Το Μπέη Χαμάμ, χαρακτηριστικό δείγμα της οθωμανικής αρχιτεκτονικής, υπήρξε από τα πρώτα κοσμικά κτήρια των Μουσουλμάνων μετά την οθωμανική κατάκτηση της Θεσσαλονίκης το 1430.
Bρίσκεται στη συμβολή των οδών Εγνατίας και Μητροπολίτου Γενναδίου, ακριβώς απέναντι από την Παναγία Χαλκέων και βόρεια της Πλατείας Αριστοτέλους, ενώ έχει χτιστεί παράλληλα προς τον άξονα της Εγνατίας οδού.
Ο χαρακτήρας των οθωμανικών λουτρών
Η λέξη hamam σημαίνει ζεστός χώρος και είναι αραβικής προέλευσης (hammåm). Η χρήση του λουτρού εφίδρωσης έχει τις ρίζες της στη μουσουλμανική πίστη, σύμφωνα με την οποία οι πιστοί έπρεπε να πλένονται με τρεχούμενο νερό και όχι με στάσιμο. Το Κοράνι όριζε το πλύσιμο των πιστών τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα, καθώς μέσω αυτού εξαλείφονταν τα αμαρτήματα της ψυχής.
Ωστόσο, τα δημόσια λουτρά, πέραν του ρόλου τους στη λατρεία, προορίζονταν και για την ατομική καθαριότητα των Μουσουλμάνων, λόγω της έλλειψης χώρων υγιεινής στις περισσότερες οικίες της εποχής. Παράλληλα, οι χώροι αυτοί λειτουργούσαν και ως μέρος χαλάρωσης, συνάντησης και κοινωνικών συναναστροφών των πολιτών. Ακόμη, και οι αλλόθρησκοι κάτοικοι της πόλης εδύναντο να επισκεφθούν τα λουτρά.
Τα οθωμανικά λουτρά στον ελλαδικό χώρο
Η ίδρυση λουτρών στον ελλαδικό χώρο εντοπίζεται από τα μέσα του 15ου έως τον 17ο αιώνα. Ο περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή – ο οποίος ταξίδεψε σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας κατά τον 17ο αιώνα – μνημονεύει επτά χαμάμ της Θεσσαλονίκης, των οποίων η θέση μας είναι σήμερα γνωστή. Τα λουτρά ήταν από τα πρώτα κτήρια που έχτιζαν οι Οθωμανοί, μετά την κατάκτηση μιας πόλης, λόγω του κεντρικού ρόλου της καθαριότητας στη ζωή και τη θρησκεία των Μουσουλμάνων.
Λειτουργία του Χαμάμ
Η θέρμανση στα ισλαμικά λουτρά γινόταν μέσω υπόκαυστων δαπέδων και κάθετων πήλινων αγωγών κυκλοφορίας θερμού νερού, όπως στην ελληνορωμαϊκή περίοδο αλλά και στη βυζαντινή αργότερα. Μία δεξαμενή (hazna) στα ανατολικά του κτιρίου βρισκόταν σε επαφή με τους θερμούς χώρους για την τροφοδότησή τους. Συγχρόνως, δύο πήλινοι παράλληλοι αγωγοί ξεκινούσαν από την εν λόγω δεξαμενή και διέσχιζαν τους τοίχους παρέχοντας ζεστό και κρύο νερό.
Ιστορικά Στοιχεία για το Μπέη Χαμάμ
Η πρώτη κατάκτηση της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς συνέβη κατά έτος 1387 επί της βασιλείας του Σουλτάνου Μουράτ Α’. Ωστόσο, η πόλη ενσωματώθηκε οριστικά στην οθωμανική κυριαρχία το Μάρτιο του 1430 επί του σουλτάνου Μουράτ Β’ (1421 – 1451). Λίγα χρόνια αργότερα κάνουν την εμφάνισή τους τα πρώτα κοσμικά και θρησκευτικά κτίρια των Μουσουλμάνων. Μεταξύ αυτών υπήρξε το Μπέη Χαμάμ και το Αλατζά Ιμαρέτ. Στην ανοικοδόμηση του Μπέη Χαμάμ χρησιμοποιήθηκε οικοδομικό υλικό σε δεύτερη χρήση από επτά εκκλησίες της πόλης, οι οποίες κατεδαφίστηκαν.
