Michelangelo Αntonioni και σκηνοθεσία που δεν εξηγείται με λόγια

Antonioni
Πηγή εικόνας: tvxs.gr

Ο Michelangelo Antonioni είναι ο σκηνοθέτης των μεταφορών και ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του ιταλικού νεορεαλισμού! Ένας σκηνοθέτης που πιστεύει στη δύναμη των χαρακτήρων που πλάθει, αλλά και του χώρου που τους περιβάλλει. Η δύναμη αυτή είναι ικανή να υπερκεράσει το νόημα των λέξεων, οι οποίες καθίστανται εντελώς άχρηστες στην τέχνη του Antonioni. Ένας από τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες που μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη την άχαρη πραγματικότητα και μαγεύει με τον παλμό των αισθήσεων που προκαλεί.


Τα ξέγνοιαστα παιδικά χρόνια του Antonioni

Γεννημένος στη Φερράρα της βόρειας Ιταλίας (29 Σεπτεμβρίου 1912), ο Antonioni δεν βίωσε μία «ιδιαίτερη» παιδική ηλικία. Θα έλεγε κανείς πως μεγάλωσε σε ένα ήρεμο, οριακά βαρετό οικογενειακό περιβάλλον, με οικονομική άνεση. Ο Michelangelo ως παιδί εκπαιδεύθηκε σωστά, σύμφωνα με τα πρότυπα της εποχής, πρώτα στη Φερράρα και ύστερα στο πανεπιστήμιο της Μπολόνια. Ήταν συνετός και πειθαρχημένος. Οι ανέσεις που απολάμβανε του επέτρεπαν να βλέπει τον κόσμο, αλλά και την ίδια τη ζωή του από απόσταση, χωρίς να έχει ανάγκη το πάθος και τις εντάσεις.  Του επέτρεπαν, επίσης, να αναπτύξει το ενδιαφέρον του για την τέχνη, κυρίως την αρχιτεκτονική, τη ζωγραφική και τη μουσική (αγαπημένο του όργανο ήταν το βιολί!).


Η επαφή με το σινεμά

Οι κλασσικές σπουδές του, όπως και αυτές στην οικονομία δεν τον γέμιζαν τόσο όσο το σινεμά. Ξεκινώντας ως κριτικός κινηματογράφου σε μία τοπική εφημερίδα στην Πάντοβα (Il Corriere Padano), ο Antonioni στα εικοσιεφτά του χρόνια αποφάσισε πως η καριέρα του θα αφορούσε αποκλειστικά και μόνο το σινεμά. Γι’ αυτό και μετακόμισε στη Ρώμη, την κοιτίδα του ιταλικού κινηματογράφου, όπου συνέχισε τις σπουδές του, αυτή τη φορά στο χώρο του σινεμά (στο Centro Sperimentale di Cinematografia), και εργάστηκε στο περιοδικό Cinema. Η κινηματογραφική του πορεία στη διάρκεια της τρίτης δεκαετίας της ζωής του έληξε άδοξα. Ο Antonioni, στην περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου πλέον, κλήθηκε στον στρατό και οριακά κατάφερε να μείνει ζωντανός, καθώς συμμετείχε ενεργά στην Ιταλική Αντίσταση.

Διαβάστε επίσης  Η Νύχτα του Ελί Βιζέλ

Ο Antonioni και ο ιταλικός νεορεαλισμός

Ο Antonioni ως δημιουργός εμφανίστηκε στη μεγάλη οθόνη στα τριάντα του! Τα πρώτα του έργα ήταν κατά βάση συνεργασίες με άλλους εκπροσώπους του ιταλικού νεορεαλισμού, όπως ο Roberto Rossellini (“A Pilot Returns”, 1942). Έχοντας δει το χάος και το θάνατο με τα μάτια τους, οι σκηνοθέτες – εκπρόσωποι του ιταλικού νεορεαλισμού ήρθαν να σβήσουν τη λάμψη από το σινεμά και να παρουσιάσουν το σκληρό ρεαλισμό της ανθρωπότητας που επιβίωσε, πιο λαβωμένη από ποτέ, από τη φρίκη ενός αιματηρού πολέμου. Η δημιουργία μέσα σε αυτές τις συνθήκες ήταν δύσκολο έργο. Γι΄αυτό και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1940, ο Antonioni συνέχισε να βιοπορίζεται κυρίως από μεταφράσεις κειμένων και από κριτικές σε εφημερίδες, πειραματιζόμενος ταυτόχρονα με το σενάριο και τη σκηνοθεσία.

