστερικόν τρόπον ώσπερ κατάδικον κοινού ποινικού δικαίου εις τα χωρία Ν. Μάκρη, Μαραθώνα, Σούλι, Γραμματικόν, Καπανδρίτι, Τατόιον όπου και με εγκατέλειψαν. Διαμαρτύρομαι εντονότατα διά την παράνομον κράτησίν μου, διά τη σκαιάν και βάναυσον συμπεριφοράν των μοιράρχων Φωτίου Τζουμάνη, Ιωάννου Λεοντσαράκου, ανθυπασπιστού, Τάκη Χαραλαμπόπουλου, Χωροφύλακος Ρ147, Αντωνίου Λαγοπάτη μοιράρχου και Αθανασίου Λαγοπάτη Ταγματάρχου, εναντίον των οποίων υποβάλλω μήνυσιν διά επενεχθείας ταλαιπωρίας μου. Δυστυχώς, διεπίστωσα ότι η Δημοκρατία δεν υπάρχει εις την Ελλάδα όταν εκλεκτοί του λαού κυριολεκτικώς καταρρακώνονται».

Στη συνέχεια ο Γρ. Λαμπράκης δήλωσε στον Τύπο:

«Η πορεία ειρήνης, έστω και συμβολικά έγινε, μολονότι η κυβέρνησις έλαβε μέτρα που ούτε στην κατοχή είχαμε γνωρίσει. Ακολουθώντας πολιτική βάσεων και πυρηνικών υποβρυχίων “Πολάρις” δε θέλησε να επιτρέψη στο λαό να εκδηλώση τη θέλησή του για ειρήνη. Δεν το κατόρθωσε».

Η δολοφονία Λαμπράκη

Ένα σχεδόν μήνα αργότερα, στις 22 Μάη 1963 και ώρα 22:15, κοντά στη διασταύρωση των οδών Βενιζέλου και Ερμού στη Θεσσαλονίκη, ο Γρηγόρης Λαμπράκης δέχτηκε δολοφονική επίθεση και τραυματίστηκε θανάσιμα. Μετά τις εκλογές του 1961 το πολιτικό σύστημα της χώρας βρισκόταν σε οξεία κρίση και επικρατούσαν κοινωνικές αναταραχές. Κάθε φιλειρηνική κίνηση ήταν απαγορευμένη. Η Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και την Ειρήνη, ήταν σχεδόν παράνομη και το κλίμα ψυχροπολεμικό.

Λίγο μετά τις 8 το βράδυ, ο Γρηγόρης Λαμπράκης ξεκίνησε από το ξενοδοχείο Κοσμοπολίτ της Θεσσαλονίκης, για να μεταβεί σε εκδήλωση που διοργάνωσε η ΕΕΔΥΕ, στην οποία ήταν ομιλητής. Η κατάσταση ήταν τεταμένη. Από τις 6 το απόγευμα πολλές δεκάδες άτομα ακραίων δεξιών πολιτικών πεποιθήσεων είχαν αρχίσει να συγκροτούν αντισυγκέντρωση κοντά στο κτίριο όπου επρόκειτο να γίνει η συγκέντρωση. Είχαν προηγηθεί διαβήματα στελεχών της ΕΔΑ τόσο προληπτικά στον εισαγγελέα Πρωτοδικών κ. Αργυρόπουλο, ο οποίος ενημέρωσε σχετικά την αστυνομία, όσο και στο Ε΄ Αστυνομικό Τμήμα, μετά τη συνάθροιση των «αντιφρονούντων». Στον τόπο της συγκέντρωσης βρίσκονταν ήδη 180 χωροφύλακες εν στολή, καθώς και ο επιθεωρητής Χωροφυλακής Βόρειας Ελλάδας υποστράτηγος Κωνσταντίνος Μήτσου και ο διευθυντής των αστυνομικών δυνάμεων της πόλης, συνταγματάρχης Ευθύμιος Καμουτσής.

Κανείς τους όμως δεν έδωσε διαταγή να διαλυθεί η αντισυγκέντρωση. Έτσι ο Γρηγόρης Λαμπράκης προπηλακίστηκε, καθώς πήγαινε στο κτίριο όπου βρίσκονταν τα γραφεία του Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος, απ’ όπου και εκφώνησε μετά από λίγο τον λόγο του, κάτω από τις έξαλλες κραυγές του πλήθους των «αγανακτισμένων πολιτών», ενώ έπεφταν βροχή οι πέτρες εναντίον του.

