Η Κρήτη έχει περάσει από διάφορες φάσεις στη διάρκεια της μακραίωνης ιστορίας του. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει η παρακολούθηση της ιστορίας του νησιού από τη στιγμή που καταλήφθηκε από τους Βυζαντινούς και εξής. Γεγονός παραμένει πως μετά την κατάληψη του νησιού από τις δυνάμεις της Κωνσταντινούπολης, ακολούθησε μία περίοδος κυριαρχίας των Σαρακηνών πειρατών, για να ανακαταλάβουν το νησί πάλι οι Βυζαντινοί μέχρι που έπεσε στα χέρια των Ενετών. Οι Ενετοί κράτησαν το νησί στην κατοχή τους ως και το 1669, χρονιά – ορόσημο για την Κρήτη, μιας και τότε έπεσε στα χέρια των Οθωμανών, που είχαν εδραιώσει για τα καλά την παρουσία τους στη Μεσόγειο και εξαπλώνονταν με γοργούς ρυθμούς σε κάθε γωνιά της κεντρικής και νότιας Ευρώπης, δίνοντας μας το δικαίωμα να μιλάμε για οθωμανική Κρήτη.
Η ίδια η περίοδος της οθωμανικής κυριαρχίας ήταν για την Κρήτη ιδιαίτερα σημαντική. Προηγουμένως, η Κρήτη ήταν μέρος της δημοκρατίας της Βενετίας και η αλήθεια είναι πως είχε γνωρίσει σπουδαίες στιγμές δόξας, κυρίως όσον αφορά το πολιτισμικό κομμάτι της ιστορίας της. Ας μην ξεχνάμε ότι στα χρόνια της ενετοκρατίας, το νησί είχε γνωρίσει πλούσια λογοτεχνική ακμή, με σπουδαία έργα τα οποία έχουν αφήσει το στίγμα τους στη νεοελληνική λογοτεχνία. Οι Ενετοί κατείχαν το νησί για περίπου τετρακόσια χρόνια (από τις αρχές του 13ου έως και τον 17ο αιώνα) και μετά την κατάληψη της Κύπρου από τους Οθωμανούς το 1571, η Κρήτη αποτελούσε τη μοναδική θαλάσσια κτήση τους.
Φυσικά, ένα τόσο μεγάλο νησί με τόσο σημαντική στρατηγική θέση δε θα περνούσε απαρατήρητο από τους Οθωμανούς που είχαν ήδη εδραιώσει την παρουσία τους στη Μεσόγειο και τα Βαλκάνια. Η Κρήτη είχε πολλά λιμάνια και εύφορα εδάφη και εκτός από αυτά, διέθετε και το πιο ισχυρό φρούριο της εποχής στη Μεσόγειο, τον Χάνδακα. Βρισκόταν σε έναν κλοιό από ισλαμικές κτήσεις και μόνο η θάλασσα ήταν αυτή που εμπόδιζε τους Οθωμανούς από μία εύκολη εισβολή και κατάληψη του νησιού. Η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας που κατείχε το νησί, στα μέσα του 17ου αιώνα είχε αποδυναμωθεί σημαντικά, λόγω της ανακάλυψης νέων εμπορικών δρόμων που συνόδευσαν την ανακάλυψη της Αμερικής και του Νέου Κόσμου. Αξίζει να σημειωθεί πως οι Οθωμανοί σε αυτό το εγχείρημα κατάληψης της Κρήτης, είχαν σύμμαχο τους Βρετανούς, οι οποίοι μετέφεραν στρατιώτες στην Κρήτη, όταν εκείνοι αδυνατούσαν. Ο σκοπός των Βρετανών ήταν ξεκάθαρος: η αποδυνάμωση της Βενετίας, η οποία ήταν ο κύριος ανταγωνιστής τους στο εμπόριο.
