«Ο Σεπτέμβρης του 1903»
Τουλάχιστον με πλάνες ας γελιούμαι τώρα·
την άδεια την ζωή μου να μη νιώθω.
Και ήμουνα τόσες φορές τόσο κοντά.
Και πώς παρέλυσα, και πώς δειλίασα·
γιατί να μείνω με κλειστά τα χείλη·
και μέσα μου να κλαίει η άδεια μου ζωή,
και να μαυροφορούν οι επιθυμίες μου.
Τόσες φορές τόσο κοντά να είμαι
στα μάτια, και στα χείλη τα ερωτικά,
στ’ ονειρεμένο, το αγαπημένο σώμα.
Τόσες φορές τόσο κοντά να είμαι.
Το Ποίημα αυτό του Καβάφη συγκαταλέγεται μεταξύ των Κρυμμένων έργων του Ποιητή, ενώ για μια ακόμη φορά το θέμα που θίγεται είναι ο έρωτας και η μοναξιά που κατατρέχει τον Ποιητή. Όπως είναι γνωστό, ο Καβάφης γνώριζε πως οι επιλογές του στο θέμα του έρωτα την εποχή εκείνη ήταν κατακριτέες. Έτσι, στο γνώριμο πλαίσιο της καβαφικής Ποίησης, ο Ποιητής μένει μόνος του και το μόνο που του έχει απομείνει ως συντροφιά είναι οι αναμνήσεις και πιο συγκεκριμένα οι αναμνήσεις για τη ζωή που δεν έζησε. Η θύμησή του όμως είναι ακόμα πιο σκληρή, διότι ταξιδεύει πίσω και θυμάται τα γεγονός και τις ευκαιρίες που του δόθηκαν, αλλά εκείνος δεν αξιοποίησε τίποτα. Φοβόταν, ένιωθε ντροπή και δείλιαζε μπροστά σε κάθε πιθανότητα να πραγματοποιήσει όσα ήθελε.
Ωστόσο, όλοι οι ενδοιασμοί που ανάγκαζαν τον Ποιητή να υποχωρεί και να κρατά τα όνειρά του κρυφά, ήταν φοβίες για ορισμένα ενδεχόμενα και φυσικά δεν σχετίζονταν με όλα τα άτομα που πέρασαν από τη ζωή του. Επί της ουσίας, το ενδεχόμενο ανταπόκρισης των συναισθημάτων και των επιθυμιών του ποιητή ήταν το ίδιο με της απόρριψης. Γι’ αυτό καθώς τα συλλογίζεται όλα αυτά μετανιώνει κάπως για την ατολμία εκείνης της εποχής. ίσως θρηνεί τα χρόνια που άφησε να περάσουν χωρίς να πραγματοποιήσει όσα ήθελε.
Σαν τελευταία του επιλογή, στη δύσκολη και σκληρή πραγματικότητα της μοναξιάς του τώρα, ξεγελά συνειδητά τον εαυτό του με πλάνες και φαντασιώσεις. Άλλωστε, μόνο αυτές τον βοηθούν, ώστε να σηκώνει το βαρύ φορτίο της μοναξιάς του, αφού κοντά του κανένα πρόσωπο δε βρίσκεται να τον συντροφεύει. Οι φαντασιώσεις που πλάθει στο μυαλό του ο Ποιητής, από της κάποτε φλογερές επιθυμίες του παρελθόντος, φαίνεται πως λειτουργούν ως υποκατάστατο μιας ζωής, η οποία όμως δεν υπάρχει τώρα. Σκέψεις για όνειρα ανεκπλήρωτα, για ευκαιρίες χαμένες, για μια ζωή που δεν ήρθε στο φως.