Η Αγκάθα Κρίστι, Βρετανίδα συγγραφέας, έγινε παγκοσμίως γνωστή για τα πολλά και ευπώλητα βιβλία μυστηρίου που έγραψε, ωστόσο δεν ήταν μόνο αυτό. Η ίδια, στις συνεντεύξεις που έδινε κατά καιρούς όταν οι δημοσιογράφοι αναφερόταν στην συγγραφική της ιδιότητα, δήλωνε παράλληλα και τις ιδιότητες της μητέρας, της συζύγου, της ταξιδεύτριας και της σέρφερ. Υπήρξε μια γυναίκα της εποχής της, που λάτρευε να απολαμβάνει την ζωή ήσυχα και απλά και κυρίως εξέφραζε τον αυθεντικό εαυτό της: Μια απλή γυναίκα με πολύπλοκο μυαλό.
«Το ένστικτο είναι ένα υπέροχο πράγμα. Δεν μπορεί ούτε να ερμηνευθεί ούτε να αγνοηθεί».
Αγκάθα Κρίστι
Μια μαθήτρια χωρίς σχολείο
Η Άγκαθα Μαίρη Κλαρίσα Μίλερ (Agatha Mary Clarissa Miller) γεννήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου του 1890 στο Torquay του Devon της Νοτιοδυτικής Αγγλίας. Μεγάλωσε σε μια οικογένεια της μεσαίας τάξης με οικονομική άνεση και ήταν η μικρότερη των τριών παιδιών της οικογένειας. Ο πατέρας της, Φρέντερικ Άλβα Μίλερ, ήταν ένας Αμερικάνος χρηματιστής, ιδιαίτερα επιτυχημένος στον τομέα του, και η μητέρα της ήταν η Κλαρίσα Μάργκαρετ Μπέμερ, κόρη αξιωματικού του βρετανικού στρατού.
Η μικρή Αγκάθα είχε μια ασυνήθιστη ανατροφή. Εκείνο που την ξεχώριζε από τα άλλα παιδιά της εποχής της ήταν ότι εκπαιδεύτηκε στο σπίτι και δεν πήγε στο σχολείο. Η εκπαίδευση γινόταν κυρίως από τον πατέρα της, ο οποίος παρά τις επαγγελματικές του υποχρεώσεις αφιέρωνε πολύ χρόνο στην μικρή του κόρη για να της μάθει ότι πιο χρήσιμο και καλύτερο έκρινε και μπορούσε. Η μητέρα της ήταν μια γυναίκα που αγαπούσε τις ιστορίες και είχε εξαιρετική ικανότητα να αφηγείται. Μετέδωσε στην κόρη της αυτή την αγάπη και το ταλέντο, ηθελημένα ή άθελα της, αν και την απέτρεπε να μάθει να γράφει και να διαβάζει πριν την συμπλήρωση των οκτώ ετών. Αυτό τελικά δεν κατέστη δυνατό, καθώς η μικρή Άγκαθα ήταν ένα παιδί περίεργο, που εύκολα βαριόταν και τα κατάφερε σχεδόν μόνη της στην ανάγνωση και την γραφή, με την επιμονή της και την βοήθεια των μεγαλύτερων αδελφών της, όταν ήταν μόλις πέντε χρόνων.
Οι ποικίλες ιστορίες που άκουγε το κορίτσι την έκαναν να γίνεται, μεγαλώνοντας, ένας πολύ δημιουργικός άνθρωπος. Είχε εφεύρει φανταστικούς φίλους, έπαιζε με τα ζώα σαν να ήταν, κι αυτά, πραγματικοί της φίλοι, έγραφε ποίηση σχεδόν απ’ όταν έμαθε γραφή, παρακολουθούσε μαθήματα χορού και έμαθε ακόμη και λίγα γαλλικά από την γκουβερνάντα της, Μαρί, όταν για ένα μικρό χρονικό διάστημα η οικογένεια μετακόμισε στην Γαλλία.
