Πρόσφατα διάβασα «Την Τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο» και σκέφτηκα να ψάξω λίγο περισσότερο την ζωή του Άρθουρ Σοπενχάουερ, του ανθρώπου που έγραψε ένα βιβλίο για το πώς να «καλύπτεις» το άδικο σου αλλά και πώς να ανακαλύπτεις τα τεχνάσματα των άλλων, κυρίως. Ποιος είναι αυτός ο Σόπενχάουερ που έχει αφήσει ένα τέτοιο όνομα πίσω του;
Κατ’ αρχήν, ο Άρθουρ Σοπενχάουερ ήταν Γερμανός φιλόσοφος γνωστός για τον αθεϊστικό πεσιμισμό του και την φιλοσοφική του διαύγεια. Οι απόψεις του και ο αφοριστικός τρόπος γραφής του επηρέασαν πολλούς γνωστούς ανθρώπους του πνεύματος όπως ο Φρειδερίκος Νίτσε, ο Ρίχαρντ Βάγκνερ, ο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν, ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, ο Σίγκμουντ Φρόυντ, ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες και πολλοί άλλοι ακόμα.
Όσον αφορά την ζωή του, ο πατέρας του ήταν πλούσιο έμπορος που προόριζε τον γιο του για διάδοχο και η μητέρα του ήταν συγγραφέας. Σπούδασε στο σημερινό Γκντανσκ στην Πολωνία και στο Αμβούργο. Ο πατέρας του τον ώθησε να μάθει πολλές ξένες γλώσσες, έχοντας στο μυαλό του ότι θα ακολουθήσει τα χνάρια του, και γι’ αυτό ταξίδεψε στην Ολλανδία, στην Ελβετία, στην Αυστρία και στην Αγγλία, ενώ έμεινε για δύο χρόνια στη Γαλλία. Τα παιδικά του χρόνια δεν ήταν πολύ ευχάριστα λόγω της συμπεριφοράς του πατέρα του και κάποιων προβλημάτων υγείας που είχε.
Από τα μικροπράγματα καταλαβαίνουμε καλύτερα τον χαρακτήρα του ανθρώπου. Γιατί στα πιο μεγάλα δείχνεται πιο προσεκτικός και κρύβεται.
Όταν το 1805 πέθανε ο πατέρας του, ενώ του άφησε μια τεράστια κληρονομιά που του επέτρεπε να ζει χωρίς να εργάζεται. Φοίτησε στο γυμνάσιο στην Γκότα και στη Βαϊμάρη και το 1809 γράφτηκε στην ιατρική σχολή, όπου είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει τα μαθήματα του Schulze. Επηρεασμένος από αυτά άρχισε να ασχολείται με τη φιλοσοφία και να διαβάζει Πλάτωνα και Καντ. Το 1811 μετακόμισε στο Βερολίνο, όπου παρακολούθησε τα μαθήματα του Σλάιερμαϊερ και του Φίχτε. Πήρε πτυχίο μετά από 2 χρόνια γράφοντας μια πτυχιακή εργασία την οποία εκτίμησε ιδιαίτερα ο Γκαίτε. Το διάστημα 1818-1819 επισκέπτεται τη Ρώμη, τη Νάπολη και τη Βενετία όπου και παραλίγο να νυμφευθεί. Το 1820 έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου μετά από μια λεκτική σύγκρουση με τον Χέγκελ. Οι ώρες των μαθημάτων του συνέπιπταν με αυτών του Χέγκελ, με αποτέλεσμα μετά από ένα εξάμηνο να διακοπούν. Έτσι αρχίζει τα ταξίδια στην Ελβετία, στην Ιταλία και στη Γερμανία. Το 1825 επέστρεψε στη Γερμανία με την πρόθεση να ξεκινήσει την πανεπιστημιακή του καριέρα, αλλά έφυγε λόγω της έλλειψης ενδιαφέροντος από την πλευρά του πανεπιστημίου και της επιδημίας της Χολέρας που οδήγησε στον θάνατο και τον Χέγκελ. Το 1833 μετακόμισε στη Φρανκφούρτη, όπου και έζησε για το υπόλοιπο της ζωής του και τελικά πέθανε το 1860 σε ηλικία 72 χρονών από πνευμονική εμβολή.
Ένα σημείο εστίασης της φιλοσοφίας του Άρθουρ Σοπενχάουερ ήταν η διερεύνηση του πάνω στο ατομικό κίνητρο. Πριν από τον Σοπενχάουερ, ο Γκέοργκ Βίλχελμ Φρήντριχ Χέγκελ είχε εισαγάγει την έννοια του Zeitgeist, την ιδέα ότι η κοινωνία διέπετο από μια συλλογική συνείδηση η οποία κατέτεινε προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, δίνοντας την κατευθυντήριο γραμμή στα μέλη της. Ο Σοπενχάουερ άσκησε κριτική στη λογική βελτιοδοξία και την πίστη ότι η ατομική ηθική καθορίζονταν από την κοινωνία και από τον Λόγο. Πίστευε ότι οι άνθρωποι υποκινούνταν από τις ίδιες τους τις βασικές επιθυμίες, ή από τη Wille zum Leben (βούληση του ζην), η οποία κατεύθυνε όλη την ανθρωπότητα.
