Τι κοινό έχει ένας δόκιμος ιερέας, μία κλινική ψυχολόγος κι ένας εργολάβος; Δουλεύουν και οι τρεις για την Καθολική Εκκλησία στη νέα σειρά του CBS “Evil”. Στόχος τους να εξιχνιάσουν υποθέσεις μυστηρίου για λογαριασμό της και να βοηθήσουν τους απελπισμένους πιστούς (;) να βρουν απαντήσεις στα -φαινομενικά – μεταφυσικά τους προβλήματα. Γραμμένο ως αστυνομική σειρά δεκατριών ημι-αυτοτελών επεισοδίων από το γνωστό δίδυμο Michelle και Robert King (“The Good Wife”, “The Good Fight”), το “Evil” είναι ένα ισορροπημένο υβρίδιο των κυρίαρχων ειδών του τρόμου, του drama και του crime. Παρότι το μέγεθος της παραγωγής είναι σχετικά μικρό για τα δεδομένα της αμερικανικής τηλεόρασης, η φρέσκια ιδέα και το πρωτότυπο πάντρεμα των ειδών είναι αρκετό για να κρατήσει συντροφιά στους horror fans και όχι μόνο.
Η κριτική δεν περιέχει spoilers και συντηρητικά (συμπεράσματα).
Η υπόθεση
Όταν η κλινική ψυχολόγος Kristen Bouchard (Katja Herbers) κληθεί να καταθέσει ως εμπειρογνώμων στην υπόθεση ενός κατά συρροή δολοφόνου, ο οποίος ισχυρίζεται πως έχει καταληφθεί από δαιμονικό πνεύμα, θα γνωρίσει τον David Acosta (Mike Colter), έναν άνθρωπο της Εκκλησίας με μυστηριώδες παρελθόν και τον συνεργάτη του Ben Shakir (Aaasif Mandvi). Αφού η συνεργασία της με την Εισαγγελία της Νέας Υόρκης διακοπεί απρόσμενα κι έχοντας άμεσα ανάγκη από έμμισθη εργασία, η Kristen αποδέχεται την πρόταση του David να εργαστεί μαζί τους ως επιστημονική σύμβουλος. Το πρώτο πράγμα που θα κάνει είναι να δηλώσει ρητά στους νέους συνεργάτες της πως είναι άθεη.
Η ήρεμη ζωή της σύντομα θα κλονιστεί, συνειδητοποιώντας πόσο επικίνδυνη είναι η νέα, ιδιόρρυθμη επαγγελματική της ενασχόληση τόσο για την ίδια όσο και για την οικογένειά της. Παράλληλα ο David αναζητά εναγωνίως το κάλεσμά του κι έρχεται συχνά αντιμέτωπος με τους «δαίμονες» του παρελθόντος. Μαζί και με τη βοήθεια του Ben θα προσπαθήσουν να λύσουν μικρά και μεγάλα μυστήρια της ζωής, της επιστήμης και της ανθρώπινης ψυχής, ο καθένας από τη δική του σκοπιά και σύμφωνα με την ιδιότητά του. Παράλληλα θα κάνουν τα πάντα για να προστατεύσουν ο ένας τον άλλον από το «κακό»-ψυχοπαθείς ή δαίμονες- που τους καταδιώκει.
Οι πολιτισμικές καταβολές της σειράς
Το αφηγηματικό τέχνασμα και η μεγάλη επιτυχία της σειράς “Evil“ είναι η συνειδητή απροθυμία της να δώσει σαφείς απαντήσεις από την αρχή. Η έντονη πλοκή οδηγεί τον θεατή σε άγνωστα μονοπάτια επιστημονικής αμφισβήτησης, ιατρικής ορολογίας, θεολογικής παράδοσης και δημοφιλών σύγχρονων απόψεων και πρακτικών, χωρίς να βιάζεται να απαντήσει σχετικά με τη φύση του κακού στο αφηγηματικό σύμπαν της. Η καταιγιστική δράση και το υψηλό διακύβευμα που θέτει η πλοκή για τους πρωταγωνιστές είναι τόσο έντονα που συχνά δε νοιαζόμαστε να πάρουμε θέση. Οι απειλές ενάντια στην Kristen και την οικογένειά της από πρώην κατάδικους και συνεργάτες μάς κάνουν να παραμελούμε προσωρινά το θεμελιώδες ερώτημα που τίθεται ως προς τη φύση του κακού.
