Ο Μανώλης Χιώτης υπήρξε Έλληνας συνθέτης και δεξιοτέχνης του μπουζουκιού που έφερε επανάσταση στην λαϊκή μουσική με την επινόηση του τετράχορδου μπουζουκιού και του «κοσμικού κέντρου».
Οι ρίζες του Μανώλη Χιώτη
Ο Μανώλης Χιώτης γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη, κατά τον ρεμπετολόγο Τάσο Σχορέλη, στις 21 Μαρτίου 1920. Η οικογένεια είχε μόλις μετακομίσει από το Ναύπλιο. Κατά τον ποιητή και συγγραφέα Νίκο Ρούτσο αυτή ήταν η πόλη που γεννήθηκε. Ο προπάππους του καταγόταν από την Χίο, γι’ αυτό και το όνομα Χιώτης. Πατέρας του ήταν ο Διαμαντής Χιώτης, ο «ζόρικος», όπως τον έλεγαν, ένας βαρύμαγκας, γεννημένος στον Πειραιά. Η μητέρα του, η Μαρία, ήταν μια δυναμική γυναίκα που διατηρούσε στο Ναύπλιο το πιο αριστοκρατικό Μπαρ, με τις πιο όμορφες σερβιτόρες και τους πιο πλούσιους και αριστοκράτες πελάτες. Διαμαντής και Μαρία δεν τα πήγαιναν καλά, καθώς εκείνη καβγάδιζε και πιανόταν στα χέρια με τους πελάτες της.
Ο Μανώλης μεγάλωσε σαν αρχοντόπουλο παρέα με τα κορίτσια του Μπαρ, μέσα στην χλιδή, χωρίς να του λείψει τίποτα. Την αριστοκρατική αυτή εμφάνιση την διατήρησε μέχρι το τέλος. Παρότι ο πατέρας του ήταν Πειραιώτης, ο ίδιος υποστήριζε τον Παναθηναϊκό.
Ο Μανώλης Χιώτης, η μουσική και η απώλεια του πατέρα
Ο μικρός Μανώλης αγάπησε από νωρίς την μουσική. Σε ηλικία 12 ετών, με καλώδια και σύρματα αποπειράται να φτιάξει το πρώτο του όργανο. Στα μαθητικά του χρόνια, κοντά στον Θεσσαλονικιό μουσικοδιδάσκαλο Γεώργιο Λώλο, ξεκίνησε να μαθαίνει κιθάρα, μπουζούκι και μετά ούτι. Το 1935 η οικογένεια μετακομίζει ξανά στο Ναύπλιο. Εκεί κάνει κάποια μαθήματα βιολιού στο Ωδείο του Ναυπλίου, ενώ οι μουσικοί τον βουτάνε στις προσφυγικές μνήμες.
Στα χέρια του πέφτει ένας δίσκος του Βαμβακάρη. Ακούγοντας το μπουζούκι, μαγεύτηκε και σε λίγο καιρό το έκανε να «κελαηδάει». Σε ηλικία 15 ετών εμφανίστηκε για πρώτη φορά επαγγελματικά σε μαγαζιά της πόλης ως μουσικός.
Το 1936 κατέβηκαν οικογενειακώς στην Αθήνα, ούτως ώστε ο Μανώλης να σπουδάσει μουσική. Για λίγες μέρες εμφανίστηκε στο κέντρο «Παγώνια». Τότε γνωρίστηκε με τον Στράτο Παγιουμτζή, που τον προσέλαβε να παίζει δίπλα του στο κέντρο «Δάσος» του Βοτανικού. Ο Χιώτης ήταν ακόμα 16 ετών. Ο Παγιουμτζής τον παρουσιάζει στην Columbia, όπου τον χειμώνα του 1936 υπογράφει το πρώτο του συμβόλαιο ως «διευθύνον πρίμο όργανο». Για πολλά χρόνια ήταν ο βασικός εκτελεστής της Columbia.