Τα παιδικά χρόνια του κοριτσιού ήταν αληθινά ευτυχισμένα, τόσο που η Αγκάθα τα θυμόταν ως τα βαθιά της γεράματα και συχνά αναφερόταν σε αυτά. Δυστυχώς, όμως ένα τραγικό γεγονός, επισκίασε βαριά αυτή την πολύ όμορφη για εκείνη εποχή. Ο πατέρας της πέθανε από πνευμονία, όταν το κορίτσι ήταν μόλις έντεκα ετών, και εκτός από την μεγάλη αυτή απώλεια, χρειάστηκε να αντιμετωπιστούν και οι τρομερές οικονομικές δυσκολίες που προκλήθηκαν από αυτό το θλιβερό γεγονός. Μετά τον θάνατο του πατέρα, το μόνο που υπήρχε ήταν 2.000 στερλίνες, που όμως η αξία τους αντιστοιχούσε περίπου σε 200 σημερινές, και ένα σπίτι στο Άσφιλντ, όπου η μητέρα πάνω στην απελπισία της σκέφτηκε πολλές φορές να το πουλήσουν, αλλά ευτυχώς κατάφεραν να το κρατήσουν, τελικά.
Μια μικρή κυρία στα μεγάλα σαλόνια του Καΐρου
Μετά τον θάνατο του πατέρα, που στήριζε την οικογένεια, οι δυσκολίες όλο και αυξανόταν. Ωστόσο η Αγκάθα στάθηκε στην μητέρα της, της οποίας η υγεία έγινε εύθραυστη και συχνά επιδεινωνόταν, και στηρίζοντας η μία την άλλη, άντεχαν και τα κατάφερναν. Τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια είχαν φύγει από το σπίτι. Η αδερφή της είχε παντρευτεί και ο αδερφός της είχε καταταγεί στο Βρετανικό σύνταγμα και υπηρετούσε στο εξωτερικό.
Φαίνεται πως είτε η μητέρα της Αγκάθα εργάστηκε κάπου ή κάποιοι συγγενείς της βοήθησαν, ίσως και τα δύο, και η νεαρή μπόρεσε να παρακολουθήσει μαθήματα πιάνου και τραγουδιού, για ένα διάστημα και στο Παρίσι, από την ηλικία των δεκαπέντε χρόνων. Θα μπορούσε να συνεχίσει τις σπουδές της στην μουσική, ωστόσο η ίδια έκρινε πως το ταλέντο της δεν ήταν αρκετό, πως της έλειπαν πολλά για να γίνει επαγγελματίας και να κατακτήσει μια θέση σε αυτόν τον χώρο, μα κυρίως, αυτό που την σταμάτησε, ήταν η συστολή της μπροστά στο κοινό, καθώς ποτέ δεν κατάφερε να τραγουδήσει άνετα μπροστά σε κόσμο. Φαίνεται, όμως, πως, είτε το συνειδητοποιούσε είτε όχι, η συγγραφή την είχε ήδη κερδίσει και από τα δεκαοκτώ της χρόνια άρχισε να γράφει περισσότερο, διηγήματα ειδικά.
Το 1910, η Αγκάθα και η μητέρα της αποφάσισαν να ταξιδέψουν στην Αίγυπτο για να περάσουν εκεί το χειμώνα, με την σκέψη πως θα περνούσαν αυτό το διάστημα πιο οικονομικά εκεί, πως ένα ζεστότερο κλίμα θα βελτίωνε την υγεία της μητέρας και επιπλέον ήταν ένας τόπος που ήδη επέλεγαν αρκετοί Βρετανοί για τουρισμού ή επαγγελματικές δραστηριότητες, κι έτσι δεν θα ένιωθαν μόνες.
Στο Κάιρο διέμειναν για τρεις μήνες στο ξενοδοχείο Gezirah Palace, και οι δυο γυναίκες, αυτόν τον καιρό έκαναν πολλές αξιόλογες γνωριμίες και νέους φίλους που διατηρήθηκαν και μετά την επιστροφή στην πατρίδα τους. Συμμετέχοντας σε διάφορες εκδηλώσεις και χορούς η Αγκάθα γνώρισε έναν νέο κόσμο στο Κάιρο και επιπλέον μπόρεσε να επισκεφτεί αρκετούς αρχαιολογικούς χώρους, καθώς ο αρχαίος κόσμος την γοήτευε ιδιαίτερα. Οι κοινωνικές συναναστροφές, όμως, και ο λαμπερός κόσμος των πάρτι, με τα ωραία φορέματα, τις μουσικές και τους χορούς, ήταν αυτό που την κέρδιζε περισσότερο, λόγω και του νεαρού της ηλικίας της.