Για τον Σοπενxάουερ, η ανθρώπινη επιθυμία, η «βούληση» και η θέληση προκαλούν πόνο και ανέχεια. Ένας προσωρινός τρόπος να απαλλαχθεί κανείς από τον πόνο είναι μέσω της αισθητικής περισυλλογής. Αυτός είναι ο αμέσως καλύτερος τρόπος καταστολής της βούλησης, πέρα από την πλήρη εξάλειψη του θέλειν. Η μουσική κατέχει μείζονα θέση στην αισθητική θεώρηση του καθώς, λόγω της αφαιρετικότητας της, δεν βασίζεται σ’ ένα φαινομενολογικό παραστατικό μέσον. Αισθητικά αναπαριστά την Βούληση καθαυτή, αδιαμεσολάβητη, και όχι όπως αυτή παρουσιάζεται υπό του ατομικιστικού πρίσματος.
Η έμφυτη ικανότητα μπορεί πολλές φορές ν’ αναπληρώσει την έλλειψη μόρφωσης, αλλά καμιά πνευματική μόρφωση δεν μπορεί ν’ αναπληρώσει την έλλειψη έμφυτης ικανότητας.
Η πολιτική σκέψη του Άρθουρ Σοπενχάουερ είναι, σε μεγάλο μέρος της, ένας απόηχος του ηθικού του συστήματος, το οποίο αναπτύσσεται στο βιβλίο «Στα Θεμέλια της Ηθικής». Η ηθική καταλαμβάνει περίπου ένα τέταρτο του κύριου έργου του Σοπενxάουερ, «Ο κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση.» ο Σοπενxάουερ περιγράφει τον εαυτό του ως υπέρμαχο ενός φιλελεύθερου κυβερνητικού συστήματος. Το ουσιώδες ήταν, πίστευε, το κράτος «να αφήνει κάθε άνθρωπο ελεύθερο προς την αναζήτηση της προσωπικής λύτρωσης», και θα προτιμούσε «να κυβερνάται από ένα λιοντάρι παρά από τους αρουραίους ακόλουθούς του» — δηλαδή προτιμούσε τη διακυβέρνηση ενός μονάρχη από ένα δημοκράτη. Ο Σοπενxάουερ παρ’όλα αυτά συμμεριζόταν την άποψη του Τόμας Χομπς για την αναγκαιότητα του κράτους, και της κρατικής βίας, με την οποία καταστέλλονται οι καταστροφικές τάσεις που ενυπάρχουν στο ανθρώπινο είδος. Σύμφωνα με ομολογία του ίδιου, δεν στοχάστηκε ιδιαίτερα πάνω στα πολιτικά ζητήματα, και πολλές φορές αναφέρει με περηφάνια πόσο λίγη προσοχή έδωσε στις σύγχρονές του πολιτικές υποθέσεις.
Ο Άρθουρ Σοπενχάουερ είχε μια ξεκάθαρη ιεραρχική σύλληψη πάνω στην ανθρώπινη φυλή, αποδίδοντας φυλετική ανωτερότητα στις βόρειες, «λευκές» φυλές, λόγω της ευαισθησίας τους και της δημιουργικότητας τους. Πέραν τούτου, ήταν κατάφωρα αντίθετος προς τη διαφορετική μεταχείριση των ανθρώπων ανάλογα με τη φυλή τους, όντας ένθερμος εχθρός της δουλείας και υποστηρικτής του κινήματος για την κατάργησή της. Από την άλλη, τα γραπτά του είναι εμποτισμένα με μεταφυσικό και πολιτικό αντι-Ιουδαϊσμό. Ο Σοπενxάουερ υποστήριζε ότι ο Χριστιανισμός αποτελούσε μια επανάσταση ενάντια στην υλιστική βάση του Ιουδαϊσμού, επιδεικνύοντας μια ηθική επηρεασμένη από την Άρυα-Βεδική διδασκαλία της αυτοϋπερνίκησης, την οποία αντιπαρέβαλε στην αδαή αναζήτηση μιας επίγειας ουτοπίας, που χαρακτήριζε το Ιουδαϊκό πνεύμα.
Λίγοι άνθρωποι έχουν το χάρισμα να λάμπουν σε μια παρέα, αλλά πάρα πολλοί διαθέτουν τη δύναμη να είναι ευχάριστοι.
Advertising