Άλλωστε όταν κάποιος κυνηγάει τα παιδιά σου, το μόνο που έχει σημασία είναι ο τρόπος που θα σωθείς… οι διαδικασίες! Δεν έχει σημασία αν σε κυνηγάει ένας δαίμονας ή ένας ψυχοπαθής, αν ο τρόπος για να γλυτώσεις είναι ο ίδιος. Ή μήπως έχει σημασία;
Ο ρεαλισμός της σειράς υπαινίσσεται πως το κακό υπάρχει γύρω μας, χωρίς να έχει σημασία από πού προέρχεται – αν έχει κέρατα ή αν κατέχει ισχυρές θέσεις εξουσίας, αν έχει κόκκινα μάτια ή αν κρατάει όπλο. Μάλιστα η ορθολογιστική στάση της Kristen και η απόλυτη απόρριψη της ύπαρξης μιας μεταφυσικής διάστασης- τουλάχιστον όπως αυτή έχει περάσει στην ποπ κουλτούρα από την παράδοση του Καθολικισμού κι έχει διαμορφώσει τη σύγχρονη συλλογική συνείδηση- απομυθοποιεί την ιδέα του κακού. Έτσι το κακό παύει να είναι μία αφηρημένη πιθανότητα και ενσαρκώνεται ως ανθρώπινη πραγματικότητα- ίσως πολύ πιο απειλητική κι επικίνδυνη απ’ ό,τι η μεταφυσική εναλλακτική της.
Αξίζει να σημειωθεί πως το premise της σειράς βασίζεται σε πραγματικές συνθήκες εργασίας, εφόσον στις Ηνωμένες Πολιτείες οι ισχυρισμοί για δαιμονικές εμφανίσεις είναι πλέον τόσες πολλές που η Εκκλησία έχει αναγκαστεί να προσλαμβάνει “ειδικούς ντετέκτιβ”, προκειμένου να ερευνούν τέτοια περιστατικά. Πάντως οι άνθρωποι της Εκκλησίας συνήθως απορρίπτουν τις υποθέσεις και της πρακτικές εξορκισμού, παραδεχόμενοι τη δύναμη του μύθου, της αυθυποβολής και την ανάγκη των ανθρώπων για φαντασμαγορικά τελετουργικά που απουσιάζουν από τη σύγχρονη κοινωνία.
Το βασικό (αναπάντητο;) ερώτημα
Εντούτοις, αν και αποφεύγει εσκεμμένα να απαντήσει στο ερώτημα, το “Evil” θέτει ρητά το δίλημμα στον θεατή: υπάρχει Θεός ή όχι; Ειδικά όταν έχει αποκλειστεί η περίπτωση της απάτης, της ψυχικής ασθένειας και της παρερμηνείας φυσικών φαινομένων, τα γεγονότα απαιτούν άμεσα τολμηρές απαντήσεις . Παρότι η γρήγορη πλοκή και η επιτακτική ανάγκη να βρεθούν λύσεις δίνουν την εντύπωση πως κανείς- ούτε καν ο θεατής- δε νοιάζεται για το αν ένα περιστατικό είναι θαύμα ή επιστημονική παραδοξότητα, αν κάποιος είναι δαιμονισμένος ή ψυχικά ασθενής, το αν ονειρεύεσαι ή ζεις πραγματικά, το ερώτημα της μεταφυσικής ύπαρξης του κακού επανέρχεται στο τέλος κάθε επεισοδίου, για να προβληματίσει τον θεατή. Διεγείροντας την περιέργειά μας, το “Evil” καταφέρνει αριστοτεχνικά να κρατάει το ενδιαφέρον, χωρίς να παραμελεί τους χαρακτήρες και την ιστορία που έχει ο καθένας τους να διηγηθεί.