Τελικά, η ένοπλη σύρραξη δεν άργησε να ξεσπάσει. Το 1645 οι Οθωμανοί επιτέθηκαν στο νησί, σε έναν πόλεμο που έμεινε στην ιστορία ως ο Μεγάλος Κρητικός Πόλεμος. Ένα χρόνο μετά, είχαν καταλάβει όλο το δυτικό μέρος του νησιού και πολλά σημεία στα κεντρικά, ωστόσο η πρωτεύουσα του νησιού, ο Χάνδακας αντιστάθηκε σθεναρά στους Οθωμανούς για περίπου 25 χρόνια. Τελικά, το 1669 ο Φρανσίσκο Μοροζίνι παρέδωσε τα κλειδιά του φρουρίου στους Οθωμανούς. Έτσι, οι τελευταίοι απέκτησαν τον έλεγχο ολόκληρου του νησιού και οι Ενετοί διατήρησαν μόνο τρία φρούρια στη Σπιναλόγκα, τη Γραμβούσα και τη Σούδα ως το 1715.
Με την ολοκλήρωση της κατάκτησης του Χάνδακα, η Κρήτη αποκτάει τα τυπικά χαρακτηριστικά μίας οθωμανικής επαρχίας. Το νησί χωρίστηκε σε τέσσερα σαντζάκια (κατόπιν έγιναν τρία) με διοικητική πρωτεύουσα τον Χάνδακα. Κάθε σαντζάκι διοικούνταν από έναν πασά, τον οποίο διόριζε ο Σουλτάνος. Κάθε πασάς διέθετε το δικό του προσωπικό συμβούλιο, στο οποίο διαβάζονταν τα φιρμάνια της Υψηλής Πύλης και λαμβάνονταν αποφάσεις τοπικού κυρίως χαρακτήρα. Η στρατιωτική οργάνωση της οθωμανικής Κρήτης πέρασε σε ένα νέο στάδιο: το πεζικό αποτελούνταν κυρίως από γενίτσαρους, μεγάλο μέρος των οποίων ήταν εξισλαμισμένοι Κρητικοί. Συχνά, παρατηρούνταν εξεγέρσεις, αν η διοίκηση αργούσε να τους καταβάλλει μισθούς.
Όσον αφορά τα δημογραφικά στοιχεία, η οθωμανική κατάκτηση επέφερε μεγάλη μείωση του πληθυσμού, κυρίως λόγω του πολέμου που προηγήθηκε και της μαζικής μετανάστευσης πολλών Κρητικών στη Δύση. Εκείνη την περίοδο, πολλοί Ευρωπαίοι περιηγητές εκπόνησαν σχετικές μελέτες για την αυξομείωση του κρητικού πληθυσμού, πολλές όμως εκ των οποίων ήταν καθόλα αναξιόπιστες. Από οθωμανική πηγή του 1671 γίνεται αναφορά για πληθυσμό 66.000 χριστιανών. Φορολογικά στοιχεία του 1687 κάνουν λόγο για 26.764 οικογένειες χριστιανών, δηλαδή για 107.056 χριστιανούς κατοίκους. Στις αρχές του 18ου αιώνα παρατηρείται σημαντική αύξηση του πληθυσμού, κυρίως του αγροτικού.
Αξίζει να αναφερθεί πως μετά την οθωμανική επέλαση, η λεγόμενη εποχή της Κρητικής Αναγέννησης έπαψε να υφίσταται. Ο Χάνδακας έπαψε να θεωρείται μία “ιταλική” πόλη και απέκτησε τα στοιχεία εκείνα που χαρακτήριζαν τα οθωμανικά αστικά κέντρα εκείνης της εποχής. Στοιχεία οθωμανικής αρχιτεκτονικής υπάρχουν έκδηλα στη σημερινή πόλη του Ηρακλείου ακόμα και σήμερα. Το μεγαλύτερο μέρος της πόλης παρέμεινε ελληνόφωνο και κρητικής καταγωγής. Η συνύπαρξη δύο θρησκειών ήταν ένα νέο στοιχείο στην πραγματικότητα της πόλης, μιας και το Ισλάμ είχε αρχίσει να διεισδύει στην καθημερινότητα των πολιτών στην οθωμανική Κρήτη.
