Μετά το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ρουμανία ήταν μία χώρα εξαθλιωμένη και υπανάπτυκτη. Από το 1881 ως το 1947, την κυβερνούσε η δυναστεία των Χοεντσόλερν – Ζιγκμαρίνγκεν, η οποία δεν είχε καταφέρει να οδηγήσει τη χώρα σε στιγμές δόξας και ευημερίας. Αξίζει να σημειωθεί πως στη διάρκεια του πολέμου η Ρουμανία είχε πάρει το μέρος του Άξονα, ακολουθώντας επεκτατική πολιτική εις βάρος της ΕΣΣΔ, η οποία εν τέλει κατάφερε να νικήσει τον ρουμανικό στρατό και να εισέλθει στο Βουκουρέστι, καταλαμβάνοντας ουσιαστικά τη χώρα. Υπό την πίεση της Σοβιετικής Ένωσης, η κυβέρνηση της Ρουμανίας παραιτήθηκε και ο τελευταίος βασιλιάς της Μιχαήλ Α΄ εξαναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα. Έτσι, εγκαινιάστηκε ένα σοσιαλιστικό καθεστώς στη χώρα, στα πρότυπα της ΕΣΣΔ, υπό την ηγεσία του Γενικού Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος, Γκέοργκε Γκεόργκιου – Ντέι. Μετά το θάνατο του τελευταίου το 1965, τον διαδέχτηκε στην ηγεσία του κόμματος και της χώρας, ένας από τους πιο στυγνούς ηγέτες του 20ου αιώνα, ο Νικολάε Τσαουσέσκου.
Γεννημένος στις 26 Ιανουαρίου 1918, σε ένα χωριό της επαρχίας Ολτ στη νότια Ρουμανία, ο Νικολάε Τσαουσέσκου ήταν γόνος φτωχής, αγροτικής οικογένειας και είχε άλλα οκτώ αδέλφια. Ο πατέρας του, κατείχε τρία εκτάρια γης και λίγα πρόβατα. Σε ηλικία 11 ετών, εγκατέλειψε την οικογένειά του και πήγε στο Βουκουρέστι να ζήσει μαζί με την αδελφή του, Νικουλίνα. Εκεί μαθήτευσε ως υποδηματοποιός. Το αφεντικό του ήταν μέλος του τότε παράνομου Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρουμανίας, και ο Τσαουσέσκου, λόγω του ανήσυχου πνεύματος και της οξυδέρκειας του, ήρθε σε επαφή με τις σοσιαλιστικές ιδέες και γράφτηκε στο κόμμα, το 1932. Από τότε, συνελήφθη αρκετές φορές ως απεργός, διαδηλωτής, συλλέκτης υπογραφών για απεργίες και υποκίνηση ακραίων ιδεών. Οι τότε φάκελοι της αστυνομίας τον περιγράφουν ως “επικίνδυνο κομμουνιστή ακτιβιστή“. Το 1936 καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση.
Μετά την αποφυλάκισή του, γνώρισε τη γυναίκα του, Έλενα Πετρέσκου, με την οποία παντρεύτηκαν το 1946. Το 1940 συνελήφθη εκ νέου και το 1943 γνωρίστηκε με τον μετέπειτα πρώτο κομμουνιστή ηγέτη της Ρουμανίας, Γκέοργκε Γκεόργκιου – Ντέι, του οποίου έγινε προστατευόμενος. Μετά τη λήξη του πολέμου και την κατάρρευση της μοναρχίας στη Ρουμανία, ο Τσαουσέσκου υπηρέτησε ως γραμματέας της κομμουνιστικής νεολαίας, και αργότερα ως Υπουργός Γεωργίας και Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας στην κυβέρνηση του Ντέι, η οποία χαρακτηριζόταν από έντονα σταλινικά στοιχεία. Δεν άργησε να εξελιχθεί μέσα στο κόμμα και να γίνει το δεξί χέρι του Ντέι.
Στις 22 Μαρτίου του 1965, ο Τσαουσέσκου (μετά το θάνατο του Ντέι) εξελέγη ομόφωνα γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος. Αμέσως, μετονόμασε τη χώρα από Λαϊκή Δημοκρατία της Ρουμανίας σε Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ρουμανίας και προχώρησε σε μία σειρά μεταρρυθμίσεων. Τα πρώτα χρόνια, ο Τσαουσέσκου ήταν αρκετά δημοφιλής στον λαό, λόγω της μετριοπαθούς στάσης του σε πολλά θέματα: τηρούσε ουδέτερη στάση απέναντι στην ΕΣΣΔ, ανέστειλε την ενεργό συμμετοχή της χώρας του στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας και δε συμμετείχε καθόλου στην εισβολή των συμμαχικών δυνάμεων στην Τσεχοσλοβακία (ελέω Άνοιξης της Πράγας) το 1968, πράξη που καταδίκασε δημόσια.
