«Όταν γυμνάσει κανείς τη συνείδησή του, αυτή τον φιλάει την ίδια στιγμή που τον δαγκώνει.»
Νίτσε
Αρχικά οι φιλόσοφοι και στη συνέχεια οι ψυχαναλυτές ασχολήθηκαν με αυτό που ονομάζουμε συνείδηση .
Σε πολλά και διαφορετικά έργα τους προσεγγίζουν την έννοια της συνείδησης παράλληλα προς την εννοιολογική ταυτότητα της ενοχής και σε σχέση με αυτήν.
Εν+ έχω
Η ενοχή στις περισσότερες γλώσσες σχετίζεται ετυμολογικά με την κατοχή. Ένα συναισθηματικό αλισβερίσι ανάμεσα στον πωλητή και τον αγοραστή, υπό μια ευρεία βέβαια έννοια. Πρώτος ο Έγελος και στη συνέχεια ο Νίτσε προσδιόρισαν έναν παραλληλισμό μεταξύ των ψυχολογικών δράσεων που αναπτύσσονται στη σχέση κυρίου και σκλάβου. Ουσιαστικά, μεταξύ ελεύθερων και εξαρτημένων ατόμων. Η ενοχή και η μνησικακία παύουν να αναλύονται ως συσχετισμοί με θεοκρατικό υπόβαθρο. Η φιλοσοφία αναζητά τα φυσιοκρατικά τους στοιχεία. Αναλύει την σχέση τους με την ηθική σαν εξωτερικό σύστημα. Ένα πλέγμα κανόνων που ακολουθούνται, τέθηκαν εξωγενώς, αλλά τελικά εσωτερικεύτηκαν και δρουν συνεργατικά.
Η «Νιτσεϊκή» ηθική συνείδηση
Η ηθική συνείδηση ξετυλίγεται σε τρία στάδια: σε μια πρώτη θεωρητική προσέγγιση ο φιλόσοφος ανάγει την ηθική συνείδηση σε ικανότητα να θυμάται κανείς τα χρέη του. Στο δεύτερο στάδιο εξετάζει την «άσχημη συνείδηση». Αυτή παράγεται λόγω της εσωτερίκευσης της σκληρότητας της απαίτησης και κατευθύνεται πλέον ενάντια στον εαυτό. Η τελευταία ανάλυση διερευνά τη διαδικασία μέσα από την οποία η εσωτερικευμένη σκληρότητα μετατρέπεται σε ενοχή.
Η Φροϋδική συνείδηση και το ενοχικό συναίσθημα
Από την πλευρά της, η Φροϋδική ψυχανάλυση συγκλίνει αρχικά με την Νιτσεϊκή οπτική. Η ηθική συνείδηση και η ενοχή προέρχονται από την εσωτερίκευση της σκληρότητας και του ενστίκτου της επιθετικότητας. Ωστόσο, διαφέρει από την φιλοσοφική οπτική στο βαθμό που υποστηρίζει ότι η εσωτερικευμένη σκληρότητα, η εσωτερίκευση του πατέρα-τιμωρού από το παιδί, είναι αρκετή για να δικαιολογήσει την ενοχή. Ο Φρόιντ αποφαίνεται πως το ενοχικό συναίσθημα είναι πηγή όχι μόνο του θρησκευτικού συναισθήματος, αλλά και της πατρικής νεύρωσης.
Μιλάμε πλέον για την «Ψυχολογία του βάθους», όπου αναλύεται η συναλλαγή και αλληλεπίδραση ασυνείδητου, του προ-συνειδητού και του συνειδητού, σαν υπαρκτά ψυχικά συστήματα.
Η σύγκρουση
Υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους αντιλαμβανόμαστε κάτι ως φωνή της συνείδησής μας. Συνήθως ανακαλούμε πεποιθήσεις που αποκτήσαμε από την παιδική μας ηλικία. Τότε που σωστό και ηθικό ήταν ό,τι τέθηκε ως ηθικό και σωστό από το άμεσο περιβάλλον μας. Ενδεχομένως αυτή η περί ορθού εσωτερική φωνή εδράζεται στην καλλιεργημένη βεβαιότητα πως το καθήκον αποτελεί σημαντικό όρο της ίδιας της ύπαρξης. Μια προϋπόθεση κοινωνικής συνοχής και ευρυθμίας.
Η ανθρώπινη κουλτούρα βασίστηκε στην διατήρηση των πρωτόγονων μορφών επιβολής και της συνοχής των ομάδων και της εύρυθμης λειτουργίας τους. Ο φιλόσοφος διαπιστώνει ότι εθιζόμαστε στην πεποίθηση πως ακόμη και η αρετή προϋποθέτει τελετουργικά και δοκιμασίες μεγάλης σκληρότητας. Από τους τιμωρητικούς θεούς, ακόμη και τους αρχαιότερους που διασκέδαζαν να ρίχνουν ατέλειωτα βάσανα στο ανθρώπινο είδος, οδηγηθήκαμε σε σκληρά τιμωρητικά έθιμα και κανόνες. Δεν είναι ο πόνος που ενοχλεί τους ανθρώπους πολλές φορές. Εκείνο που καθηλώνει είναι ουσιαστικά η έλλειψη νοήματος πίσω από αυτόν. Η κεντρική ιδέα της ευθύνης περιβλήθηκε ένδυμα ελεύθερης βούλησης : Δεν συμμορφώνεσαι, τιμωρείσαι. Εσύ επιλέγεις!
