Πολλοί πιστεύουν πως η συγχώρεση είναι πράξη και συνήθεια όσων είναι αδύναμοι, είτε μιλάμε για συναισθηματική δύναμη είτε αυτή της προσωπικότητας του καθενός από εμάς. Είναι όμως αυτή η επικρατούσα άποψη η σωστή;
Σίγουρα όλοι σε κάποια φάση, στιγμή και κατάσταση της ζωής τους έρχονται αντιμέτωποι με το δίλημμα της συγχώρεσης ενός ατόμου που τους πλήγωσε, τους απογοήτευσε, τους διέλυσε. Ακόμα πιο σίγουρο είναι πως η επιλογή της συγχώρεσης ή της μνησικακίας είναι ιδιαίτερα επίπονη διαδικασία μέσα στην καρδιά του καθενός. Στιγμές και πράξεις χαράζονται με πολύ πόνο μέσα στην καρδιά και το μυαλό μας και μένουν εκεί ανεξίτηλες, ίσως και για μια ζωή. Όσα μας πλήγωσαν έρχονται σε ενθύμηση πιο εύκολα και είναι δύσκολο να ξεπεραστούν. Όμως, τις περισσότερες φορές, τείνουμε να μην παραδεχόμαστε των πόνο αυτών των ενθυμήσεων και να παραμένουμε οργισμένοι με το πρόσωπο που μας τις προκάλεσε, μη θέλοντας να το συγχωρήσουμε. Σε ένα άρθρο της, η ψυχολόγος Βιβή Πετμεζά αναφέρει αναλόγως ότι «συχνά συμβαίνει να προσπερνάμε κάτι που έχει συμβεί, πείθοντας τον εαυτό μας ότι ‘δεν έγινε και τίποτα’, προκειμένου να αποφύγουμε τον πόνο και την απογοήτευση και να προστατεύσουμε τον εαυτό μας από έντονα δυσάρεστα συναισθήματα. Όταν κάτι πονάει πολύ, κάνουμε σαν να μη συνέβη. Δυστυχώς, όμως, αυτό το πάγωμα του συναισθήματος συνήθως γενικεύεται και υπάρχει ο κίνδυνος να παγώσουν όλα μας τα συναισθήματα». Αυτή η λύση δεν θα κάνει καλό σε κανέναν, και είναι φανερό πως δεν αποδεικνύεται κανείς δυνατότερος έτσι. Αν είναι κάτι το οποίο θα συμφωνήσουμε όλοι, αυτό είναι πως κάποιος που είναι πραγματικά ώριμος συναισθηματικά και δυνατός δεν απαρνείται τα ίδια του τα συναισθήματα και δεν μένει πεισματικά κολλημένος στο παρελθόν.
Φυσικά, το να συγχωρεί κανείς λάθη και γεγονότα του παρελθόντος δεν σημαίνει πως ξεχνάει τον πόνο αυτομάτως. Αυτός ίσως να εξακολουθήσει να υπάρχει, να σιγοκαίει κάποιες φορές μέσα μας. Όμως, η συγχώρεση απαλείφει από μέσα μας την μνησικακία, η οποία κατατρώει τα άλλα συναισθήματα όπως οι τερμίτες το ξύλο. Θα μπορούσαμε να πούμε πως η προσπάθεια να φανούμε δυνατοί και σταθεροί στον θυμό μας και στα πληγωμένα μας αισθήματα, τελικά εμείς οι ίδιοι σαμποτάρουμε τον εαυτό μας και στερούμαστε τη χαρά και τη γαλήνη μας. Η ίδια ψυχολόγος αναφέρει στην συνέχεια: «Η έννοια της συγχώρεσης λοιπόν, δεν προϋποθέτει την έλλειψη αξιοπρέπειας ούτε προσωπικής ταπείνωσης από μέρους του ατόμου που συγχωρεί, αλλά την ενσυνείδητη υπέρβαση του δυσάρεστου γεγονότος και των αρνητικών συναισθημάτων που αυτό συνεπάγεται».
Συνεπώς, πρέπει να γίνει κατανοητό πως με την συγχώρεση ουσιαστικά βοηθούμε τον εαυτό μας να ξεπεράσει όσα μας πλήγωσαν στο παρελθόν και είμαστε ειλικρινείς με εμάς τους ίδιους. Μπορούμε, λοιπόν, να συμπεράνουμε πως η συγχώρεση τελικά είναι μια πράξη δύναμης, και όχι αδυναμίας.