Το 1974, ανακήρυξε εαυτόν Πρόεδρο της Ρουμανίας. Οι εξωτερικές σχέσεις της Ρουμανίας με τις δυτικές χώρες εκείνη την περίοδο κινούνταν σε σχετικά καλά επίπεδα: ο Τσαουσέσκου διατηρούσε σχέσεις με την ευρωπαϊκή κοινότητα, υπογράφοντας μάλιστα και μία σειρά συμφωνιών. Φυσικά, το καθεστώς που επέβαλε ήταν απολυταρχικό και σκληρό: υπήρχε εντονότατη λογοκρισία στον Τύπο, η μυστική αστυνομία (η διαβόητη Σεκουριτάτε) παρακολουθούσε τους πολίτες κάθε μέρα και ώρα και οι ελευθερίες των πολιτών περιορίζονταν από τους νόμους.
Τη δεκαετία του ’70, ο Τσαουσέσκου επισκέφθηκε την Κίνα και τη Βόρεια Κορέα και επηρεασμένος από τις εκεί πρακτικές, αποφάσισε να πάρει ριζικά μέτρα για την αναδιαμόρφωση της χώρας του. Με όραμα μία “πολύπλευρα αναπτυγμένη σοσιαλιστική κοινωνία”, άρχισε να καταστρέφει και να αναπλάθει το Βουκουρέστι με βάση τα δικά του σχέδια. Φυσικά, αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολλά ιστορικά κτίρια και μνημεία να ισοπεδωθούν. Επίσης, κατέστρεψε πολλά χωριά και παρακινούσε τους πολίτες να μετακινούνται στις πόλεις για να ζήσουν. Το 1966 απαγόρευσε την αντισύλληψη, έθεσε αυστηρότατους περιορισμούς για τις αμβλώσεις και επιβάρυνε φορολογικά όσους πολίτες ήταν άνω των 25 ετών και άτεκνοι (!)
Στην αντίπερα όχθη, βοήθησε σημαντικά τις πολύτεκνες μητέρες και παρασημοφόρησε κιόλας όσες γυναίκες είχαν δέκα παιδιά. Φυσικά, αυτό το πρόγραμμα που ακολούθησε μπορεί να αύξησε σημαντικά τον ρουμανικό πληθυσμό, εντούτοις δημιούργησε προβλήματα οικονομικής δυσπραγίας και εξαθλίωσης, ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα. Το βιοτικό επίπεδο υποβιβάστηκε, οι ασθένειες αυξήθηκαν και η εγκληματικότητα μεγάλωσε. Πολλοί άνθρωποι έμειναν άστεγοι και πολλά παιδιά εγκαταλείπονταν σε ορφανοτροφεία λόγω αδυναμίας των γονιών τους να τα ζήσουν. Αυτό, σε συνδυασμό με τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης που επικρατούσαν στα ιδρύματα του καθεστώτος, οδήγησε σε κατάφωρη καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων στη χώρα, η οποία βίωνε τριτοκοσμικές καταστάσεις.
Όσον αφορά την οικονομική πολιτική που χάραξε, ο Τσαουσέσκου και εκεί στάθηκε ανίκανος να βοηθήσει τη χώρα του. Λόγω του υπέρμετρου δανεισμού από τις δυτικές χώρες, το εξωτερικό χρέος της Ρουμανίας διογκώθηκε στα χρόνια του και αυτό είχε ως αποτέλεσμα την άνοδο του πληθωρισμού, την έλλειψη βασικών αγαθών και τη διάλυση των μεσαίων και κατώτερων τάξεων. Υπό την ηγεσία του, η Ρουμανία ήταν ο τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων στον κόσμο, παρόλα αυτά ο ίδιος ο Τσαουσέσκου κυνηγούσε το Νόμπελ Ειρήνης λόγω κάποιων ενεργειών που έκανε για να σταματήσει η έχθρα ανάμεσα στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη.
Η “ανεξάρτητη” πολιτική του Τσαουσέσκου σημαδεύτηκε και από την καλλιέργεια εθνικιστικής ρητορικής στο εσωτερικό της χώρας, μιας και υπερτόνιζε την υποτιθέμενη σύνδεση των σύγχρονων Ρουμάνων με τους αρχαίους Δάκες. Τα τελευταία χρόνια της διακυβέρνησης του με τα οξύτατα οικονομικά προβλήματα να ταλανίζουν τη χώρα, ο Τσαουσέσκου έκανε αυτή την ιδέα σύμβολο της προπαγάνδας του, με σκοπό να ενισχύσει το λαό γύρω από το προσωπείο ενός ηγέτη που του θυμίζει στιγμές δόξας.