Το 1937 ηχογραφεί και το πρώτο του τραγούδι, «Γιατί δεν λες το ναι» (Το χρήμα δεν το λογαριάζω), με εκτελεστή τον Στράτο Παγιουμτζή, που έγινε αμέσως επιτυχία. Λίγο αργότερα γνωρίζεται με τον Μπαγιαντέρα και παίζει μαζί του στις κλασικές εκτελέσεις των προπολεμικών επιτυχιών του, «Νυχτερίδα», «Μ’ έχεις μαγεμένο», «Ζούσα μοναχός χωρίς αγάπη» κ.ά.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1930 ο πατέρας του άνοιξε μια ταβέρνα στην Ομόνοια, στην οποία ο Χιώτης εμφανιζόταν κάθε βράδυ. Εκεί βίωσε μια πολύ άσχημη εμπειρία, καθώς ο πατέρας του δολοφονήθηκε μπροστά στα μάτια του. Ένα βράδυ, πάνω σε έναν καβγά, ένας Μανιάτης, που είχε ανοιχτούς λογαριασμούς με τον πατέρα του, δολοφονεί εν ψυχρώ τον Διαμαντή Χιώτη. Το γεγονός αυτό τον σημάδεψε βαθιά.
Ο Μανώλης Χιώτης δημιουργεί το τετράχορδο μπουζούκι
Μέχρι τον πόλεμο, αλλά και μετά, ο Μανώλης Χιώτης έγραφε συνεχώς τραγούδια. Το κλασικό, όμως, μπουζούκι δεν μπορούσε να αποδώσει εκτελέσεις σε πιο γρήγορο ρυθμό. Έτσι καινοτόμησε, προσθέτοντας άλλη μια χορδή, δημιουργώντας έτσι το «τετράχορδο μπουζούκι» (οκτάχορδο στην πραγματικότητα). Με αυτό, πλέον, και με την χρήση από τον Χιώτη και των πέντε δακτύλων, ανοίγει ο δρόμος για εκτελέσεις με ασύλληπτη ταχύτητα σε σχέση με το κλασικό μπουζούκι. Η επινόηση αυτή έκανε τον Χιώτη αιτία να χωριστούν οι ρεμπέτες σε δυο κατηγορίες, τους «τρίχορδους» και τους «τετράχορδους». Οι τρίχορδοι κατηγορούνε το τετράχορδο ότι δεν είναι γνήσιο μπουζούκι. Ο πραγματικός, όμως, λόγος κατηγορίας είναι ότι για να ακουστεί το τετράχορδο «της προκοπής» θέλει μουσικό ταλέντο, που δύσκολα έχει κάποιος.
Η μουσική καριέρα του Χιώτη
Κατά τη δεκαετία του ’40 γράφει τη μια επιτυχία μετά την άλλη. Μετά την απελευθέρωση, ο Χιώτης εφαρμόζει για πρώτη φορά τον ενισχυτή στα λαϊκά όργανα. Η καριέρα του εκτινάσσεται και το 1946 ηχογραφεί σε δεύτερη εκτέλεση το ήδη επιτυχημένο τραγούδι του «Ο πασατέμπος», όπου εμφανίζεται για πρώτη φορά και το τετράχορδο μπουζούκι. Αρχίζει τότε και η περίοδος του αρχοντορεμπέτικου, με το μπουζούκι να γίνεται αποδεκτό και από την υψηλή κοινωνία. Αλλάζει η κλασική ρεμπέτικη μουσική, με τον Χιώτη να συνδυάζει τον λατινοαμερικάνικο ήχο, κυρίως το μάμπο. Ο Τύπος της εποχής τον αποκαλούσε «οδηγό του μπουζουκιού στα σαλόνια».
Το 1950, μετά από δυο χρόνια χωρίς κάποιο σουξέ, γράφει το τραγούδι «Τα πεταλάκια», σε στίχους του Ν. Ρούτσου, που του έδινε στίχους που απέρριπτε ο Τσιτσάνης. Την ίδια χρονιά, έγραψε το τραγούδι «Σ’ αυτό το φτωχοκάλυβο» με τη Στέλλα Χασκίλ.
Στα τέλη του 1953, ο Μανώλης Χιώτης ταξίδεψε στην Αλεξάνδρεια, όπου έπαιξε στο καζίνο «ΕΞΕΛΣΙΟΡ» και το Κάιρο, όπου έπαιξε στο μαγαζί «CIRO’S».
Το πρώτο νυχτερινό κέντρο που δημιούργησε ο ίδιος λεγόταν «Πιγκάλ» και ήταν το πρώτο «κοσμικό κέντρο» της Αθήνας. Τέλη της δεκαετίας του ’50 και ο Χιώτης συνεχίζει να παρουσιάζει το πρόγραμμά του στο κέντρο «Σπηλιά» ή «Σπηλιά του Παρασκευά» στον Πειραιά, όπου γυρίστηκαν και οι περισσότερες κινηματογραφικές του εμφανίσεις.