Υπάρχει λάθος και σωστό;
Φυσικά η ιδιόμορφη συνεργασία της Kristen, του David και του Ben δεν είναι στρωμένη με ροδοπέταλα. Παρά την προσπάθειά του καθενός να φανεί δεκτικός απέναντι στις πεποιθήσεις του άλλου, οι συγκρούσεις είναι αναπόφευκτες, ειδικά όταν κρίνεται η ζωή ενός αθώου. Με αυτόν τον τρόπο οι δημιουργοί ψέγουν με τον πιο έμμεσο και διακριτικό τρόπο τη σύγχρονη πολιτική τάση της αδιερεύνητης αποδοχής -ή έστω συγκατάβασης- οποιουδήποτε ιδεολογικού μορφώματος εκτός της καθεστηκυίας τάξης- μία τάση που συνοψίζεται στη φράση: «ο καθένας έχει τη δική του αλήθεια». Και σίγουρα το “Evil” παρά τον δυσοίωνο τίτλο του θα υπερασπιστεί τη διαφορετικότητα μέσα από τα ποικίλα περιστατικά που αναλαμβάνουν οι τρεις “ντετέκτιβ”. Μάλιστα αντιμετωπίζει με τρυφερότητα τον άνθρωπο και αναδεικνύει πανανθρώπινες αξίες, ανεξάρτητα από το πολιτισμικό και κοινωνικό υπόβαθρο των χαρακτήρων. Για το “Evil” το μερικό υπάρχει μόνο για να εξυπηρετεί το γενικό.
Ωστόσο η σύγκρουση ανάμεσα στην πίστη και την επιστήμη επανατοποθετεί στον πυρήνα της αφήγησης το θέμα της γνώσης, της νομιμότητας και της ορθής κρίσης. Όταν, λοιπόν, μία ανθρώπινη ζωή είναι στα χέρια σου, πόσες σωστές δικαστικές και ιατρικές αποφάσεις μπορούν να (συν)υπάρξουν; Πόσο να σεβαστείς τη διαφορετική άποψη χωρίς να την διαψεύσεις; Πόσο να σεβαστείς τον αντίλογο χωρίς να υπερασπιστείς τον λόγο; Πώς εντέλει να ξεφύγεις από την αλήθεια; Οι απόψεις και οι διαθέσεις εναλλάσσονται όπως και οι εποχές. Η πραγματική αλήθεια φαίνεται να μην υπάρχει˙ μετατοπίζεται σαν εκκρεμές από την προοπτική του ενός χαρακτήρα σε αυτή ενός άλλου, όπως μετατοπίζεται και η διάθεσή τους. Καταλήγουν άλλες φορές αμήχανοι, άλλες εκνευρισμένοι κι άλλες ανακουφισμένοι και μονιασμένοι. Ταυτόχρονα οι ακραίες καταστάσεις που βιώνουν οι ήρωες τούς φέρνουν αντιμέτωπους με μύχιους φόβους και απωθημένες επιθυμίες. Κάπως έτσι δομούνται και αποκτούν βάθος οι σχέσεις των βασικών χαρακτήρων στη σειρά.
