Ο Γιάννης Κυζιρόπουλος είναι ένας νέος συγγραφέας. Την πρωτόγνωρη και δύσκολη χρονιά του 2020 κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο του με τίτλο «Στη Γη της αιώνιας θλίψης». Πρόκειται για ένα δυστοπικό παραμύθι, μια ιστορία σε μια Αθήνα που μαστίζεται από λιμό. Όπως κι ίδιος μας λέει, δεν έγραψε κάτι προφητικό. Το ερώτημα πάντως που μένει είναι ότι τελικά πάντα υπάρχει κάτι, στο παρελθόν, στο παρόν ή στο μέλλον που θα μας απειλεί και θα μας στερεί ό,τι αγαπάμε. Το βιβλίο βρίσκεται στην τρίτη έκδοση, όχι τυχαία. Η ψυχή κι ο σεβασμός κερδίζουν τον αναγνώστη. Κι ο Γιάννης Κυζιρόπουλος γράφει με αυτά τα δυο στοιχεία. Στην όμορφη κουβέντα που κάναμε είπαμε για το βιβλίο, είπαμε κι άλλα για τον ίδιο!
Γιάννη Κυζιρόπουλε διαβάζοντας τη Γη της αιώνιας θλίψης, σκέφτομαι πως δεν διαβάζω μυθοπλασία. Αλλά κάτι που έχει κάποτε συμβεί. Ή που θα ζήσουν κάποιοι κάποτε στο μέλλον. Είχες την αίσθηση αυτή όταν το έγραφες;
Καταρχάς, αγαπητή Σταυρούλα, θέλω να σε ευχαριστήσω για τη φιλοξενία, αλλά και για την τιμή που μου έκανες να διαβάσεις το βιβλίο, σημαίνει πολλά για μένα!
Όσον αφορά την ερώτηση… Προσπάθησα να γράψω μια αλληγορική ιστορία, ένα σκοτεινό παραμύθι, αν θέλεις, επιστρατεύοντας συμβολισμούς αλλά και μια υπερβολική συνθήκη ώστε να μιλήσω πιο απελευθερωμένα για τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι την ανθρώπινη φύση και την κοινωνία στην οποία ζω. Έγραψα το βιβλίο αρκετά πριν την ακραία συνθήκη της πανδημίας, στα τέλη του 2018, ωστόσο δε θεωρώ ότι έγραψα κάτι προφητικό· Kαι τότε θεωρώ πως εμπεριείχε πληθώρα δυστοπικών στοιχείων ο σύγχρονος δυτικός μας πολιτισμός.
Είναι η τρίτη έκδοση του βιβλίου. Αγαπήθηκε πολύ. Έχεις σκεφτεί το γιατί;
Δεν πιστεύω ότι έχω καταφέρει τίποτα ιδιαίτερο, ούτε και μπορώ να μου αποδώσω τον τίτλο τιμής του «συγγραφέα». Αλλά αν έχω ένα κέρδος από το γράψιμο, είναι οι όμορφοι και γεμάτοι καλοσύνη άνθρωποι που γνώρισα μέσω του βιβλίου, που επικοινωνήσαμε αληθινά, και τους αισθάνομαι πλέον «δικούς μου» ανθρώπους. Νομίζω πως το βιβλίο αγαπήθηκε επειδή γράφτηκε με ψυχή και με σεβασμό προς τον αναγνώστη. Δε γράφτηκε απλά για να γραφτεί. Ίσως γι’ αυτό, μονάχα. Ίσως αυτό να εκτιμήθηκε.