Εκείνο το διάστημα που η νεαρή κοπέλα βρισκόταν στην Αίγυπτο δέχθηκε αρκετές προτάσεις γάμου. Ο Άρτσι Κρίστι, ένας ειδικευόμενος αεροπόρος του βασιλικού Ιπτάμενου σώματος, ήταν ένας από τους νέους που διεκδίκησαν την καρδιά της Αγκάθα και εκείνη δέχθηκε αυτομάτως, καθώς ερωτεύθηκαν κεραυνοβόλα. Ο «ενθουσιασμός του ξένου» θα έγραφε πολύ αργότερα η Αγκάθα Κρίστι στην αυτοβιογραφία της, ήταν αυτό που τους προσέλκυσε τόσο έντονα και τους δύο.
Το ζευγάρι παντρεύτηκε την παραμονή των Χριστουγέννων το 1914, αφού προηγουμένως έζησαν τις άθλιες μέρες του πολέμου χωρισμένοι και μετά το γάμο θα χωριζόταν ξανά. Ο Άρτσι Κρίστι τον καιρό του πολέμου υπηρετούσε στην Γαλλία και η Αγκάθα εργαζόταν εθελοντικά ως νοσοκόμα σε νοσοκομείου του Ερυθρού Σταυρού, στο Home Front, στο Torquay. ‘Ετσι, πέρασαν τη νύχτα του μέλιτος στο The Grand Hotel, στο Torquay και στις 27 Δεκεμβρίου ο Άρτσι επέστρεψε στη Γαλλία. Σε όλη την διάρκεια του πολέμου, οι φορές που συναντήθηκαν ήταν ελάχιστες και έπρεπε να περάσουν τέσσερα ολόκληρα χρόνια για να μπορέσουν να ζήσουν μαζί, όταν ο Άρτσι τοποθετήθηκε στο πολεμικό γραφείο στο Λονδίνο,τον Ιανουάριο του 1918. Τότε η Αγκάθα ένιωσε ότι ο έγγαμος βίος της ξεκίνησε πραγματικά. Ένα χρόνο αργότερα, στις 5 Αυγούστου, ήρθε στον κόσμο η Ρόζαλιντ, μοναχοκόρη της Άγκαθα.
Η Αγκάθα Κρίστι εφευρίσκει νέους «φίλους» και γίνεται συγγραφέας
Η Αγκάθα Κρίστι έκανε την πρώτη της απόπειρα να γράψει και να εκδώσει μυθιστόρημα χάρη σε ένα στοίχημα που είχε με την αδελφή της, η οποία την είχε προκαλέσει λέγοντάς της πως δεν θα μπορούσε ποτέ να γράψει μια αστυνομική ιστορία αξιώσεων. Η Αγκάθα βάλθηκε να την διαψεύσει και έγραψε το μυθιστόρημα «The Mysterious Affair at Styles» (Η μυστηριώδης υπόθεση Στάιλς). Σε αυτό το πρώτο της έργο, το οποίο πριν εκδοθεί το 1920 τελικά, είχε απορριφθεί από άλλους δυο εκδότες, παρουσιάζεται ο ήρωάς της, ντεντέκτιβ Ηρακλής Πουαρό.