Στη δεκαετία του ’60 ο Μανώλης Χιώτης περιλαμβανόταν μόνιμα στον ειδικό πίνακα Ελλήνων καλλιτεχνών της εθιμοτυπικής υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών για την διασκέδαση σημαντικών επισκεπτών. Είχε τραγουδήσει μπροστά σε πολλούς αρχηγούς κρατών, ενώ είχε κληθεί να παίξει και στο Λευκό Οίκο στα γενέθλια του Προέδρου Λίντον Τζόνσον.
Η σημαντικότερη στιγμή της καριέρας του ήταν στο θέατρο «Κεντρικόν» το Μάρτιο του 1961. Την συναυλία διευθύνει ο Θεοδωράκης, πιάνο παίζει ο Χατζιδάκις, ο Χιώτης είναι σολίστ και τραγουδούν οι Μπιθικώτσης, Καζαντζίδης, Μαρινέλλα και Μαίρη Λίντα.
Ο Μανώλης Χιώτης έγραψε πάνω από 1.500 τραγούδια. Συχνά, όμως, συμμετείχε ως σολίστ σε ηχογραφήσεις άλλων συνθετών. Σε αυτόν στηρίχθηκε ο Μίκης Θεοδωράκης στην πρώτη του επίσημη δισκογραφική παρουσία με τον «Επιτάφιο» του Γιάννη Ρίτσου. Η συνεργασία τους συνεχίστηκε και στα «Λιποτάχτες», «Αρχιπέλαγος» κ.ά.. Την ίδια εποχή συνεργάστηκε και με τον Μάνο Χατζιδάκι. Οι μεγαλύτερες, όμως, επιτυχίες του τραγουδήθηκαν από την Μαίρη Λίντα, την δεύτερη σύζυγό του, με την οποίο εμφανίστηκε και στον κινηματογράφο. Έδωσε εκπληκτικά, κλασικού ύφους τραγούδια και στον Στέλιο Καζαντζίδη, κυρίως σε στίχους του Χρήστου Κολοκοτρώνη.
Ο Μανώλης Χιώτης εξευγένισε το μπουζούκι, το έβαλε δίπλα σε βιολιά και βιολοντσέλα, προκαλώντας τον θαυμασμό όλων. Στην ταινία «Μερικοί το προτιμούν κρύο» του Δαλιανίδη παίζει με ολόκληρη συμφωνική ορχήστρα.
Βασικό θέμα των στίχων του είναι ο έρωτας. Μόνο ένα τραγούδι υπήρξε η εξαίρεση. Κατά τον εμφύλιο πόλεμο, με αφορμή το θάνατο του Άρη Βελουχιώτη, έγραψε μαζί με τον Μιχάλη Γενίτσαρη το «Ένας λεβέντης έσβησε». Το τραγούδι αυτό ηχογραφήθηκε μόλις την δεκαετία του 1980 με την φωνή του Γιώργου Νταλάρα και αποτελεί την μοναδική πολιτική στιγμή του καλλιτέχνη.
Τον παραδέχτηκε ο Τζίμι Χέντριξ
Ο Μανώλης Χιώτης βρισκόταν στην Αμερική για εμφανίσεις. Το 1965, στο Σικάγο, σε διπλανό μαγαζί έπαιζε ένας από τους σημαντικότερους μουσικούς του 20ου αιώνα, ο Τζίμι Χέντριξ. Πήγαινε συχνά και άκουγε τον Χιώτη να παίζει και κυριολεκτικά υποκλίθηκε στο ταλέντο του.
Σε μια συνέντευξή του, όταν τον ρώτησαν ποιος είναι ο καλύτερος κιθαρίστας στον κόσμο, δεν περίμεναν την απάντηση. Ο Τζίμι Χέντριξ είπε:
Μη λέτε ότι είμαι ο μεγαλύτερος κιθαρίστας του κόσμου, όταν στην Ελλάδα υπάρχει ένας Έλληνας που λέγεται Μανώλης Χιώτης.
Ο Μανώλης Χιώτης και ο έρωτας
Ο Μανώλης Χιώτης είχε τρεις μεγάλες σχέσεις στην ζωή του με τις ερμηνεύτριες των τραγουδιών του. Πρώτη του σύζυγος ήταν η Ζωή Νάχη, με την οποία παντρεύτηκε το 1954 και απέκτησε δύο παιδιά, τα μοναδικά του συνθέτη, τη Μαρία και τον Διαμαντή.