Μέσα σ’ αυτή την έκρυθμη κατάσταση, αφού ολοκλήρωσε όπως όπως την ομιλία του για την ειρήνη, ο βουλευτής της ΕΔΑ φώναξε από το μικρόφωνο:

«Προσοχή, προσοχή. Εδώ βουλευτής Λαμπράκης. Σαν εκπρόσωπος του Έθνους και του Λαού, καταγγέλλω ότι υπάρχει σχέδιο δολοφονίας μου και καλώ τον υπουργό Β. Ελλάδος, τον νομάρχη, τον εισαγγελέα, τον στρατηγό Χωροφυλακής Μήτσου, τον διευθυντή της Αστυνομίας και τον διοικητή Ασφαλείας να προστατέψουν τη συγκέντρωση και τη ζωή μου».

Στο μεταξύ, ο βουλευτής Καβάλας της ΕΔΑ Γιώργος Τσαρουχάς, που ήταν περαστικός από τη Θεσσαλονίκη, έσπευσε κι αυτός για τη συγκέντρωση, αλλά μόλις πλησίασε δέχθηκε άγρια επίθεση από τους «αντιφρονούντες», τραυματίστηκε κι ενώ τον μετέφεραν με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο, δέχθηκε ξανά επίθεση των παρακρατικών στοιχείων που τον κατέβασαν κάτω κι άρχισαν να τον χτυπούν και να τον κλωτσούν μανιωδώς. Πολίτες τον μετέφεραν αιμόφυρτο στον Σταθμό Α΄ Βοηθειών.

Ο Λαμπράκης, που δεν είχε μάθει τίποτα για την περιπέτεια του Τσαρουχά, ετοιμαζόταν να φύγει. Παρουσιάστηκε ο μοίραρχος Παπατριανταφύλλου, ο οποίος τον διαβεβαίωσε ότι η περιοχή είχε εκκαθαριστεί από τους συγκεντρωμένους. Βγαίνοντας ο Λαμπράκης συνάντησε τον συνταγματάρχη Καμουτσή, στον οποίο διαμαρτυρήθηκε έντονα για την ασυδοσία των παρακρατικών. Βλέποντας να εκκαθαρίζεται ο χώρος μπροστά στο κτίριο, ο Λαμπράκης μαζί με αρκετά άτομα ξεκίνησαν να περάσουν απέναντι στο ξενοδοχείο.

Το τρίκυκλο του Γκοτζαμάνη

Καθώς διέσχιζαν τον δρόμο, ακούστηκε ο θόρυβος από μία τρίκυκλη μοτοσυκλέτα, που όρμησε με ξέφρενη ταχύτητα και έπεσε πάνω στην ομάδα του βουλευτή και των φίλων του, ενώ κάποιος που ήταν ανεβασμένος στην καρότσα, χτύπησε με ένα λοστό τον Λαμπράκη στο κεφάλι. Ο βουλευτής σωριάστηκε αιμόφυρτος στο έδαφος. Οδηγός του τρίκυκλου ήταν ο Σπύρος Γκοτζαμάνης, μεταφορέας, γνωστός στον υπόκοσμο της Θεσσαλονίκης. Ένας από τους εθελοντές συνοδούς του Λαμπράκη, ο Μανώλης Χατζηαποστόλου, πήδηξε μέσα στην καρότσα του τρίκυκλου και άρχισε να συμπλέκεται με το άτομο που κρατούσε τον λοστό. Αργότερα έγινε γνωστό ότι επρόκειτο για τον Μανώλη Εμμανουηλίδη, καταδικασμένο για βιασμό, παιδεραστία, κλοπή κ.α. Ακολούθησε άγρια πάλη. Το τρίκυκλο σταμάτησε, ο Γκοτζαμάνης κατέβηκε και μια αστυνομική ράβδος (γκλομπ) χτύπησε τον Χατζηαποστόλου, έως ότου εμφανίστηκε ένας απλός τροχονόμος, ο οποίος μη γνωρίζοντας όσα είχαν προηγηθεί, συνέλαβε τον Γκοτζαμάνη κατόπιν υποδείξεων των περαστικών.

Ο Λαμπράκης θανάσιμα τραυματισμένος από το φονικό χτύπημα.

