Παλαιότερα, σε ένα πολιτικό άρθρο μου με τίτλο: Δέκα σκέψεις για την εκλογή Trump-the world tends to fall apart που έγραφα με αφορμή τις Αμερικανικές εκλογές και τα εξωφρενικά τους αποτελέσματα κατέληγα σε μία δυσοίωνη μάλλον πρόβλεψη: Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη. Ένας μπούφος όμως, μπορεί να φέρει την καταστροφή! Η χονδροειδής σκέψη του Donald Trump, ο επαρχιωτισμός, ο ρατσιστικός λόγος, η μισαλλοδοξία, ο Χριστιανοκεντρισμός, ο υπερπατριωτισμός και ο βερμπαλισμός του -όλα τα συνθετικά στοιχεία της Ρεπουμπλικανικής ιδεολογίας- βρήκαν αντίκρισμα στην Αμερικανική κοινωνία. Ο μέσος Αμερικάνος βλέπει τον εαυτό του πια στο πρόσωπο του νέου προέδρου διότι στο τέλος της μέρας είναι και ο ίδιος ημιμαθής, ρηχός και απάνθρωπος. Μπορεί οι οικονομικές ανισότητες μεταξύ προέδρου και ψηφοφόρων να μοιάζουν σκανδαλώδεις όμως δεν φαίνεται πια να μας ενδιαφέρουν τόσο όλα αυτά. Ο καθένας κοιτάει την τσέπη του. Η Μαρξιστική ανάλυση του κόσμου και των φαινομένων του βρίσκεται οριστικά πίσω μας και δεν μεταφράζει τα προβλήματα του σύγχρονου πολίτη ούτε προσφέρεται για δυναμικές λύσεις. Οι άνθρωποι της Δύσης ζουν σε κλίμα φόβου κι αυτό υπήρξε και επιτάχυνε την διολίσθηση στην βαρβαρότητα του Τραμπισμού πολύ πριν διαδεχθεί τον συμπαθή Obama o δισεκατομμυριούχος αγροίκος του New York city . Οι ίδιες οι συνθήκες αναδεικνύουν τους χειρότερους ηγέτες. Ρωσική επανάσταση χωρίς μία σκοτεινή Τσαρική εξουσία δεν θα μπορούσε να υπάρξει εάν η ίδια η Τσαρική εξουσία δεν ήταν βαθιά άδικη και αντιανθρώπινη. Μία ίδια αναλογία ισχύει και για την τρέχουσα διεθνή πραγματικότητα. Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται αλλά τα φαινόμενα αντιγράφονται. Άνοδος ακροδεξιών μορφωμάτων και ακραίος ευρωσκεπτικισμός (εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης) δεν θα μπορούσαν να προκύψουν -ειδικά έπειτα από την ιστορικά πρόσφατη θηριωδία του Ναζισμού- δίχως μία σειρά από αιτίες που μας επιστρέφουν κατευθείαν πίσω στην ζούγκλα. Οι ΗΠΑ αποτελούν ένα καλό παράδειγμα μικρογραφίας του συνόλου. Τα προβλήματά του πολιτισμένου, φιλελεύθερου κόσμου αποτελούν τόσο εσωτερικό ζήτημα -μαφίες, Ισλαμική τρομοκρατία, τραπεζική παντοδυναμία- όσο και αποτέλεσμα αποτυχημένης διεθνούς διπλωματίας. Ο Trump και ο Kim απειλούν να τινάξουν τον κόσμο στον αέρα διαφωνώντας για το ποιος έχει το μεγαλύτερο κουμπί πυρηνικών στο γραφείο του και οι υπόλοιποι σχολιάζουμε από το internet τα χάλια τους. Το μέλλον παραδίδεται σε ηγέτες του νηπιαγωγείου όμως κανείς δεν φαίνεται να πιστεύει ότι του αναλογεί κάτι καλύτερο. Η αγελαία συμπεριφορά είναι ενδεικτική του μεγέθους του προβλήματος και η αβάσταχτη ελαφρότητα που μας χαρακτηρίζει είναι σαν να υπάρχει για να πιστοποιεί κάθε μέρα ότι ζούσε σ’ έναν εντελώς επίφοβο περιβάλλον το οποίο οι ίδιοι οι πολίτες έχουμε συνθέσει.