Φυσικά, ο Τσαουσέσκου αγνοούσε τη λαϊκή βούληση που καμία φορά ξεπερνάει κάθε πολιτική δύναμη. Τον Δεκέμβριο του 1989, ξέσπασαν διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες εναντίον του, με αφορμή την επανεκλογή του στην ηγεσία της χώρας τον Νοέμβριο του ίδιου έτους. Στην Τιμισοάρα, ξέσπασαν ταραχές υποκινούμενες από φοιτητές. Η αστυνομία και ο στρατός παρενέβησαν με βίαιο τρόπο. Η κρατική τηλεόραση της χώρας αποσιωπούσε τα γεγονότα, με σκοπό να κρατήσει τον υπόλοιπο κόσμο σε άγνοια. Η είδηση για επανάσταση, όμως, διαδόθηκε από στόμα σε στόμα και υπό την επίδραση των ξένων μέσων Στις 21 Δεκεμβρίου, οι αρχές διοργάνωσαν διαδήλωση υπέρ του Τσαουσέσκου, η οποία κατέληξε σε φιάσκο. Το πλήθος τον αποδοκίμασε έντονα και αυτός απορημένος, κλείστηκε με τη σύζυγό του, στα γραφεία του κόμματός του. Αργότερα, αναγκάστηκε να διαφύγει με στρατιωτικό ελικόπτερο,διότι το εξαγριωμένο πλήθος εισέβαλε στα γραφεία.
Ο στρατός όμως, τους υποχρέωσε να εγκαταλείψουν το ελικόπτερο στο οποίο επέβαιναν και εν τέλει τους συνέλαβε. Ο Τσαουσέσκου μαζί με τη γυναίκα του, πέρασε από έκτακτο στρατοδικείο και αφού τους απαγγέλθηκαν πλήθος κατηγοριών (από ξέπλυμα μαύρου χρήματος και παράνομο πλουτισμό μέχρι γενοκτονία) καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν την ημέρα των Χριστουγέννων του 1989. Η δίκη και η εκτέλεση του Τσαουσέσκου βιντεοσκοπήθηκε και έκανε το γύρο του κόσμου. Τα τελευταία του λόγια, σύμφωνα με τις πληροφορίες, ήταν: “Να ζήσει η Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ρουμανίας!”
Σαν επίλογος, πρέπει να αναφερθεί πως ο Νικολάε Τσαουσέσκου ήταν μία από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες του 20ου αιώνα. Αν και έξυπνος και εφευρετικός, εντούτοις έπεσε θύμα της κατάχρησης εξουσίας που ο ίδιος επέβαλε, αδιαφορώντας για τις πραγματικές ανάγκες του ρουμανικού λαού. Σε αυτό συνηγορεί το γεγονός πως, αν και τα σύννεφα πάνω από το καθεστώς του, είχαν αρχίσει να μαζεύονται πολύ καιρό πριν την καθαίρεση και την εκτέλεσή του, ο ίδιος και οι συνεργάτες του έμοιαζαν να ζουν σε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο, από αυτόν που επικρατούσε στη ρουμανική κοινωνία. Βέβαια, δε λείπουν και οι νοσταλγοί του καθεστώτος του, που ακόμη και σήμερα δηλώνουν πως επί Τσαουσέσκου, το βιοτικό επίπεδο της Ρουμανίας ήταν καλύτερο από το σημερινό. Ενδεικτικά, σε μία δημοσκόπηση του 2011, το 84% των ερωτηθέντων εξέφραζε την αντίθεσή του, στην εκτέλεση του και ένα 60% λυπόταν για τον θάνατό του. Ας αφήσουμε λοιπόν την ιστορία να τον κρίνει καλύτερα.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν γι’ αυτό το άρθρο:
Νικολάε Τσαουσέσκου. Αντλήθηκε από el.wikipedia.org
Σαν σήμερα καταρρέει το καθεστώς Τσαουσέσκου. Αντλήθηκε από news247.gr
Νικολάε Τσαουσέσκου – Από “ανεξάρτητος” συνομιλητής της Δύσης, “δεσποτικός” αποδιοπομπαίος τράγος. Αντλήθηκε από katiousa.gr
Η άνοδος του Νικολάε Τσαουσέσκου. Αντλήθηκε από kathimerini.gr