Πέρασε ο καιρός μεγάλωσε και άνοιξε τα φτερά της, ήταν αυτάρεσκη και αυτόνομη, πήγε σε άλλη πόλη να σπουδάσει, πόσο ζήλεψα, έφυγε από το σπίτι και πήγε να μείνει μόνη της, έφτασα σε σημείο να καταριέμαι την ώρα και την στιγμή που τη γέννησα, τη μισούσα ! Χριστέ μου πόσο την μισούσα και εγώ έμεινα εδώ μόνη μου με τον άνδρα μου να πρέπει να έρθω αντιμέτωπη με ένα σωρό συμπεριφορές δικές μου και του άνδρα μου.
Έγινα εμμονική με την καθαριότητα και το σπίτι, ζήταγα να φτιαχτούν τα πάντα που δεν μου άρεσαν και ότι δεν γινόταν έπεφτα να πεθάνω. Τα αγόρια μου κρατούσαν αποστάσεις ασφαλείας από εμάς και μας έβλεπαν μια φορά το μήνα. Όποτε έρχονταν έκανα παράπονα, έκλαιγα, έλεγα διάφορα ψέματα μπας και πιάσει κάτι αλλά και εκείνοι πια είχαν δική τους ζωή.
Ένα πρωί ήρθε ο ταχυδρόμος σπίτι και έφερε ένα γράμμα στον άνδρα μου από την μικρή που ούτε λίγο ούτε πολύ του έλεγε πως είχε βρει ένα καθηγητή Ψυχολογίας -Ψυχιατρικής και τον παρακαλούσε να με πάει για να δούμε τι συμβαίνει. Το έσκισα και δεν είπα τίποτε. Έτσι ήταν η κόρη μου από μικρή, δημιουργούσε θέματα από το πουθενά. Δεν πέρασα εγώ όλα τα χρόνια της ζωής μου σε ένα γάμο έτσι όπως ήταν και να έρθει τώρα η μικρή να μας πει τι θα κάνουμε!!
Τα Χριστούγεννα ήρθε να μας δει, άλλος άνθρωπος ήταν, στον πατέρα της είχε κάνει δώρο ένα βιβλίο Ιστορίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και εμένα μου έφερε δώρο μια μεταξωτή εσάρπα που της την έδωσα πίσω δεν μου άρεσε καθόλου, θα προτιμούσα να μου έδινε χρήματα να τα κάνω ότι ήθελα εγώ, όπως έκαναν και τα αγόρια μου. Εκεί στο τραπέζι δεν άντεξα και της το είπα, εκείνη ατάραχη χαμογέλασε και μου απάντησε πως δεν έχει ανάγκη να εξαγοράζει κάτι που δεν είχε ποτέ. Θύμωσα τόσο πολύ που έφυγα από το τραπέζι και κλείστηκα στο δωμάτιό μου. Ακούς εκεί το βρομοθήλυκο να μου πει κάτι τέτοιο. Το ήξερα πως αυτό το παιδί γεννήθηκε για να με ταλαιπωρεί και για να με εκδικηθεί, το γιατί δεν ξέρω.
Κατάφερε τελείωσε τις σπουδές της και για λίγο καιρό έμεινε μαζί μας πριν πάει για το μεταπτυχιακό της. Κόλαση η ζωή μου. Κόλαση από την μία έκανα σαν τρελή όταν αργούσε τα βράδια από την άλλη δεν ήθελα να την βλέπω. Ένα πρωί από τις λίγες φορές που έκατσε μαζί μου για καφέ μου είπε πως πρέπει να πάω να κοιτάξω μήπως έχω θυρεοειδή, δεν ξέρω γιατί αλλά όταν έλεγε κάτι τέτοια κατά παράξενο τρόπο έπεφτε μέσα, το έκανα πήγα και το είδα τελικά είχα θυρεοειδή.
Ο άνδρας μου, μου είπε πως θα έπρεπε να την ευχαριστήσω, σιγά να μην το έκανα την μάνα της προστάτεψε όχι κάποιον ξένο. Εξ’ άλλου δεν ήταν και η δουλειά της κατά τύχη το είπε. Μετά το μεταπτυχιακό της ήρθε πάλι σπίτι να μείνει μέχρι να βρει κάτι δικό της και να φύγει. Δεν το ήθελα αλλά και τι να έκανα, αν ήμουν μόνη μου θα έλεγα σίγουρα όχι, αλλά ήταν και ο πατέρας της που έκανε σαν τρελός από τη χαρά του. Έτσι λοιπόν ήρθε σπίτι μας, έμεινε 2 μήνες και μετά βρήκε ένα σπίτι κοντά στο δικό μας. Πέρασε ο καιρός και μια ωραία πρωία μας ανακοινώνει πως θα παντρευτεί, μου ήρθε κεραμίδα ποιός ήταν αυτός; Ποιός τον ήξερε; Και όμως τον ήξεραν όλοι εκτός από εμένα, όλοι παιδί μου σου λέω, αδέρφια, πατέρας όλοι και εγώ απ΄ έξω λες και δεν ήμουν μάνα εγώ, λες και φύτρωσε. Τέλος πάντων κατάπια την προσβολή και έδωσα την ευχή μου, και πάνω που λέω πως πάει αυτό ήταν, την ξεφορτώθηκα κάνει το γιο της , επειδή έμεναν κοντά μας ο άνδρας μου πάτησε πόδι να την βοηθήσουμε, και δουλειά και σπίτι και παιδί χρειαζόταν άνθρωπο να βοηθήσει και φυσικά ποιος άλλος θα βοηθούσε; Η δουλάρα!!! Σε μια κουβέντα μας της είπα πως αν ήθελε οπωσδήποτε βοήθεια να πάρει μια γυναίκα. Ο πατέρας της έξαλλος, τελικά τα βρήκαμε κάπου στη μέση αυτά που θα έδινε στη γυναίκα θα τα έδινε σε μένα, έτσι ναι! Δέχτηκα.
