Είναι και μερικές κόρες που δεν νιώθουν καλά με τη μαμά τους, είναι και μερικές κόρες που δεν είναι ευτυχισμένες με τη μαμά τους, είναι και μερικές κόρες που θέλουν να τα πουν έξω από τα δόντια… για αυτές θα μιλήσουμε σήμερα… Ένας φόρος τιμής στις κόρες που αληθινά δεν πέρασαν καλά με τη μαμά τους.
Έψαξα, έψαξα και βρήκα τελικά ένα πλάσμα που έχει το θάρρος και το θράσος να μιλήσει στη «μαμά της».
Άκουσε με μαμά λοιπόν σε μία από ψυχής εξομολόγηση.
«Ήθελα καιρό να σου μιλήσω όμως έψαχνα να βρω το σωστό τρόπο, τόπο, χρόνο και κουράγιο για να ακούσεις έστω και μία φορά τις δικές αλήθειες.
Από τη στιγμή που με έφερες σε αυτό τον κόσμο «μαμά» με έμαθες να μην εμπιστεύομαι κανένα και τίποτα, ούτε καν εσένα. Με πείραζε που ήθελες να με ντύνεις ομοιόμορφα με τα μαξιλαράκια του καναπέ, με πείραζε μαμά που μου έραβες όλα αυτά τα ρούχα που δεν μου άρεσαν που επέμενες να τα φορέσω και που στο τέλος με απειλούσες πως αν δεν τα βάλω θα τα δώσεις σε άλλα παιδάκια.
Με πόναγε το γεγονός ότι ήμουν η εργαλειοθήκη σου για να κοντράρεις τον μπαμπά και που ποτέ μα ποτέ όμως δεν είδες τις δικές μου ανάγκες, όλα ήταν καλώς καμωμένα αρκεί να μη σου χάλαγα την σειρά που είχες στο κεφάλι σου. Δευτέρα προσβολές, Τρίτη φωνές, Τετάρτη μούτρα, Πέμπτη πάνω χέρι κάτω χέρι, Παρασκευή κατάρες, Σάββατο υστερίες και Κυριακή θέατρο έτσι για αλλαγή. Φοβάμαι, μαμά. Από τον Κωνσταντίνο Στρουμπάκο
Με τον καιρό άρχισα να σε μαθαίνω μαμά και πλέον δεν γιόρταζα την Γιορτή της Μητέρας, όταν έφτανε αυτή η μέρα μόνο λουλούδια δεν ήθελα να σου φέρω, όταν έφτανε αυτή η μέρα και μου έλεγαν χρόνια πολλά για την μαμά σου, έλεγα χωρίς ντροπή « η μαμά μου γιορτάζει 25 Δεκεμβρίου, τότε να μου πείτε χρόνια πολλά!»
Με πείραζε που ποτέ δεν άκουσα ένα παραμύθι από σένα όταν έπεφτα για ύπνο και ναι με πείραζε που πήγαινα μόνη μου στο κρεβάτι μου και δεν με έβαζες εσύ. Με πείραζε που έβλεπες στα άλλα παιδιά τις επιτυχίες τους και την καλή τους απόδοση και δεν έβλεπες το πώς αγκάλιαζαν τις μανάδες τους και αυτά εκείνες! Αυτή την αγκαλιά ήθελα και εγώ. Με πείραζε που δεν ήρθες ποτέ στο σχολείο για να πάρεις βαθμούς ή σε μια σχολική γιορτή μου ή για να ρωτήσεις πως πάω και όλοι νόμιζαν πως είμαι ορφανή.
Με πλήγωνε ρε μαμά κάθε φορά που σου έδιναν συγχαρητήρια και σου έλεγαν να είσαι περήφανη για μένα εσύ απάνταγες «αν ήθελε ας έκανε αλλιώς» ήθελα ρε μαμά να ακούσω ένα μπράβο από σένα! Μάντεψε δεν μου είπες ποτέ μπράβο παιδί μου, ούτε καν αυτή τη λέξη δεν είχες ξεστομίσει ποτέ… ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ!
