
Μέρα με τη μέρα, ο χώρος γύρω μας αλλάζει. Οι τεχνολογικές ανακαλύψεις, οι αυξομειώσεις του βιοτικού επιπέδου, αλλά και η εκάστοτε αρχιτεκτονική “μόδα”, οδηγούν σε μια ατέρμονη μεταβολή του αστικού τοπίου. Πάντα όμως θα επιβιώνουν μερικές κυψέλες ιστορίας. Στους γερασμένους τοίχους τους έχουν αποτυπωθεί κάθε μια από τις μέρες που πέρασαν μαζί με τις αμέτρητες συλλογικές και ατομικές ιστορίες που διαδραματίστηκαν μπροστά τους. Στην δική μας περιήγηση, αυτή την φορά στην Κομοτηνή, η σημερινή οδός Ορφέως και η οδός Δημοκρίτου θα είναι τα σημεία αναφοράς μας.
Η Κομοτηνή και ο Μπουκλουτζάς
Η οδός Ορφέως θα μπορούσε κάλλιστα να λέγεται και οδός Όφεως. Ο λόγος δεν είναι άλλος από το σχήμα της. Διασχίζει την Κομοτηνή, δημιουργώντας έναν περίτεχνο μαιανδρισμό, άλλοτε πιο στενό και άλλοτε πιο φαρδύ. Σήμερα είναι μια από τις κεντρικότερες οδικές αρτηρίες της πόλης, αλλά δεν ήταν πάντα έτσι. Το τσιμέντο και η πίσσα σκέπασαν καλά τον Μπουκλουτζά, όνομα όχι και τόσο χαριτωμένο (βλέπε σκατοπόταμος), όπως ονόμαζαν οι Κομοτηναίοι τον ποταμό της πόλης τους.

Στις φωτογραφίες το σκηνικό με το ποτάμι να διαρρέει την πόλη φαίνεται ειδυλλιακό. Η πραγματικότητα όμως ίσως να απέχει λίγο από αυτό. Το ποτάμι στέρευε τα καλοκαίρια, όπου τα σμήνη εντόμων ήταν μόνιμοι θαμώνες, ενώ με τις βροχοπτώσεις δεν έλειπαν και τα βίαια ξεσπάσματα του. Οι Κομοτηναίοι φαίνεται να μην του συγχώρησαν ποτέ τις καταστροφές της δεκαετίας του 1960 και όταν βρέθηκε η κατάλληλη στιγμή, φρόντισαν να του το ανταποδώσουν. Εκτροπή και μπάζωμα. Η σκεπαστή γέφυρα με τα μαγαζάκια, στο σημερινό ύψος του Νεντίμ, ήταν πλέον άχρηστη. Όπως άχρηστο ήταν ότι δεν περιείχε το πολυτιμότερο αγαθό της νεοελληνικής ιστορίας, το τσιμέντο.
Το Βαρόσι και το φρούριο
Συνεχίζοντας την πορεία μας, αφήνουμε πίσω την τοποθεσία της σκεπαστής γέφυρας, ξεκόβουμε λίγο από την παλιά κοίτη για να διασχίσουμε το Βαρόσι. Ήταν η καθεαυτού ελληνική γειτονιά. Τα μεγάλα διώροφα αρχοντικά είναι στοιχισμένα σε παράλληλους ευθείς δρόμους, πράγμα σπάνιο για την Κομοτηνή. Λίγες κατοικίες και το καμπαναριό της Μητρόπολης είναι αυτά που αντιστάθηκαν στην αντιπαροχή και φανερώνουν την τοποθεσία που απεικονίζουν οι παλιές καρτ ποστάλ. Ο πιο πολυσύχναστος δρόμος της Κομοτηνής του σήμερα, η οδός Βενιζέλου, καταλήγει δίπλα στο αρχαιότερο μνημείο της πόλης, το φρούριο.