Ξεπετάχτηκε ο εγγονός μου άρχισε σχολείο και εκεί, χάνω τον άνδρα μου. Ε ! τώρα πες μου το γιο της θα κοίταγα ή το χάλι μου; Έκανα όμως μια κηδεία που έμεινε στην Ιστορία, είχε να το λέει όλη η γειτονιά μη σου πω και οι δίπλα γειτονιές. Τέλος πάντων μη τα πολυλογώ στα σαράντα του άνδρα μου της τα είπα και αυτηνής και έδειξε να το κατάλαβε.
Επιτέλους αν και μεγάλη σε ηλικία ήμουν ήσυχη, δεν είχα κανένα πάνω από το κεφάλι μου, είχα την ηρεμία μου και αυτό που ήθελα πάντα να είμαι αυτόνομη. Επισκεπτόμουν όποτε ήθελα τα αγόρια μου και την μικρή, πήγαινα τις βόλτες μου και τις εκδρομές μου με τις φίλες μου και η ζωή μου ήταν ήρεμη, μέχρι που χώρισε η μικρή, τον παράτησε και έμεινε στο δρόμο με το παιδί και χρέη. Κράτησα την ψυχραιμία μου και προσπαθούσα να σκεφτώ τι να κάνω σε περίπτωση που μου έλεγε να έρθει να μείνει μαζί μου.
Και αυτό έγινε, ήρθε ένα πρωί στο σπίτι και μου είπε πως θα έρθει με τον γιο της να μείνει εδώ. Εξαγριώθηκα τόσο που δεν θυμάμαι άλλη φορά να έχω ταραχτεί τόσο πολύ, ούτε όταν έχασα τον άνδρα μου. Άκου τώρα να έρθει να μου κατσικωθεί στο σπίτι!!! Της είπα αμέσως όχι και πώς να πήγαινε στα αδέρφια της να ζητήσει βοήθεια. Ακούς εκεί, δεν φτάνει που δεν με υπολόγισε ποτέ στη ζωή της, τώρα να έρθει και στο σπίτι μου να μένει με το παιδί της; Ήρθε ο μεγάλος μου γιος στο σπίτι και μου είπε όσα δεν έχω ξανακούσει από το στόμα του αγοριού μου. Πληγώθηκα πολύ, έπιασα την κόρη μου και της είπα πως ο αδερφός της δεν συμφωνεί να μείνει μαζί μου και πως κάτι θα γινόταν, ήξερα πως ήταν ψωροπερήφανη και πως δεν θα έκανε κουβέντα, μετά από δυο μέρες της είπα πως της ιδίας άποψης είναι και ο άλλος της ο αδερφός.
Έλα όμως που έσπασε ο διάολος το ποδάρι του και στα γενέθλια του εγγονού μου αποκαλύφθηκε πως είπα ψέματα. Εκεί η κόρη μου με κάλυψε και είπε πως ίσως δεν κατάλαβε καλά. Γιατί το έκανε ακόμα δεν έχω καταλάβει. Ροκανίσαμε λίγο χρόνο αλλά εδώ και 11 μήνες η προσωρινή ελευθερία μου έλαβε τέλος. Ήρθε να μείνει σπίτι με το παιδί της και άρχισε πάλι η κόλαση για μένα. Δεν μπορούσα να ηρεμήσω πουθενά, έμπαιναν έβγαιναν μελίσσι το σπίτι. Ευτυχώς είχε καλή δουλειά και ήταν τυπική στις πληρωμές και στα έξοδα γιατί δεν υπήρχε περίπτωση να δώσω ούτε ευρώ. Απλά συγκατοικούσαμε.
Πριν λίγους μήνες άρχισα να πονάω φρικτά στη μέση μου, η κόρη μου με πήγε για εξετάσεις, τα αποτελέσματα έδειξαν πως έχω καρκίνο, θυμάμαι όταν πήραμε τα χαρτιά στα χέρια μας και τα διάβαζε με ρώτησε, – θες την αλήθεια ή κάτι που θα σε κάνει να αισθανθείς καλά; Της είπα να μου πει την αλήθεια και μου την είπε, έτσι κοφτά και ορθά. Έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου, συγκαλέστηκε οικογενειακό συμβούλιο και κατάλαβα πως τα αγόρια μου δεν ήταν πρόθυμα ούτε να βοηθήσουν, ούτε να συμπαρασταθούν. Τα αγόρια μου, τα καμάρια μου, οι άνδρες της ζωής μου, μου γύρισαν την πλάτη, η μικρή έξαλλη τους πέταξε έξω από το σπίτι και κλείνοντας την πόρτα μου είπε πως θα το αντιμετωπίσουμε μαζί ότι και αν είναι.
Σήμερα που σου γράφω μέσω της εγγόνας μου, είμαι στο δωμάτιο μιας ιδιωτικής κλινικής και περιμένω από μέρα σε μέρα τι θα γίνει. Όταν δεν είναι η κόρη μου εδώ είναι ο εγγονός και μια αποκλειστική που έχει βάλει η κλινική, τους γιους μου έχω να τους δω 5 μήνες αλλά έχω αρκετό καιρό να δω τι έκανα τελικά στα παιδιά μου και πριν φύγω από αυτή τη ζωή να καταφέρω να τους ζητήσω συγνώμη και των τριών. Ξέρω δεν ήμουν καλή μάνα, ξέρω έκανα λάθη φρικτά. Εύχομαι να με συγχωρέσει και ο Θεός και τα παιδιά μου.