Στο μεταξύ ο Λαμπράκης μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, όπου διαπιστώθηκε ότι ήταν θανάσιμα τραυματισμένος. Η είδηση έπεσε σαν βόμβα στη νύχτα της Αθήνας. Η κυβέρνηση διέθεσε ειδικό αεροσκάφος για να μεταφέρει στη συμπρωτεύουσα τον ειδικό νευροχειρουργό Δώρο Οικονόμου, για να χειρουργήσει τον βουλευτή της ΕΔΑ που χαροπάλευε. Η γνωμάτευσή του όμως ήταν παρόμοια με εκείνη του καθηγητή Νικόλαο Καβαζαράκη, του νοσοκομείου της Θεσσαλονίκης. Δεν υπήρχε καμία ελπίδα σωτηρίας. Τέσσερις μέρες μετά τον θανάσιμο τραυματισμό του, στη 1:22 μετά τα μεσάνυχτα της 26ης προς 27ης Μαΐου, ο Λαμπράκης άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 51 ετών, ενώ διατυπώθηκαν κατηγορίες ότι δεν είχε την κατάλληλη ιατρική υποστήριξη. Η ιατροδικαστική έκθεση ανέφερε ότι είχε δεχτεί ισχυρό χτύπημα στο κεφάλι από μεταλλικό αντικείμενο.

Ο θάνατός του προκάλεσε αγανάκτηση στην κοινή γνώμη, οξύτατη πολιτική κρίση, αλλά και διεθνή κατακραυγή.

Η σορός του Λαμπράκη μεταφέρθηκε στην Αθήνα, στον ναό του Αγίου Ελευθερίου και εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα, ενώ η νεκρώσιμη ακολουθία έλαβε χώρα στη Μητρόπολη, στις 4 το απόγευμα της 28ης Μαΐου. Την κηδεία παρακολούθησαν όλοι οι αρχηγοί και οι βουλευτές των κομμάτων της αντιπολίτευσης και 50.000 πολίτες. Γρήγορα, η συγκέντρωση μετατράπηκε σε διαδήλωση καταδίκης της δεξιάς κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Παλατιού.

Η δίκη

Ήδη στη Θεσσαλονίκη είχαν ξεκινήσει οι ανακρίσεις για το «ατύχημα», από τον ανακριτή Χρήστο Σαρτζετάκη και τους εισαγγελείς Δημήτριο Παπαντωνίου και Νίκο Αθανασόπουλο, υπό τη γενική εποπτεία του εισαγγελέα εφετών Παύλου Δελαπόρτα. Αργότερα ο Παπαντωνίου αντικαταστάθηκε από τον εισαγγελέα Στυλιανό Μπούτη. Αν και η ηγεσία της Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης έκανε κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποκρύψει κρίσιμα στοιχεία και να εκφοβίσει τους μάρτυρες, η ανακριτική ομάδα (παρά τις απροκάλυπτες παρεμβάσεις και πιέσεις που δέχτηκε από τον τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και μετέπειτα -το 1967- πρωθυπουργό της χούντας Κωνσταντίνο Κόλλια) κατόρθωσε να στοιχειοθετήσει ότι επρόκειτο για προμελετημένο έγκλημα και να αποκαλύψει τους ηθικούς αυτουργούς του. Έτσι, τους Γκοτζαμάνη και Εμμανουηλίδη ακολούθησαν τρανταχτά ονόματα.

Τον Ιούλιο του 1963 ο ανακριτής Χρήστος Σαρτζετάκης απήγγειλε κατηγορίες για ηθική αυτουργία στην ανθρωποκτονία εκ προθέσεως του Γρ. Λαμπράκη εναντίον του υπομοίραρχου Εμμανουήλ Καπελώνη, διοικητή του αστυνομικού τμήματος Τριανδρίας, και του Ξενοφώντα Γιοσμά (που, λόγω της δράσης του στην Κατοχή, είχε καταδικαστεί ως δοσίλογος και, ακριβώς για τον λόγο αυτό, αποκαλούνταν συχνά κοροϊδευτικά Φον Γιοσμάς). Στις 14 Σεπτεμβρίου με ομοφωνία ανακριτή και εισαγγελέως κρίθηκαν προφυλακιστέοι ο υποστράτηγος Κωνσταντίνος Μήτσου, επιθεωρητής Βορείου Ελλάδος, οι συνταγματάρχες Ευθύμιος Καμουτσής, διευθυντής αστυνομίας, και Μιχαήλ Διαμαντόπουλος και ο μοίραρχος Τρύφων Παπατριανταφύλλου.

3/10/1966: Αρχίζει η δίκη για την δολοφονία Λαμπράκη. Στο εδώλιο από αριστερά: Αντώναρος Πιτσώκος, Ξενοφών “Φον” Γιοσμάς (αρχηγός της οργάνωσης “Καρφίτσα”), Εμμανουήλ Καπελώνης (διοικητής αστυν. τμήματος Τούμπας), Μανώλης Εμμανουηλίδης (αυτουργός), Σπύρος Γκοτζαμάνης (οδηγός τού τρίκυκλου).

Στο απυρόβλητο της δικαιοσύνης έμεινε ο υπομοίραρχος της Ασφάλειας Δημήτριος Κατσούλης, του τμήματος «Δίωξης Κομμουνιστών». Όπως ισχυρίστηκε ο υπομοίραρχος Εμμανουήλ Καπελώνης, ο Κατσούλης της Ασφαλείας Θεσσαλονίκης ειδοποίησε όλα τα παραρτήματα να στείλουν τους άνδρες τους στον τόπο της συγκέντρωσης και να πάρουν μαζί τους «εθνικόφρονες πολίτες» για ν’ αποδοκιμάσουν τους οπαδούς της ειρήνης. Επειδή όμως στο μεταξύ άλλαξε ο τόπος της συγκέντρωσης όπου θα μιλούσε ο βουλευτής, οι περί ων ο λόγος πολίτες εκλήθησαν να μαζευτούν στο Ε΄ Αστυνομικό Τμήμα. Εκεί τους έβγαλε λόγο ο υπομοίραρχος Κατσούλης, ο οποίος, μεταξύ άλλων, τους τόνισε ότι «στόχος μας είναι ο Λαμπράκης». Στο υπόμνημά του ο υπομοίραρχος Καπελώνης ισχυρίστηκε ότι προ των επεισοδίων και της συγκέντρωσης, ο Κατσούλης πέρασε από τα γραφεία της Γενικής Ασφαλείας και δήλωσε στους αξιωματικούς: «Σήμερα θα δείτε τι θα γίνει…».

Τελικά, ο Σπύρος Γκοτζαμάνης καταδικάστηκε σε 11 χρόνια κάθειρξη για θανατηφόρες σωματικές βλάβες σε βάρος του Λαμπράκη και διατάραξη της κοινής ειρήνης. «Την απόφαση τη δέχθηκε με χαμόγελα» έγραφαν τα «ΝΕΑ» της 30ης Δεκεμβρίου 1963. Ο Εμμανουηλίδης καταδικάστηκε σε 8 χρόνια, αλλά έκλαιγε με λυγμούς όταν του το ανακοίνωσαν. Και στους δύο αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του «προτέρου έντιμου βίου» και ότι δεν «ενήργησαν από ταπεινά αίτια». Ο εισαγγελέας Δελαπόρτας σχολίασε: «Τουλάχιστον αυτό το ελαφρυντικόν είναι ελαφρώς προσβλητικόν».

Και οι δύο αμνηστεύτηκαν και αφέθηκαν ελεύθεροι από τη δικτατορία των Συνταγματαρχών. Οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής συνελήφθησαν και εξορίστηκαν και ο ανακριτής Χρήστος Σαρτζετάκης φυλακίστηκε. Το παρακράτος κυβερνούσε τη χώρα. Ο Ξενοφών Γιοσμάς, ο αρχηγός της παρακρατικής οργάνωσης «Καρφίτσα», κατηγορήθηκε ως ηθικός αυτουργός και καταδικάστηκε σε ένα χρόνο φυλάκιση για τη διατάραξη της κοινής ειρήνης. Ο λιμενεργάτης Χρήστος Φωκάς καταδικάστηκε σε φυλάκιση 15 μηνών, επειδή τραυμάτισε τον βουλευτή Γιώργη Τσαρουχά κατά τη διάρκεια των αναταραχών στην εκδήλωση. Οι Χρήστος Φωκάς, Γιώργος Λεονάρδος, Ιωάννης Τόγκας καταδικάστηκαν σε 10 μήνες φυλάκισης για διατάραξη κοινής ειρήνης, ο Κωνσταντίνος Παραπάρας σε έξι μήνες και οι Παναγιώτης Κουντουλέας και Νίκος Παπαδόπουλος σε τρεις. Τελικά, δεν πέρασαν ούτε μία μέρα στη φυλακή, γιατί η ποινή τους μετατράπηκε σε καταβολή 100 δραχμών ημερησίως.

Απόσπασμα από το βιβλίο «Ζ» του Βασίλη Βασιλικού

Η ψυχή του Γρηγόρη Λαμπράκη μιλάει, καθώς το σώμα του μεταφέρεται με τραίνο στην Αθήνα, για την κηδεία:

[…] «Αυτά τα χέρια δεν θα αγγίξουν ξανά ανθρώπινη σάρκα. Αυτά τα χέρια θα γυρίσουν στο νερό. Θα γίνουν καστανόχωμα για τα λουλούδια. Αυτά τα χέρια που κρατούσαν το νυστέρι κι έγιαναν τον ανθρώπινο πόνο, δωρεάν. Αυτό το πρόσωπο δεν θα ξαναβουτήξει στη θάλασσα. Αυτά τα χείλια δεν θα σε ξαναφιλήσουν. Σώμα κλειστό, επιστολή δίχως παραλήπτη που επιστρέφει στον αποστολέα της, τη μάνα γη. Σώμα με αίμα που πάγωσε στις φλέβες. Καμιά κυκλοφορία. Όπως μια φωτογραφία που «παγώνει» στην οθόνη, μέσα στην πιο μεγάλη κίνηση του δρόμου και των μαγαζιών. Εκεί, σ’ αυτή τη στιγμή, τελειώνουν όλα».

Και συνεχίζει η ψυχή την ώρα της νεκρώσιμης ακολουθίας:

[…] «Κι έτσι, ανάμεσα σε δυο ουρανούς, η ψυχή ακολουθούσε την αναστάσιμη πορεία. Ήξερε πολύ καλά τώρα ότι το σώμα δεν πέθανε, αφού τόσος λαός  συσπειρώθηκε γύρω απ’ το φέρετρό Του. Ήξερε ακόμα ότι η αθανασία είναι ότι επιζεί μες στη μνήμη των άλλων. Και η φωνή που δέσποζε σ’ όλη την κηδεία ήταν «ζει». Κανείς δεν μπορούσε να παραδεχτεί ότι υπάρχει θάνατος μες στην ιδέα. Ο θάνατος υπάρχει μόνο στα άτομα που ιδιωτεύουν και κατάπληκτα ανακαλύπτουν μια μέρα ότι η ιδιωτική τους ζωή παίρνει ένα ξαφνικό τέλος. Και πανικοβάλλονται. Και θρηνούν. Και κλείνονται σε ψυχιατρικές κλινικές για να συνέλθουν. Δεν υπάρχει θάνατος, όταν ένας λαός σηκώνεται για να δείξει το ανάστημά του με το μέτρο της δικιάς σου νεκρόκασας».

Το 1969 το βιβλίο μεταφέρεται, με μεγάλη επιτυχία, στη μεγάλη οθόνη από τον σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά, με πρωταγωνιστές τον Υβ Μοντάν, τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν και την Ειρήνη Παπά.

Πηγές:
https://el.wikipedia.org
http://www.mixanitouxronou.gr
http://www.matrix24.gr
http://www.rizospastis.gr
“Ζ”, Βασίλης Βασιλικός

Από μικρή ηλικία μου άρεσε να γράφω. Στιχάκια, κειμενάκια, σκέψεις. Στο γυμνάσιο άρχισα να γράφω και άρθρα στην εφημερίδα που είχε ο μπαμπάς μου, σε μια μικρή επαρχιακή πόλη. Αυτό το μικρόβιο, λοιπόν, φώλιασε μέσα μου κι έτσι αποφάσισα να σπουδάσω δημοσιογραφία. Τελείωσα, παντρεύτηκα, έκανα δύο υπέροχες κόρες κι όποτε έβρισκα χρόνο, έγραφα. Τι άλλο; Παρακολουθώντας σεμινάρια δημιουργικής γραφής, συνέχισα να κάνω αυτό που αγαπούσα, λίγο καλύτερα. Διαβάζω, ακούω μουσική και το βασικότερο; Ζω την κάθε μου στιγμή, σαν να είναι η τελευταία μου.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Η πορνεία στην Αρχαία Ελλάδα

Η πορνεία στην Αρχαία Ελλάδα: εταίρες και παλλακίδες

Η πορνεία στην Αρχαία Ελλάδα Η πορνεία στην Αρχαία Ελλάδα
Plein Soleil

Plein Soleil: Ένας εμβληματικός Delon

Μετά την τραγική έιδηση της απώλειας του τεράστιου και αμενόητου