Ο Ηρακλής Πουαρό «γεννήθηκε» στους προσφυγικούς καταυλισμούς της Αγγλικής υπαίθρου. Η συγγραφέας γυρεύοντας έμπνευση για την δημιουργία του ήρωά της σκέφτηκε ότι δεν θα ήταν καθόλου κακή ιδέα αν παρουσίαζε στο βιβλίο της ως πρωταγωνιστή έναν Βέλγο πρόσφυγα, που θα μπορούσε, προηγουμένως, να ήταν στην χώρα του ένας καταξιωμένος αστυνομικός πριν αναγκαστεί να ζήσει ως πρόσφυγας. Ένας τέτοιος τύπος θα ήταν εξαιρετικός για ντεντέκτιβ. Έτσι κοιτώντας τους κατατρεγμένους Βέλγους πρόσφυγες του πολέμου που είχαν εγκατασταθεί στους καταυλισμούς της περιοχή της, εμπνεύστηκε τον μεγάλο της ήρωα. Φυσικά τότε, δεν φανταζόταν ότι ο Ηρακλής Πουαρό θα «ζούσε» μαζί της, σχεδόν, για όλη της την ζωή και θα έφερνε εις πέρας κάθε πολύπλοκη και παράξενη υπόθεση εγκλήματος που θα συνέβαινε στο σύμπαν του μυαλού της, λύνοντας γρίφους και μυστήρια.
Μετά από την «μυστηριώδη υπόθεση Στάιλς» έγραψε, σε σύντομο χρονικό διάστημα άλλα πέντε βιβλία κατόπιν συμφωνίας με τον εκδοτικό της οίκο. Παράλληλα η εργασία που της είχε προταθεί να κάνει σε ένα ιατρείο και η ολοκλήρωση, με επιτυχία, των εξετάσεών της στην Εταιρεία Φαρμακοποιών, με εξειδίκευση στα δηλητήρια, την βοήθησαν πάρα πολύ στο συγγραφικό της έργο, καθώς αντλούσε πολύτιμες πληροφορίες και έμπνευση. Μάλιστα η δολοφονία με χρήση δηλητηρίου στο πρώτο της βιβλίο είχε περιγραφεί τόσο καλά και με τέτοια λεπτομέρεια που το περιοδικό Pharmaceutical Journal έγραψε μια ενθουσιώδη και τιμητική κριτική για την ίδια και το μυθιστόρημά της.
Μετά τη λήξη του πολέμου, οι συνθήκες βελτιώθηκαν για το ζευγάρι. Ο Άρτσι Κρίστι άρχισε να εργάζεται στο Σίτι του Λονδίνου και τα οικονομικά πια επέτρεπαν μια καλύτερη ζωή κι έτσι μπόρεσαν να νοικιάσουν ένα επιπλωμένο διαμέρισμα στο Λονδίνο. Η Αγκάθα συνέχισε να γράφει, πειραματιζόμενη σε διάφορους τύπους ψυχολογικών θρίλερ και δολοφονιών μυστηρίου. Εκείνα τα χρονιά «γεννήθηκαν» οι νέοι της ήρωες , η Μις Μαρπλ και οι Τόμο και Τούπενς, οι οποίοι μαζί με τον Ηρακλή Πουαρό έγιναν πιστοί σύντροφοί της στην συγγραφική ζωή της αλλά και «φίλοι» των αναγνωστών της. Τα βιβλία της λάμβαναν συνεχώς θετικές κριτικές και τα οικονομικά της πλέον της επέτρεπαν να ταξιδέψει, καθώς τα ταξίδια ήταν πάντα όνειρό της.
Μαζί με τον σύζυγό της βρέθηκαν στην τότε Βρετανική Αυτοκρατορία και συγκεκριμένα στην Αφρική και στο Κέιπ Τάουν, όπου η Αγκάθα Κρίστι έγινε η πρώτη Βρετανίδα που έκανε σερφ όρθια. Από τότε υπήρξε δεινή σέρφερ. Σε εκείνο το ταξίδι εμπνεύστηκε και τις ιστορίες κάποιων από τα επόμενα βιβλία της.
Η περίεργη εξαφάνιση της Αγκάθα Κρίστι
Ο Άρτσι και η Αγκάθα Κρίστι είχαν καταφέρει να χτίσουν μια άνετη ζωή ως προς τα οικονομικά και να απολαμβάνουν μια προνομιούχα καθημερινότητα, ωστόσο, όπως αποδείχθηκε, όλα αυτά δεν έφεραν την ευτυχία. Το ζευγάρι, λίγα μόλις χρόνια, μετά το γάμο, άρχισε να έχει προβλήματα. Ο Άρτσι συνδέθηκε και ανέπτυξε εξωσυζυγική σχέση με μια άλλη γυναίκα, η οποία υπήρξε φίλη και των δύο. Η γνωριμία τους έγινε στα γήπεδα του γκολφ, όπου η Αγκάθα δεν πήγαινε συχνά, καθώς η συγκεκριμένη δραστηριότητα δεν της άρεσε και προτιμούσε να μένει σπίτι και να γράφει.