Οι εικόνες από το εσωτερικό του φρουρίου μέχρι και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι για εμάς σήμερα σκηνές παραμυθιού. Σπίτια το ένα πάνω στο άλλο, καλντερίμια στρωμένα με μεγάλες πέτρες, μια Συναγωγή και η Ορθόδοξη Μητρόπολη σ’ απόσταση αναπνοής. Παρά την ύπαρξη του μητροπολιτικού ναού, οι κάτοικοι του φρουρίου είναι αποκλειστικά Εβραίοι. Το βράδυ οι μεγάλες ξύλινες πόρτες κλείνουν για την ασφάλεια των κατοίκων. Τα τείχη προστατεύουν και ταυτόχρονα χωρίζουν δύο διαφορετικούς κόσμους. Η βουλγαρική κατοχή έθεσε τα θεμέλια για την εξαφάνιση του ενός. Ο χρόνος και η εγκατάλειψη, ολοκλήρωσαν απλά το έργο τους.

Η Λέσχη και η Αστική Σχολή
Το τέλος της οδού Βενιζέλου, μας βγάζει ξανά στην παλιά κοίτη και πλέον στην οδό Δημοκρίτου. Στην μικρή Κομοτηνή των αρχών του 20ου αιώνα, άρχισαν να ορθώνονται σταδιακά δυο κτήρια που θα την σφραγίσουν με την παρουσία, την προσφορά και την αρχοντιά τους. Το πρώτο που συναντάμε είναι η Λέσχη των Κομοτηναίων. Μπροστά απ’ τα μαρμάρινα σκαλιά της, περνούν χιλιάδες άνθρωποι καθημερινά. Μέσα στις αίθουσες της μπορούμε ακόμα να φανταστούμε τις χοροεσπερίδες και τα κοινωνικά δρώμενα του παρελθόντος. Η σκάλα μας οδηγεί στον πάνω όροφο και από εκεί στο μπαλκόνι. Η θέα μας στα νότιο-δυτικά μας κατευθύνει αναπόφευκτα στην Αστική Σχολή.

Για να την προσεγγίσουμε, κάποτε θα έπρεπε να διασχίσουμε μια γέφυρα, ενώ σήμερα μια διάβαση πεζών. Ανάμεσα στην μεγάλη αυλή, στέκει αγέρωχο το κτήριο της Παλιάς Πρυτανείας, που δωρήθηκε από τον Νέστορα Τσανακλή. Από τα 110 χρόνια που κουβαλά στην πλάτη της, ίσως οι πιο δραματικές ιστορίες που μπορεί να μας διηγηθεί είναι από την περίοδο που μετατράπηκε σε ορφανοτροφείο. Οι φωνές των παιδιών με την πάροδο του χρόνου αντικαταστάθηκαν από αυτές των μεγάλων και έπειτα σιωπή.
Η ροή του σήμερα
Από την δεκαετία του 1970, η Κομοτηνή του Μπουκλουτζά γινόταν σταδιακά μια ανάμνηση για τους παλαιότερους. Παρά το κακό του όνομα, στις όχθες του, θα χτιστούν σημαντικά ιδιωτικά και δημόσια κτήρια. Τα περισσότερα θα χαθούν όπως χάθηκε και το ίδιο το ποτάμι, που αποτελούσε αναπόσπαστο στοιχείο της πόλης από την γέννεση της. Οι όχθες έγιναν πεζοδρόμια και η κοίτη έγινε πολύβουος δρόμος. Παρόλα αυτά οι άνθρωποι συνεχίζουν να ακολουθούν τη ροή που χάραξε αυτός. Και κάπως έτσι θα συνεχίσουν.

Πηγές:
- https://katsimigas.wordpress.com/%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CE%B5%CE%BF%CE%B4%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BA%CE%AE/
- https://www.facebook.com/Komothnh-palies-foto-230930670337149/?fref=ts
- https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CE%BF%CE%BC%CE%BF%CF%84%CE%B7%CE%BD%CE%AE
Σύνταξη κειμένου: Παναγιώτης Μπαρδάκης
Επιμέλεια κειμένου: Ελευθερία Σακελλαρίου