
Ο Χέμινγουεϊ, αποκαλούσε την Κούβα «πατρίδα του», μία πατρίδα που του χάρισε τα δύο από τα πιο γνωστά του βιβλία και ένα βραβείο Νόμπελ το 1954. Η χώρα, που είναι περισσότερο γνωστή για την παραγωγή ζάχαρης και καπνού, κρύβει έναν αρχιτεκτονικό πλούτο, ο οποίος εύκολα μας παραπέμπει στην, επίσης, πλούσια ιστορική και πολιτισμική της παράδοση. Η πρωτεύουσα, Αβάνα, θεωρείται μία από τις παλαιότερες πόλεις του Νέου Κόσμου και όχι αδίκως, καθώς ο εποικισμός της ξεκίνησε όταν ο Χριστόφορος Κολόμβος έφτασε στο νησί το 1492. Έκτοτε και για περισσότερο από 450 χρόνια, δηλαδή έως και την Κουβανική Επανάσταση του 1953, η Αβάνα βρισκόταν στο επίκεντρο των γεωπολιτικών αλλαγών που ταλάνισαν και σημάδεψαν αποφασιστικά τη ζωή στο νησί και, κατ΄επέκταση, την αρχιτεκτονική όψη της μεγαλύτερης πόλης του.
Αποικιακή Αρχιτεκτονική

Όντας αποικία της Ισπανίας, η αρχιτεκτονική της Κούβας έχει δεχτεί πολλές επιρροές από την ιβηρική κουλτούρα, καθώς και από τη Μαροκινή παράδοση (Moorish-inspired style). Εξάλλου, παρόμοιου τύπου οικίες μπορεί κανείς να συναντήσει σε πόλεις του Μεξικού, το οποίο επίσης είχε εποικιστεί από τους Ισπανούς. Ωστόσο,τα σπίτια στην Αβάνα φαίνεται να διαφέρουν από αυτά της μητρόπολης, καθώς κρίθηκε αναγκαία η προσαρμογή των αρχιτεκτονικών σχεδίων στο κλίμα της περιοχής. Οι ανοιχτές ταράτσες και ημικυκλικές βεράντες, που έχουν θέα τους πολυσύχναστους δρόμους της κουβανικής πρωτεύουσας, αποτελούν το κύριο χαρακτηριστικό αυτών των σπιτιών. Φυσικά, τα ανοιχτά μπαλκόνια και τα μεγάλα παράθυρα δεν αποτελούσαν απλώς χώρους “αναψυχής” αλλά συνέβαλλαν στην ευκολότερη κυκλοφορία του φρέσκου αέρα στο εσωτερικό του σπιτιού, ενώ κατά τους θερινούς μήνες εμπόδιζαν τον ήλιο, κρατώντας το σπίτι δροσερό. Επιπλέον, πολλά από τα κτήρια διέθεταν υπόγειο ή μεσοπάτωμα, χώροι που χρησίμευαν στη φιλοξενία των σκλάβων.
Νεοκλασικισμός

Παρατηρώντας κανείς το επιβλητικό Gran Teatro de La Habana, παρατηρεί τις εμφανείς ομοιότητες με τα κτήρια που συναντώνται στο Παρίσι ή σε άλλες πόλεις της Βόρειας και κεντρικής Ευρώπης. Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο Νεοκλασικισμός ήταν αρκετά αγαπητός στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ανάπτυξη, έχοντας ως άμεση συνέπεια την «μεταφορά» αυτού του τύπου αρχιτεκτονικής, αλλά και εξωτερικής διακόσμησης, στις αποικιακές πόλεις. H ουσιαστική ενσωμάτωση των νεοκλασικιστικών αρχιτεκτονικών χαρακτηριστικών στην Αβάνα, οφείλεται εν μέρη στην επανάσταση της Αϊτής το 1791 (εξέγερση των σκλάβων εναντίων των Γάλλων αποίκων), και την φυγή πολλών Γάλλων στην Κούβα. Όπως και με την αποικιακή αρχιτεκτονική, οι Κουβανοί ενσωμάτωσαν αυτές τις εξωτερικές επιρροές στο δικό τους υγρό και ζεστό κλίμα, αλλά πρωτίστως στη δική του ξεχωριστή ιδιοσυγκρασία. Όπως, έχει ειπωθεί από πολλούς επισκέπτες η Αβάνα μπορεί να χαρακτηριστεί και ως η «Πόλη των Στύλων» λόγω των πολλών passaggii (κιονοτές στοές), οι οποίες ευνοούν τους περιπάτους, υπό συνθήκες καύσωνα, δημιουργώντας σκιερούς χώρους που καθιστούν ευχάριστη τη βόλτα των Κουβανών.
Η Αμερική και η Μετα-Επαναστατική Αβάνα

