Ωδή σε έναν άνθρωπο που ερωτεύτηκε πρώτη φορά, και ποτέ δεν ξέχασε…
Κοιτώ τα νερά του Πειραιά και στο μυαλό μου έρχεται ο Βόσπορος. Η θάλασσα που αντίκρισα κάποια μέρα, εκείνο τον καιρό που ακόμη έψαχνα μία ύπαρξη σε δρόμους πλακόστρωτους.
Ο καιρός πέρασε, τα πλακόστρωτα της Κομοτηνής και της Ξάνθης έγιναν πλακόστρωτα στο Μοναστηράκι και το Θησείο. Και οι τόσο οικείες μαντήλες των μουσουλμάνων γυναικών, έγιναν μαντήλες φορεμένες στα κεφάλια κάποιων μεταναστριών.
Σκέφτομαι επίσης, το πράσινο χρώμα που έπαιρνε η θάλασσα, καθώς αντανακλούσε τον ήλιο στην επιφάνειά της. Και δυο μάτια που πλέον δεν αποτελούν νοητή αντανάκλαση, αλλά μία πραγματική, ολοζώντανη εικόνα.
Εδώ, σ’ άλλη γη, τελείως διαφορετική από τα μέρη που γνώρισα αυτά τα μάτια. Μα τόσο οικεία πια… Γιατί πλέον εδώ είναι το σπίτι μου. Όχι γιατί εργάζομαι εδώ, αλλά γιατί «σπίτι είναι εκεί που υπάρχει η καρδιά» όπως έλεγε και μία παλιά παροιμία στην Άγρια Δύση.
Όλα άλλαξαν. Οι τόποι, τα βιώματα, ο τρόπος ζωής… Ένα μόνο έμεινε ίδιο, είτε στα πλακόστρωτα της Κομοτηνής, τα στενά δρομάκια της Ξάνθης, την παραλία της Αλεξανδρούπολης με τον φάρο, ή της Θεσσαλονίκης με τον Λευκό Πύργο, τις πολύβουες λεωφόρους της Αθήνας.
Αυτά που έχω να πω και υπάρχουν μέσα μου, που δε φεύγουν ποτέ από την ψυχή και το μυαλό μου, που ένα ερέθισμα και μόνο φτάνει για να έρθουν στην επιφάνεια και ν’ ανασύρουν μαζί τους στιγμές, γεγονότα, χαρές, μα και δάκρυα, φιλιά και φυγή. Ταξίδια με λεωφορεία, αεροπλάνα και τραίνα. Με μόνο προορισμό τους ένα πρόσωπο. Αυτό, το ιδανικό.
Είναι όλα αυτά που παραμένουν πάντα αναλλοίωτα…
Το κείμενο αυτό είναι αφιερωμένο σε όσους γνώρισαν αυτόν τον Ιανό της ζωής που λέγεται «έρωτας». Σε κάθε ερωτευμένο που έχει γίνει θηρίο που ουρλιάζει μέσα του για ζωή. Σε όσους για χάρη του Ιανού αυτού γελούν και κλαίνε ταυτόχρονα, σε όσους θα έδιναν και τη ζωή τους γι’ αυτόν… Και πάνω απ’ όλα, στη Χ., η οποία είναι η έμπνευσή μου.