Με τον όρο «συναισθηματική κακοποίηση» νοείται κάθε συμπεριφορά και στάση που πλήττει την συναισθηματική ακεραιότητα άλλου ανθρώπου, χωρίς να εμπλέκει την άσκηση σωματικής βίας. Στόχος της είναι να ελέγξει, να απαξιώσει, να εκφοβίσει, να απομονώσει ή να τιμωρήσει τον άλλον. Εν αντιθέσει όμως με τη σωματική και τη σεξουαλική κακοποίηση, η συναισθηματική βία περιγράφεται ως ένα επαναλαμβανόμενο και σταθερό, μέσα στο χρόνο, μοτίβο συμπεριφορών. Σύμφωνα με αυτόν τον ορισμό μπορεί να είναι είτε συνειδητό είτε όχι.
Παρακάτω θα δούμε τις κυριότερες τακτικές που ασκούν οι θύτες προκειμένουν να ασκήσουν συναισθηματική κακοποίηση. Αν θέλετε να διαβάσετε περισσότερα για τον φαύλο κύκλο του φαινομένου μπορείτε να βρείτε εδώ.
-
Κυριαρχία:
Ο ΄θυτης βρίσκεται πάνω από όλους και αυτό πρέπει να καταστεί σαφές στο θύμα. Ως εκ τούτου, όλα παιρνούν από τη δική του κρίση. Τελικές αποφάσεις, εντολές, αντιδράσεις βρίσκονται υπό την αποκλειστική κυριαρχία του. ν
-
Εξευτελισμός:
Ο θύτης προσπαθεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό ώστε να ενοχοποιήσει το θύμα. Ουσιαστικό το κάνει να αισθάνεται ανεπαρκές και ελλιπές. Οι προσβολές, οι υποτιμητικοί χαρακτηρισμοί, ακόμη και παρουσία τρίτων, είναι μερικά από τα μέσα του θύτη προκειμένου να ”εκμηδενίσει” την αυτοπεποίθηση του θύματός του και εν τέλει να το αποδυναμώσει.
-
Απομόνωση:
Προκειμένου εντείνει τον έλεγχο του στο θύμα, ο θύτης αποκόπτει κάθε δεσμό με τον κοινωνικό περίγυρο απαγορεύοντας να συναντιέται το θύμα με τους πιο κοντινούς του ανθρώπους. Έτσι, καταλήγει να λογοδοτεί και να ζητά την άδεια, προκειμένου να κάνει οτιδήποτε.
-
Απειλές:
Ο θύτης συχνά χρησιμοποιεί απειλές για να αποτρέψει τη φυγή του άλλου. Επιστρατεύοντας πληθώρα τακτικών εκφοβισμού, για να υποτάξει το θύμα του, προσπαθεί να μεταδώσει το μήνυμα πως, αν δεν υπακούσει ο άλλος, θα υπάρξουν συνέπειες.
-
Άρνηση και κατηγορία:
Οι θύτες είναι άριστα προετοιμασμένοι ώστε να προφασίζονται δικαιολογίες για πράγματα που είναι αδύνατο κάποιος να συγχωρήσει. Μπορεί να αποδώσουν την κακοποιητική και βίαια συμπεριφορά τους στην παιδική ηλικία, σε μία άσχημη μέρα, ακόμα και στα ίδια τα θύματά τους. Επίσης, μια σύνηθης τακτική τους είναι να αρνηθούν την κακοποίηση ή να μην την αποδώσουν στις πραγματικές της διαστάσεις.
Το παιχνίδι του ελέγχου:
Για τους περισσότερους είναι δεδομένο πως ο θύτης την στιγμή που κακοποιεί το θύμα του δεν έχει συναίσθηση των πράξεων του. Αν βρισκόμασταν σε μια δικαστική αίθουσα και προσπαθούσαμε να τον δικαιολογήσουμε θα λέγαμε ότι τελεί τις πράξεις του εν βρασμώ ψυχής. Είναι όμως τα πράγματα όπως φαίνονται;
Μάλλον όχι. Η επιστήμη της ψυχολογίας έχει αποδείξει πως ο θύτης έχει εκατό τοις εκατό τον έλεγχο των πράξεων του. Επομένως για εκείνον αποτελεί συνειδητή, εκούσια επιλογή ο τρόπος, ο χρόνος, ο χώρος και ο λόγος που επιλέγει να ασκήσει συναισθηματική κακοποίηση. Για αυτό άλλωστε και επιλέγει πρόσωπα και ανθρώπους που ανήκουν στον κοντινό κοινωνικό του περίγυρο. Καταλήγουμε, λοιπόν στο συμπέρασμα πως ο θύτης στην προκειμένη περίπτωση μπορεί να έχει δύο κοινωνικά πρόσωπα. Το πρώτο, ανταποκρίνεται στα κοινωνικά δεδομένα και για αυτό είναι αποδεκτό. Κατά κύριο λόγο αποδέκτες είναι ο ευρύτερος κοινωνικός περίγυρος. Το δεύτερο, είναι αυτό που υιοθετεί αποκλειστικά και μόνο με το θύμα. Εκείνη τη δεδομένη χρονική στιγμή μπορεί να ξεσπάσει, να θυμώσει, να εξοργιστεί.
Ο θύτης προσπαθεί με όση δύναμη διαθέτει να επιδράσει πάνω στο θύμα. Και πράγματι το επιτυγχάνει αφού σε κάθε περίπτωση, η συναισθηματική κακοποίηση προκαλεί ψυχολογικά τραύματα στο θύμα. Ωστόσο, οι ρόλοι αντιστρέφονται όταν αλλάξουν οι όροι του παιχνιδιού. Δηλαδή όταν ο θύτης αντιληφθεί πως εκείνος κινδυνεύει, όταν η κατάσταση παύει να τον εξυπηρετεί και να είναι προς όφελός του, το παιχνίδι παίρνει άλλη τροπή.
Πηγή: https://www.news.gr/gynaika/article/39729/ti-einai-h-synaisthhmatikh-kakopoihsh.html