Όταν η Αγκάθα έμαθε για την παράνομη σχέση του άντρα της, ο οποίος λέγεται πως τότε κατέθεσε αίτηση διαζυγίου, η ίδια είχε επιβαρυμένη ψυχολογία εξαιτίας του θανάτου της μητέρας της, αλλά και του κλονισμένου εδώ και καιρό γάμου της. Έτσι, όταν, στις 3 Δεκεμβρίου του 1926, ο Άρτσι άφησε την Αγκάθα για να περάσει ένα Σαββατοκύριακο με την ερωμένη του, η συγγραφέας δεν το άντεξε και έφυγε από το σπίτι, αφήνοντας την μικρή τους κόρη στους οικιακούς βοηθούς, χωρίς να ενημερώσει για την απουσία της, και δεν επέστρεψε ξανά.
Αμέσως ειδοποιήθηκε η αστυνομία και άρχισαν έρευνες για την ανεύρεσή της, στις οποίες συμμετείχαν επιπλέον 20.000 εθελοντές. Η είδηση της εξαφάνισης της συγγραφέως εξαπλώθηκε άμεσα και οι διάφορες υποψίες και θεωρίες είχαν πάρει πρωτοφανή έκταση, με μια εφημερίδα, ταυτόχρονα, να προσφέρει χρηματική αμοιβή σε όποιον έδινε πληροφορίες.
Την άλλη μέρα βρέθηκε το αυτοκίνητο της Αγκάθα Κρίστι κοντά σε ένα λατομείο, και τα μοναδικά ευρήματα ήταν λίγα ρούχα και το δίπλωμα οδήγησης. Οι απελπισμένοι αναγνώστες κατέφυγαν ακόμα και σε μέντιουμ για να μάθουν οτιδήποτε, και πολλοί έλεγαν πως η Κρίστι έπεσε θύμα απαγωγής ή ότι την δολοφόνησαν. Κάποιοι άλλοι που γνώριζαν περισσότερα για την ίδια και την ζωή της, έλεγαν πως η κατάθλιψη από την οποία υπέφερε τον τελευταίο καιρό την έσπρωξε στην τρέλα και με την εξαφάνισή της θέλησε να εκδικηθεί τον άντρα της που την απατούσε, επιδιώκοντας να στραφούν οι υποψίες σε εκείνον.
Οι τελευταίες θεωρίες εντάθηκαν όταν τελικά, 10 μέρες αργότερα, η Αγκάθα Κρίστι βρέθηκε σε ένα ξενοδοχείο στο Γιορκσάιρ όπου διέμενε όλες αυτές τις μέρες χρησιμοποιώντας το επώνυμο της ερωμένης του άντρα της. Οι γιατροί που την εξέτασαν αμέσως, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως είχε ένα βαρύ καταθλιπτικό επεισόδιο που της προκάλεσε πρόσκαιρη αμνησία. Πολλοί δέχθηκαν αυτή την εξήγηση και η υπόθεση έκλεισε έτσι, αρκετοί άλλοι, όμως, δεν πείστηκαν και οι θεωρίες – υποθέσεις για το τι μπορεί πραγματικά να έγινε συνεχίζονται έως και σήμερα ανάμεσα στους φανατικούς αναγνώστες της.