Ο εξισλαμισμός του κρητικού πληθυσμού – όπως είναι λογικό – ξεκίνησε με γοργούς ρυθμούς. Με το πέρασμα των χρόνων, έλαβε μεγάλες διαστάσεις και αυτό είχε ως συνέπεια τη δημιουργία ενός συμπαγούς μουσουλμανικού πληθυσμού. Βέβαια, οι εξισλαμισμένοι πληθυσμοί διατήρησαν τη γλώσσα τους και την τοπική τους ταυτότητα, κάτι που δημιουργεί ένα ιδιόμορφο παράδειγμα εξισλαμισμένων πληθυσμών που μπορεί να συγκριθεί μόνο με την περίπτωση της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης. Ο εξισλαμισμός γινόταν είτε ατομικά είτε προερχόταν από μικτούς γάμους. Διάφοροι περιηγητές αναφέρουν και ομαδικούς εξισλαμισμούς, ειδικότερα σε περιπτώσεις εμπόλεμης κατάστασης. Ένα αντίκτυπο του εξισλαμισμού, ήταν και η εμφάνιση των κρυπτοχριστιανών, όπως και σε άλλες περιοχές του ελλαδικού χώρου.
Η οικονομία της Κρήτης για τουλάχιστον 50 χρόνια μετά την κατάκτηση, απονεκρώνεται και χαρακτηρίζεται μόνο από στοιχειώδεις αγροτικές και κτηνοτροφικές συναλλαγές. Οι Οθωμανοί φυσικά επιθυμούσαν την αναδιοργάνωση του κρητικού εμπορίου και πήραν μία σειρά από ανάλογα μέτρα. Αξιοσημείωτο είναι πως η παραγωγή σιτηρών στην Κρήτη εκείνη την περίοδο γνωρίζει μεγάλη αύξηση. Από τις αρχές του 18ου αιώνα, το εμπόριο αρχίζει σιγά – σιγά να παίρνει τα πάνω του. Αναπτύχθηκε η ελαιοκαλλιέργεια και η παραγωγή σαπουνιού. Η διακίνηση του λαδιού είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη των κυριότερων αστικών κέντρων σε σημαντικά λιμάνια. Οι έμποροι ήταν κυρίως μουσουλμάνοι. Διάφορες μελέτες υποστηρίζουν ότι η Κρήτη ήταν η περιοχή με τη χειρότερη διακυβέρνηση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τη εξουσία την ασκούσαν φυσικά όσοι είχαν ασπαστεί το Ισλάμ για οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους.
Γενικότερα, η Κρήτη χαρακτηρίστηκε πολλές φορές από ανυπακοή. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι ντόπιοι πήραν τα όπλα και ξεσηκώθηκαν εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με κυριότερο αίτημα την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό και – με τη δημιουργία του ελεύθερου ελληνικού κράτους – την ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Η πρώτη μεγάλη επανάσταση στο νησί σημειώθηκε το 1770 στο πλαίσιο των Ορλωφικών, από τον Δασκαλογιάννη, η οποία φυσικά καταπνίγηκε. Η Κρήτη ξεσηκώθηκε μαζί με τον υπόλοιπο ελληνισμό το 1821 όμως οι Αιγύπτιοι του Ιμπραήμ Πασά, κατέπνιξαν κι αυτή την εξέγερση. Η πιο σημαντική όμως επανάσταση ήταν αυτή του 1866, η οποία και προδίκασε τη μοίρα του νησιού και οδήγησε στην αυτοδιάθεση (δημιουργία της Κρητικής Πολιτείας) και εν τέλει την ένωση του νησιού με την Ελλάδα το 1913.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν γι’ αυτό το άρθρο:
Ottoman Crete. Αντλήθηκε από en.wikipedia.org
Καλογεράκης Α. “Οθωμανική Κρήτη – ο αιώνας μετά την κατάκτηση – Η εφαρμογή του οθωμανικού δικαίου – οι μάρτυρες επί της διαδικασίας’ – Μεταπτυχιακή εργασία, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας – ΑΠΘ. (2009)
Η οθωμανική κατοχή. Αντλήθηκε από historyreport.gr
Ottoman Empire’s long battle for Crete. Αντλήθηκε από dailysabah.com