Με πείραζε που δεν μπορούσα να σου έχω εμπιστοσύνη ρε μαμά γιατί θα με πούλαγες την επόμενη στιγμή, που προτιμούσα να μην εμπιστευτώ κανένα παρά μόνο εμένα, μαμά κατάλαβες τι έχεις κάνει? Δεν μπορώ να εμπιστευτώ κανένα, είμαι ανάπηρη σε αυτό το κομμάτι, φοβάμαι ακόμα και σήμερα να ανοίξω την καρδιά μου κάπου, σε κάποιον γιατί φοβάμαι ότι θα με πουλήσει όπως έκανες εσύ.
Με πόναγε που δεν μπορούσα να χαρώ τίποτα σαν παιδί γιατί είχα αυτή τη μαύρη σκιά σου πάνω από το κεφάλι μου, με πλήγωνε που σε έβλεπα να κάνεις θέατρο με όλους και με όλα, με πλήγωνε όταν αγκάλιαζες τον αδερφό μου και τον φώναζες με λατρεία παιδί μου! Όχι ρε γαμώτο δεν ζήλευα αν και θα μπορούσα, όχι δεν ζήλευα, πόναγα μέσα μου. Ήθελα να έμπαινες μια φορά μπροστά στις εχθροπραξίες με τον αδερφό μου και να τον σταμάταγες όταν με χτυπούσε, να ξερες πόσο το ήθελα και όχι εκείνο το γεμάτο κακία «ρίξ΄ της και άλλο».
Με έκανε να ντραπώ αφάνταστα το θέατρο που έπαιξες στο γάμο μου και στη γέννα του παιδιού μου. Με πλήγωσε το γεγονός ότι δεν αγκάλιασες ποτέ το δικό μου παιδί όπως αγκάλιαζες τα άλλα εγγόνια σου.
Με θύμωνε το γεγονός που έκανες πως δεν καταλαβαίνεις όταν σου τα έλεγα και μου απαντούσες πως όλα ήταν στο μυαλό μου. Με πλήγωνε το γεγονός ότι με εκμεταλλευόσουν για να πετύχεις τους σκοπούς σου, βάζοντας εμένα μπροστά σε ότι ήθελες να ζητήσεις από τον μπαμπά.
Με πλήγωνε το γεγονός ότι ποτέ μα ποτέ όμως δεν με υπολόγισες σαν άνθρωπο και σαν παιδί, το παιδί σου ρε μαμά. Και όταν ακόμα πήγες να με υποκαταστήσεις με τον μπαμπά όταν έφυγε με πλήγωσε και με πόνεσε πολύ. Μάντεψε μαμά δεν ήμουν ο μπαμπάς και ούτε θα γινόμουν ποτέ.
Μάντεψε μαμά, έχεις φύγει εδώ και ένα χρόνο, είμαι πλέον στα μισά της τρίτης δεκαετίας της ζωής μου και δεν μου έχεις λείψει ούτε μια φορά, έχω σκίσει ή κάψει όσες φωτογραφίες είσαι μέσα, ένιωσα ανακούφιση όταν αποφάσισαν πως θα γίνει αποτέφρωση και όχι ταφή. Ακόμα και όσες φορές έχεις έρθει στον ύπνο μου σε διώχνω, δε σε θέλω δίπλα μου και αυτό με πληγώνει περισσότερο, περίμενα πως με τον καιρό θα καταλάγιαζε η πίκρα μου αλλά μάταια δεν έχει γίνει τίποτα από αυτά. Όχι μαμά δεν σε έχω συγχωρέσει και δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω ποτέ.
Τα κατάφερα όμως, δεν έγινα σαν εσένα, είμαι νικήτρια σε αυτό, φωνάζω στο παιδί μου πως το αγαπάω, το στηρίζω, το ακούω, δεν το προσβάλω, το υποστηρίζω σε κάθε βήμα του. Νιώθω υπερήφανη κάθε φορά που καταφέρνει κάτι και του το λέω. Αισθάνομαι το παιδί μου σαν συνέχεια μου και όχι σαν υποχρέωση. Και μάντεψε δεν του δίνω ποτέ μπάμιες με το ζόρι υπάρχουν και άλλα λαχανικά.
Είμαι ευτυχισμένη που έγινα μαμά.
Αχ ρε μαμά…