Ευθύνη- οδύνη
Η οδύνη γίνεται αφόρητη εκτός και αν της προσδώσει κανείς ένα «ανώτερο» νόημα ή την συνδέσει με την ευθύνη του. Εξαιτίας της θεοκρατικής αντίληψης που κυριάρχησε για χιλιετίες, ο άνθρωπος υπέκυψε στην αντίληψη ότι η οδύνη οδηγεί στην αρετή και ο αυτοκολασμός δεν αποτελεί μια διαρκή ατομική και ελεύθερη αναζήτηση της αλήθειας του. Όπου σημειώνεται μια αποτυχία, η λογική επεξεργασία της υποχωρεί θεαματικά. Αναζητείται πρωτίστως ένας ένοχος, όχι ένα λάθος. Η ενοχή εξασφαλίζει τη αρχή για την ανάκτηση της χαμένης δύναμης. Η αποτυχία είναι απώλεια δύναμης και όχι μια λογικά εξηγήσιμη και πιθανή έκβαση. Ένας κύκλος οδύνης και εγκλωβισμών καταλύει κάθε περαιτέρω ελεύθερη δράση.
Η ενοχή βαραίνει όλους εκείνους τους ανθρώπους που βιώνουν τον εαυτό τους ως εξαιρέσεις, σε σχέση με τη συμπεριφορά των ανθρώπων της κοινωνικής τους ομάδας. Ο ενοχικός αποφεύγει να ασκήσει κριτική, διότι ακριβώς κρίνει τον εαυτό του ως ασύμβατο με τους αποδεκτούς κανόνες και επομένως υποκύπτει σε μια εκούσια παρερμηνεία: ο πόνος της αποτυχίας είναι το ηθικό τίμημα της εξιλέωσης. Η ανάγκη εξιλέωσης δικαιολογεί την σκληρότητα και προκύπτει από την σύνδεση αμαρτήματος (παράβασης ) και αυτοκαταδίκης .
Η πατρική νεύρωση
Για τον πατέρα της ψυχανάλυσης, τον Φρόιντ, η ενοχή σχετίζεται απόλυτα με την πατρική φιγούρα. Η αρχέγονη ενοχή προκύπτει από την πατροκτόνα σύγκρουση των γιών με την εξουσία του πατέρα. Ο θαυμασμός και η αγάπη εναλλάχθηκαν με το μίσος που προκαλεί η παρεμπόδιση των λιβιδινικών επιθυμιών . Ο αφανισμός, ωστόσο, του πατέρα-κυρίου δεν ανέδειξε τους αναμενόμενους νικητές. Η μεταμέλεια διαδέχθηκε την διαπίστωση της πατρικής υπεροχής. Ένα αίσθημα ενοχής που τελικά μεταβιβάστηκε φυλογενετικά σε όλη την πρωτόγονη κοινωνία. Ο Φρόιντ χρησιμοποιεί αυτό το αρχέτυπο για να εξηγήσει την αντιστοιχία Θεού -πατέρα και πρωταρχικής ανθρώπινης ενοχής.
Στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, κάθε νεύρωση σχετίζεται λίγο ως πολύ με την σχέση με την πατρική φιγούρα. Κάθε φορά που ο άνθρωπος αντιμετωπίζει καταστάσεις που τον υπερβαίνουν, αναζητά την προστασία του πατέρα-συμβόλου και κυρίως την αποδοχή και την αγάπη του.
Η εξάρτηση από τους άλλους εξελίσσεται σε ένα άγχος απώλειας της αγάπης τους. Αν το άτομο στερηθεί την αγάπη του άλλου, από τον οποίο και εξαρτάται, νιώθει εντελώς απροστάτευτο. Αν η αποδοχή και η αγάπη χαθούν, ο συναισθηματικά υπέρτερος θα γίνει τιμωρός. Με λίγα λόγια, το θεωρούμενο κακό απειλεί με απώλεια αγάπης.
Επιμύθιο
Οι άνθρωποι ζούμε με τις ενοχές μας, όπως τις διαμορφώνει η ατομική ηθική συνείδηση που με τη σειρά της δομείται από πανάρχαιους ηθικούς κώδικες, θρησκευτικές αντιλήψεις , κοινωνικούς κανόνες, το δικαϊκό σύστημα και προσωπικά ιδεολογήματα. Η συνείδηση καταλαμβάνει το ψυχικό και συναισθηματικό κομμάτι της ύπαρξης, υπερτερώντας της λογικής. Ο φιλόσοφος και ο ψυχαναλυτής προσεγγίζουν αυτές τις έννοιες με συμφωνίες ή διαφοροποιήσεις, αλλά πάντως γύρω από έναν κεντρικό άξονα: στο βάθος όλοι φοβόμαστε την απώλεια της αποδοχής.