Το Καπιτώλιο της Κούβας, αν και έργο του Κουβανού αρχιτέκτονα Eugenio Rayneri Piedra, θα μπορούσε με ευκολία να συγκριθεί με το Καπιτώλιο της Ουάσινγκτον. Ωστόσο το El Capitolio, όπως είναι γνωστό, δεν αποτελεί, επ’ουδενί, πιστό αντίγραφο του αμερικανικού κτηρίου, αφού σε αυτό οι διακοσμητικές λεπτομέρειες των εξωτερικών τοίχων είναι περισσότερες και πιο περίτεχνες, ενώ οι διαστάσεις του κτηρίου είναι μεγαλύτερες σε πλάτος και μήκος, σε σύγκριση με αυτό της Ουάσιγκτον. Μολονότι μία μεγάλη πλειοψηφία των δημοσίων κτηρίων που κατασκευάστηκαν πριν την επανάσταση του 1953, πατούν σε πρότυπα της αμερικανικής αρχιτεκτονικής, από την Αβάνα δεν λείπουν και τα κτήρια που εναρμονίζονται με το λεγόμενο, Διεθνές Στυλ, ειδικότερα το Art Deco. Χαρακτηριστικά το τελευταίο στυλ, φαίνεται να ήταν αρκετά δημοφιλές στους αρχιτεκτονικούς κύκλους της Αβάνας, αφού πολλά κτήρια, όπως το Bacardi Building (1930) και το Hotel Nacional de Cuba (1930), αποτελούν γνωστά παραδείγματα της Art Deco αισθητικής που αναπτύχθηκε σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής.

Όσο παράδοξο και αν ακούγεται ο αρχιτεκτονικός και πολεοδομικός ορίζοντας της Αβάνα δεν φαίνεται να αλλάζει δραστικά μετά την επανάσταση του 1953. Αν και θα ήταν απολύτως φυσικό, η νέα σοσιαλιστική κυβέρνηση να ακολουθήσει το αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο χωρών όπως η Σοβιετική Ένωση ή η Ανατολική Γερμανία, προχωρώντας δηλαδή στην ανοικοδόμηση των μεγάλων προκατασκευασμένων μπλοκ κατοίκησης (γνωστών με τον όρο Mass Housing), η Κούβα, για μία ακόμη φορά, προσαρμόζει την αρχιτεκτονική στις δικές της ανάγκες, στρέφοντας το ενδιαφέρον της στην συντήρηση της παλιάς πόλης (La Habana Vieja). Το έργο ξεκίνησε να υλοποιείται το 1982, και είχε ως στόχο την ανάδειξη της τοπικής κουλτούρας και πολιτισμικής κληρονομιάς (η περιοχή έχει καταγραφεί ως Μνημείο Πολιτισμικής Κληρονομιάς από την UNESCO). Έτσι βλέπουμε πως, αν και έχοντας δεχτεί τις δυτικής επιρροές, η αρχιτεκτονική της Αβάνας επιδεικνύει μία τάση αυτονόμησης, επιβεβαιώνωντας τον «επαναστατικό» χαρακτήρα των κατοίκων της.

Πηγές Άρθρου
Stretton, D. (2018). Havana Architecture: The History of the City Through Its Buildings. Ανακτήθηκε από https://havanatourcompany.com/havana-architecture-the-history-of-the-city/.(τελευταία πρόσβαση 16/03/2020).