Σύγχρονη αφήγηση
Αναζωογονητική έκπληξη συνιστά η διάθεση των δημιουργών να «παίξουν» με τη βεβαιότητά μας- τις καλά συγκαλυμμένες προκαταλήψεις και τα νέα στερεότυπα. Παρακολουθώντας το “Evil“
υπήρξαν φορές που αναρωτηθήκαμε ποιος είναι ο φανατικός και ποιος ο ανοιχτόμυαλος, ποιος είναι ο πιστός και ποιος ο αιρετικός. Ίσως η μεγαλύτερη στιγμή της σειράς είναι η απάντηση του David στο μεγάλο και βασανιστικό ερώτημα της Kristen «γιατί ο Θεός, αν υπάρχει, δεν…;». «Δεν ξέρω»… Συχνά οι ρόλοι αντιστρέφονται, όταν οι κανόνες καταργούνται ή τουλάχιστον όταν πρέπει να εφαρμοστούν κατά περίπτωση. Έτσι η θρησκεία συχνά παύει να είναι κάτι πεπερασμένο, σταθερό και αναλλοίωτο. Παρομοίως η επιστήμη, συγκεκριμένα το DSM-5, το Ευαγγέλιο της ψυχιατρικής, αμφισβητείται ή ερμηνεύεται ελεύθερα με βάση την ευρηματικότητα και τη φαντασία των επιστημόνων, στην προσπάθειά τους να βρουν τα σωστά συμπτώματα. Προκειμένου να τα καταφέρει, η Kristen καλείται να διαβάσει σωστά όχι μόνο το εγχειρίδιο, αλλά και τους ανθρώπους που την περιτριγυρίζουν.
Τι διερευνά βαθύτερα τον άνθρωπο; Η θρησκευτική εμπειρία ή η επιστημονική μελέτη; Μη βιαστείτε να απαντήσετε προτού δείτε τη σειρά.
Πάντως απ’ ό,τι κι αν πάσχει ο ασθενής ή το θύμα, στο τέλος η μελέτη και η παρατήρηση θα λύσουν τον γρίφο. Για την ακρίβεια θα παράγουν μία εύθραυστη και προσωρινή γνώση, την οποία ο καθένας μπορεί να ερμηνεύσει με διαφορετικούς όρους. Ό,τι δηλαδή μας διδάσκει η περίπλοκη εποχή μας, στην οποία πασχίζουμε να βρούμε σταθερά νοήματα, ενώ ζούμε σε μία διαρκή ρευστότητα και αλλαγή. Ακόμη και η πίστη του David δεν είναι ακλόνητη ούτε ξεκάθαρα προσανατολισμένη παρά μάλλον το αποτέλεσμα της μνήμης και των διαδικασιών της. Τα θαύματα αμφισβητούνται διαρκώς, αλλά δεν απορρίπτονται. Διερευνώνται κι όταν η μελέτη φτάνει σε τέλμα, τότε αναλαμβάνει το προσωπικό βίωμα και η ελευθερία του ανθρώπου να επιλέγει. Έτσι το δίπολο μεταξύ έρευνας και πίστης συχνά μετατρέπεται σ’ ένα απίθανο οξύμωρο. Η θρησκευτική έρευνα και η πίστη στην επιστήμη είναι το μεταμοντέρνο εκρηκτικό μείγμα σε μία σειρά που τα έχει όλα: καταιγιστική δράση, τρόμο και ανθρώπινες σχέσεις.
Το “πνεύμα” του μεταμοντέρνου
Η μεταμοντέρνα ποιητική του “Evil” αναγνωρίζεται με δυσκολία. Κρύβεται πονηρά πίσω από τη σεναριακή δομή της αστυνομικής σειράς και την οικεία- σχεδόν βαρετή- αισθητική του ρεαλισμού. Αλλ’ όμως οι γκροτέσκες αναπαραστάσεις του μεταφυσικού κακού, που διατρέχουν τα δεκατρία επεισόδια, προκαλούν σοκ στην πεζή πραγματικότητα των χαρακτήρων. Επιπρόσθετα φανερώνουν όχι μόνο την ειρωνική και παιγνιώδη διάθεση των δημιουργών της, αλλά και την αναστοχαστική δύναμη του έργου. Εκμεταλλευόμενη την μπανάλ φολκλορική παράδοση ενός πλήρως οπτικοποιημένου κακού, που δεν αφήνει πολλά περιθώρια στη φαντασία, η σειρά προσδίδει στο μεταφυσικό στοιχείο συνήθως μορφολογικά γνωρίσματα ζώου ή παραμορφωμένου ανθρώπου. Το αποτέλεσμα είναι κάποιες φορές εσκεμμένα γελοίο κι άλλες -προς έκπληξη μας!- αποτελεσματικά τρομακτικό.
