
Πολλές φορές δεν σε αντέχω καθόλου. Μου δίνεις την εντύπωση πως έχεις ως σκοπό της ζωής σου να κάνεις ό,τι περνάει από το χέρι σου για να με τρελάνεις και να με εξουθενώσεις, μου δίνεις την εντύπωση πως αντλείς ενέργεια από αυτό, πως παίρνεις όρεξη και ρυθμό. Πολλές φορές δεν σε αντέχω καθόλου. Και ίσως για αυτό σε λατρεύω.
Με νευριάζει που τα πρωινά μας δεν μιλάς ποτέ και αρκείσαι σε μοχθηρά μουγκρίσματα προϊστορικού τέρατος, με νευριάζει που δεν τρως ποτέ από το πρωινό που φτιάχνω, με νευριάζει που ξυπνάς τουλάχιστον δυο ώρες μετά από μένα και κοιμάσαι ξανά.
Με νευριάζει που τα μεσημέρια τρώμε πάντα αυτό που έχεις στο μυαλό σου, που ό,τι ιδέα και αν έχω πάει χαμένη στο βωμό της κοιλιοδουλείας σου, που ό,τι όρεξη και αν έχω βυθίζεται σαν πουρές στο μυαλό μου. Με νευριάζει που τρως τόσο αργά ενώ με κοιτάς και μιλάς ακατάπαυστα για τα ΠΑΝΤΑ με μπουκωμένο στόμα, και εγώ απέναντί σου, δεν μπορώ να καταλάβω έστω και μια λέξη.
Με νευριάζει που τα απογεύματα της βόλτας μου πιάνεις το χέρι πάντα, και δεν μπορώ να κάνω έστω και ένα βήμα ολομόναχος, με νευριάζει που καθόμαστε πάντοτε εκεί που σου αρέσει, που καθόμαστε πάντοτε εκεί που προτιμάς, και που ποτέ δεν με ρωτάς. Με νευριάζει που κοιτάς μισή ώρα τον κατάλογο, ενώ πάντα παίρνεις το ίδιο πράγμα, με νευριάζει που πετάγεσαι στη φωνή μου και γεμάτη περηφάνια φωνάζεις αυτό που θες στο σερβιτόρο, ενώ πάω να παραγγείλω εγώ. Με νευριάζει που θες να περπατάμε το καλοκαίρι και να αράζουμε το χειμώνα, με νευριάζει που σταματάμε ανά 5 λεπτά για να φωτογραφίσεις κάτι “σπάνιο” και “γοητευτικό», με τον ήλιο να καίει το σώμα μου και εσένα τη ψυχή μου.
Με νευριάζει που τα βράδια βλέπουμε τις χαζορομαντικές σου ταινίες αντί για κάτι που έχει ΕΣΤΩ υπόθεση, με νευριάζει που τα ποπ κορν που χλαπακιάζεις με μανία ορμάνε ένοπλα στη μεριά μου, με νευριάζει που με ρωτάς συνέχεια πράγματα για σειρές παρόλο που τις ξεκινήσαμε μαζί την ίδια στιγμή και γνωρίζω ό,τι και εσύ, με νευριάζει που όταν τρομάζεις στα θρίλερ φωνάζεις δυνατά μέσα στο αυτί μου, λες και πήραμε το Μουντιάλ.
Αλλά αδιαφορώ για όλα αυτά.
Αδιαφορώ, γιατί λατρεύω που το πρώτο πράγμα που κάνεις κάθε πρωί είναι να έρχεσαι στην αγκαλιά μου και να κοιμάσαι ξανά μέσα της, λατρεύω τη «τώρα τι να του πω;» φάτσα σου όταν φτιάχνω κάτι και δεν σου αρέσει, και μάλλον λατρεύω να μου μιλάς για άσχετα πράγματα, ακόμα και αν μασάς με πάθος ακόμα εκείνη τη στιγμή.
Λατρεύω τις γκριμάτσες σου όταν μου αρπάζεις το χέρι όποτε θες εσύ, και όταν θες να φωτογραφίσεις κάτι, όσο ηλίθιο και αν είναι, και κατά βάθος, λατρεύω τις ταινίες που διαλέγεις, αλλά και το βλέμμα ικανοποίησής σου όταν σου αρέσει πολύ.
Λατρεύω και τη βαβούρα στο δωμάτιο όταν βλέπουμε σειρά, γιατί τρέμω στην ιδέα ότι κάποια στιγμή μπορεί να μην ακούγεται στάλα ήχου, γιατί τρέμω στην ιδέα ότι μπορεί να γράφω κάποτε κείμενα για σένα με ζοφερό τέλος, κείμενα χωρίς νεύρα και διαφωνίες, κείμενα ποτισμένα με δάκρυα.
Δεν πίστευα πάντα στα happy endings, αλλά αφού σε γνώρισα ξέρω ότι δεν υπάρχει και άλλη επιλογή.