Λίγο αργότερα γνώρισε την Μαίρη Λίντα, με την οποία παντρεύτηκε το 1959. Εκείνη τον θαύμαζε από μικρή κι εκείνος την ερωτεύτηκε παράφορα. Μαζί δημιούργησαν το ανεπανάληπτο ντουέτο που κυριάρχησε στο ελληνικό τραγούδι. Η πίεση και το άγχος της δουλειάς έφερναν συχνούς καβγάδες και πολλά τραγούδια τους είχαν εκεί την έμπνευσή τους. Η οριστική ρήξη για το ζευγάρι ήρθε το 1966 στο ταξίδι τους στην Αμερική.
Επόμενη και τελευταία σύζυγος του Μανώλη Χιώτη υπήρξε η Μπέμπα Κυριακίδου. Παντρεύτηκαν το 1966 και έμειναν μαζί μέχρι το θάνατο του Χιώτη.
Οι τελευταίες στιγμές του Μανώλη Χιώτη
Η τελευταία πενταετία του Χιώτη ήταν δύσκολη. Ο χωρισμός του από την Μαίρη Λίντα του στοίχισε πολύ, οι συνεργασίες του ήταν αποτυχημένες και είχε προσβληθεί από καρκίνο.
Στις 20 Μαρτίου 1970 βρισκόταν στον Ωρωπό και, όπως περιγράφει ο Μίκης Θεοδωράκης, που βρισκόταν στις φυλακές της περιοχής, τον άκουσε να παίζει το τραγούδι του «Ροδόσταμο» έξω από την φυλακή. Την επόμενη μέρα, ανήμερα των 50ών γενεθλίων του, ο Μανώλης Χιώτης πέθανε αιφνίδια από καρδιακή ανεπάρκεια στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο της Αθήνας. Ειδικές αφιερώσεις έκαναν οι τότε κρατικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί ΕΙΡ και ΥΕΝΕΔ, ενώ οι εφημερίδες είχαν εγκωμιαστικούς τίτλους. Στην κηδεία του στο Α’ νεκροταφείο Αθηνών, ο Γιάννης Καραμπεσίνης έπαιξε με το μπουζούκι του Χιώτη τα «Ηλιοβασιλέματα» με το δακρυσμένο πλήθος να τραγουδά. Σε αυτή την στιγμή ήταν μαζί και οι τρεις γυναίκες της ζωής του, Ζωή Νάχη, Μαίρη Λίντα και Μπέμπα Κυριακίδου.
Στο ακόλουθο video βλέπουμε μια από τις πρώτες εμφανίσεις του Μανώλη Χιώτη στο κινηματογράφο στην ταινία «Χαμένοι Άγγελοι» του 1948.
Πηγές
- Μανώλης Χιώτης, Ανακτήθηκε από: https://el.wikipedia.org Τελευταία πρόσβαση 16-3-20
- Μανώλης Χιώτης, Ανακτήθηκε από: https://www.sansimera.gr Τελευταία πρόσβαση: 16-3-20
- Πάπιστας, Σ. (2002). ΜΑΝΩΛΗΣ ΧΙΩΤΗΣ: Η ζωή και το έργο του (1921 – 1970). Ανακτήθηκε από: https://rembetiko.gr Τελευταία πρόσβαση: 16-3-20
- Μανώλης Χιώτης, Ανακτήθηκε από: https://www.mixanitouxronou.gr Τελευταία πρόσβαση: 16-3-20
- Το τετράχορδο μπουζούκι του Μανώλη Χιώτη (2019). Ανακτήθηκε από: https://www.imerodromos.gr Τελευταία πρόσβαση: 16-3-20
- «Ο Χιώτης με απήγαγε όταν ήμουν 14 ετών και με παντρεύτηκε» (2018). Ανακτήθηκε από: https://www.gossip-tv.gr Τελευταία πρόσβαση: 16-3-20
- Λιάκου, Δ. (2013). Μανώλης Χιώτης, ο αριστοκράτης με το μπουζούκι. Ανακτήθηκε από: https://www.flowmagazine.gr Τελευταία πρόσβαση: 16-3-20
- Σκαμπαρδώνη, Μ. (2020). Μανώλης Χιώτης και Τζίμι Χέντριξ, ο αλληλοθαυμασμός δύο ιερών τεράτων της μουσικής. Ανακτήθηκε από: https://cityculture.gr Τελευταία πρόσβαση: 16-3-20
- ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ Μανώλης Χιώτης, ο δεξιοτέχνης του μπουζουκιού που παραδέχθηκε μέχρι και ο Τζίμι Χέντριξ-γεννήθηκε και πέθανε στις 21 Μαρτίου (2015). Ανακτήθηκε από: https://m.eirinika.gr Τελευταία πρόσβαση: 17-3-20