Προς μια νέα ζωή με το Orient Express
Μετά το περιστατικό της εξαφάνισης και το διαζύγιό της, και ύστερα από την υπερβολική δημοσιότητα των όσων έγιναν, η Αγκάθα Κρίστι βυθίστηκε ακόμη περισσότερο ψυχολογικά. Καθώς ήταν εκ φύσεως ένας εσωστρεφής άνθρωπος δεν μπόρεσε να αντέξει τις ερωτήσεις των δικών της και των ξένων και της ήταν αδύνατον να διαχειριστεί αυτή την κατάσταση. Σταμάτησε έτσι να γράφει για περίπου δύο χρόνια και μπήκε σε ένα πρόγραμμα ψυχιατρικής θεραπείας, ακολουθώντας συγκεκριμένη αγωγή. Παράλληλα, έφυγε με την μικρή της κόρη για τα Κανάρια νησιά, όπου εκεί με τις παροτρύνσεις καλών φίλων άρχισε να γράφει ξανά, σταδιακά. Σε αυτό το χρονικό διάστημα, με πολύ κόπο έγραψε το βιβλίο της «Το μυστήριο του γαλάζιου τρένου» και έγραψε κι ένα διαφορετικό μυθιστόρημα, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Mary Westmacott, «Το θηρίο στο πιάνο», το οποίο χαρακτηρίζεται περισσότερο ως κοινωνικό έργο και δεν έχει σχέση με το συνηθισμένο της αστυνομικό είδος.
Το Φθινόπωρο του 1928 η Αγκάθα Κρίστι αποφάσισε να πραγματοποιήσει ένα μεγάλο της όνειρο, ένα μεγάλο ταξίδι με το Orient Express, και με την απόφασή της αυτή, ίσως να ζητούσε μια νέα ζωή, με νέες εμπειρίες. Πρώτος της σταθμός σε αυτό το ταξίδι ήταν η Βαγδάτη. Αργότερα, ως λάτρης των αρχαιοτήτων, θέλησε να συνεχίσει στον αρχαιολογικό χώρο Ουρ, στην Μεσοποταμία. Εκεί, παρακολούθησε τις ανασκαφές που γινόταν εκείνο τον καιρό και σχεδόν αμέσως γνώρισε τον εικοσιπεντάχρονο αρχαιολόγο Μαξ Μάλλοουαν, ο οποίος, παρά την διαφορά ηλικίας που είχαν, σύντομα έγινε ο δεύτερος σύζυγός της. Οι δυο τους παντρεύτηκαν στις 11 Σεπτεμβρίου του 1930 στο Εδιμβούργο και έζησαν μαζί ως το τέλος μια ευχάριστη και ήρεμη ζωή με ταξίδια σε όλο τον κόσμο, για ανασκαφές ή τουρισμό, αν και πολλές φορές χρειάστηκε να ζήσουν χωριστά σε διαφορετικά μέρη του κόσμου εξαιτίας των επαγγελματικών τους υποχρεώσεων.
Η Αγκάθα, που κράτησε το επώνυμο του πρώτου συζύγου της, πιθανώς επειδή με αυτό έγινε γνωστή στο αναγνωστικό της κοινό, την περίοδο των ταξιδιών της, επηρεασμένη και από την ατμόσφαιρα της Ανατολής, έγραψε μερικά από τα πιο διάσημα βιβλία της και υπήρξε ιδιαίτερα παραγωγική.
Στα χρόνια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου ο Μαξ εργαζόταν στο Κάιρο, όπου, εξαιτίας της γλωσσομάθειάς του, μπορούσε να βοηθήσει στην πολεμική προσπάθεια, ενώ ο Αγκάθα παρέμεινε στην Αγγλία όπου συνέχισε να γράφει και παράλληλα εργαζόταν εθελοντικά στο Ιατρείο στο University College Hospital του Λονδίνου, προσφέροντας έτσι από την δική της πλευρά, εκείνες τις μέρες του πολέμου.
Τον ίδιο καιρό, όταν η κόρη της Ρόζαλιντ, έφερε στον κόσμο τον γιο της, τον Σεπτέμβριο του 1943, η Αγκάθα Κρίστι ασχολήθηκε πάρα πολύ με το εγγόνι της βοηθώντας την κόρη της στο μεγάλωμα του, όσο πιο πολύ μπορούσε, έτσι όπως θα έκανε η κάθε γιαγιά. Μετά τον πόλεμο η Κρίστι ενώθηκε ξανά με τον άντρα της και έζησαν απλά και αρμονικά, απολαμβάνοντας έναν πιο αργό ρυθμό ζωής αλλά ποιοτικό. Συνέχισε να γράφει ασφαλώς και ευτύχισε να δει πολλά από τα βιβλία της να μεταφέρονται στον κινηματόγραφο, κι αργότερα στην τηλεόραση με πολύ μεγάλη επιτυχία. Εκτός από τα έργα μυστηρίου, έγραψε επιπλέον αισθηματικές νουβέλες και μυθιστορήματα άλλου τύπου, όπως κοινωνικά, υπό το ψευδώνυμο Mary Westmacott, καθώς και αρκετά θεατρικά έργα.
