«Μάλιστα. και τι ακριβώς θες να μάθεις;»
«Που ήμουν πιο πριν»
«Αυτό το παιδί στο σχολείο μήπως σου είπε και τι κάνουν
οι γονείς όταν κοιμούνται μαζί για να γεννηθεί ένα μωρό;»
«Όχι. Η μεγάλη του αδερφή ξέρει άλλα δεν του λέει »
«Ε λοιπόν οι γονείς όταν πέφτουν και ξαπλώνουν στο ίδιο κρεβάτι τους παίρνει ο ύπνος και κάνουν όνειρα. Και όσο περνάει ο καιρός, τα όνειρα αυτά μεγαλώνουν και γίνονται μωράκια
«Δηλαδή εγώ…»
«Εσύ ήσουν το όνειρο μας»
Είναι γνωστό πως μετά τον χαμό του μοναδικού παιδιού μιας οικογένειας ελάχιστοι είναι οι γάμοι που αντέχουν. Έτσι και ο γάμος της Νόρας και του Χάρη.
Από τότε που έχασαν για πάντα τον μονάκριβο γιο τους βυθίστηκαν στο χάος. Από σύντροφοι έγιναν εχθροί και την θέση της αγάπης πήρε το μίσος. Έτσι περνούσαν οι μέρες μέχρι να φτάσουν στον οριστικό χωρισμό -θα έφταναν είναι σίγουρο- ώσπου μια νύχτα ο μικρός Άγγελος τους επισκέπτεται σε ένα κοινό όνειρο για να τους ανακοινώσει πως αν επέστρεφαν στον τόπο που συνέβη το μοιραίο γεγονός, εκείνος θα γύριζε κοντά τους! Το αποτέλεσμα; Σύντομα ο Χάρης και η Νόρα βρίσκονται στο εξοχικό της Χαλκιδικής αναμένοντας την εκ θαύματος επιστροφή του παιδιού τους η οποία, όμως, δεν φαίνεται να συμβαίνει όπως εκείνοι την περίμεναν. Στο λαβύρινθο του μυαλού τους θα αντιμετωπίσουν τα χειρότερα παιχνίδια που μπορεί να τους παίξει και θα δοκιμαστούν σε κάθε επίπεδο παραλογισμού.
«Διότι καθώς τα πρώτα δάκρυα έτρεχαν ακάλεστα καθώς έσκυβε και γονάτιζε μπροστά στο κρεβάτι και αγκάλιαζε το κρεβάτι
με το πρόσωπο του βουτηγμένο στην ανθρωπόμορφη λακούβα ένιωθε κάτι που δεν ήταν μήτε αέρας μήτε απουσία
μήτε καν ανάμνηση: Eλα λίγο στον μπαμπά που σε λατρεύει.
Σαν την καρδιά και η αγκαλιά – μ ‘ ό,τι μπορεί βολεύεται.»Advertising
Το βιβλίο “Επειδή είναι η καδιά μου” είναι ένα μυθιστόρημα για την αγάπη και το πένθος, από τον Αύγουστο Κορτώ, στις σελίδες του οποίου ο συγγραφέας περιγράφει τις καταστάσεις ως έχουν προβάλλοντας αναλλοίωτα τα συναισθήματα που αναδεικνύονται , όταν ο ανθρώπινος νους διαβαίνει σκοτεινά μονοπάτια. Με γλώσσα σκληρή , ή μάλλον υπερβολικά σκληρή, και ταυτόχρονα καθημερινή που χαρακτηρίζει το βιβλίο, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται πόσο εύκολα μπορεί ένας άνθρωπος να μεταφερθεί από την, ίσως, κορυφή της ευτυχίας, στον πάτο της μιζέριας. Συμβολισμοί, αναμνήσεις που εμφανίζονται ως βάλσαμο στο μυαλό των ηρώων, και του αναγνώστη, την κατάλληλη στιγμή και το χωρίς ευγένεια χιούμορ του συγγραφέα (ούτε εδώ το χάνει) πιάνουν τον καθένα από το χέρι και του δείχνουν μια ολόκληρη ιστορία βγαλμένη από τη ζωή.
Από το οπισθόφυλλο:
Η Νόρα κι ο Χάρης ζούνε τις τελευταίες µέρες του γάμου τους, διαλυµένου απ’ τον χαμό του εξάχρονου γιου τους Άγγελου. Ώσπου ένα βράδυ ο Άγγελος έρχεται σ’ ένα µοιρασµένο όνειρο και τους υπόσχεται πως, αν επιστρέψουν στον τόπο της στερνής τους παραθέρισης και προβούν στην υπέρτατη θυσία, θα επιστρέψει κοντά τους. Μόνο που, όταν βρίσκονται και πάλι στο αποµονωµένο εξοχικό της Χαλκιδικής, ο Χάρης και η Νόρα διαπιστώνουν ότι το φράγµα ανάµεσα σε φύση και υπερφυσικό έχει καταρρεύσει, ότι το όνειρο απέχει µια ανάσα απ’ τον εφιάλτη κι ότι το παρελθόν συνεχίζει να ζει, παντοδύναµο.
Μια ιστορία για την παραφροσύνη της αγάπης – που, όπως και η πραγµατικότητα, ξεπερνά τη φαντασία