Κατά παραγγελία γραφή: αυτό που τα περισσότερα έντυπα και διαδικτυακά ΜΜΕ ζητούν από τους εργαζομένους τους. “Γράψε μου για τούτο, για κείνο…”, κι έπειτα το κεφάλι που “σπάει” ώστε το αποτέλεσμα να συμβαδίζει με το ζητούμενο του προϊσταμένου.
Προσωπικά, πάντα ήμουν κατά της κατά παραγγελία γραφής -εκτός αν πρόκειται για ρεπορτάζ ή κάτι που “παίζει” πολύ στην επικαιρότητα-. Δυστυχώς όμως, πολλά ΜΜΕ την σήμερον, προσπαθούν, μέσω της “παραγγελίας”, να δώσουν μια κατευθυντήρια γραμμή στους συντάκτες τους (προσοχή, μιλώ για κατεύθυνση, κι όχι θεματολογία, η πρώτη μπορεί να υπάρξει ανεξαρτήτως το ποια θα είναι η δεύτερη), και η γραμμη αυτή μπορεί με τη σειρά της να κρύβει παράξενες απόψεις.
Ο περιορισμός της ελεύθερης έκφρασης και γραφής είναι γεγονός. Η λογοκρισία είναι υπαρκτή, και μάλιστα σε μία ακόμη πιο εξελιγμένη μορφή της: αυτή της αυτολογοκρισίας.
Έτσι, ρίχνοντας κανείς μία ματιά σε εφημερίδες, ιστοσελίδες, και άλλα ΜΜΕ, παρατηρεί ένα ακόμη φαινόμενο: την απομάκρυνση κάποιων από τα παραπάνω από φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα, και τη μετατόπιση προς μία πιο “ελαφριά” θεματολογία. Βέβαια, τα ψυχαγωγικά ΜΜΕ εξαιρούνται λόγω του ότι η θεματολογία τους είναι εξ ορισμού “ελαφριά”. Τι συμβαίνει όμως με αυτά που -υποτίθεται- ασχολούνται με την επικαιρότητα;
Εκεί επιδρά μία προσπάθεια “ναρκώσεως” του αναγνωστικού κοινού, και γενικότερα του κοινωνικού συνόλου μέσω ενός Δούρειου Ίππου, δηλαδή με μια -υποτίθεται- “no politica” προσέγγιση των γεγονότων, ή με τη συνεχή προσπάθεια μετατόπισης του ενδιαφέροντος του κοινού από θέμα σ’ ένα άλλο.
Κατά συνέπεια των παραπάνω, παρατηρούμε πως, ενώ εκεί έξω επιτελείται μια κοινωνική και ανθρώπινη κρίση, ο αναγνώστης δέχεται έναν ατέλειωτο ειδήσεων σχετικά με τα “τηλεσκουπίδια” και το λοιπό συρφετό, που μεγάλη μερίδα του τύπου του προσφέρει αφειδώς.
Η ελεύθερη και έκφραση πρέπει να αποτελεί το λίκνο των ΜΜΕ, μαζί με την αντικειμενική (απο)κάλυψη των γεγονότων, και τη σε βάθος ανάλυσή τους. Δυστυχώς όμως στη χώρα μας υπάρχει μεγάλο έλλειμμα σε αυτό. Υπάρχουν όμως και εξαιρέσεις. Το μόνο που έχει μείνει σε εμάς τους “επαγγελματίες” της γραφής είναι η ευχή πως οι “παραγγελία” και οι “καλοπροαίρετες” παραινέσεις θα σταματήσουν. Αν και κλείνοντας, θα πω πως είμαι απαισιόδοξος…