Δυσανεξία στη λακτόζη ονομάζεται η αδυναμία διάσπασης της λακτόζης σε γλυκόζη και γαλακτόζη στο γαστρεντερικό σωλήνα.
Η λακτόζη είναι ένας υδατάνθρακας που βρίσκεται αποκλειστικά στο γάλα (στο αγελαδινό γάλα υπάρχει σε ποσοστό 4,2-5,2% ενώ στο μητρικό γάλα κατά 6,5-7%) και συνεισφέρει στην απορρόφηση του ασβεστίου. Είναι το πιο συνηθισμένο μόριο στην ανθρώπινη διατροφή και πολλές φορές λέγεται «ζάχαρο του αίματος».
Με τον όρο «δυσανεξία» αναφερόμαστε στη μη πλήρη πέψη της λακτόζης στο λεπτό έντερο λόγω έλλειψης ή μειωμένης συγκέντρωσης του ενζύμου λακτάση. Δεν πρόκειται για κάτι ασυνήθιστο, αφού υπολογίζεται ότι ως και το 70% του παγκόσμιου πληθυσμού έχει κάποια δυσανεξία στη λακτόζη, όπως επίσης και ότι η συχνότητα εμφάνισής της μεγαλώνει με την ηλικία. Κάπου εδώ θα πρέπει να αναφερθεί ότι ότι η μέγιστη παραγωγή λακτάσης παρατηρείται τα δύο πρώτα χρόνια της ζωής και μειώνεται στην συνέχεια. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα όλοι μας κάποια στιγμή στη ζωή μας να εμφανίσουμε μία μορφή δυσανεξίας στη λακτόζη.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα συνήθως εκδηλώνονται 30 – 60 λεπτά μετά την κατανάλωση γάλακτος, ενώ έχουν παρατηρηθεί εντονότερα συμπτώματα μετά από κρύο γάλα. Κάποια από τα συμπτώματα που έχουν σημειωθεί είναι κοιλιακός πόνος, φούσκωμα, κράμπες, ναυτία, γουργούρισμα των εντέρων, πρησμένη κοιλιά, σφιγμένο και ερεθισμένο στομάχι, έκλυση αερίων, διάρροια, ακόμη και εμετοί. Τα άτομα που εμφανίζουν δυσανεξία στη λακτόζη, οδηγούνται αναπόφευκτα στην αποφυγή ή στη μείωση κατανάλωσης του γάλακτος.
Διάγνωση
Η διάγνωση της δυσανεξίας στη λακτόζη μπορεί να γίνει με διάφορα τεστ, όπως τα τεστ δυσαπορρόφησης της λακτόζης μέσω παρακολούθησης της αύξησης της γλυκαιμίας, τα τεστ αναπνοής με μέτρηση του εκπνεόμενου Η2 μετά από χορήγηση λακτόζης ή με γενετικό έλεγχο για πρωτοπαθή δυσαπορρόφηση λακτόζης.
Αντιμετώπιση
Δεν υπάρχει ειδική θεραπεία. Τα συμπτώματα βελτιώνονται με τη διακοπή του γάλακτος. Αυτό όμως έχει σαν συνέπεια τη μείωση της πρόσληψης ασβεστίου κάτι που μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης οστεοπόρωσης. Για τον λόγο αυτό το άτομο πρέπει να λαμβάνει υποκατάστατα από εναλλακτικές θρεπτικές ουσίες.
Μπορείτε λοιπόν, κάνοντας κάποιες δοκιμές να καταλάβετε σε ποιο βαθμό ανέχεστε τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Παρατηρώντας την αντίδραση του σώματός σας, μπορείτε να καθορίσετε πόση ποσότητα από γαλακτοκομικά μπορείτε να χωνέψετε. Ακόμη, μπορείτε να επιλέξετε προϊόντα που κυκλοφορούν στην αγορά με χαμηλή περιεκτικότητα σε λακτόζη.
Προσπαθήστε να μοιράζετε τα γαλακτοκομικά στη διάρκεια την ημέρας και να προτιμάτε πλήρες γάλα από το αποβουτυρωμένο, καθώς είναι πιο ανεκτό, όπως επίσης και τα σκληρά τυριά.