Πού οφείλεται η ελαφρότητά μας; H αριστερά στην Ελλάδα αλλά και παντού στον κόσμο διεκδικώντας με ψυχαναγκαστική μανία το προνόμιο του καλού ανθρώπου, τον τίτλο της πασιφιστικής παράταξης, δίνει τις πιο πρόχειρες απαντήσεις. Εκείνες που μοιάζει να θέλουμε να ακούσουμε όλοι ώστε να διεκδικούμε κι εμείς οι ίδιοι αυτό το αυθαίρετο σκήπτρο της ηθικής ανωτερότητας με ένα ωστόσο υψηλότατο κόστος. Ο σημαντικότερος φόβος του παρόντος είναι αναμφισβήτητα η έξαρση των τρομοκρατικών επιθέσεων πιστών του Αλλάχ στον Ευρωπαϊκό χώρο. Η Γαλλία, χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της νέας κατάστασης, αιμορραγεί. Οι άνθρωποι έχουν αρχίσει να καταλαβαίνουν ότι μπορούν να συνυπάρχουν αποκλειστικώς με πληθυσμούς που μοιράζονται μαζί τους ένα κοινό νομικό σύστημα. Τα ήθη, τα έθιμα, οι ιδιαιτερότητες, η ίδια η καλλιέργεια (culture) δηλαδή, προκύπτει από κοινές βάσεις. Διαφωτισμός, Δημοκρατία, κοσμικό κράτος. Ενώ οι ίδιοι οι Ισλαμιστές -μέχρι και οι τρόπον τινά εκκοσμικευμένοι- παραδέχονται ότι η ίδια η θρησκεία τους επιβάλλει τον δικό της πολιτικό νόμο (Σαρία) που συνδέει άμεσα με το σύστημα ηθικής ακόμη και εντός του δικού μας χώρου, η αριστερά παράταξη επιμένει να εθελοτυφλεί διαπράττοντας ουσιαστικά ένα έγκλημα εναντίον του εαυτού της. Η Marine Le Pen μπορεί να έχει σε όλα άδικο εκτός όμως από ένα κρίσιμο σημείο όπου φτάνει από τον λάθος βεβαίως δρόμο, συντηρητισμού, εθνικισμού και μεγαλοϊδεατισμών, σε ορθό ωστόσο συμπέρασμα. Και το ζήτημα έχει να κάνει με την περιβόητη πολυπολιτισμικότητα. Η ανεξέλεγκτη πρακτική που ανακατεύει τόσο επιπόλαια διαφορετικούς πληθυσμούς ώστε να απειλείται η ίδια η δημοκρατική μας υπόσταση από τα θεμέλιά της αποτελεί ένα γνήσια αριστερό προϊόν που μέσα στον πυρετό διεκδίκησης δικαιωμάτων για όλους βάζει τα πάντα στο μπλέντερ και στρέφει τελικώς τις κοινωνίες σε υστερικές αντιδράσεις, σε ρατσιστικές συμπεριφορές , σε επιλογές πολιτικών άκρων που δείχνουν πως κάτι κοχλάζει.
Η σύγχρονη σχέση μεταξύ πολιτών και αριστεράς-δεξιάς σχετίζεται άμεσα και με την πολιτική ορθότητα στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα κάθε φορά που προκύπτουν τόσο δυσεπίλυτα θέματα. Οι κοινωνίες διχάζονται για άλλη μία φορά εφόσον από τη μία οι μειονότητες υπερτονίζουν πλέον τα δικαιώματά τους επιβάλλοντας ένα ιδιότυπο είδος λογοκρισίας -με τις ευλογίες της αριστεράς που είναι κυρίαρχη ιδεολογία- σε οποιονδήποτε νομίζουν ότι τους επιβουλεύεται και από την άλλη η μεγάλη πλειοψηφία δυσανασχετεί, προβληματίζεται, αρχίζει να σκέφτεται πως enough is enough. Μεγάλο κομμάτι αυτής της πλειοψηφίας των αγανακτισμένων πέφτει θύμα του λεγόμενου Populism (λαϊκισμός), βασικού πολιτικού εργαλείου στην παλέτα της χειραγώγησης που τροφοδοτεί την προαναφερθείσα πολτική ορθότητα της αριστεράς αλλά ταυτοχρόνως ωθεί την οργισμένη δεξιά στα πιο σκοτεινά μονοπάτια της. Έτσι προκύπτει η πόλωση. Αυθαίρετες ταμπέλες, γενικεύσεις, αφορισμοί. Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να γνωρίζουν ποιος εκπροσωπεί το καλό και ποιος το κακό περίπου με θρησκευτικούς όρους και οι πολιτικοί ηγέτες έρχονται να διαδραματίσουν αυτόν τον ρόλο συνήθως με ολέθρια αποτελέσματα. Οι μάζες αγνοούν την σημασία του γκρίζου, αδυνατούν να ερμηνεύσουν την πολυπλοκότητα των διεθνών σχέσεων, επιλέγουν με βάση το συναίσθημα, προσωποκεντρικά και τις περισσότερες φορές τιμωρητικά. Η εκλογή Trump -επιστρέφω στην βάση του αρχικού συλλογισμού- αποτελεί περίτρανη απόδειξη αυτής της παγκόσμιας τάσης. Μπορεί σύσσωμος τόσο ο πνευματικός κόσμος όσο και τα pop είδωλα να υποστήριξαν ανοιχτά την Hilary Clinton και κατά συνέπεια την Liberal ιδεολογία όμως η ρητορική μίσους και οι εξυπνακισμοί όπου βασίστηκε το Ρεπουμπλικανικό κόμμα κέρδισαν την μάχη. Η μάζα απεχθάνεται τις ελίτ κάθε είδους και το αποδεικνύει έμπρακτα πλέον κάθε φορά που της δίνεται η ευκαιρία. Παρά την ευρεία αποδοχή μίας φιλελεύθερης πρότασης από το καλύτερο μέρος της κοινωνίας, οι λαοί πιστεύουν ότι ο “καθωσπρεπισμός” δεν λειτουργεί πουθενά. Εξιτάρονται στην ιδέα: Hit the nail on the head ακόμη κι αν συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.
Η έκπτωση στην πολιτική ζωή δεν αποτελεί καινούργιο φαινόμενο. Ανέκαθεν ο κόσμος προχωρούσε με τον ρυθμό, δύο βήματα μπρος, ένα βήμα πίσω και τα πράγματα γίνονταν πολύ χειρότερα μέχρι να γίνουν καλύτερα. Παρ’όλα αυτά ίσως μπορούμε να εικάσουμε ότι για πρώτη φορά το μέλλον της ανθρωπότητας ακολουθεί την αισθητική γραμμή reality show. Μάλιστα πρόσφατα η διάσημη Αμερικανίδα παρουσιάστρια Oprah Winfrey έγινε η αγαπημένη των media για επόμενη πρόεδρος των ΗΠΑ κι ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων σύμφωνα με δημοσιευμένες δημοσκοπήσεις συμφωνεί και επαυξάνει. Οι άνθρωποι έχουν την ανάγκη για απλές λύσεις που αναμένουν να τους προσφέρει το “παιδί της διπλανής πόρτας” είτε πρόκειται για έναν θερμοκέφαλο μικροαστό που τραγουδά εύθυμος the yellow rose of Texas είτε για μία συνηθισμένη νεοφεμινίστρια που ονειρεύεται την ζωή των Kardashians και πορώνεται με το X-Factor διαλαλώντας παράλληλα: black lives matter.
Όπως φάνηκε για άλλη μια φουρτουνιασμένη χρονιά, οι άνθρωποι αρέσκονται να πετάνε ανάμεσα στα σύννεφα και στους αιθέρες. Η αλήθεια παραείναι σκληρή ώστε να την αντιμετωπίσουν σοβαρά οπότε οι συλλογικές τους αποφάσεις καταλήγουν επιπόλαιες και ασόβαρες. Μοναδικό ενθαρρυντικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι οι βλακώδεις κορώνες δίνουν την θέση τους σταδιακώς σ’ ένα πλήθος από φλέγοντα ερωτήματα. Ποιοι είμαστε, πώς θέλουμε να υπάρχουμε μέσα στον κόσμο και τελικά ποιες συμμαχίες και ζυμώσεις πρέπει να πραγματοποιηθούν εντός του χώρου μας για να αποφύγουμε τα χειρότερα; Όπως και να έχει πάντως πιστεύω ακράδαντα ότι απέναντι στην άνοδο των ακραίων φωνών, ο διάλογος μεταξύ των δημοκρατικών παρατάξεων είναι μονόδρομος. Οι σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις οφείλουν να έρθουν σε συνεργασία με το φιλελεύθερο φάσμα ώστε να σχηματίσουν έναν τοίχο μπροστά στον κίνδυνο της ακροδεξιάς ανόδου αλλά αυτή η αποστολή μπορεί να έρθει εις πέρας μόνο εάν αντιμετωπίσουμε με ρεαλιστική διάθεση την μετέωρη πραγματικότητα που καθορίζει τις ζωές μας.