
Μιλώντας για τον Ιταλό συγγραφέα, Αλμπέρτο Μοράβια, αυτομάτως η σκέψη κάθε αναγνώστη -που εκτιμά τη πολυετή δουλειά του- ταξιδεύει στα στενά δρομάκια της Ρώμης και σε εξωτικά μέρη όπως αυτά της Αφρικής, που με τόση μαεστρία περιέγραψε στο έργο του “Η Γυναίκα Λεοπάρδαλη”. Χαράζοντας το δικό του λογοτεχνικό κίνημα στο σύγχρονο κόσμο του βιβλίου και έχοντας ήδη στο βιογραφικό του δεκάδες αναγνωρισμένα μυθιστορήματα, λίγοι είναι όσοι γνωρίζουν τον πραγματικό και κρυφό πόθο του Ιταλο-Εβραίου Μοράβια και δεν είναι άλλος από την ποίηση. Μέσα στο 2024, έρχονται για πρώτη φορά μεταφρασμένα στα ελληνικά, όλα όσα τόλμησε να γράψει σε στίχους, ο ορμητικός άλλοτε συγγραφέας, δίνοντας στο κοινό του μια ακόμη εικόνα του εσωτερικού εαυτού του. Σε μια ιδιαίτερα προσεγμένη και δίγλωσση έκδοση, από τον εκδοτικό οίκο ΑΩ και σε μετάφραση της Έφης Ζερβού, το “Θέατρο Του Κόσμου”, αποτελεί ένα εισιτήριο όχι μόνο στην Ιταλική ποίηση -γι αυτό υπάρχει άλλωστε και ο κορυφαίος Παζολίνι και πολλοί ακόμα- αλλά για μια πραγματική ευκαιρία να αγαπήσει κάποιος την ποίηση σε ένα ευρύτερο φάσμα.
“Είμαι τόσο γέρος
που αυταπατώμαι
πως είμαι νέος.”
Κάθε ποίημα του Μοράβια, αποκαλύπτει μια νέα πτυχή της εσωτερικής του αναζήτησης. Υπολογίζεται πως έγραψε ποίηση, μεγάλος σε ηλικία πια, έχοντας ζήσει σχεδόν τα πάντα, τον έρωτα, το πάθος, την απόρριψη, την θελκτικότητα, ακόμη και την ιδέα του θανάτου. Παρ΄όλα αυτά, ως πνεύμα ανήσυχο και καλλιτεχνικό, κατάφερε να μετατρέψει κάθε είδους ανησυχία του σε Τέχνη, προσπαθώντας και καταφέρνοντας τελικά να ωραιοποιήσει κάθε τι μελανό και δυσοίωνο σε στίχους που εκπέμπουν λυρισμό και αγλαότητα, όπως λόγου χάρη τα γηρατιά. Γνωρίζοντας ότι πλησιάζει στη βιολογική του δύση, δε δίστασε ακόμη και να καυτηριάσει ό,τι βασάνιζε τόσο το σώμα του, όσο και το πνεύμα του, γεγονός που έδωσε μια ακόμη πιο ρεαλιστική νότα σε όλο του το ποιητικό εγχείρημα.
“Έπληττα
όλη μου τη ζωή
μέχρι που έγραψα την Πλήξη
και έπειτα
μετά την Πλήξη
συνέχισα
να πλήττω.”
Χρονοδιαγράφοντας την αναζήτηση αυτή, ο Μοράβια, δε διστάζει να χρησιμοποιεί τα έργα του ως σημεία για να κατανοεί ο αναγνώστης τον δικό του χοροχρόνο. Αναφερόμενος λοιπόν στην “Πλήξη”, ίσως το πιο διάσημο και αγαπητό του ανάγνωσμα, συνηθίζει να παίζει με τις λέξεις προκαλώντας τον αναγνώστη σε μια πνευματική μονομαχία. Από την άλλη, η εμφανή έλλειψη σημείων στίξης, καθιστούν τον λόγο του ευθύ και κοφτό, δημιουργώντας μια κατάσταση απόλυτης αλήθειας και ειλικρίνειας. Θα μπορούσε να πει κανείς πως κάθε ποίημα, από τα 33 του Μοράβια, αποτελούν μια μικρή κατάθεση ψυχής. Εύκολο να το αντιληφθεί ο οποιοδήποτε…
“Για μισό αιώνα
έγραψα
με επιτυχία
μυθιστορήματα
σε πεζό λόγο
και η ζωή
μου φαινόταν
πλούσια και γεμάτη
μόλις
έγραψα
ποίηση
η ζωή
μου φάνηκε
φτωχή
και άδεια.”
Η ποίηση για τον Μοράβια ήταν κάτι ιερό. Κάτι πολύ ανώτερο από τη συγγραφή. Σε αρκετά ποιήματα του φαίνεται η δυσαρέσκεια του, ίσως, που έχασε την ευκαιρία να ασχοληθεί πιο βαθιά μαζί της. Αναφέρεται στην ποίηση σαν να μιλάει για μια γυναίκα τόσο ελκυστική, που στέκεται αδύνατον να της αντισταθεί και ο πιο σταθερός άντρας. Θεωρούσε πως ο ποιητής είχε μονάχα ένα καθήκον, αυτό της ποίησης και τίποτε παραπέρα. Παρά την δόξα και την αναγνώριση που γνώρισε μέσα από τα μυθιστορήματα του, ο Μοράβια θα ήθελε να ήταν απλώς ένα ποιητής, να τον αγαπούσε ο κόσμος για τα ποιήματά του και όχι για τις περίπλοκες και σκανδαλώδης ιστορίες που δημιούργησε μέσα στα βιβλία του και με τις οποίες ο κόσμος τον αγάπησε.
Βουτιά στη ματαιότητα και στον έρωτα, σε μια ανεπαίσθητη θλίψη, στην “Πλήξη” και τη δημιουργικότητα, ο Μοράβια κατάφερε κάτι όσο λίγοι μπορούν, να αγαπηθεί και να κατανοηθεί, τόσο ως άνθρωπος, όσο και ως λογοτέχνης, χαρίζοντας την ευκαιρία σε κάθε αναγνώστη να αρχίσει ένα δικό του εσωτερικό ταξίδι, μακριά από τη Ρώμη και την Ιταλική κουλτούρα με την οποία είναι συνυφασμένος ο Αλμπέρτο Μοράβια.