
Γυναίκες.
Ζουν και αυτές ανάμεσά μας. Περπατούν δίπλα μας στο δρόμο, συζητούν στην ίδια καφετέρια με εμάς, σκέφτονται, ζουν, νιώθουν. Ζουν ανάμεσά μας και ζητούν να τις αφήσουμε να συνεχίσουν να ζουν ανάμεσά μας. Ζητούν τον κόσμο μας, τον θέλουν κοινό, ζητούν τον κόσμο μας, και αυτός ζητάει εκείνες.
Δεν έχουμε τη τύχη να συμβαδίσουμε με κάθε γυναίκα της γης, να μιλήσουμε μαζί της, να την ρωτήσουμε τι ένιωθε τότε και τι τώρα, αν κουράστηκε σήμερα στη δουλειά ή αν πέτυχε η βαφή. Αυτό, ή όλα αυτά, μπορούμε κάλλιστα να ρωτήσουμε στις γυναίκες που έχουμε κοντά μας, τις γυναίκες που κατέχουν μια σημαντική στιγμή στην καθημερινότητά μας, και αυτές με τη σειρά τους να μας απαντήσουν, να φωνάξουν, να ξεσπάσουν και να ηρεμήσουν και πάλι. Πολλές φορές δεν το κάνουμε. Άλλες η βαφή όντως δεν έχει πετύχει.
Οι γυναίκες είναι αυτές που είναι, πάντα ήταν, απλά το αρσενικό φύλλο δεν το αντιλήφθηκε γρήγορα. Αυτό σίγουρα τους στοίχισε ανεπανόρθωτα. Και δεν εννοώ αποκλειστικά τις γυναίκες.
Δεν έχουμε τη τύχη να συνομιλήσουμε με μια γυναίκα παρούσα στις διαδηλώσεις για ισότητα και αντικειμενικότητα στις απαρχές του περασμένου αιώνα, ίσως και μην είχε και αυτή η ίδια γυναίκα την τύχη να της μιλήσει κάποιος για όσα γίνονταν, να τη ρωτήσει τι νιώθει, πως το νιώθει, γιατί ζει την στιγμή της στις πορείες και γιατί δεν την ενδιαφέρει καθόλου η άποψη του ισχυρότερου τότε αντρικού τμήματος της κοινωνίας. Αν όντως μπορούσαμε να συζητήσουμε μαζί της, τι θα λέγαμε άραγε;
Αρκεί να κοιτάξουμε αγνά τη μάνα μας, τη γυναίκα μας, την κοπέλα μας, την αδερφή μας. Αρκεί αυτό. Το γεγονός πως αντιμετωπίζονται, σε μεγάλο αλλά όχι απόλυτο ποσοστό, πλέον οι ίδιες ως ισάξιες και ισοδύναμες κοινωνικά και ηθικά, έχει επιτευχθεί χάρη στη θυσία των γυναικών των πρώτων δεκαετιών του 1900.
Κοιτάζοντας τις γυναίκες που απαρτίζουν τη ζωή μας, κοιτάζουμε και τις γυναίκες που πάλεψαν με τους αγώνες και τις προσπάθειές τους για μια κοινωνία που θα μπορούσε να αλλάξει την πρότερη κοινωνική κατάσταση. Κοιτάζοντας τις γυναίκες που απαρτίζουν τη ζωή μας, κοιτάζουμε και τις γυναίκες που περιτριγυρίζουν άλλους, ή κοιτάζουμε γυναίκες που δεν είχαν την ευκαιρία να περιτριγυρίσουν άτομα,ιδέες, χώρους και καταστάσεις. Και ίσως να μην τις πονάει πια, ίσως να βλέπουν τη σημερινή κατάσταση με κάποια αισιοδοξία που δεν υπήρχε τότε, και με ένα στιγμιαίο χαμόγελο που δεν μπορούσαν να διαμορφώσουν τότε.
Για κάθε αντικειμενική κρίση δύο υποψηφίων σε μια θέση εργασίας, για κάθε καριέρα, για κάθε μοίρασμα των οικιακών αγγαρειών, και για κάθε παραγγελία σε τοπικό σουβλατζίδικο μετά από αποτυχημένη προσπάθεια για ποιοτικό μαγείρεμα, αρκεί ένα ευχαριστώ. Ευχαριστώ.
Τέλος, πάντα θα υπάρχουν “άρρωστοι”. Εν Ελλάδι, τότε ήταν η αισχρή κοινωνική αντίληψη φυλετικού ρατσισμού, που εξύψωνε τον άντρα ως ανώτερο, που τον όριζε ως αφέντη της γυναίκας του και αυτή ιδιοκτησία του. Εν Ελλάδι, τώρα είναι η συνεχής πεποίθηση πως κάποιος σε κυνηγάει, πως κάποιος θέλει το κακό σου, κάποιος σε θέλει νεκρή. Αν κάθε επιλογή ενός άντρα ανάμεσα σε δύο υποψηφίους, ενός άντρα και μιας γυναίκας, σημαίνει αυτόματα και τον αντροκεντρισμό της κοινωνίας μας και το πόσο πατριαρχικά έχουμε δομηθεί, και όχι την εργασιακή υπεροχή του ενός έναντι του άλλου,κάτι έχει διαδραματιστεί εξαιρετικά λάθος. Δεν γίνεται να είμαστε όλοι ήρωες και είναι υπέροχο. Έτσι, εξυμνούμε μόνο εκείνους που όντως θυσίασαν κάτι ή θυσιάστηκαν, και όχι φαντασιόπληκτα άτομα που επιδιώκουν την προσωπική τους ανέλιξη.