Το “Evil” καταφέρνει επιπλέον να ανασυνθέσει δημιουργικά και να εντάξει άψογα στην πλοκή του πρόσφατες δημοφιλείς ιδέες του κινηματογραφικού τρόμου, όπως οι πίνακες επίκλησης πνευμάτων- γνωστοί κι ως πίνακες Ouija-, τα κρυμμένα μηνύματα στα εικαστικά έργα τέχνης (“Red Dragon”,”Velvet Buzzsaw”, “The DaVinci Code”κ.α.) και πλήθος από πρόδηλες αναφορές σε ταινίες-σταθμούς στην ιστορία του horror (“Ο Εξορκιστής“) όπως και στο έργο του James Wan. Ως γνήσιο τέκνο της μεταμοντέρνας τέχνης δε θα μπορούσε να μην ενσωματώσει στοιχεία αυτοαναφορικότητας στο ίδιο της το μέσο, δηλαδή στην τηλεόραση και το περιεχόμενό της (2ο και 5ο επεισόδιο). Το “Evil” κλείνει το μάτι στον τηλεθεατή και δε φοβάται να στρέψει την προσοχή στα τεχνητά μέσα του.
Ο δρόμος για την αλήθεια είναι η αλήθεια
Ακολουθώντας την κυρίαρχη τάση των τελευταίων 40 ετών στη θρησκειολογία, η σειρά εμμένει στις διαδικασίες και όχι στη μελέτη του ίδιου του αντικειμένου λατρείας. Η οντολογία, η εύρεση δηλαδή της μίας, αληθινής ουσίας έχει κριθεί ανέφικτη, αφού ο λόγος- οποιοσδήποτε λόγος μάλιστα!- θεωρείται πολιτισμικά καθορισμένος στην κυρίαρχη μεταμοντέρνα συνθήκη. Έτσι το αν υπάρχει θεός ή όχι, δεν αφορά κανέναν από τους εμπλεκόμενους πραγματικά, ειδικά εφόσον όλοι έχουν μία σταθερή άποψη για το ζήτημα. Οι διαδικασίες είναι σχεδόν γραφειοκρατικές και το ενδιαφέρον του θεατή γι’ αυτές έγκειται στην έγκυρη βεβαιότητά του πως μέσω αυτών θα οδηγηθεί στη λύση του εκάστοτε προβλήματος. Φυσικά το “Evil” αποφεύγει επιμελώς να απαντήσει στο ερώτημα της υπόστασης του μεταφυσικού κακού και άρα του Θεού μέχρι το τελευταίο επεισόδιο της σαιζόν, τόσο για να μπορέσει να αναπτύξει το διάλογο όσο και για να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του τηλεοπτικού κοινού. Ακόμη κι όταν η απορία φαίνεται να λύνεται, προκύπτει το ζήτημα της επιβίωσης για τους πρωταγωνιστές με όρους ρεαλισμού αλλά και μεταφυσικού τρόμου.