Αρχιτεκτονική και χρήση του κτηρίου
Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε το 1444 από το Σουλτάνο Μουράτ Β’, τον επονομαζόμενο τιμητικά και Μπέη , από όπου πήρε και το όνομά του το μνημείο. Σήμερα είναι γνωστό και ως Λουτρά Παράδεισος. Πρόκειται για χαρακτηριστικό δείγμα της οθωμανικής αρχιτεκτονικής, με επιρροές από τη ρωμαϊκή και βυζαντινή αρχιτεκτονική των λουτρών. Πρόκειται για το μεγαλύτερο «δίδυμο» -δηλαδή διπλό λουτρό – (cifte hamam) στην Ελλάδα.
Η αρχιτεκτονική του Μπέη Χαμάμ με τους θόλους, τα τόξα και τις εσοχές είναι εντυπωσιακή και μνημειακή, όπως και οι τοιχογραφίες που διατηρούνται σε θόλους και τοιχοποιίες. Το λουτρό χρησιμοποιούνταν τόσο από άνδρες όσο και από γυναίκες, με το ανδρικό τμήμα να είναι μεγαλύτερο και πολυτελέστερο. Οι άνδρες εισέρχονταν από τα νότια του κτηρίου που είναι η κεντρική είσοδος με τη σωζόμενη επιγραφή, δηλαδή από την Εγνατία Οδό, όπου η είσοδος είναι περίτεχνη με σταλακτιτοειδή διαμόρφωση, ενώ οι γυναίκες από τα βόρεια.
Στην κύρια είσοδο του Μπέη Χαμάμ υπάρχει η κτητορική επιγραφή γραμμένη στα αραβικά, η οποία μας πληροφορεί για το γεγονός της κατασκευής του λουτρού.
Τυπολογία του κτηρίου
Η διάταξη των χώρων του ισλαμικού λουτρού βασίζεται, κυρίως, στην ακολουθία του κρύου, του χλιαρού και του κυρίως θερμού χώρου. Γύρω από το θερμό τμήμα διατάσσονται τα υπόλοιπα διαμερίσματα. Υπάρχουν διάφοροι θολοσκεπείς χώροι με τετραγωνική κάτοψη, γωνιακά διαμερίσματα, καθώς και γωνιακά δωμάτια (halvet).
Κρύος χώρος
Αρχικά, συναντάμε τον κρύο χώρο (camekân ή soyunmalik), αμέσως μετά την είσοδο. Εκεί περιλαμβάνονταν αποδυτήρια, ενώ υπήρχε και η δυνατότητα ανάπαυσης σε χαλιά ή ψάθες, όπου οι επισκέπτες θα έπιναν τον καφέ ή το τσάι τους μετά το μπάνιο ή θα περίμεναν τη σειρά τους.
Χλιαρός χώρος
Στη συνέχεια, ακολουθεί ο χλιαρός χώρος (so ğukluk). Εδώ η θερμοκρασία ήταν γύρω στους 25° C και επικοινωνούσε με άλλους βοηθητικούς χώρους.
Σε αυτόν τον μεταβατικό χώρο παρέμενε κανείς, με σκοπό την προσαρμογή του σώματος στη θερμοκρασία και την προετοιμασία του για τον κύριο θερμό χώρο (sicaklik ή iç hamam), που ακολουθούσε. Εκεί, η θερμοκρασία ήταν 38 – 40ᵒ C και στο κέντρο βρισκόταν μια υπερυψωμένη μαρμάρινη επιφάνεια, η ομφάλιος λίθος (göbektaşi), πάνω στην οποία γινόταν το μασάζ.
Θερμός χώρος
Τα ατομικά ζεστά δωμάτια είναι εκείνα που βρίσκονται στις τέσσερις άκρες του σταυροειδούς χώρου, όπου αυτά μετέβαιναν οι λουόμενοι μόλις το σώμα τους συνήθιζε στη θερμοκρασία, για να ολοκληρωθεί η διαδικασία της εφίδρωσης. Η θερμοκρασία σε αυτά ξεπερνούσε τους 40ᵒ C. Το βορειότερο από αυτά τα δωμάτια ήταν το ιδιαίτερο δωμάτιο του Σουλτάνου, όπως υποδηλώνει η περισσότερο περίτεχνη διακόσμηση και η διαφορετική διαμόρφωση.