Η Γη της αιώνιας θλίψης είναι το δεύτερο βιβλίο σου. Διαφέρει πολύ από το πρώτο;
Διαφέρει πολύ, ευτυχώς! Το 1ο βιβλίο ήταν πιο εφηβικό, πιο ερασιτεχνικά γραμμένο και πιο άτεχνο. Όπως κάθε πρωτόλειο κείμενο ενός ανθρώπου που γράφει· πόσο μάλλον στα 19-20 του. Άλλωστε τότε δεν ήξερα τι έκανα, ούτε και είχα προσδοκίες να εκδοθεί, μέχρι να το ολοκληρώσω. Ήταν και είναι όμως κομμάτι της ψυχής μου. Το δεύτερο είναι από πολλές απόψεις πιο επαγγελματικά γραμμένο και —εύχομαι— πιο ώριμο.
Με συγκινούσε και με συγκλόνιζε ως αναγνώστη το γεγονός πως επικοινωνούσα τόσο βαθιά και απόλυτα με ανθρώπους που έζησαν σε άλλον αιώνα, σε τόπους ξένους και μακρινούς.
Γιάννη Κυζιρόπουλε ,την ανάγκη της συγγραφής την έχεις από παιδί ή είναι κάτι που σε βρήκε στην πορεία;
Είναι δύσκολη η απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Ήξερα ότι θέλω να γράφω από τα 14 μου, αλλά δεν είχα συνειδητοποιήσει πλήρως με ποια ακριβώς μορφή μέχρι τα 19 μου. Αργότερα ήρθε πολύ φυσικά αυτή η μετάβαση από τις μικρές κι ασύνδετες λογοτεχνικές φόρμες στις μεγαλύτερες.
Πάντα σκέφτομαι πως μέσα στην λογοτεχνία και στην τέχνη γενικότερα, ο άνθρωπος μπορεί να βρει διέξοδο και λύση σε θέματα ουσιαστικά, την ύπαρξη, την επικοινωνία, τις σχέσεις. Το έχεις νιώσει αυτό; Και αν ναι, στο να διαβάζεις ή να γράφεις;
Τι όμορφη ερώτηση…! Ταυτίζομαι τόσο πολύ με τις σκέψεις σου. Η αλήθεια είναι πως ως παιδί, κι αργότερα ως έφηβος, αυτή ακριβώς η σκέψη-αίσθηση ήταν η αιτία που αγάπησα τη λογοτεχνία. Με συγκινούσε και με συγκλόνιζε ως αναγνώστη το γεγονός πως επικοινωνούσα τόσο βαθιά και απόλυτα με ανθρώπους που έζησαν σε άλλον αιώνα, σε τόπους ξένους και μακρινούς. Δεν ήξερα καν πως μοιάζει αυτός ο άνθρωπος του οποίου το πόνημα διάβαζα, κι όμως τον ένιωθα δικό μου, συγγενική ψυχή μου. Ίσως αυτός ήταν και ο υποσυνείδητος λόγος που στράφηκα στο γράψιμο. Η ανάγκη μου αυτή για αληθινή και αγνή επικοινωνία. Η ρομαντική ανάγκη μου να επικοινωνήσω με ανθρώπους που δε θα ξέρουν πως μοιάζω, αλλά θα αισθανθούν —έστω και για λίγο— κάπως λιγότερο μόνοι σε αυτόν τον κόσμο…
Μίλησέ μας λίγο για σένα. Παιδικά χρόνια, σπουδές, αγαπημένη μουσική, αγαπημένοι συγγραφείς.
Δεν έχω και πολλά να πω για μένα! Γεννήθηκα το 1994 στην Αθήνα και μεγάλωσα στη Νέα Ιωνία. Σπούδασα στη Γεωπονική της Θεσσαλονίκης κι έπειτα έκανα το μάστερ μου στη φυτοχημεία-φαρμακογνωσία στη Φαρμακευτική Αθήνας.
Αγαπώ διάφορα είδη μουσικής, με αδυναμία στη ροκ, την ηλεκτρονική και τα ρεμπέτικα. Ο Νικ Κεηβ, ο Μόμπυ, οι ελληνικές ροκ μπάντες του 80-90’, οι Στέρεο Νόβα και ο Τζον Φρουσιάντε, μεταξύ άλλων, μου έσωσαν τη ζωή στην εφηβεία μου.