Η θρησκευτική εμπειρία
Παρόλα αυτά το ζήτημα της ύπαρξης μίας μεταφυσικής διάστασης παραμένει, άλλες φορές στο προσκήνιο κι άλλες φορές παρασκηνιακά ως απειλή και πιθανότητα αντίστοιχα. Ενώ η Kristen μαγνητίζει γύρω της απειλές, τις οποίες απωθεί με γνώμονα την επιστημονική γνώση, ο David είναι αυτός που διατηρεί την ελπίδα και αναζητά- έστω και με αμφιλεγόμενα μέσα- το Θεό. Απέχοντας κατά πολύ από το να είναι ο τέλειος χριστιανός, ψάχνει την επιβεβαίωση των στόχων που ο ίδιος έθεσε στον εαυτό του. Με άλλα λόγια πασχίζει για το θαύμα του. Όντας μίας ρομαντική και μάλλον παρωχημένη φιγούρα χριστιανού πιστού, ο David επιτυγχάνει παρ’ όλα αυτά να εγείρει σε αυτό το πλαίσιο το ζήτημα της θρησκευτικής εμπειρίας. Όσο κι αν θέλουμε να το αποφύγουμε- τόσο που κοντεύουμε να το εντάξουμε στις κατηγορίες του γούστου και της ιδιοσυγκρασίας- το ερώτημα σχετικά με το αν αυτή είναι μία ιδιωτική υπόθεση ή κάτι το καθολικό και πανανθρώπινο, παραμένει.
Φέρνοντας στο νου μας τα λόγια του θεωρητικού Russell McCutcheon πως «δεν μπορούμε να γενικεύουμε και να αποδίδουμε οντολογικά χαρακτηριστικά στις λεγόμενες εμπειρίες κανενός σα να είναι (αυτές) ένα αληθινό πράγμα στον κόσμο», κατανοούμε την αμηχανία όλων μας να συζητήσουμε πάνω σε ζητήματα που μας ταλανίζουν, ακόμη κι αν κάποτε οι συζητήσεις μας καταλήγουν μόνο στο ότι το θέμα χρειάζεται περισσότερη συζήτηση. Η γενίκευση δεν είναι ποτέ το ίδιο με τον ισχυρισμό ότι κάτι είναι αληθινό. Η κατά περίπτωση εξέταση και παραδοχή είναι το δόγμα που υποστηρίζει ο πρώτος κύκλος του “Evil”, επισημαίνοντάς μας πως ακόμη κι αν δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις, δε σημαίνει ότι πρέπει να αποφεύγουμε τα ερωτήματα.
Συμπερασματικά…
Το εύπεπτο και δομικά απλό “Evil” απέχει πολύ από την πρωτοπορία των νέων μορφών τηλεοπτικής μακρο-αφήγησης. Καθώς όμως δεν προσπαθεί να συγκριθεί με τα επιτεύγματα της νέας high-end TV, καταφέρνει, μέσα από ειλικρινή προσπάθεια και την μετρημένα καινοτόμα πρότασή του, να αφήσει το στίγμα του στο είδος του τρόμου. Αντιλαμβανόμενη το πνεύμα της εποχής η σειρά ψυχαγωγεί το τηλεοπτικό κοινό χάρη στην οικειότητα των ανανεωμένων μορφών της. Χωρίς να είναι κάτι παραπάνω από ένα συμπαθητικό τηλεοπτικό προϊόν, γίνεται ωστόσο η αφορμή για περαιτέρω συζητήσεις και προβληματισμούς. Σε μία πιο ενδελεχή ανάγνωση του έργου αντιλαμβανόμαστε πως ο διάλογος που ανοίγουν οι χαρακτήρες και οι καταστάσεις στο “Evil” αφορά τον καθένα μας προσωπικά. Κι αυτό, γιατί δεν πρόκειται για έναν αμιγώς θεωρητικό διάλογο, αφού η πλοκή του μας ωθεί να αναλογιστούμε τα όριά μας, τη θέση μας στον κόσμο, τις σχέσεις μας και όλα όσα είναι όντως σημαντικά στη ζωή μας.
Το κανάλι του CBS ανακοίνωσε τη συνέχεια της σειράς με την προβολή του δεύτερου κύκλου να αναμένεται στις αρχές του 2021.
Δείτε το trailer του πρώτου κύκλου του “Εvil“: