Έπειτα από την συνδιάσκεψη του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας την 26η Οκτωβρίου του 2017 για την νομισματική πολιτική αποφασίστηκε μια μείωση από τον Ιανουάριο, του ύψους του προγράμματος του Q.E. από τα 60 δις τον μήνα σε 30 δις αλλά και μια πιθανή χρονική επέκτασή του πέρα από τον Σεπτέμβριο του 2018 αν κριθεί αναγκαίο. Η Ε.Κ.Τ. έχει ακολουθήσει χαλαρή νομισματική πολιτική από τότε που ξέσπασε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και αργότερα η κρίση δημοσίου χρέους στις χώρες της Ευρωζώνης.
Μαζί με ιστορικά χαμηλά επιτόκια εισήγαγε και την πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης των Η.Π.Α. – η αγορά περιουσιακών στοιχείων, με σκοπό την αύξηση των δανείων που χορηγούν οι τράπεζες. Τα δύο αυτά μέτρα χρησιμοποιήθηκαν για να αναθερμάνουν τον πληθωρισμό και να δώσουν ώθηση στην οικονομία.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο Carsten Brezski, επικεφαλής οικονομολόγος της ING στο CNBC «Αυτή είναι μια ριζική αλλά ταυτόχρονα και ήπια αλλαγή, όχι μια στροφή 180 μοιρών στην νομισματική πολιτική της Ε.Κ.Τ. Στην πραγματικότητα αυτή η προσαρμογή του Q.E. που ανακοινώθηκε, δείχνει ότι η κεντρική τράπεζα θέλει να πραγματοποιήσει μια σταδιακή έξοδο από το πρόγραμμα όσο το δυνατόν πιο προσεκτικά μπορεί ιδανικά χωρίς την ανατίμηση του ευρώ και χωρίς την αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων».
Στην συνέντευξη τύπου που ακολούθησε ο Draghi εξήγησε ότι αυτή η προσαρμογή στην αγορά ομολόγων αντανακλά την αυξανόμενη εμπιστοσύνη ότι θα επιτευχθεί ο στόχος της Ε.Κ.Τ. για τον πληθωρισμό (κάτω και κοντά στο 2%), καθώς επίσης αναγνωρίζει ότι η οικονομική προοπτική και η πορεία του πληθωρισμού παραμένουν εξαρτημένες από την συνεχιζόμενη στήριξη από την νομισματική πολιτική. Ακόμα ανέφερε στους δημοσιογράφους ότι δεν συζητήθηκε από την επιτροπή η σύνθεση του προγράμματος για τις λεπτομέρειες του πλάνου των αγορών των εταιρικών και δημοσίων ομολόγων. «Το μόνο που μπορώ να πω πάνω σε αυτό είναι ότι θα συνεχίσουμε να αγοράζουμε μια αρκετά μεγάλη ποσότητα εταιρικών ομολόγων» είπε χαρακτηριστικά.
Κάποια μέλη της τράπεζας πιστεύουν ότι είναι αρκετά νωρίς για να ελαφρύνουν το πρόγραμμα κινήτρων – ενώ άλλοι είναι της άποψης ότι τα επιτόκια είναι χαμηλά για πάρα πολύ καιρό. Ο Jens Weidmann διοικητής της Γερμανικής κεντρικής τράπεζας και ένα από τα πιο επιθετικά μέλη της Ε.Κ.Τ. είπε στην Washington στις αρχές Οκτώβρη ότι «Δεν βλέπω τον λόγο να συνεχίσουμε να πατάμε το γκάζι της νομισματικής πολιτικής και αυτό ακριβώς κάνουμε εάν συνεχίσουμε τις περαιτέρω αγορές κάθε μήνα».
Η δύσκολη εξίσωση του Draghi
Ο Draghi βρίσκεται μπροστά στην επίλυση μιας αρκετά δύσκολης εξίσωσης όσον αφορά το μέλλον της νομισματικής πολιτικής της Ευρωζώνης και η αποφάσεις που θα ληφθούν τους επόμενους μήνες θα έχουν σημαντική επίδραση για την συνέχεια και την αύξηση της οικονομικής ανάπτυξης στις χώρες του Ευρώ. Η ανατίμηση του ευρώ σε σχέση με τα άλλα νομίσματα αποτελεί κεντρικό ζήτημα στην χάραξη της πολιτικής της Ε.Κ.Τ. Η ανατίμηση αυτή (την 1/1/2017 η ισοτιμία ήταν στα 1,054 EUR/USD ενώ στις 08/12/2017 ήταν στα 1,17 EUR/USD) μειώνει την ανταγωνιστικότητα των χωρών της Ευρωζώνης κάνοντας τα προϊόντα τους ακριβότερα στο εξωτερικό με συνέπεια την μείωση των εξαγωγών τους. Το γεγονός αυτό αποτελεί και τον κυριότερο παράγοντα εξαιτίας του οποίου η γερμανική πλευρά πιέζει για λήξη του προγράμματος του QE. Από την άλλη μεριά αν ο Draghi προσπαθήσει με κάθε τρόπο να κρατήσει σταθερή την συναλλαγματική ισοτιμία κινδυνεύει να αυξήσει τον πληθωρισμό πάνω από τον στόχο του 2%. Επιπλέον αν οι επενδύτες θεωρήσουν ότι το πρόγραμμα θα λήξει χωρίς οι συμμετέχοντες να είναι έτοιμοι να βγουν μόνοι τους στις αγορές, μπορεί να ζητήσουν μεγαλύτερες αποδόσεις για τα ομόλογα των χωρών και των εταιριών που συμμετέχουν. Βέβαια ο Draghi θα μπορούσε να μετακυλήσει αυτές τις δύσκολες αποφάσεις γύρω από την νομισματική πολιτική στον διάδοχό του που προβλέπεται να αναλάβει στις αρχές του 2019.