Όσο για συγγραφείς, είμαι ο —μάλλον— στερεοτυπικός τύπος που μεγάλωσε διαβάζοντας κυρίως πιο κλασική λογοτεχνία. Δε νομίζω ότι μπορώ να διαλέξω εύκολα ανάμεσα σε ανθρώπους που βλέπω σαν «αγίους», αλλά σίγουρα θα ήταν μες στην πεντάδα μου ο Έσσε και ο Κάφκα.
…ο χώρος των τεχνών είναι πολύ τοξικός…
Advertising
Είσαι πολύ νέος. Πόσο δύσκολο ή εύκολο ήταν να βρεις τον δρόμο προς την έκδοση και την αναγνώριση της δουλειάς σου;
Δυστυχώς καθόλου εύκολο. Είναι ένας πολύ δύσκολος και σκληρός δρόμος, και ο χώρος των τεχνών είναι πολύ τοξικός, ακόμη κι όταν είσαι 20-25 ετών. Δεν έχω παράπονο όμως, εκ των υστέρων. Στάθηκα τυχερός στο 1ο μου βιβλίο, το οποίο έπειτα από αρκετές απορρίψεις ή αναπάντητα email κέρδισε σε έναν διαγωνισμό για νέους συγγραφείς την έκδοσή του, το 2017. Ήταν μια αρχή. Έπειτα ήταν πολύ επώδυνη η διαδικασία ανεύρεσης εκδοτικού για το 2ο βιβλίο, σε βαθμό που σκέφτηκα απλά να τα παρατήσω. Άλλωστε αν δεν άξιζε η γραφή μου, δεν υπήρχε νόημα στο να εκδοθεί το κείμενό μου. Παρ’ όλα αυτά, όλα πήραν κάπως τον δρόμο τους τελικά. Ακόμη δεν ξέρω αν αξίζει η γραφή μου ή εγώ. Ούτε και έχει έρθει κάποια αναγνώριση. Αλλά «τον οποίο σίγουρα δεν έχω κερδίσει ακόμα…
Τι ονειρεύεσαι;
Ονειρεύομαι να βρω την εσωτερική πληρότητα και γαλήνη που τόσο έχω ανάγκη. Όπως όλα τα πλάσματα της Γης.
Ως προς το γράψιμο, και αν το αξίζω, φυσικά, ονειρεύομαι μονάχα να υπάρχει πάντοτε ένας εκδότης και κάποιοι λίγοι, έστω, άνθρωποι που θα εκτιμούν τη γραφή μου και θα ανυπομονούν να διαβάσουν τα πονήματά μου… Αυτό θα με γαλήνευε πραγματικά…
…δυσκολεύομαι πολύ να βρω χρόνο, πνευματικές και ψυχικές αντοχές να γράψω…
Advertising
Γράφεις κάτι μετά τη Γη της αιώνιας θλίψης; Ή χρειάζεσαι χρόνο «αποθεραπείας»;
Α! Μου αρέσει αυτή η έκφραση! «Χρόνος αποθεραπείας», αυτό θα χρησιμοποιώ για να με παρηγορώ για την ανικανότητά μου να γράψω τον τελευταίο χρόνο! Πέρα από την πλάκα, δυστυχώς δυσκολεύομαι πολύ να βρω χρόνο, πνευματικές και ψυχικές αντοχές να γράψω, κι αυτό είναι κάτι που με βασανίζει καθημερινά. Τουλάχιστον, όμως, κάνω τη μελέτη για το επόμενό μου βιβλίο.
Γιάννη εύχομαι πάντα όμορφες εμπνεύσεις και καλοπόρευτα βιβλία.
Σε ευχαριστώ μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου, Σταυρούλα, τόσο για την απολαυστική συνέντευξη, όσο και για τα όμορφα λόγια και την καλοσυνάτη αύρα σου!