Η τελευταία δημόσια εμφάνιση της Αγκάθα ήταν τη βραδιά της κινηματογραφικής πρεμιέρας του έργου «Φόνος στο Όριεντ Εξπρές» με τον Άλμπερτ Φίννεϊ να πρωταγωνιστεί στον ρόλο του Ηρακλή Πουαρό. Μετά από μια εξαιρετικά επιτυχημένη καριέρα και μια πολύ ευτυχισμένη ζωής, παρά τις δυσκολίες της, η Αγκάθα Κρίστι πέθανε, στα 86 της χρόνια, ειρηνικά, στις 12 Ιανουαρίου του 1976 και ετάφη στην αυλή της εκκλησίας του St Mary’s Cholsey, κοντά στο Wallingford. Δέκα χρόνια, περίπου, πριν τον θάνατό της, όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφο αν θα ήθελε κάτι να πει, είχε δηλώσει: «Τι μπορώ να πω στα εβδομήντα πέντε μου; Δοξάζω τον Θεό για την καλή μου ζωή και για όλη την αγάπη που μου έχει δοθεί».
Μια συγγραφέας – φαινόμενο
Η Αγκάθα Κρίστι έμεινε στην ιστορία, όχι μόνο για τα εξαιρετικά και ευφυέστατα αστυνομικά μυθιστορήματα αλλά και γιατί ήταν ιδιαιτέρως παραγωγική. Πραγματικά είναι εντυπωσιακό το γεγονός, ότι κατόρθωνε να συγγράψει δύο ή τρία βιβλία ετησίως. Πολλοί την έχουν χαρακτηρίσει ως συγγραφέα – φαινόμενο. Εκδόθηκαν, συνολικά, από το 1918 ως τον θάνατό της 66 αστυνομικά μυθιστορήματα, 165 μικρές ιστορίες μυστηρίου, 2 αυτοβιογραφίες – ταξιδιωτικά, 3 ποιητικές συλλογές, 6 μυθιστορήματα υπό το ψευδώνυμο Mary Westmacott και 16 θεατρικά έργα. Η Αγκάθα Κρίστι είχε ένα μυαλό γεμάτο ιστορίες. Είχε δηλώσει η ίδια:
«Μου έρχονται στον νου πλοκές σε τόσο περίεργες στιγμές, όταν περπατάω στο δρόμο, ή όταν κοιτάζω καπέλα σε ένα κατάστημα, ξαφνικά μια υπέροχη ιδέα έρχεται στο μυαλό μου».
Agatha Christie, Μια αυτοβιογραφία.
Ο εγγονός της, Μάθιου Πρίτσαρντ, την περιγράφει ως «ένα άτομο που άκουγε περισσότερο παρά μιλούσε και που έβλεπε περισσότερα από όσα φαινόταν». Τα πιο απλά και καθημερινά γεγονότα, φευγαλέες σκηνές και περιστασιακές παρατηρήσεις θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν στο μυαλό της Κρίστι την ιδέα για μια νέα πλοκή. Αυτές οι ιδέες μετά γινόταν ολόκληρα μυθιστορήματα. Κρατούσε ατελείωτες σημειώσεις σε δεκάδες σημειωματάρια, γράφοντας πρόχειρα ασχημάτιστες ιδέες, πιθανές πλοκές και χαρακτήρες έτσι όπως της ερχόταν στο μυαλό.
