Όλα ξεκινούν το καλοκαίρι του 1984, τότε που τα παιδιά αποφασίζουν να κάνουν το παιχνίδι πραγματικότητα και να ξεφύγουν απ’ όλα, στα βάθη του δάσους. Δύο παιδιά αγνοούνται και το Δουβλίνο πνίγεται απ’ την είδηση την εξαφάνισής τους. Ο τρίτος «της παρέας του δάσους», ο Άνταμ, επιστρέφει σώος, με νύχια σπασμένα, παπούτσια γεμάτα αίμα και με τη μνήμη του κενή. Ποτέ δεν μπόρεσε να θυμηθεί τι ακριβώς τους συνέβη.
Είκοσι και πλέον χρόνια μετά και ο μικρός Άνταμ είναι πλέον μέλος του Τμήματος Ανθρωποκτονιών του Δουβλίνου, με νέα ζωή, το παρελθόν κάπου βαθιά στην ανάμνηση και μια νέα ταυτότητα: ντετέκτιβ, Ρομπ Ράιν.
Είναι όμως που η ζωή τα φέρνει όλα στην επιφάνεια και ο μυστηριώδης φόνος της νεαρής μπαλαρίνας Κέιτ –παραμορφωμένη στην ίδια περιφέρεια του δάσους– μοιάζει να ξυπνά όλα εκείνα που για τόσα χρόνια ήταν καλά θαμμένα στην αμνησία, αλλά και στο γεγονός ότι όλοι οι υπόλοιποι είχαν πλέον ξεχάσει. Ο ντετέκτιβ Ράιν αναλαμβάνει την υπόθεση, αποσιωπά την πραγματική του ταυτότητα και μαζί με τη συνεργάτιδά του, Κάσι, παλεύει να επιλύσει το παρόν, αλλά και όσα αναπηδούν απ’ το παρελθόν του.
Εσωτερικές μάχες, ασυνείδητες και συνειδητές σκέψεις, παραλληλισμοί και ταύτιση, είναι τα στοιχεία που κάνουν ακόμα πιο σκοτεινή την ατμόσφαιρα, σ’ ένα κείμενο πρωτοπρόσωπης αφήγησης, θυμίζοντας έντονη «αυτοβιογραφική» αίσθηση και εν μέρει αποτύπωση ημερολογιακής καταγραφής.
Η έκταση του βιβλίου σε αρκετά σημεία δεν δικαιολογείται για τη ροή της πλοκής και υποστηρίζει με δυσκολία την κειμενική υπόσταση, ενώ οι ενδότερες αφηγηματικές αναφορές –απόλυτα συνδεδεμένες με την επιλογή του α’ προσώπου αφήγησης– είναι ένα ακόμα στοιχείο που σε αποσπά απ’ την αντικειμενική υπόσταση της πλοκής και τη δυνατότητα ταύτισης ή και της όποιας «καχύποπτης» αίσθησης ως αναγνώστης.
Σε κάθε περίπτωση, ο συνδυασμός στοιχείων όπως η πολιτική συμφεροντολογία, τα μυστήρια του παρελθόντος, βιασμοί, πολύπλοκες δολοφονίες, αντικρουόμενα συμφέροντα πρωταγωνιστών και η προσπάθεια σύνδεσης του παρελθόντος με το παρόν –άλλοτε μέσα απ’ την πλοκή κι άλλοτε στο πλαίσιο των ενδόμυχων αποκαλύψεων του ήρωα– το καθιστούν ένα ακόμα βιβλίο που στέκει στο όριο του είδους του.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Ο ΦΟΝΟΣ ΞΥΠΝΑ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ…
Είσαι δώδεκα. Παίζεις στο δάσος με τους δύο καλύτερούς σου φίλους. Συμβαίνει κάτι τρομερό. Και δεν τους ξαναβλέπεις ποτέ.
Είκοσι χρόνια μετά ο Ρομπ Ράιαν –το παιδί που γύρισε απ’ το δάσος– είναι ντετέκτιβ στην αστυνομία του Δουβλίνου. Έχει αλλάξει τ’ όνομά του. Κανείς δεν ξέρει για το παρελθόν του. Ούτε και ο ίδιος έχει την παραμικρή ανάμνηση απ’ όσα συνέβησαν εκείνη τη μέρα. Και τότε ανακαλύπτεται το πτώμα ενός μικρού κοριτσιού στο σημείο της παλιάς τραγωδίας, και ο Ρομπ μπλέκεται ξανά στο μυστήριο. Για τον ίδιο, αλλά και για τη συνεργάτιδά του την Κάσι, κάθε στοιχείο κρύβει δυσοίωνα μυστικά. Οι ιδιωτικές έρευνές του δοκιμάζουν την πνευματική του ισορροπία. Και τα ίχνη οδηγούν ανελέητα, το ένα μετά το άλλο, πίσω… στο δάσος.