Advertising

Advertisements
Ad 14

Στις πρώτες μεγάλου μήκους δημιουργίες του, ο νεορεαλισμός είναι διάχυτος. Η κάμερα στρέφεται στον άνθρωπο, τα πλάνα είναι μακροσκελή, οι λέξεις λιγοστεύουν Οι φίλες», 1955). Ωστόσο, ο Antonioni δεν περιορίστηκε από τον εν στενή εννοία νεορεαλισμό, όπου ο φακός ακολουθεί τα πιο χαμηλά στρώματα του κοινωνικού γίγνεσθαι και δεν δίστασε να ασχοληθεί με τη μεσοαστική κοινωνία και τα δεινά της Η κυρία χωρίς καμέλιες», 1953).

«Οι φίλες» (1955), πηγή εικόνας: moma.org

Η τριλογία για το νεωτερισμό και τα δεινά του

Η σκηνοθεσία του Antonioni εισήλθε σε νέο στάδιο με την τριλογία «Η περιπέτεια» (1960), «Η νύχτα» (1961), «Η έκλειψη» (1962). Εικόνα και αφήγηση συμβιώνουν αρμονικά με στόχο να ζωντανέψει στη μεγάλη οθόνη η μεταπολεμική αστική καθημερινότητα της Ιταλίας με όλα τα δεινά της. Ο κοινωνικός παράγοντας είναι αισθητός. Ο φακός εστιάζει στην αποξένωση των ανθρώπων και ο σκηνοθέτης θίγει έντονα – με τους χαρακτήρες που πλάθει – την αντίθεση του προπολεμικού με το μεταπολεμικό.

Διαβάστε επίσης  Λούις Άρμστρονγκ: Ο θρύλος της Τζαζ

Η ησυχία γίνεται χαοτική φασαρία, η παράδοση γίνεται υλισμός και κατανάλωση, ενώ οι ανθρώπινες σχέσεις γίνονται πιο δυσερμήνευτες από ποτέ. Δεν υπάρχει άσπρο ή μαύρο και οι χαρακτήρες αρνούνται – ή μάλλον φοβούνται – να δοθούν ολοκληρωτικά, να αφεθούν ελεύθεροι στην ύπαρξη κάποιου που τους ελκύει ή που αγαπούν. Χαρακτηριστική είναι η ατάκα της Monica Vitti προς τον γοητευτικό Alain Delon στην «Έκλειψη»: «Εύχομαι να μην σε αγαπούσα ή να σε αγαπούσα περισσότερο!» Μία φράση που συνοψίζει την μοναχικότητα της μεταπολεμικής κοινωνίας και την πολυπλοκότητα των σχέσεων, στις οποίες διεισδύουν πλέον άλλοι παράγοντες, πιο δυνατοί από τον έρωτα και την αγάπη. Το χρήμα, ο θάνατος και η κοινωνική αδιαφορία κυριαρχούν ως αναπόφευκτες παρενέργειες ενός πολέμου που δεν λυπήθηκε κανέναν.

Antonioni, Η έκλειψη
«Η έκλειψη» (1962), πηγή εικόνας: bfi.org.uk

Με την τριλογία αυτή (που χαρακτηρίζεται ως τριλογία, καθώς η κοινή θεματική της την καθιστά έναν ύμνο στα δεινά της σύγχρονης ζωής), ο Antonioni καταξιώθηκε ως σκηνοθέτης, ανοίγοντας το δρόμο για τη μετάβαση από τον ιταλικό νεορεαλισμό της προηγούμενης δεκαετίας στον μοντερνισμό. Με την τριλογία αυτή, επίσης, η Monica Vitti υπό την καθοδήγηση του Antonioni εξελίχθηκε σε μία σαγηνευτική μυστηριώδη και θελκτική παρουσία στην μεγάλη οθόνη! Χάρη στη μοναδική υποκριτική της δεινότητα, η Vitti έφτασε στην κορυφή του ιταλικού, αλλά και του παγκόσμιου σινεμά!