Είχε πει σχετικά: «Συνήθως έχω περί την μισή ντουζίνα τετράδια στο χέρι και συνηθίζω να σημειώνω ιδέες που με εντυπωσιάζουν, ή για κάποιο δηλητήριο ή φάρμακο ή για μια έξυπνη απάτη που διάβασα στην εφημερίδα». Από τα, πάνω από 100, σημειωματάρια που πρέπει να υπήρχαν, 73 έχουν διασωθεί. Στην λεπτομερή και εμπεριστατωμένη ανάλυση του, ο Τζον Κάραν, μελετητή λογοτεχνίας και αρχειοθέτη, ο οποίος έχει εντρυφήσει στο έργο της Κρίστι, έχει αναφέρει πως πρόκειται για έναν πραγματικό θησαυρό αποκαλύψεων για τις ιστορίες της και τον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκαν. Τα ίδια τα τετράδια εμπεριέχουν, επιπλέον, υλικό που δεν έχει δημοσιευτεί και είναι άκρως ενδιαφέρον και αποκαλυπτικό ως προς τον τρόπο που έγραφε η Κρίστι και τον τρόπο που σκεφτόταν.
Ο γαμπρός της, Άντονι Χικς, είπε κάποτε: «Δεν την είδα ποτέ να γράφει, δεν κλεινόταν ποτέ σε κάποιον ιδιαίτερο χώρο, έτσι όπως κάνουν άλλοι συγγραφείς». Ο δε εγγονός της θυμάται ότι: «τότε υπαγόρευε τις ιστορίες της σε μια μηχανή που ονομάζεται Dictaphone και στη συνέχεια μια γραμματέας τις πληκτρολογούσε σε μια γραφομηχανή. Η γιαγιά μου κατόπιν, τα διόρθωνε με το χέρι. Νομίζω ότι, πριν από τον πόλεμο, πριν επινοηθούν οι μηχανές Dictaphone, πρέπει να έγραφε τις ιστορίες με στενογραφία και μετά κάποιος τις πληκτρολογούσε. Έγραφε με πολύ φυσικό τρόπο και έγραφε πολύ γρήγορα. Νομίζω ότι ένα βιβλίο της πήρε, στη δεκαετία του 1950, μόνο δύο μήνες για να το γράψει και στη συνέχεια ένα μήνα για να το επιμεληθεί πριν αποσταλεί στους εκδότες. Μόλις ολοκλήρωνε όλη την διαδικασία συγγραφής ενός βιβλίου, μερικές φορές μας διάβαζε τις ιστορίες μετά το δείπνο, ένα ή δύο κεφάλαια τη φορά. Νομίζω ότι είχαμε χρησιμοποιηθεί ως “πειραματικοί” σε αυτό το στάδιο, για να δει ποια θα ήταν η αντίδραση του ευρύτερου κοινού. Ήταν εντυπωσιακό που μετά από μερικούς μήνες βλέπαμε αυτές τις ιστορίες στα βιβλιοπωλεία».
Στο παρακάτω βίντεο μπορείτε να παρακολουθήσετε δύο σύντομα αποσπάσματα από συνεντεύξεις της Αγκάθα Κρίστι (Αγγλικοί υπότιτλοι).
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό το άρθρο:
Agatha Christie, 1890-1976 – Βρετανίδα συγγραφέας – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση: www.gnomikologikon.gr – Τελευταία πρόσβαση: 12/9/2021
The home of Agatha Christie – About Agatha Christie – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση: www.agathachristie.com – Τελευταία πρόσβαση: 12/9/2021
Mary Westmacott: Το άλλο πρόσωπο της Άγκαθα Κρίστι – Ελένη Γκίκα – 4/7/2018 - Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση:www.fractalart.gr - Τελευταία πρόσβαση: 12/9/2021
Agatha Christie – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση:en.wikipedia.org – Τελευταία πρόσβαση: 12/9/2021
Agatha Christie bibliography - Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση:en.wikipedia.org - Τελευταία πρόσβαση: 12/9/2021
Η μυστηριώδης εξαφάνιση της Αγκάθα Κρίστι μετά το ξαφνικό χωρισμό με τον πρώτο της άνδρα. Την εγκατέλειψε για μια άλλη γυναίκα… – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση: www.mixanitouxronou.gr – Τελευταία πρόσβαση: 12/9/2021
Κατάλογος έργων της Αγκάθα Κρίστι – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση:el.wikipedia.org – Τελευταία πρόσβαση: 12/9/2021