Ο φωτισμός των διαφόρων τμημάτων του κτηρίου επιτυγχανόταν μέσω φεγγίδων στο θόλο, δηλαδή οπών εν είδει ομφαλού.
Οι επισκέπτες δροσίζονταν από γούρνες με ένα ειδικό κύπελλο. Στα ατομικά δωμάτια χρησιμοποιούσαν λάδια, αρώματα και καλλυντικά και τα τοποθετούσαν στις κόγχες των χώρων αυτών.
Τα τρία στάδια της παραπάνω διαδικασίας είχαν και συμβολικό ρόλο, ο οποίος αντικατοπτριζόταν και στην διάταξη του χώρου: η υποδοχή στον ψυχρό χώρο και η προσαρμογή συνδέονταν με τον εξαγνισμό, ο πρώτος καθαρισμός και η είσοδος στο θερμό χώρο συμβόλιζαν την εξυγίανση και τέλος η παραμονή στο χώρο με τον ατμό και το ζεστό νερό συμβόλιζαν την απόλαυση.
Τοιχοποιία και διάκοσμος
Το εξωτερικό ενός οθωμανικού λουτρού δεν ήταν τόσο επιμελημένο όσο το εσωτερικό του. Μόνο στην κύρια είσοδο του Μπέη Χαμάμ χρησιμοποιείται το πλινθοπερίκλειστο σύστημα, τεχνική που χρησιμοποιείται στην πρώιμη περίοδο της οθωμανικής αρχιτεκτονικής.
Σε πολλά σημεία του εσωτερικού διατηρείται επίχρισμα που ενίοτε μιμείται χρωματιστό μάρμαρο, ενώ πιθανότατα να υπήρχε αρχικά και ορθομαρμάρωση. Παράλληλα, σταλακτίτες διακοσμούν τις γωνίες και περιμετρικά στην έδραση του θόλου χρησιμοποιούνται τα λεγόμενα τούρκικα τρίγωνα.
Συντήρηση του μνημείου
Το Μπέη Χαμάμ λειτούργησε μέχρι το 1968 ως λουτρό με την επωνυμία «Λουτρά Παράδεισος» και για το λόγο αυτό είχε υποστεί ορισμένες επεμβάσεις. Στους σεισμούς του ’78 τόσο το ανδρικό όσο και το γυναικείο τμήμα υπέστησαν ζημιές. Το κτίσμα έχει επισήμως κηρυχθεί διατηρητέο σύμφωνα με το Β.Δ. 13-1-1938 (Φ.Ε.Κ. 18/Α/20-1-1938). Σήμερα είναι επισκέψιμο μόνο κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων και περιοδικών εκθέσεων που φιλοξενούνται στο χώρο του.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν
Α. Βακαλόπουλος, Ιστορία της Θεσσαλονίκης : 316 π.Χ.-19832, Θεσσαλονίκη 1997.
Β. Δημητριάδης, Τοπογραφία της Θεσσαλονίκης κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας, 1430 – 1912, Θεσσαλονίκη 1983.
Π. Ζαχαρούλης, Τρισδιάστατη αποτύπωση του Μπέη Χαμάμ με laser scanner (Αδημοσίευτη Κύρια Μεταπτυχιακή Εργασία), Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης 2016.
Α. Ζόμπου–Ασήμη, «Λουτρά ‘Παράδεισος’. Θεσσαλονίκη, Ελλας», στο: Ć. Slobodan, Ε. Χατζητρύφωνος (επιμ.), Κοσμική μεσαιωνική αρχιτεκτονική στα Βαλκάνια 1300-1500 και η διατήρησή της2, Θεσσαλονίκη 1997.
- E. Κανετάκη, Οθωμανικά λουτρά στον ελλαδικό χώρο, Αθήνα 2004.
Ε. Μπρούσκαρη, Η οθωμανική αρχιτεκτονική στην Ελλάδα, Αθήνα 2009 (ανατύπωση).
- X. Παπαγεωργίου, «Ο αστρονομικός προσανατολισμός Ναών, Συναγωγών και Τζαμιών της Θεσσαλονίκης παράλληλα προς τον άξονα της Εγνατίας οδού», Η Θεσσαλονίκη 2 (1990).
Α. Στεφανίδου, Η συντήρηση και αποκατάσταση των οθωμανικών μνημείων στην Ελλάδα, Θεσσαλονίκη 2009.