Advertising


Ο μοντερνισμός του Antonioni

Η δεκαετία του 1960 υπήρξε σταθμός για τον Antonioni, όχι μόνο λόγω της επιτυχημένης τριλογίας του, μα και γιατί σηματοδοτεί την πρώτη δημιουργία του στα αγγλικά (“Blow-up”, 1966). Μόλις το 1970, μάλιστα, έγινε πραγματικότητα και η πρώτη αμερικάνικη παραγωγή του με τον τίτλο “Zabriskie Point”.

Διαβάστε επίσης  Betty Friedan: Μια κορυφαία μορφή του φεμινισμού
«Επάγγελμα: Ρεπόρτερ» (1975), πηγή εικόνας: tumblr.com

Η κενότητα της ζωής, η αποξένωση, η μοναχικότητα και το άσκοπο προβλημάτιζαν τον Antonioni και στις δεκαετίες που ακολούθησαν, γι΄αυτό και επανήλθαν σαν θεματικές στις δημιουργίες του. Στο «Επάγγελμα: Ρεπόρτερ» (“The Passenger”, 1975) η τυχαία συνάντηση του δημοσιογράφου Jack Nicholson και της Maria Schneider, με φόντο τις χρωματικές αντιθέσεις Αφρικής και Βαρκελώνης, μαρτυρά την προσπάθεια του πρωταγωνιστή να νοηματοδοτήσει την άδεια ζωή του. 


Η ανεπανάληπτη σκηνοθετική αισθητική του Antonioni φυσικά συγκίνησε κριτικούς και φεστιβάλ. Ανάμεσα στο πλήθος βραβείων που κατέκτησε, ο Antonioni είναι ο μόνος σκηνοθέτης που έχει βραβευτεί με Χρυσό Φοίνικα στο φεστιβάλ των Καννών (για το “Blow-up”, 1967), με Χρυσό Λέοντα στο φεστιβάλ της Βενετίας (για την «Κόκκινη Έρημο», 1964), με Χρυσή Άρκτο στο φεστιβάλ του Βερολίνου (για τη «Νύχτα», 1961) και με Χρυσή Λεοπάρδαλη στο φεστιβάλ του Λοκάρνο (για την «Κραυγή», 1957).  Στο βίντεο που ακολουθεί μπορεί κανείς να πάρει μία γεύση από την πολυβραβευμένη αυτή αισθητική, που ξεπερνά τα όρια κάθε κινηματογραφικού κινήματος.

Ο Antonioni πέθανε σαν σήμερα, στις 30 Ιουλίου του 2007 (ημέρα θανάτου και του μοναδικού σκηνοθέτη Ingmar Bergman) αφήνοντας μεγάλη κληρονομιά στην κινηματογραφική ιστορία.

Advertising


Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό το άρθρο:

Michelangelo Antonioni. Ανακτήθηκε από https://www.imdb.com/name/nm0000774/?ref_=nv_sr_7?ref_=nv_sr_7 (τελευταία πρόσβαση 18.07.2019)

Michelangelo Antonioni. Ανακτήθηκε από https://www.britannica.com/biography/Michelangelo-Antonioni (τελευταία πρόσβαση 18.07.2019)

Advertising

Ζει στην Αθήνα, περιπλανιέται και αναρωτιέται. Αν δεν την βρείτε χωμένη σε κάποια κινηματογραφική αίθουσα ή να προγραμματίζει πολιτιστικές εκδηλώσεις στις οποίες ελπίζει να καταφέρει να πάει, ίσως και να την πετύχετε στους διαδρόμους της Νομικής Σχολής.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Σχολική ετοιμότητα παιδιών με χαμηλό βάρος γέννησης

Το παρόν άρθρο Το παρόν άρθρο, με τίτλο Σχολική ετοιμότητα

Ανατροφή παιδιών με ΑΓΔ: Ανταμοιβές και προκλήσεις

Το παρόν άρθρο Περίπου 7,6% των παιδιών (~ δύο παιδιά